Την πρόθεση της Κομισιόν να ανοίξει γραφείο στην κατεχόμενη Λευκωσία ανακοίνωσε χτες ο αρμόδιος για τη διεύρυνση επίτροπος Γκίντερ Φερχόιγκεν. Στόχος - όπως είπε - να διασφαλίζεται ο έλεγχος της ροής των κοινοτικών κονδυλίων για την οικονομική ανάπτυξη του βορείου τμήματος της Κύπρου. Οπως σημειώνει η ελληνοκυπριακή πλευρά, πρόκειται για δικές της προτάσεις, συμπληρώνοντας ότι δε συνιστούν αναγνώριση του ψευδοκράτους. Ομως με την ΕΕ τίποτε δεν είναι σίγουρο...
Στις Βρυξέλλες, σε παρέμβασή του στην κοινή συνεδρίαση της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με τη μεικτή κοινοβουλευτική επιτροπή ΕΕ - Κύπρου, ο Φερχόιγκεν αναφέρθηκε στην ανάγκη προώθησης απευθείας συνεργασίας με τις τουρκοκυπριακές αρχές. Αφησε να εννοηθεί ότι θα μπορούσαν να αναπτυχθούν με το ψευδοκράτος σχέσεις τύπου Ταϊβάν, χώρα που δεν είναι διεθνώς αναγνωρισμένη, με την οποία όμως η ΕΕ έχει υπογράψει εμπορικές συμφωνίες.
Διευκρίνισε ότι τέτοιες κινήσεις δε συνιστούν αναγνώριση τουρκοκυπριακού κράτους. Ακολούθως, σε συνέντευξη Τύπου, χαρακτήρισε «ανοησίες» τις προτάσεις τις οποίες υπέβαλε ο Τουρκοκύπριος λεγόμενος πρωθυπουργός του ψευδοκράτους, Αλί Ταλάτ, ο οποίος ζήτησε το «πάγωμα» της ένταξης της Κύπρου στην ΕΕ.
Κατά τα λοιπά, κατηγόρησε την ελληνορθόδοξη εκκλησία στην Κύπρο για ρατσιστικές θέσεις έναντι των Τουρκοκυπρίων οι οποίοι αντιμετωπίζονται ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας, και καταλόγισε ευθύνες προσωπικά στον πρόεδρο της Κύπρου Τάσσο Παπαδόπουλο για την επικράτηση του «Οχι» στο δημοψήφισμα του Σαββάτου. Παράλληλα, εξήρε τη στάση των πρώην Προέδρων της Κύπρου Γλαύκου Κληρίδη και Γιώργου Βασιλείου, οι οποίοι τάχθηκαν υπέρ του αμερικανόπνευστου «σχεδίου Ανάν».
Βέβαια, δεν έλειψαν και οι διαφορετικές απόψεις, όπως αυτή του Προέδρου της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων του Ευρωκοινοβουλίου, Ελμαρ Μπροκ, ο οποίος εξέφρασε την απογοήτευσή του για το αποτέλεσμα, αλλά είπε ότι ευθύνη για την επικράτηση του «Οχι» έχει και η ΕΕ, καθώς δεν έπεισε τους Ελληνοκύπριους ότι η ίδια αποτελεί εγγύηση ασφάλειας για τα μέλη της.
Παίρνοντας το λόγο ο ευρωβουλευτής του ΚΚΕ Κώστας Αλυσσανδράκης, τόνισε:
«Είναι ιδιαίτερα σημαντικό το ότι, παρά τις αφόρητες πιέσεις και τις απειλές για "τέλος του κόσμου", οι Ελληνοκύπριοι είπαν ένα ισχυρό "Οχι". Κανείς δε δικαιούται να το ερμηνεύσει ως άρνηση λύσης του Κυπριακού προβλήματος. Είναι άρνηση στο να κλείσει το Κυπριακό όπως - όπως πριν από την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ και σύμφωνα με τα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα.
