Συμφωνώ με τις Θέσεις για το 22ο Συνέδριο. Η ΚΕ καταφέρνει να εντάξει, ιδιαίτερα στο 2ο κεφάλαιο, όλες τις πλευρές που μας έχουν απασχολήσει στα καθοδηγητικά όργανα. Είμαι αισιόδοξη ότι μπορούν να γίνουν άλματα στην καθοδηγητική δουλειά το επόμενο διάστημα. Ηδη το προηγούμενο διάστημα «αναγκαστήκαμε» να εντοπίσουμε και να παλέψουμε παλιά και νέα ζητήματα, να δοκιμάσουμε και να δοκιμαστούμε με πλευρές της καθοδηγητικής δουλειάς που, κατά τη γνώμη μου, μπορούν να έχουν άμεσο αντίκτυπο στη ζωή της οργάνωσης. Και είναι στοίχημα να κατοχυρωθούν με συνέπεια.
Αν μπορώ να συμβάλω στον κύριο προβληματισμό που θέτει η ΚΕ για το πώς φτιάχνουμε σε μη επαναστατικές συνθήκες Κόμμα επαναστατικό, με γνώμονα ότι είναι βασικό να ανεβαίνει η ικανότητά μας να προετοιμάζουμε εργατικές και λαϊκές δυνάμεις μέσα στην πάλη ενάντια στην καθημερινή καταπίεση. Που για να το καταφέρουμε, χρειαζόμαστε πιο βαθιά και ανώτερη επαναστατική συγκρότηση των οργανωμένων δυνάμεων του Κόμματος και της ΚΝΕ, με όρους που να δυναμώνουν τη μαχητική, αταλάντευτη στάση, αντοχή και στρατηγική σταθερότητα σε όλες τις συνθήκες. Μερικές σκέψεις.
Είναι ένα σύνθετο καθήκον, που όμως μπορεί να σχεδιαστεί με μεγαλύτερη ακρίβεια για κάθε ΚΟΒ ή Τομεακή Οργάνωση, με προσπάθεια να ανέβουν ο συλλογικός προβληματισμός και το κριτήριο της αποτελεσματικότητας της δικής μας καθοδηγητικής δουλειάς. Στην υπόθεση αυτή, τα αχτίφ εξοπλισμού των Γραμματέων των ΚΟΒ είναι μέθοδος που βοηθά, μάλιστα όταν δώσαμε και αυξημένο περιεχόμενο, π.χ. για τις πλευρές της διαπάλης γύρω από τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο στην Παλαιστίνη, στην Ουκρανία, για την επίκαιρη διαπάλη στο έγκλημα στα Τέμπη κ.λπ. Χαρακτηριστικό είναι το αχτίφ που οργανώσαμε με περιεχόμενο τα δύο άρθρα της ΚΟΜΕΠ για τα 100 χρόνια από τον θάνατο του Λένιν, με θέμα «Σοσιαλιστικό κράτος και κεντρικός σχεδιασμός» και «Για τον ρόλο του ΚΚΕ στη σοσιαλιστική οικοδόμηση», όπου δέσαμε στο σήμερα πώς μεταφράζονται αυτά τα καθήκοντα στις ανάγκες της καθοδηγητικής δουλειάς, στην εσωκομματική ζωή και δράση, βάζοντας στο επίκεντρο το Πρόγραμμα του Κόμματος. Βοήθησε ιδιαίτερα τους Γραμματείς των ΚΟΒ σε μια περίοδο που «έτρεχαν» με πολλούς σταθμούς στο κίνημα, το γεγονός ότι σταματήσαμε την «τρεχάλα» για να μελετήσουμε, ώστε να γίνει πιο αποτελεσματική η παρέμβασή μας σήμερα. Γιατί, σύντροφοι, όντως έχουμε κάνει βήματα από το 21ο Συνέδριο στην πλευρά να δέσουμε καλύτερα ως ενιαίο καθήκον τους στόχους της οργανωτικής ισχυροποίησης με τους στόχους της ιδεολογικής ισχυροποίησης του Κόμματος, αλλά αυτό είναι ένα το κρατούμενο. Απαιτείται από τα καθοδηγητικά όργανα να μη λιγοψυχάμε, να τροφοδοτούμε τον προβληματισμό και τη σκέψη στους Γραμματείς και στα Γραφεία των ΚΟΒ, αξιοποιώντας τα εργαλεία μας «μέσα στη μάχη», ώστε να προχωράμε προς την ενιαία αντίληψη, και όχι να οπισθοχωρούμε σε αυτήν τη δουλειά υποδομής.
Βοήθησε το διάστημα από το 21ο Συνέδριο ένα μεγαλύτερο κομμάτι του κομματικού δυναμικού και της ΚΝΕ να εξηγεί με μεγαλύτερη επάρκεια «σε τι συνθήκες δρούμε». Τον αρνητικό συσχετισμό, τις συνέπειες της αντεπανάστασης, την όξυνση της βασικής αντίθεσης ως βασικό γνώρισμα της ωρίμανσης των υλικών συνθηκών για την επανάσταση, πολεμικής προετοιμασίας όμως, χωρίς να έχουμε κάνει τα ίδια βήματα στο πώς πείθουμε για τον σοσιαλισμό, πώς προετοιμάζουμε την εργατική τάξη για τις ανάγκες που θα έχει να οικοδομηθεί στην Ελλάδα. Το έχουμε διαπιστώσει και παίρνουμε μέτρα να αλλάξει αυτό. Ωστόσο, δεν έχουμε καταφέρει να απασχολήσει στα καθοδηγητικά όργανα και στα Γραφεία των ΚΟΒ το ότι επειδή ακριβώς είναι ώριμες οι συνθήκες για να μπει σε εφαρμογή το πρόγραμμα εξουσίας του ΚΚΕ, γεννιέται η ανάγκη να μεταφραστεί με τη δική μας καθοδηγητική δουλειά, στο περιεχόμενο και στην ποιότητα της ζωής των ΚΟΒ. Από τη συνεδρίασή της, μέχρι την επιμονή καθημερινά κάθε κομμουνιστής και κομμουνίστρια να αναλαμβάνει πρωτοπόρο ρόλο στην επιχείρηση, στη συνοικία ή στο χωριό, εξασφαλίζοντας την επαφή με τους εκατοντάδες που συμπορεύονται με το Κόμμα.
Σε ορισμένες περιπτώσεις το πάμε αντίστροφα. Για παράδειγμα, σχεδιάζουμε κατά κανόνα την κομματική ζωή με γνώμονα το πόσο δύσκολη είναι η καθημερινότητα για την εργατική - λαϊκή οικογένεια. Αντί λοιπόν, ακριβώς επειδή και οι κομμουνιστές ζουν σε αυτές τις συνθήκες, με ωράρια - λάστιχο, δραστηριότητες των παιδιών, ενώ εντοπίζουμε στις νέες μητέρες και στα νέα ζευγάρια έντονη τη λογική της «ατομικής ευθύνης», με αποτέλεσμα να δυσκολεύονται στην κομματική ζωή και δράση, εμείς να εξετάσουμε με ποιους τρόπους θα δυναμώσουμε τη συζήτηση για τον σοσιαλισμό, λειτουργούμε αντίστροφα. Με αφορμή την πολιτική δραστηριότητα που ξεδιπλώνουμε, με ευκολία δικαιολογούμε το να μη συμμετέχει ένας κόσμος μας. Την ίδια στιγμή όμως δεν παιδευόμαστε ενόψει π.χ. μιας εκδήλωσης, πώς θα βοηθήσουμε να αντεπεξέλθουν στη βασική αποστολή που έχουν οι ΚΟΒ, να κινητοποιήσουν τον κύκλο τους, πώς να την προπαγανδίσουμε κ.λπ. Και αυτές τις πλευρές τις εντοπίζουμε ξανά, δεν είναι αφομοιωμένες και είναι αντικειμενικό. Μόνο στην τελευταία εκλογοαπολογιστική διαδικασία ανανεώσαμε κατά 58% τους Γραμματείς των ΚΟΒ, με το 50% των Γραμματέων να είναι πλέον γυναίκες και το 90% να είναι εργατοϋπάλληλοι.
Είναι εκτεταμένος ο προβληματισμός στις ΚΟΒ για το ζήτημα της συνδικαλιστικοποίησης των δεσμών μας με τον κόσμο. Το οποίο έρχεται με παραλλαγές: 1. Οτι είμαστε ικανοποιημένοι από τον κόσμο που συμμετέχει στα συνδικάτα, που όμως δύσκολα συμμετέχει σε σταθμούς του κινήματος ή του Κόμματος. Που σημαίνει ότι υπάρχει χάσμα στο πώς κατανοούμε με ποιους δείκτες εκτιμάμε την αποτελεσματικότητα της δουλειάς της ΚΟΒ. 2. Οτι η συμμετοχή στο σωματείο είναι το βασικό σκαλί στα μερικά «πολλά ακόμη που πρέπει να διανύσει» για να καταλάβει το Πρόγραμμα του Κόμματος. Αυτό το συμπέρασμα έμμεσα οδηγεί στο ότι δεν καταλαβαίνει ο κόσμος, χωρίς να εξετάζει αν αντικειμενικά η παρέμβασή μας τον βοηθά να καταλαβαίνει το Πρόγραμμα και τις θέσεις του Κόμματος για όλα τα ζητήματα που μπορεί να τον απασχολούν. 3. Εντοπίζεται, παρότι δεν γίνεται συνειδητά, ότι «εντάξει, καλή και η στρατολογία, αλλά αν δεν φτιάξουμε κίνημα και αγώνες δεν γίνεται τίποτα». Είναι φανερό ότι χρειάζεται να επιμείνουμε να συνειδητοποιηθεί ότι χωρίς δυνατές ΚΟ, με στέρεο ιδεολογικοπολιτικό επίπεδο, δεν γίνονται βήματα στην ανασύνταξη του κινήματος και δη να είναι αυτά τα βήματα σταθερά, χωρίς πισωγυρίσματα.
Υπάρχει πείρα συλλογική, επεξεργασμένη στρατηγική, και είναι ανάγκη να καταφέρουμε γρήγορα να την τροφοδοτήσουμε στις ΚΟΒ και στις ΟΒ της ΚΝΕ, ώστε να συμβάλουμε με αυτό το λιθαράκι στη μεγάλη υπόθεση του Σοσιαλισμού - Κομμουνισμού.