Τους τεράστιους κινδύνους που εγκυμονούν για τη χώρα και τον λαό οι διατάξεις του άρθρου 52 του νομοσχεδίου του υπουργείου Ανάπτυξης, οι οποίες αφορούν τη διεύρυνση των δραστηριοτήτων της αμερικανικής ONEX στην Ελευσίνα, ώστε η περιοχή να λειτουργήσει ως αντίβαρο στον Πειραιά και στην κινεζική COSCO, ανέδειξαν στην Ολομέλεια της Βουλής οι βουλευτές του ΚΚΕ Μανώλης Συντυχάκης, Αφροδίτη Κτενά και Χρήστος Τσοκάνης κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου.
Ο Μ. Συντυχάκης κατήγγειλε ότι η κυβέρνηση επιχειρεί να μετατρέψει το Θριάσιο και την Ελευσίνα «σε ένα ναρκοπέδιο ανταγωνισμών μεταξύ ισχυρών ιμπεριαλιστικών κέντρων», οι οποίοι μαίνονται παγκοσμίως για τον έλεγχο Ενέργειας, λιμανιών και στρατηγικών υποδομών, ενώ σε εξέλιξη είναι και η αντιπαράθεση ΗΠΑ - Κίνας για την αντιπαράθεση στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα. Εξήγησε ότι η όλο και πιο βαθιά εμπλοκή της Ελλάδας σε αυτούς τους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς και πολέμους και η μετατροπή της χώρας σε «ενεργειακό κόμβο» για τα συμφέροντα των επιχειρηματικών ομίλων, με ευθύνη της κυβέρνησης και της Ευρωπαϊκής Ενωσης και με τις ευλογίες των αστικών κομμάτων, σημαίνουν εμπλοκή και του λαού σε αυτούς τους επικίνδυνους σχεδιασμούς και μετατροπή του σε στόχο αντιποίνων αντίπαλων ιμπεριαλιστικών κέντρων.
«Οι μόνοι που τρίβουν τα χέρια τους με το άνοιγμα νέων αγορών και τη διασφάλιση τεράστιων κερδών είναι οι μεγάλοι ενεργειακοί όμιλοι, οι εφοπλιστές στα μονοπώλια. Ο λαός, αντίθετα, θα φορτωθεί τους κινδύνους. Ακριβότερη Ενέργεια, αυξημένη στρατιωτική παρουσία, εμπλοκή σε πολεμικές αντιπαραθέσεις και απειλές για τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας, καθώς η προώθηση του ενεργειακού σχεδιασμού συμπαρασύρει και τις επικίνδυνες εξελίξεις στο Ελληνοτουρκικό», ανέφερε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας, μεταξύ άλλων: «Το ΚΚΕ χτυπά συναγερμό. Καλεί τον λαό να αντιδράσει, τους κατοίκους της Ελευσίνας σε ετοιμότητα για να αποτρέψουν τη μετατροπή της χώρας σε υποχείριο ανταγωνισμών, να μην καταστραφεί η ευρύτερη περιοχή και να ακυρώσουν τα πολεμόχαρα deals της κυβέρνησης με τους ιμπεριαλιστές».
Ο Χρ. Τσοκάνης κατήγγειλε ότι μια ολόκληρη περιοχή μετατρέπεται σε ΝΑΤΟικό στρατηγείο και παραδίδεται στα συμφέροντα ενεργειακών ομίλων, χωρίς να υπολογίζονται οι ανάγκες του λαού που κατοικεί στη Δυτική Αττική. Η ανάπτυξη δεν είναι μόνο αριθμοί, τόνισε, είναι πώς τα βγάζουν πέρα εργαζόμενοι, αυτοαπασχολούμενοι, συνταξιούχοι. «Ελάτε στη Δυτική Αττική να δούμε πώς μετριέται η ανάπτυξη, πώς ζει ο λαός εκεί που πασχίζει να τα βγάλει πέρα, τα εργοδοτικά εγκλήματα που διαδέχονται το ένα το άλλο. Με νόμους που ψηφίσαν ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ, παραδόθηκε γην και ύδωρ σε ομίλους. Ελάτε να δείτε τι περιβαλλοντικές επιπτώσεις έχει η ανάπτυξή σας. Και σήμερα θέλετε να βάλετε το Θριάσιο στη θέση του στόχου αντιποίνων (...) σας λέμε ότι ο λαός δεν θα το επιτρέψει... Το 1973 πέταξε τους Αμερικανούς στη θάλασσα και σήμερα ο λαός θα βάλει τη σφραγίδα του στις εξελίξεις» σημείωσε.
Η Αφροδίτη Κτενά αναφέρθηκε διεξοδικά στους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς και στο πώς η κυβέρνηση με την πολιτική της τους υπηρετεί, προκειμένου να προωθήσει την επιδίωξη της ντόπιας αστικής τάξης για αναβαθμισμένο ρόλο, καθώς «είναι πολλά τα λεφτά για όσους κλείσουν συμβόλαια, εφοπλιστές για μεταφορά του LNG, κατασκευαστικούς κολοσσούς για την ανοικοδόμηση πάνω στα συντρίμμια της Γάζας ή της Ουκρανίας, μονοπώλια της εφοδιαστικής αλυσίδας» κ.λπ.