Το "Οχι" των Ελληνοκυπρίων δημιουργεί γερά θεμέλια για διεκδίκηση λύσης με ομόσπονδη, διζωνική, δικοινοτική Κύπρο, χωρίς στρατεύματα κατοχής, ξένες βάσεις και εγγυήτριες δυνάμεις. Αλλά και το "Ναι" των Τουρκοκυπρίων δείχνει τον πόθο τους να απαλλαγούν από την τουρκική κατοχή και το κατοχικό καθεστώς.
Οι πρώτες αντιδράσεις της ΕΕ ήταν εντελώς σπασμωδικές και μου θύμισαν τους τελευταίους στίχους του ποιήματος του Κωνσταντίνου Καβάφη "Εις τα περίχωρα της Αντιοχείας", στο οποίο σας παραπέμπω. Στη συνέχεια τα πράγματα έγιναν πιο ήπια. Ομως, η θέση της Κομισιόν και του Συμβουλίου για ανακούφιση των Τουρκοκυπρίων προκαλεί σοβαρά ερωτήματα. Συγκεκριμένα:
1. Πρώτο και κύριο πρόβλημα των Τουρκοκυπρίων είναι η κατοχή. Τι θα κάνει η ΕΕ για να διώξει τα τουρκικά στρατεύματα; Θα αντιμετωπίζει το πρόβλημα στα πλαίσια της Πολιτικής Αμυνας και Ασφάλειας;
2. Τι θα γίνει με την πράσινη γραμμή; Την άνοιξε ο κ. Ντενκτάς, θα την κλείσει η ΕΕ κάνοντας βήμα προς τη διχοτόμηση;
3. Ποιοι θα διαχειριστούν την οικονομική βοήθεια; Ο μόνος νόμιμος διαχειριστής είναι η κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας».
Τελειώνοντας, ο Κ. Αλυσσανδράκης ρώτησε τον πρόεδρο της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων Ε. Μπροκ, υπό ποία ιδιότητα παραβρίσκεται στο Προεδρείο ο κ. Ταλάτ. Στην απάντησή του ο κ. Μπροκ, επιχείρησε να υποβαθμίσει το θέμα, διευκρινίζοντας ότι εκλήθη, ώστε να υπάρξει ευρύτερη ανταλλαγή απόψεων, και δεν του απέδωσε καμία ιδιότητα.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η ελληνική κυβέρνηση, δεν πρόκειται να φέρει αντιρρήσεις στην έναρξη ενός τέτοιου γραφείου στα κατεχόμενα.
Από την κυπριακή πλευρά, ο πρόεδρος Τάσσος Παπαδόπουλος, σχολιάζοντας τις θέσεις Φερχόιγκεν για ανάπτυξη σχέσεων της ΕΕ με την κατεχόμενη περιοχή της Κύπρου, είπε: «Ολοι γνωρίζουν ότι τα μέτρα που πρότεινε η κυβέρνηση για ενίσχυση των Τουρκοκυπρίων είναι αυτά που τελικά υιοθετήθηκαν από το Συμβούλιο Υπουργών». Μάλιστα, εξέφρασε την ικανοποίησή του «γιατί έγιναν δεκτές οι θέσεις μας» και πρόσθεσε ότι το πώς θα εφαρμοστούν, θα συζητηθεί στην Επιτροπή Αντιπροσώπων και στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
Στο ίδιο ζήτημα, ο Κύπριος υπουργός Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού Γιώργος Λιλλήκας δήλωσε ότι τα μέτρα που προτίθεται να πάρει η κυβέρνηση για στήριξη των Τουρκοκύπριων, θα συζητηθούν από τις τεχνικές επιτροπές της ΕΕ και τους Κύπριους τεχνοκράτες και θα είναι στη βάση του κοινοτικού κεκτημένου.
Ανέφερε ότι η ίδια η κυπριακή κυβέρνηση εισηγήθηκε στην ΕΕ όπως τελικά δοθεί στους Τουρκοκύπριους η οικονομική βοήθεια που θα ελάμβαναν σε περίπτωση λύσης του Κυπριακού. Διευκρίνισε πως η βοήθεια αυτή θα στοχεύει στην οικονομική ενίσχυση των Τουρκοκυπρίων και όχι στην αναγνώριση του ψευδοκράτους.