Σάββατο 31 Αυγούστου 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 20
ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ
Ο ρόλος της Σοβιετικής Ρωσίας

80 χρόνια από την τραγική ιστορική επέτειο

Τούρκοι αιχμάλωτοι
Τούρκοι αιχμάλωτοι
Μέρος 6ο

Στον πόλεμο των ηγετικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και της Ελλάδας στη Μικρά Ασία, υπήρξαν σημαντικές διεθνείς πρωτοβουλίες της Σοβιετικής Ρωσίας, τις οποίες αν αποδέχονταν η κυβέρνηση και η άρχουσα τάξη της Ελλάδας, πιθανά τα αποτελέσματα να ήταν διαφορετικά και πάντως οι συνέπειες για τον ελληνικό λαό δε θα ήταν αυτές που φορτώθηκε από τη Μικρασιατική καταστροφή. Αλλά η ιστορία δε γράφεται με τα «αν» και το «πιθανά». Η τότε στάση της Σοβιετικής Ρωσίας έχει κατακριθεί από τους ιστορικούς της άρχουσας τάξης. Και δεν είναι ανεξήγητο. Αυτοί οι ιστοριογράφοι αντιμετωπίζουν την ιστορία από τη σκοπιά των συμφερόντων της άρχουσας τάξης και των ιμπεριαλιστών. Οι πρωτοβουλίες του νεαρού και πρώτου τότε στον κόσμο εργατικού κράτους ήταν αντίθετες με τις επιδιώξεις και τα συμφέροντα των ηγετικών καπιταλιστικών κρατών στην περιοχή. Ας δούμε λοιπόν τα πραγματικά γεγονότα, σχετικά με το ρόλο της Σοβιετικής Ρωσίας στο Μικρασιατικό πόλεμο. Το κείμενο που ακολουθεί είναι αποσπάσματα από τη μελέτη του Πέτρου Πετράτου «Μικρασιατικός πόλεμος και ελληνικό εργατικό κίνημα», που κατατέθηκε και συζητήθηκε στο Ιστορικό Τμήμα του ΚΜΕ και δημοσιεύτηκε στο βιβλίο «Θέματα Ελληνικής Ιστορίας - Μαρξιστική προσέγγιση» έκδοση «Σύγχρονη Εποχή».

Στρατιωτικό τμήμα στην Προύσσα
Στρατιωτικό τμήμα στην Προύσσα
Αμέσως μετά τη λήξη του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου, οι ηγετικές δυνάμεις του καπιταλιστικού κόσμου, η Αντάντ δηλαδή, έμπαιναν σε μια διαπάλη για την ανάπτυξη της επιρροής τους «η καθεμιά για δικό της λογαριασμό» πάνω στις πρώην γερμανικές αποικίες, αλλά και σε άλλες περιοχές. Ξέχωρη σημασία γι' αυτές τις δυνάμεις θα έχει ο χώρος της Εγγύς Ανατολής (Στενά, σύνορα με σοβιετική Ρωσία, πετρέλαια Μοσούλης).

Από την άλλη πλευρά η σοβιετική κυβέρνηση έχει ήδη αρνηθεί όλα τα προνόμια που είχε ο τσαρισμός στην Εγγύς Ανατολή. Παραιτήθηκε από όλους τους άνισους όρους συμφωνιών της τσαρικής Ρωσίας με τους Ανατολικούς γείτονές της, διατήρησε όμως όλα τα σημεία ειρηνικών σχέσεων και τους όρους για τα σύνορα. Ετσι, στήριζε την εξωτερική πολιτική της στις αρχές της ειρηνικής συνύπαρξης των κρατών με διαφορετικό κοινωνικό σύστημα, του αμοιβαίου σεβασμού, της ανεξαρτησίας και ακεραιότητας των λαών...

Βασική επίσης αρχή αυτής της πολιτικής ήταν η αλληλεγγύη του διεθνούς εργατικού κινήματος και η υποστήριξη του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα των λαών και της αυτοδιάθεσης των εθνών...

