Το «Καφέ αντίκ» στο Κορδελιό |
Σε όλους αυτούς που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις περιουσίες τους, παρά τη θέλησή τους, θύματα του μεγαλοϊδεατισμού μιας πολιτικής της ελληνικής κυβέρνησης που εξυπηρετούσε τα συμφέροντα των - τότε - μεγάλων δυνάμεων και του τουρκικού φανατισμού, που έφεραν μαζί τους από τα βάθη της Ανατολής τα στρατεύματα των Νεότουρκων.
Για ένα τέτοιο ταξίδι ξεκινήσαμε φέτος. Ενδιάμεσος σταθμός, η Λέσβος. Αφού τελειώσαμε τις τυπικές τελωνειακές διαδικασίες, επιβιβαστήκαμε τέσσερις νοματαίοι και ένα αμάξι σε ένα πεντακάθαρο, τούρκικων συμφερόντων, πλοιάριο και ξεκινήσαμε για την επιστροφή στα πατρογονικά εδάφη.
Μετά από μια ώρα ταξίδι, στο βάθος του κόλπου, αρχίζει να ξεχωρίζει το Αϊβαλί. Κτισμένο αμφιθεατρικά, σε χαμηλούς λόφους που καταλήγουν στη θάλασσα, με τους μιναρέδες να σου δίνουν την εντύπωση ότι θέλουν να τρυπήσουν τον ουρανό. Η πρώτη ευχάριστη νότα, ένας Tουρκοκρητικός, που μιλούσε την κρητική διάλεκτο χωρίς να έχει πάει ποτέ στην Κρήτη. Οπως μας είπε, η μάνα του αρνήθηκε να μιλήσει τουρκικά, όσο ζούσε. Ονειρο και του ίδιου είναι να επισκεφτεί μια μέρα την Κρήτη.
Μενεμένη |
Αφήνοντας την εθνική οδό για να μπούμε μέσα στην πόλη της Μενεμένης, κάποια έργα οδοποιίας μάς βγάζουν από τον κεντρικό δρόμο και στην προσπάθειά μας να ξαναπροσεγγίσουμε το κέντρο της πόλης, βρεθήκαμε, χωρίς να το καταλάβουμε, στην αρχή της, σε κάποιους μικρούς λόφους που μπορείς και βλέπεις όλο τον κάμπο. Εκεί ξαφνικά βρεθήκαμε μπροστά σε μια εγκαταλελειμμένη, με εμφανή τα σημάδια της φθοράς που κάνουν ο χρόνος και οι άνθρωποι, εκκλησία με γύρω της ταπεινά σπιτάκια εγκαταλελειμμένα στη φθορά του χρόνου, σπίτια που σου θυμίζουν τους προσφυγικούς μαχαλάδες, όπως τους γνωρίσαμε στην Ελλάδα.
Οι τωρινοί κάτοικοι αυτών των σπιτιών, στην πλειοψηφία Τουρκόγυφτοι, δεν πρέπει να δίνουν και μεγάλη σημασία στη συντήρησή τους. Ετσι όπως βλέπουμε από ψηλά αυτή τη γωνιά της πόλης, είμαστε σίγουροι ότι βρισκόμαστε σε μια παλιά ελληνική συνοικία, που υπήρχαν δύο εκκλησίες. Η μια μετατράπηκε σε τζαμί, η άλλη αφέθηκε στη φθορά του χρόνου και γύρω τους τα σπίτια των χριστιανών. Κάτω, προς τον κάμπο, τα μεγάλα πλουσιόσπιτα, που όσο σκαρφαλώνανε προς το λόφο μικραίνανε, φτωχαίνανε, χωρίς να χάνουν, όμως, τίποτα από την ομορφιά και τη χάρη τους. Σκαρφαλωμένοι στο λόφο προσπαθούμε να δούμε με τα μάτια της ψυχής μας τους Ρωμιούς που ζούσαν εκεί. Κάπου ανάμεσά τους πρέπει να ήταν και οι δικοί μας, σ' αυτά τα σοκάκια που εμείς περιδιαβαίνουμε, μπορεί να έπαιζαν οι πατεράδες μας, να φλερτάριζαν οι παππούδες μας. Η Τουρκογύφτισσα που ήρθε κοντά μας για να μας αποσπάσει ό,τι μπορούσε, μας επανέφερε στην πραγματικότητα. Ρίχνουμε μια τελευταία ματιά στη Μενεμένη και στον καταπράσινο κάμπο που την περιβάλλει και φεύγουμε για τη Σμύρνη.