«Αυτά τα μυθικά κέρδη οδηγούν την κούρσα της ακρίβειας που παριστάνετε ότι θα ελέγξετε με Ανεξάρτητες Αρχές. Γι' αυτά τα κέρδη θέλετε ο λαός να χύνει τον ιδρώτα του στους χώρους δουλειάς και το αίμα του στα πολεμικά πεδία (...) Λέτε ότι η Ελευσίνα θα γίνει κόμβος ενεργειακός, μεταφορικός, στρατιωτικός. Δεν λέτε ότι στους κόμβους συγκρούονται θηριώδη εμπορικά, ενεργειακά και γεωπολιτικά συμφέροντα. Οι κόμβοι στο κουβάρι των ανταγωνισμών κόβονται πρώτοι!», πρόσθεσε και κατέληξε καλώντας τον λαό σε επαγρύπνηση και καμιά ανοχή στα πολεμοχαρή και επικίνδυνα σχέδια των ιμπεριαλιστών, σε πάλη για απεμπλοκή απ' αυτά.
Σε σχέση με τα υπόλοιπα άρθρα του νομοσχεδίου, ο Μ. Συντυχάκης τόνισε ότι η κυβέρνηση προσπαθεί να διαχειριστεί επικοινωνιακά την αγανάκτηση του λαού που μαστίζεται από την ακρίβεια και επιδιώκει να μετακυλίσει την ευθύνη της αντιμετώπισης αυτού του λαϊκού προβλήματος σε μία «Ανεξάρτητη Αρχή Ελέγχου της Αγοράς και Προστασίας του Καταναλωτή».
Στηλίτευσε τη διάλυση της Υπηρεσίας Προστασίας του Καταναλωτή και την προσχώρησή της σε άλλη μία «αναποτελεσματική ανεξάρτητη αρχή», όπως και το γεγονός ότι δεν προβλέπεται καμία μεταβατική διάταξη για τους εργαζόμενους που μεταφέρονται σε ένα εργασιακό περιβάλλον με υπερεξουσίες για τους διοικητές. Υπενθύμισε, μάλιστα, ότι η μέχρι τώρα εμπειρία με τη σύσταση «ανεξάρτητων αρχών» έχει δείξει ότι ουσιαστικά αυτές αποτελούν μηχανισμούς για την απορρόφηση της λαϊκής αγανάκτησης και λειτουργούν βάσει των κατευθύνσεων και του θεσμικού πλαισίου της εκάστοτε κυβέρνησης και της ΕΕ.
Καυτηρίασε την κοινή αντίληψη ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ - ΠΑΣΟΚ με αναφορές στην απουσία δήθεν συνθηκών υγιούς ανταγωνισμού στο πλαίσιο της «ελεύθερης αγοράς», τονίζοντας πως είναι ψευδεπίγραφο το δίλημμα υγιής ή αθέμιτος ανταγωνισμός, αφού αυτός είναι τοξικός για τα λαϊκά στρώματα και ωφελεί κυρίως το κεφάλαιο. Ασκησε, επίσης, δριμεία κριτική στους «θιασώτες της ΕΕ» που «αποσιωπούν και μάλιστα συνειδητά ότι η ελεύθερη αγορά είναι ταυτισμένη με το κυνήγι του κέρδους και τις ανατιμήσεις που πυροδοτούν την ακρίβεια».
Τις συνέπειες αυτού του ανταγωνισμού υφίστανται και οι βιοπαλαιστές αγροτοκτηνοτρόφοι, στων οποίων τις αγωνιστικές κινητοποιήσεις έκανε ειδική μνεία ο βουλευτής του ΚΚΕ, ο οποίος κάλεσε «σε συμπαράταξη όλους τους εργαζόμενους, τα λαϊκά νοικοκυριά, τους ελεύθερους επαγγελματίες αυτοαπασχολούμενους, την εργατική τάξη, μαζί με την αγροτιά, να δώσουν τη μάχη. Το συμφέρον είναι κοινό. Ο αγώνας για φτηνά και ποιοτικά προϊόντα αφορά όλο τον λαό που υποφέρει από την ακρίβεια».
Τέλος, ο Μ. Συντυχάκης υπογράμμισε πως «για να κερδίσουν οι πολλοί πρέπει να χάσει το κεφάλαιο. Δεν διαλέγουμε με ποιον τρόπο θα πληρώνουμε τα σπασμένα, αλλά και τους πολέμους που κάνουν οι λίγοι, οι ιμπεριαλιστές» και ότι αποτελεσματικός μπορεί να είναι μόνο ο κοινωνικός εργατικός έλεγχος στο πλαίσιο της σοσιαλιστικής οικονομίας και κοινωνίας.