Στα πλαίσια λοιπόν αυτής της κατεύθυνσης θα πρέπει να εκτιμήσουμε την προσέγγιση του σοβιετικού κράτους με το κίνημα του Τούρκου ηγέτη Κεμάλ. Επιπρόσθετα θα πρέπει να ληφθεί υπόψη και τούτο το στοιχείο: Μετά την αποτυχία της ιμπεριαλιστικής επέμβασης στη σοβιετική Ρωσία (1918-19), «η Εγγύς Ανατολή απόκτησε για το διεθνή ιμπεριαλισμό τη σημασία του αντισοβιετικού στρατιωτικοπολεμικού προγεφυρώματος».

Χαρακτηριστική μάλιστα αυτής της επιλογής ήταν η πρόταση του Γάλλου στρατηγού Le Bourgogne, αρχηγού των γαλλικών δυνάμεων κατοχής στην Κωνσταντινούπολη, για τη σύναψη συμφωνίας Γαλλίας - Κεμάλ. Υποστήριξε ότι ο κεμαλικός στρατός ήταν τότε ο μοναδικός που μπορούσε «να δράσει εναντίον των μπολσεβίκων».

Επομένως η δημιουργία σχέσεων καλής γειτονίας και συνεργασίας του σοβιετικού κράτους με το κεμαλικό κίνημα δυνάμωνε τον αντιιμπεριαλιστικό απελευθερωτικό αγώνα των Τούρκων και ταυτόχρονα προάσπιζε την εδαφική ακεραιότητα της σοβιετικής Ρωσίας...

Το Μάρτη του 1920 συγκροτείται η επαναστατική κυβέρνηση της Αγκυρας. Πρώτο το σοβιετικό κράτος θα την αναγνωρίσει. Ενα μήνα αργότερα ο ίδιος ο Κεμάλ, με επιστολή του στον ηγέτη της σοβιετικής Ρωσίας Β. Ι. Λένιν, ζητά τη σύναψη διπλωματικών σχέσεων. «Την επόμενη χρονιά, 1921, το Μάρτη, υπογράφεται στη Μόσχα τουρκοσοβιετική συμφωνία φιλίας και συνεργασίας. Αυτή η δραστηριότητα έκρυβε μέσα της μια σημαντική δυναμική, εγκυμονούσε ποιοτικά νέες, προοδευτικές αλλαγές.

Από την πλευρά της σοβιετικής Ρωσίας, έβρισκε εφαρμογή η πολιτική της υποστήριξης του εθνικοαπελευθερωτικού, αντιαποικιακού κινήματος. Βέβαια, η στάση αυτή δε σήμαινε ότι η σοβιετική κυβέρνηση αποδεχόταν την ιδεολογία της κεμαλικής επανάστασης, η οποία ήταν εθνικοαστική, ούτε συμφωνούσε με συγκεκριμένες ενέργειες της κεμαλικής ηγεσίας. Μέσα από την αναγνώριση της κυβέρνησης της Αγκυρας ως ηγέτη του τουρκικού αγώνα και μέσα από τη σύναψη σχέσεων και συμφωνιών, δηλωνόταν η αντιιμπεριαλιστική αλληλεγγύη προς τον τουρκικό λαό στην πάλη του για ανεξαρτησία και συγκρότηση ελεύθερου δημοκρατικού κράτους...

Από την άλλη πλευρά, η απόφαση του Κεμάλ να προσεγγίσει το σοβιετικό κράτος ήταν ενέργεια ρεαλιστική και τολμηρή. Με αυτή αναγνώριζε de facto το ειδικό βάρος της σοβιετικής εξουσίας και αποδεχόταν το νέο πνεύμα της εξωτερικής της πολιτικής...

Στα πλαίσια της αλληλεγγύης προς τους εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες των λαών, το σοβιετικό κράτος βοήθησε την τουρκική επανάσταση. Η σοβιετική υλική, ηθική και διπλωματική υποστήριξη υπήρξε απαραίτητη για το δυνάμωμα και στέριωμα της επανάστασης, που συνάμα έδρασε καταλυτικά για τη νικηφόρα έκβασή της.

