Από την πλευρά της κυβέρνησης ο υπουργός Τύπου Δ.Ρέππας επανέλαβε ότι «ο νόμος του κράτους θα εφαρμοστεί αφού ολοκληρωθούν οι τυπικές, οι διοικητικές διαδικασίες που προβλέπονται». Και διαβεβαίωσε ότι η κυβέρνηση δεν επιθυμεί αντιπαράθεση με την Εκκλησία παραπέμποντας στην «παράλληλη πορεία, διαχρονικά, της πολιτείας με την Εκκλησία» , η οποία «αποτελεί την πολύ καλή βάση, ώστε οι σχέσεις τώρα και στο μέλλον να παραμείνουν το ίδιο καλές». Και συνέχισε: «Εμείς δεν επιθυμούμε αντιπαράθεση. Δε μιλούμε για όξυνση στις σχέσεις Εκκλησίας και πολιτείας. Πολύ περισσότερο που γνωρίζετε ότι θέματα κοινού ενδιαφέροντος αντιμετωπίζονται από τις δύο πλευρές με τη βούληση να προκύψουν οι καλύτερες δυνατές λύσεις».
Κατά τ' αλλά ο υπουργός Τύπου είπε ότι ο νόμος δε θα αλλάξει και ο διάλογος με την Εκκλησία θα είναι για τα «συναφή θέματα», για «θέματα κοινού ενδιαφέροντος». Αφήνοντας έτσι να φανεί ότι η κυβέρνηση κρατάει στα χέρια της χαρτιά με τα οποία μπορεί να ασκήσει πιέσεις στην Εκκλησία. Σαν τέτοια ανέφερε την εκκλησιαστική εκπαίδευση, την αλλαγή του τρόπου απονομής εκκλησιαστικής δικαιοσύνης, το αναπτυξιακό έργο της Εκκλησίας. Και προειδοποιώντας με ένα τρόπο το ιερατείο πρόσθεσε ότι «είναι προς το συμφέρον της Εκκλησίας, αλλά και της πολιτείας, αυτές οι σχέσεις να παραμείνουν αδιατάρακτες».
Ο Δ. Ρέππας όταν του ζητήθηκε να προσδιορίσει την έννοια του «εύλογου χρόνου», εντός του οποίου θα εκδοθούν οι αναγκαίες εγκύκλιοι για την εφαρμογή του νόμου για τις ταυτότητες απάντησε: «Είναι πρόωρο κάποιος να προσδιορίσει συγκεκριμένη ημερομηνία. Το μέγεθος, όμως, του εύλογου χρόνου μπορεί να πει κάποιος ότι αφορά ημέρες ή μήνες και δεν αφορά χρόνια. Πάντως, οι αρμόδιες υπηρεσίες έχουν ήδη επιληφθεί του θέματος. Εχουν ξεκινήσει οι σχετικές διοικητικές διαδικασίες, προκειμένου να οδηγηθούμε σε πλήρη εφαρμογή του νόμου που έχει ψηφιστεί από τη Βουλή των Ελλήνων».
Διευκρινίζοντας στη συνέχεια: «Γνωρίζετε ότι ο τύπος ταυτότητας, ο οποίος εκδίδεται σήμερα, προκειμένου να αλλάξει θα πρέπει να υπάρξει μια προετοιμασία στις αρμόδιες υπηρεσίες και η αλλαγή αυτή, μεταξύ των άλλων, συνεπάγεται και σχετικά υψηλό οικονομικό κόστος. Κατά τα άλλα, ο τύπος ταυτότητας που θα εκδίδεται, σύμφωνα πλέον με τη διάταξη που περιλαμβάνεται στο νόμο που ψήφισε η Βουλή των Ελλήνων, θα είναι ίδιος κατά τα εξωτερικά γνωρίσματα με τον τύπο ταυτότητας που διαθέτουμε και σήμερα. Απλά, δε θα συμπληρώνονται ή δε θα αναφέρονται τα στοιχεία εκείνα τα οποία αφορούν τα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα, στοιχεία τα οποία είναι συμπληρωμένα, με ανάλογο τρόπο, στις ταυτότητες που έχουν εκδοθεί και χρησιμοποιούνται σήμερα από εμάς. Οποιος πολίτης επιθυμεί, για διάφορους λόγους, να εκδώσει νέα ταυτότητα μπορεί να υποβάλει σχετική αίτηση και θα έχει μια νέα ταυτότητα, η οποία θα περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία εκείνα που είναι απαραίτητα για τις συναλλαγές του με το κράτος και δε θα περιλαμβάνει, βεβαίως, τα λεγόμενα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα».