Συμφωνώ με τις Θέσεις της ΚΕ. Το κείμενο των Θέσεων μπορεί να συμβάλλει καταρχήν στη διαμόρφωση μεθόδου και τρόπου σκέψης. Η ανάλυση των συνθηκών στις οποίες δρούμε με επίκεντρο την οικονομία και η αποτύπωση των αναγκαίων βημάτων, που απαιτείται να μετρήσουμε ως Κόμμα σε όλες τις πτυχές της κομματικής, αλλά και της ενταγμένης σε αυτή ατομικής, ζωής και δράσης είναι το κριτήριο, η μέθοδος, με την οποία πρέπει να οργανώνουμε την καθημερινότητά μας, να θέτουμε τους στόχους, τη δραστηριότητά μας και εν τέλει τις εκτιμήσεις μας. Είναι ένα πρώτο ζητούμενο το κατά πόσο αυτή η μέθοδος και η λογική θα διαπεράσει και θα μείνει ως βάση στις Οργανώσεις μας κατά την προσπάθεια μελέτης και συζήτησης των Θέσεων.
Νομίζω, επίσης, ότι η συζήτηση που προηγήθηκε με τις Αποφάσεις της ΚΕ, συμβάλλει στην καλύτερη κατανόηση και σύνδεση των ενοτήτων των Θέσεων, ως ενιαίο καθήκον συνδυασμού του επαναστατικού Προγράμματος του Κόμματος με την καθημερινή επαναστατική δράση σε όλους τους τομείς και σε κάθε κρίκο της καθοδηγητικής δουλειάς.
Τα ζητήματα της ιδεολογικής δουλειάς σωστά διαπερνούν το σύνολο του κειμένου. Κρίσιμα ζητήματα στην προσπάθειά μας να βαθαίνουμε όλο και περισσότερο τη σκέψη και την πολιτική μας σε θέματα κομματικής λειτουργίας, καθοδήγησης και οικοδόμησης του Κόμματος σε μια περίοδο αυξημένων απαιτήσεων, για να ανταποκριθούμε σε δύσκολες συνθήκες και σε απότομες αλλαγές που έχουμε μπροστά μας.
Ξεχωρίζω τρία ζητήματα:
1. Τα όσα τίθενται στις σελίδες 42-45 για την ενιαιοποίηση των στόχων οργανωτικής και ιδεολογικής ισχυροποίησης του Κόμματος φωτογραφίζουν βασικές μας αδυναμίες τόσο σε σχέση με τους ρυθμούς στρατολογίας όσο σε σχέση με την αφομοίωση των νέων μελών μας. Η μη σύνδεση των δύο αυτών ζητημάτων σταθερά στην καθοδηγητική μας δουλειά έχει ως αποτέλεσμα την εξέταση της στρατολογίας σαν ένα τυπικό ζήτημα, χωρίς να εξετάζουμε την ουσία, το πώς προχωρά και βαθαίνει σχεδιασμένα με έναν άνθρωπο η συμφωνία με το Πρόγραμμά μας. Εχει ως αποτέλεσμα, μεταξύ και άλλων παραγόντων φυσικά, από τη μία να εκτιμάμε την οξυμένη κατάσταση την οποία βιώνει η νεολαία της εργατικής τάξης, την αγανάκτηση και τη δυσαρέσκειά της και από την άλλη να είναι λίγοι οι άνθρωποι με τους οποίους συζητάμε την πρότασή μας, δίνοντάς τους διέξοδο και προοπτική, ενώ σε αυτό το έδαφος διαμορφώνεται η ανάγκη να γίνουν πολύ περισσότεροι. Χρειάζεται ενίσχυση της μαχητικής προβολής της πρότασής μας, καθώς μπορεί να εμπνεύσει και να συνεπάρει πολύ περισσότερους και από αυτούς που εμείς νομίζουμε. Σε περιπτώσεις που συζητάμε ανοιχτά και ολοκληρωμένα την πρότασή μας με έναν νέο είτε ανοίγει ο δρόμος για την ένταξή του στην ΚΝΕ, είτε μπορούμε καλύτερα να εκτιμήσουμε το επίπεδο συμφωνίας, τα ζητήματα που πρέπει να ξεπεράσουμε, άρα να σχεδιάσουμε πιο αποτελεσματικά την κλιμάκωση της ιδεολογικοπολιτικής παρέμβασής μας.