Ωστόσο, αυτή η βοήθεια θεωρήθηκε από Ελληνες ιστορικούς ως μια αιτία της Μικρασιατικής καταστροφής. Ο Καρολίδης υποστήριξε ότι το υλικό, με το οποίο οι Σοβιετικοί εφοδίασαν τους Τούρκους, «χρησιμοποιηθέν υπό της νέας Τουρκίας υπήρξε το φονικώτατον εναντίον των Ελλήνων εν τοις χερσί των Τούρκων όπλον»,προσδίνοντας έτσι ανθελληνικές προθέσεις στη Σοβιετική Ρωσία.

Πριν όμως εξετάσουμε αν υπήρξαν τέτοιες ανθελληνικές προθέσεις ή ενέργειες της Μόσχας, ας εξετάσουμε γιατί υπήρξαν αντισοβιετικές ενέργειες των ελληνικών κυβερνήσεων.

Ο ελληνικός στρατός («στρατός κατοχής», όπως επίσημα ονομαζόταν) βρίσκεται στη Σμύρνη (Μάης 1919), συμμετέχοντας στην ιμπεριαλιστική πολιτική της Αντάντ στην Εγγύς Ανατολή...

Εξάλλου, η ελληνική παρουσία στη Μικρασία διασφάλιζε τα συμφέροντα αποκλειστικά των Αγγλων, Αμερικανών και Γάλλων. Ακόμη και η σχετική έκδοση της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού του Γενικού Επιτελείου του Ελληνικού Στρατού παραδέχεται ότι «την απόφασιν της αποστολής ελληνικού στρατού (στη Σμύρνη) κατέστησεν αναγκαίαν ουχί ιδιαιτέρα εύνοια προς την Ελλάδα, αλλά η επιθυμία των Αγγλων, Αμερικανών και Γάλλων εις μιαν εξαιρετικά δύσκολον δι' αυτούς περίστασιν, τουτέστι να προλάβωσι νέας καταλήψεις μικρασιατικών εδαφών παρά της Ιταλίας».Οι Τούρκοι επίσης είχαν τους δικούς τους ιδιαίτερους λόγους να εξεγείρονται περισσότερο ενάντια στον ελληνικό στρατό, ο οποίος αντικειμενικά δρούσε ως πυροσβέστης της επανάστασής τους.

Βέβαια, πριν την απόφαση των συμμάχων για την αποστολή ελληνικού στρατού στη Μικρασία, είχε πραγματοποιηθεί η συμμετοχή της ελληνικής πλευράς στην ιμπεριαλιστική επέμβαση στη Ρωσία μετά την Οχτωβριανή Επανάσταση. Και δεν μπορεί - από την ελληνική πλευρά τουλάχιστον - παρά να συνδεθεί η μικρασιατική εκστρατεία με τις επιχειρήσεις στην Ουκρανία. Ο συνδετικός κρίκος «είναι φύσεως πολιτικής και ουχί στρατιωτικής», μας διαβεβαιώνει σωστά η έκδοση του ΓΕΣ.

Ο Βενιζέλος για να αποσπάσει τη διαβεβαίωση του Γάλλου πρωθυπουργού Κλεμανσό για υποστήριξη των ελληνικών αξιώσεων στη Σμύρνη και τη Θράκη, δηλώνει καθαρά την προθυμία του να συστρατεύσει με τους Γάλλους στην Ουκρανία ενάντια στη νεαρή σοβιετική εξουσία...

Στο μεταξύ, το κόμμα της εργατικής τάξης έγκαιρα θα εκφράσει την αντίθεσή του στην παραπάνω κυβερνητική πολιτική. Το ΣΕΚΕ, στο Ιδρυτικό Συνέδριό του (Νοέμβρης 1918), ψηφίζει «Διαμαρτυρίαν διά τη μελετωμένην επέμβασιν των ιμπεριαλιστών της Αντάντ και του ελληνικού στρατού ενάντια στο νεαρό σοβιετικό κράτος»...