Η καμένη εκκλησία στη Μενεμένη |
Η προκυμαία της Σμύρνης εντυπωσιακή, τεράστια, αγκαλιάζει όλο τον κόλπο, που σαν βραδιάζει και δε φαίνονται οι όγκοι του μπετόν, που έχουν αντικαταστήσει όλα τα παλιά αρχοντικά, μπορείς να φανταστείς την ομορφιά που υπήρχε. Πολύ λίγα είναι τα σπίτια που έμειναν για να θυμίζουν εκείνη την αρχοντιά της ψυχής, που εκφραζότανε και στο πώς ζούσαν αλλά και στο πού ζούσαν. Ενα από αυτά είναι και το κτίριο του ελληνικού προξενείου αλλά και του γερμανικού, που είναι δίπλα - δίπλα στην προκυμαία, καθώς και ένας μικρός δρόμος με όμορφα παλιά σπίτια που στο πίσω μέρος τους υπάρχει ένα σοκάκι πλάτους ενός μέτρου και που όπως μας εξήγησε ένας άλλος Tουρκοκρητικός, που βρήκαμε εκεί, τα σπίτια αυτά ήταν γεμάτα γυναίκες που ο ανδρικός πληθυσμός της Σμύρνης τα επισκεπτόταν συχνά και το μικρό σοκάκι έπαιζε το ρόλο της οδού διαφυγής, όταν για διάφορους λόγους έπρεπε να φύγουν χωρίς να τους δουν.
Κεντρικός δρόμος στη Σμύρνη |
Την άλλη μέρα το πρωί, αφού εξαντλήσαμε τα καταναλωτικά απωθημένα μας στο τεράστιο παζάρι της Σμύρνης, τραβήξαμε για το Κορδελιό - Καρσίγιακα το λένε τώρα - με λίγο πιο έντονα τα σημάδια του παλιού προαστίου. Στο κέντρο του έχουν κρατηθεί κάποια παλιά σπίτια με τα κλειστά μπαλκόνια, τα δωμάτια που εξέχουν, τις παλιές βαριές ξύλινες πόρτες.
Σταματήσαμε σε μια βιτρίνα νομίζοντας ότι πρόκειται για παλαιοπωλείο. Ενας ευγενικός Τούρκος, ιδιοκτήτης του μαγαζιού, μας προσκάλεσε μέσα και μας εξήγησε ότι είναι ΚΑΦΕ και το όνομα του μαγαζιού «ΚΑΦΕ ΑΝΤΙΚ». Ολοι του οι τοίχοι γεμάτοι με παλιά κεντήματα, σε κάποιο έλεγε «ΚΑΛΗΜΕΡΑ», φωτογραφίες παλιές με υπέροχες κορνίζες μέσα σε παλιά δαντέλα, παλιά ραδιόφωνα και γραμμόφωνα. Τα τραπέζια και οι καρέκλες, μοναδικά κομμάτια, μαζεμένα ένα - ένα, κούκλες ντυμένες με παλιές τοπικές ενδυμασίες, η γυναίκα που σερβίριζε, ντυμένη με μια υπέροχη τοπική ενδυμασία, ακόμα και τον καφέ μάς τον σερβίρισαν σε παλιό σερβίτσιο.
Σμύρνη. Στο βάθος διακρίνεται το Κορδελιό και ο Μπουρνόβας |
Γεμάτοι με εικόνες και ευχάριστες εντυπώσεις παίρνουμε το δρόμο για το Τσεσμέ. Η επιβίβασή μας σε πλοίο ελληνικών συμφερόντων, που όπου και αν ακουμπούσες λερωνόσουν, μας προσγείωσε στην ελληνική πραγματικότητα.
Θα ξαναγυρίσουμε, όμως, γιατί αξίζει τον κόπο να κάνει ό,τι μπορεί ο καθένας μας για να γνωριστούμε και να καταλαβαινόμαστε με τους γείτονές μας.
Αυτά που μας ενώνουν είναι σίγουρα περισσότερα, από αυτά που μας χωρίζουν.