2. Αντίστοιχα, σύνθετη και ιδιαίτερα απαιτητική είναι η παρέμβασή μας στο κίνημα με όρους ιδεολογικής και πολιτικής διαπάλης, ώστε να οξύνεται το ταξικό κριτήριο σε ευρύτερες δυνάμεις. Ειδικά, στις σημερινές συνθήκες αναμόρφωσης του αστικού πολιτικού συστήματος, την οποία διοχετεύουν και μέσα στο εργατικό κίνημα, ώστε να εγκλωβιστεί και να συμβάλει στην ανάδειξη του νέου πόλου και στην κυβερνητική εναλλαγή ως στόχο που πρέπει να υιοθετήσει, με χαρακτηριστικό το παράδειγμα των Τεμπών, δυναμώνει ακόμα περισσότερο η ανάγκη και η απαίτηση να δουλέψουμε με τη στρατηγική μας μέσα στους μαζικούς φορείς της νεολαίας. Αυτό συχνά το αντιλαμβανόμαστε ως σύνθημα, δυσκολευόμαστε να καθοδηγήσουμε τις δυνάμεις μας σε αυτήν την κατεύθυνση. Οπου το κάναμε, φάνηκαν και αποτελέσματα, τόσο στην αντοχή και την αποφασιστικότητα των δυνάμεών μας, όσο και σε ένα κομμάτι κόσμου που κινητοποιήθηκε για το οξυμένο, αλλά με αυτή τη δουλειά άνοιξαν οι ορίζοντές του, έμεινε στο πλευρό μας με μια μεγαλύτερη σταθερότητα και ένα τμήμα του στρατολογήθηκε στις γραμμές μας. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των ιδιωτικών πανεπιστημίων, που οργανωμένα και σχεδιασμένα ανοίξαμε την αντιπαράθεση με το νομοσχέδιο όχι απλά με όρους κάτω το νομοσχέδιο και η κυβέρνηση, αλλά προβάλλοντας μαχητικά το τι Πανεπιστήμιο έχουμε ανάγκη σήμερα και άρα με ποια οικονομία και σε ποια κοινωνία. Το περιεχόμενο αυτό έδωσε ώθηση, διάρκεια και κράτησε ζεστό στο πλευρό μας ένα κομμάτι κόσμου, ακόμα και μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου, γιατί κατανοήθηκε το ευρύτερο πλαίσιό μας, άρα και η ανάγκη να κλιμακώσουμε την πάλη για τη διεκδίκηση των σύγχρονων αναγκών. Περαιτέρω, ιδιαίτερα διδακτική και διαπαιδαγωγητική ήταν η μάχη που δώσαμε κατά τη διάρκεια των πλημμυρών στη Θεσσαλία, σε μια περίοδο που όλοι - πολιτικές οργανώσεις, ΜΚΟ, σύνδεσμοι οπαδών, εκκλησία - κινήθηκαν με επίκεντρο μια θολή και άνευ περιεχομένου «αλληλεγγύη». Ωστόσο, με τη σταθερή παρακολούθηση της κατάστασης και των διαθέσεων, θέσαμε το τρίπτυχο αλληλεγγύη - οργάνωση - αγώνας ως άξονα της παρέμβασής μας, που μας ξεχώρισε και μας έβγαλε μπροστά. Με έμπρακτη αλληλεγγύη, σώζοντας σε κάποιες περιπτώσεις, ειδικά σε Λάρισα και Καρδίτσα, περιουσίες και ζωές, αλλά και με ζύμωση ότι δεν αρκεί μόνο το φτυάρι και η αντλία, έγινε σοβαρό βήμα με τη συγκρότηση επιτροπών πλημμυροπαθών σε πληγείσες συνοικίες και χωριά, με άνοιγμα της αντιπαράθεσης ολοκληρωμένα απέναντι στην παντελή έλλειψη υποδομών και αντιπλημμυρικών έργων, αναδεικνύοντας τις ευθύνες Δήμου - Περιφέρειας στο πλαίσιο των κεντρικών κατευθύνσεων κυβερνήσεων - ΕΕ, το επιλεκτικά ανίκανο αστικό κράτος κάτω από τη λογική του κόστους - οφέλους. Ολη αυτή η διαδικασία μας έβγαλε με μεγάλο κύρος στην περιοχή, σε ανθρώπους και μαζικούς φορείς, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τη συμπόρευση φορέων της Κοινωνικής Συμμαχίας με το Εργατικό Κέντρο Λάρισας, που έχει ως έναν βαθμό από τότε αποκτήσει σταθερά χαρακτηριστικά.
3. Οσον αφορά την ιδεολογική δουλειά που αναπτύσσουμε στην εσωοργανωτική ζωή, θεωρώ κρίσιμο να εξετάσουμε όχι μόνο το τι και πόσα κάνουμε, αλλά και το πώς αξιοποιούμε όσα κάνουμε. Πολλές φορές η τυπικότητα με την οποία αντιμετωπίζουμε τέτοια ζητήματα, όπως θεματικές συζητήσεις, μαθήματα στις ΟΒ, σχολές κ.λπ., δεν εκφράζεται μόνο στην προχειρότητα διεξαγωγής τους ή στη μεγαλύτερη ευκολία ακύρωσης ή αναβολής τους, αλλά και στη μη αξιοποίηση των εκτιμήσεων και των συμπερασμάτων που προκύπτουν στην καθοδηγητική δουλειά. Εδώ πρέπει να ξεχωρίσουμε τον ρόλο της Ιδεολογικής Επιτροπής, στο πώς θα συμβάλλει ώστε τα Οργανα να σκύψουν καθοδηγητικά στα συμπεράσματα που προκύπτουν. Επομένως, κρίσιμος δείκτης για τη βελτίωση της ιδεολογικής δουλειάς, δεν είναι μόνο αν κάνουμε πιο πολλά μαθήματα, πιο πολλές σχολές κ.λπ., αλλά και πώς εντάσσουμε και αξιοποιούμε στην καθοδηγητική δουλειά όσα κάνουμε.