Πολύτιμη παρακαταθήκη στους νεότερους, τα οράματά του, για τα οποία πάλεψε αταλάντευτα μέχρι το τέλος του, αλλά και η πλούσια δημιουργία του, που λάμπρυνε την ελληνική γλυπτική και τη ζωή του τόπου. Ανάμεσά τους, ο «Αντάρτης» στον Ωρωπό Πρέβεζας, το Μνημείο του Διστόμου, ο έφιππος ανδριάντας του Πλαστήρα στην πλατεία της Καρδίτσας, προτομές ηρώων του 1821 στο Πεδίον του Αρεως, προτομή του Αρη Βελουχιώτη, του Θ. Κολοκοτρώνη κ.ά. Ξεχωριστή στιγμή στην καλλιτεχνική του πορεία, η μνημειακή στήλη από τηνιακό μάρμαρο στην Ακροναυπλία. Οπως μας δήλωνε συγκινημένος τη μέρα που το γλυπτό του αγκαλιάστηκε από τις εκατοντάδες κόκκινες σημαίες εκείνων που βρέθηκαν στη φορτισμένη με μνήμες Ακροναυπλία, «νιώθω μεγάλη τιμή, που μου δόθηκε η δυνατότητα να προσπαθήσω να εκφράσω τα συναισθήματά μου γι' αυτούς που πάλεψαν στην Ακροναυπλία. Χαρά μου, η συγκίνηση του κόσμου».
Ο Στ. Τριάντης γεννήθηκε στο Τρίκαστρο Πρέβεζας το 1931. Γιος τραπεζοϋπαλλήλου, έζησε σε πολλές πόλεις της χώρας, λόγω μεταθέσεων του πατέρα του, μέχρι τον πόλεμο του 1940. Ακολούθησαν σπουδές του στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών, στο εργαστήρι του Μ. Τόμπρου, απ' όπου αποφοίτησε με άριστα. Με υποτροφία του ΙΚΥ, συνέχισε τις σπουδές του στη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού (1965-1967, 1971), κοντά στους Γιάνσενς και Μαρτέν.
«Μορφές Ι» |
Στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, ο Στ. Τριάντης είχε την ευθύνη για την επανέκθεση των κλασικών και ελληνιστικών γλυπτών, ενώ συμμετείχε στην επανέκθεση των γλυπτών της Επιδαύρου και των ρωμαϊκών γλυπτών. Στο Μουσείο Πειραιά έκανε την επανέκθεση των μεγάλων χάλκινων αγαλμάτων, που τα μετέφερε από το Εθνικό Μουσείο και την αναστήλωση του μνημείου της Καλλιθέας. Στον Ραμνούντα, όπου εργάστηκε, αναγνώρισε πλήθος θραυσμάτων της βάσης του λατρευτικού αγάλματος της Νέμεσης, πρωτότυπου έργου του 5 αιώνα π.Χ. του γλύπτη Αγοράκριτου. Η μακρόχρονη ενασχόλησή του στους παραπάνω αρχαιολογικούς χώρους και μουσεία χαρακτηριζόταν από την ανεξάντλητη αγάπη του για τη σωτηρία αυτής της τέχνης, από την ακάματη προσπάθειά του να αγγίξει την τελειότητα.
Οπως σημειώνει ο Γεώργιος Ι. Δεσπίνης, στον καλαίσθητο κατάλογο που συνοδεύει την έκθεση: «Για τον Τριάντη τα αρχαία αγάλματα δεν ήταν απλά μουσειακά αντικείμενα, τα οποία έπρεπε να στηθούν με σωστές τεχνικές προδιαγραφές επάνω στα βάθρα τους. Ηταν πρώτα από όλα αντικείμενα έρευνας, ειδικότερα αυτά που είχαν σωθεί κομματιασμένα. Το πάθος του να ψάχνει τα κομμάτια και να ανασυγκροτεί αρχαία γλυπτά τον έκανε με τα χρόνια μοναδικό στο είδος του ερευνητή της αρχαίας γλυπτικής. Και το πάθος αυτό έμεινε άσβεστο έως το τέλος».
Χάλκινη μακέτα για το Μνημείο Ακροναυπλίας |
Παράλληλα με τη μουσειακή του ενασχόληση, ο Στ. Τριάντης ήταν και ένας εξαιρετικός γλύπτης. Οπως αναφέρει ο Θάνος Χρήστου στον κατάλογο της έκθεσης: «...ο Τριάντης ασχολήθηκε εντατικά από πολύ νωρίς και με τις δύο αγάπες του, τη συντήρηση και αποκατάσταση αρχαίων γλυπτών και τη δημιουργία έργων, πορτρέτων, μνημείων, μεταλλίων, ηρώων και επιτυμβίων, ενώ σημαντική είναι η συμβολή του και στην αποκατάσταση νεότερων γλυπτών που υπέστησαν ζημιές». Θεωρώντας τον εαυτό του «πορτρετίστα», στην τεσσαρακονταπενταετή καλλιτεχνική του διαδρομή, φιλοτέχνησε, κυρίως, έργα με ανθρωποκεντρικά θέματα. Εργα στιβαρά, που χαρακτηρίζονται για την εσωτερική τους δύναμη, τη μεγαλοσύνη της εκφραστικής τους γλώσσας και την ειλικρίνειά τους. Μέσα από τα αφαιρετικά - γεωμετρικοποιημένα σχήματα, στα γλυπτά του κυριαρχεί η ανθρώπινη μορφή.
«Πρόκειται για ένα έργο», καταλήγει ο Θ. Χρήστου, «όπου η ρεαλιστική περιγραφή και οι αφαιρετικές διατυπώσεις, η αγάπη για την ανθρώπινη μορφή και η πίστη στην αυτόνομη έκφραση του υλικού δίνουν τις παραμέτρους μιας δημιουργικής πορείας που δεν κορυφώθηκε σε κάποια φάση της καλλιτεχνικής του διαδρομής, αλλά έμεινε από την αρχή ως το τέλος στην κορυφή». Σημειώνουμε ότι η έκθεση πραγματοποιείται στο πλαίσιο των εκδηλώσεων «Ζωσιμάδων Δράσεις», και διοργανώνεται με τη συνεργασία της 8ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων και της Σχολής Πλαστικών Τεχνών και Επιστημών της Τέχνης.