Οι συνέπειες της εξάπλωσης των μολυσματικών ασθενειών και η επικράτησή τους στον πληθυσμό των χρηστών ουσιών ήταν το αντικείμενο της ημερίδας που πραγματοποιήθηκε προχτές από το Κέντρο Θεραπείας Εξαρτημένων Ατόμων (ΚΕΘΕΑ), με θέμα «Ουσιοεξάρτηση, μολυσματικές ασθένειες και κοινωνικός έλεγχος».
Οπως αναφέρθηκε, κύρια αιτία θνησιμότητας και αναπηρίας σε όλο τον κόσμο αποτελούν τα λοιμώδη νοσήματα και ιδιαίτερα στον αναπτυσσόμενο κόσμο, όπου ευθύνονται για το 95% των θανάτων, ενώ ανησυχητική είναι και η επανεμφάνιση ασθενειών, όπως η φυματίωση, η οποία συμπεριλαμβάνεται μαζί με την ηπατίτιδα στις συχνότερα εμφανιζόμενες.
Μία από τις διαπιστώσεις της ημερίδας ήταν και ότι παρατηρείται επιδείνωση των υπηρεσιών δημόσιας υγείας στις χώρες εκείνες που επικεντρώθηκαν στο στόχο για την ένταξή τους στην Ευρωπαϊκή Ενωση, καθώς χώρες της Ανατολικής Ευρώπης εμφανίζουν τραγική αύξηση του ρυθμού νέων κρουσμάτων HIV/AIDS. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο το 2001, στην Εσθονία καταγράφηκαν 991 νέα κρούσματα HIV/AIDS ανά ένα εκατομμύριο κατοίκων. Και όπως υπογράμμισε ο Γ. Παπαναστασάτος, υπεύθυνος του Τομέα Ερευνας του ΚΕΘΕΑ, «στις χώρες αυτές τα ποσοστά εμφάνισης του ιού στους ενδοφλέβιους χρήστες φτάνουν και το 14%».
Στην Ελλάδα, ωστόσο, ο αριθμός των δηλωμένων κρουσμάτων είναι ιδιαίτερα χαμηλός τόσο στο συγκεκριμένο όσο και στο γενικό πληθυσμό. Αυξημένα είναι και τα ποσοστά όλων των τύπων της ηπατίτιδας. Συγκεκριμένα, τα ποσοστά της ηπατίτιδας Β στους ενδοφλέβιους χρήστες σε όλη την Ευρώπη κυμαίνονται από 6-85% και της ηπατίτιδας C στο 17-95%. Στην Ελλάδα στα προγράμματα για εξαρτημένους η επικράτηση της ηπατίτιδας C κυμαίνεται από 35-85%. Το 1/3 των χρηστών που φτάνουν στα θεραπευτικά προγράμματα του ΚΕΘΕΑ δεν έχουν κάνει ποτέ τεστ για HIV και ηπατίτιδες. «Τα θεραπευτικά προγράμματα πρέπει να προβλέπουν όλες τις εξετάσεις στις οποίες θα βασίζεται μεταξύ άλλων ο κλινικός σχεδιασμός, ενώ απαιτείται και πολύ καλή δικτύωση των υπηρεσιών», κατέληξε ο Γ. Παπαναστασάτος.