Ευαγγελισμός. Ενα από τα χωριά της Ελασσόνας που επισκέφτηκε η Αλέκα Παπαρήγα, στη διάρκεια της διήμερης περιοδείας της, το Σαββατοκύριακο, στη Λάρισα. Το καφενείο "τίγκα", από άνδρες, γυναίκες και παιδιά. Κόσμος κι έξω, στην πλατεία. Η συζήτηση ανάβει.
Ενας γεράκος - που ο ίδιος δηλώνει ψηφοφόρος της ΝΔ - σηκώνεται από το βάθος της αίθουσας και λέει: "Βάζουμε πέντε δραχμές στην τράπεζα για να 'χουν τα παιδιά μας να μας παραχώσουν, και το κράτος τα φορολογεί. Γιατί;"Ενα "γιατί" που φανερώνει τη μεγάλη πίκρα κι αγανάκτηση ενός ανθρώπου, που ανάλωσε τη ζωή του δουλεύοντας στο χωράφι, παλεύοντας να ζήσει την οικογένειά του, που πρόσφερε τα πάντα στην πατρίδα. Κι όμως, δεν μπόρεσε να εξασφαλίσει ούτε καν το δικαίωμα σε μια αξιοπρεπή κηδεία. Φτάνει στο τέλος της άχαρης ζωής του κι ακόμα δεν είδε κανένα όφελος από το κράτος "του", που πάντα του παίρνει και ποτέ δεν του δίνει. Πικραίνεται κι αγανακτεί επειδή άλλοι, που δεν πρόσφεραν καθόλου στο κοινωνικό σύνολο και στην πατρίδα, "κολυμπούν" στο χρήμα και "καταξιώνονται" στην κοινωνία κι αυτός "κολυμπάει" στη φτώχεια και δεν έχει "στον ήλιο μοίρα".
Και να πεις ότι θα ζήσουν καλύτερες μέρες τα παιδιά και τα εγγόνια του; Οτι οι κόποι του θα δημιουργήσουν ένα καλύτερο παρόν και μέλλον στους απογόνους; Δυστυχώς, ούτε αυτό το πέτυχε. Το δείχνει το παράπονο που εξέφρασε ένας συγχωριανός του - νέος κτηνοτρόφος - λέγοντας: "Μου έβαλαν τσουχτερό πρόστιμο επειδή ξεπέρασα την ποσόστωση στο αγελαδινό γάλα, που θέτει η Ευρωπαϊκή Ενωση. Τι θέλουν να κάνω; Να μην ταϊζω τις αγελάδες για να μην βγάζου πολύ γάλα; Πού να βρω χρήματα να πληρώσω το πρόστιμο; Γιατί μας φέρονται έτσι;"
Το "γιατί" μεταφέρεται από γενιά σε γενιά. Από τον συνταξιούχο αγρότη, στον νέο κτηνοτρόφο. Η ίδια απογοήτευση, πίκρα κι αγανάκτηση ενός λαού, που μάχεται να προκόψει και του στερούν τη χαρά της δημιουργίας και τον καταδικάζουν στη φτώχεια και την εξαθλίωση.
Η "άλλη Ελλάδα", αυτή της Ελασσόνας που ερημώνει αφού τα παιδιά της ξεριζώνονται και παίρνουν το δρόμο της μετανάστευσης, δεν ενδιαφέρει τις κυβερνήσεις της χώρας μας. Οι εκάστοτε κυβερνώντες δεν καταδέχονται να συνδιαλεχτούν με τον γεράκο και τον νέο κτηνοτρόφο του Ευαγγελισμού. Συνδιαλέγονται κι υπηρετούν μόνο τους ισχυρούς του χρήματος και τα ξένα "αφεντικά" της ΕΕ.
Φορολογούν τις πέντε δραχμούλες που καταθέτουν οι φτωχοί αγρότες στην τράπεζα και χαρίζουν τα τεράστια χρέη των βιομηχάνων, των μεγαλεμπόρων, των εφοπλιστών. Τη φτωχολογιά θα τη σκεφτούν μόνο όταν θα χρειαστεί να καλέσουν τα παιδιά της να πολεμήσουν για την πατρίδα. Διότι στον πόλεμο δεν πάνε τα "κολεγιόπαιδα", που κρύβονται στα σαλόνια της εξουσίας και στο εξωτερικό.
Ο γεράκος της Ελασσόνας θα "φύγει" από το μάταιο τούτο κόσμο με το παράπονο ότι η προσφορά του δεν αναγνωρίστηκε από την πολιτεία, την πατρίδα, που αγάπησε κι υπηρέτησε με πάθος κι αυταπάρνηση. Ως πότε, όμως, οι άνθρωποι, που ανάλωσαν τη ζωή τους στην τίμια εργασία, θα "φεύγουν" με παράπονο; Οσο η Ελλάδα κυβερνιέται από κόμματα υποταγμένα στο μεγάλο κεφάλαιο και στους ξένους, αυτή η κατάσταση θα συνεχίζεται. Κι αν ο λαός μας δεν πάρει τις τύχες του στα χέρια του, καμιά αλλαγή προς το καλύτερο δε θα δει. Το καθήκον ν' αλλάξουν την κοινωνία βαρύνει πρωτίστως στους νέους ανθρώπους, που έχουν μπροστά τους πολύ μέλλον. Αλλά αφορά και στους γέροντες, που αναζητούν δικαίωση ζωής.
Παύλος ΡΙΖΑΡΓΙΩΤΗΣ