Και ενώ αυτή ήταν η στάση της επίσημης Ελλάδας απέναντι στο σοβιετικό κράτος, το τελευταίο - στα πλαίσια της ειρηνόφιλης πολιτικής του και των αρχών της αυτοδιάθεσης των εθνών και της ειρηνικής συνύπαρξης κρατών με διαφορετικά κοινωνικά συστήματα - εφάρμοζε άλλη, διαφορετική πολιτική απέναντί της. Αμεσα και έμμεσα είχε βοηθήσει την Ελλάδα πριν την ουκρανική εκστρατεία και το μικρασιατικό πόλεμο. Με τη δημοσίευση των μυστικών διπλωματικών εγγράφων της τσαρικής Ρωσίας, ο ελληνικός λαός ανακάλυπτε με ποιους εκβιασμούς και ποιες υποσχέσεις σύρθηκε η χώρα του από την Αντάντ στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Επίσης, με δήλωσή της η σοβιετική κυβέρνηση παραιτιόταν από το ρωσικό μερίδιο του βαρύτατου εξωτερικού χρέους της Ελλάδας.

Αλλά και αργότερα, κατά τη διάρκεια της μικρασιατικής εκστρατείας, η κυβέρνηση της Σοβιετικής Ρωσίας είχε υποβάλει απευθείας προτάσεις στην κυβέρνηση Γούναρη για ειρηνική διευθέτηση του προβλήματος, οι οποίες αποκρούστηκαν...

Σοβιετικός απεσταλμένος της III Διεθνούς και του υπουργείου Εξωτερικών και Στρατιωτικών της Σοβιετικής Ρωσίας ήρθε μυστικά στην Ελλάδα τον Απρίλη του 1922, με εντολή να διερευνήσει τη δυνατότητα μεσολάβησης της χώρας του για ειρηνικό τερματισμό του μικρασιατικού πολέμου, μέσα από επαφές που θα είχε με την ηγεσία του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος. (Αυτός ο τρόπος άφιξης του ξένου απεσταλμένου και η μέθοδος διερεύνησης οφείλονταν στην ανυπαρξία διπλωματικών σχέσεων των δύο κρατών). Συναντήθηκε με τον Γ. Κορδάτο, γενικό γραμματέα του ΣΕΚΕ (Κ), τον ενημέρωσε για το σκοπό της παρουσίας του και του ζήτησε να ανακοινώσει στην ελληνική κυβέρνηση την άφιξή του και την επιθυμία της χώρας του για μεσολάβηση στο μικρασιατικό ζήτημα. Η πρότασή του ήταν υπογραφή ανακωχής ανάμεσα στην Ελλάδα και στον Κεμάλ με αυτονομία της περιοχής της Σμύρνης και ως αντάλλαγμα ζητούσε από την ελληνική κυβέρνηση να αναγνωρίσει, έστω και de facto, τη σοβιετική εξουσία. Ο ηγέτης του ΣΕΚΕ (Κ) συναντήθηκε με τον Ν. Στράτο (αντιπολίτευση τότε) και τον Α. Καρτάλη (υπουργό στην κυβέρνηση Γούναρη) χωρίς θετικό αποτέλεσμα. Ο τελευταίος μάλιστα, όπως γράφει ο ίδιος ο Κορδάτος, τον έβρισε και τον έδιωξε....

Οφείλουμε ακόμα να σημειώσουμε ότι σε αυτή τη φιλελληνική σοβιετική χειρονομία δε στάθηκε ανασταλτικός παράγοντας η ελληνική συμμετοχή στην ουκρανική εκστρατεία κατά τη διάρκεια της ιμπεριαλιστικής επέμβασης για κατάπνιξη της Οχτωβριανής Επανάστασης...

Η σοβιετική μεσολαβητική προσπάθεια δεν ήταν τίποτα παραπάνω και τίποτα παρακάτω από μια δημοκρατική, φιλειρηνική χειρονομία στα πλαίσια της υλοποίησης της αρχής της προστασίας των εθνικών μειονοτήτων, βασισμένη σε μια ρεαλιστική ανάλυση της πραγματικότητας. Αν η ελληνική κυβέρνηση δεν ήταν δέσμια ενός τυφλού αντισοβιετισμού και πειθήνιο όργανο της αγγλικής πολιτικής, υπήρχε άμεση δυνατότητα σωτηρίας των Ελλήνων της Μικρασίας.

Θα καταγράψουμε άλλη μια σοβιετική πρωτοβουλία, που, αν έφθανε σε υλοποίηση, θα ευνοούσε αντικειμενικά τα ελληνικά πράγματα. Η νίκη της τουρκικής επανάστασης ανέτρεπε τη συνθήκη των Σεβρών. Ηταν λοιπόν αναγκαία η σύναψη νέας συνθήκης με βάση την καινούργια πραγματικότητα, μετά από διεθνή συνδιάσκεψη. Η σοβιετική κυβέρνηση όμως διέβλεπε τις προθέσεις και εκτιμούσε σωστά τις κινήσεις των κρατών της Αντάντ, τα οποία σκόπευαν να παραμερίσουν τη Σοβιετική Ρωσία από τη μελλοντική συνδιάσκεψη και μάλιστα κατά τη συζήτηση του καθορισμού του καθεστώτος των Στενών. Γι' αυτό με διακοίνωση της, το Σεπτέμβρη του 1922, ζητούσε τη σύγκληση διεθνούς συνδιάσκεψης (με τη συμμετοχή Αγγλίας, Γαλλίας, Σοβιετικής Ρωσίας, Ιταλίας, Αιγύπτου, Ελλάδας, Τουρκίας, του κράτους των Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων, Βουλγαρίας και Ρουμανίας), όπου θα συζητιούνταν και θα ρυθμίζονταν τα προβλήματα της Εγγύς Ανατολής και των Στενών. Η πρόταση όμως αυτή δεν υλοποιήθηκε εξαιτίας της αρνητικής στάσης των κρατών της Αντάντ.

Για άλλη μια φορά η σοβιετική Ρωσία βρέθηκε μπροστά στην απροθυμία για μια πρακτική εξέταση της πρότασής της. Με δοσμένο ότι η πρόταση αυτή υποβαλλόταν σχεδόν αμέσως μετά τη Μικρασιατική καταστροφή και πριν την ανακωχή των Μουδανιών, είναι φανερό ότι η σοβιετική κυβέρνηση «απόβλεπε στο να εμποδίσει τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις να εκμεταλλευτούν το χάος που δημιουργήθηκε προς όφελός τους»... Τέλος, αρκετά διαφωτιστικό κείμενο για τη στάση της Σοβιετικής Ρωσίας τόσο απέναντι στην Ελλάδα όσο και στην Τουρκία αποτελεί μια σοβιετική διακοίνωση που δημοσιεύτηκε στο «Ριζοσπάστη», στις 18 του Σεπτέμβρη 1922. Να μερικά αποσπάσματα: «Η Ρωσική Κυβέρνηση δεν είναι καθόλου διατεθειμένη να καταδικάσει την Ελλάδα και τον ελληνικόν λαό... διότι ανέλαβε το βάρος του πολέμου το επιβληθέν επί των ασθενών ώμων της από μέρους της Ευρώπης και περιήλθεν εις απόγνωσιν... Η Ρωσική Κυβέρνησις θεωρεί τον τουρκικόν πόλεμον ως αγώνα του τουρκικού λαού υπέρ της υπάρξεως και ανεξαρτησίας του...... Εν τω αγώνι τούτω η Τουρκία έχει ολόκληρον τη συμπάθειαν του ρωσικού λαού... Η Ρωσία ήτο μόνον έτοιμη να βοηθήση εις το να τερματισθή ο πόλεμος, ο οποίος είναι καταστρεπτικός δι' αμφότερα τα έθνη. Αλλά αι προσπάθειαι της Ρωσίας προς την κατεύθυνσιν ταύτην απεκρούσθησαν κατηγορηματικώς υπό της Μεγάλης Βρετανίας... Αι συνδιαλλακτικαί προσπάθειαι της Ρωσίας απεδείχθησαν άκαρπαι και ο ελληνοτουρκικός πόλεμος αφέθη να εξακολούθηση την πορεία του».

Συνεχίζεται


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