Eurokinissi |
Ο Μίκης της μεγάλης Τέχνης και της Δημιουργίας. Ο μουσικός που ζυμώθηκε «μέσα από την πρόσφατη Ιστορία της χώρας μας». Ο δημιουργός, ο μαχητής, ο άνθρωπος που βρέθηκε εκεί «όπου η δίνη στροβιλίζει γύρω της σαν άχερα τους ανθρώπους. Εκεί όπου ο εκκωφαντικός θόρυβος των γεγονότων τραντάζει τους τοίχους και τις συνειδήσεις».
Με το έργο του κατάφερε να χωρέσει την Ιστορία των εργατικών - λαϊκών αγώνων του 20ού αιώνα, να δώσει δύναμη και ορμή στον αγώνα «για να ανθρωπέψει ο άνθρωπος». Σε όλη του τη ζωή έδωσε όλες του τις δυνάμεις για να κάνει έργο κοινωνικό, έργο πολιτικό, έργο με διαπαιδαγωγητικό χαρακτήρα, που θα ανεβάζει το αισθητικό, πνευματικό και πολιτιστικό επίπεδό του, έτσι ώστε εκείνος «να συνειδητοποιεί πόσο χάος χωρίζει αυτό που είναι από αυτό που θα έπρεπε και θα μπορούσε να είναι!». Με αυτό το κριτήριο, άλλωστε, επεξεργαζόταν και τη μορφή, τις φόρμες και τεχνοτροπίες, ώστε να υπηρετούν αποτελεσματικότερα τον σκοπό του.
Εκεί θα δώσουμε το «παρών» όλες οι γενιές. Οι απόγονοι της δρακογενιάς της Αντίστασης, οι παλιοί του σύντροφοι στη Νεολαία των Λαμπράκηδων, όλοι αυτοί που άκουγαν τους δίσκους του με κλειστά παράθυρα σε δύσκολες εποχές, αλλά και οι επόμενες γενιές, οι κληρονόμοι του έργου.
Θα είναι εκεί το τεράστιο πλήθος που από αυτό εμπνεύστηκε και σε αυτό έδινε δύναμη με τη μουσική του, το οποίο κρατά βαθιά φυλαγμένα μέσα του τα εγερτήρια προτάγματα του έργου του. Θα είναι εκεί για να τραγουδήσει τον δικό του, τον δικό μας Μίκη, τον άνθρωπο που έκανε τραγούδι τις αγωνίες, τους πόθους, τα οράματα ενός ολόκληρου λαού, που έντυσε με νότες τις ιαχές των συλλαλητηρίων και τη βοή της μάχης.
Ενας «ολάνθιστος κάμπος» θα είναι το βράδυ της Τετάρτης το Καλλιμάρμαρο... Οπως άλλωστε είχε δηλώσει ο Μίκης Θεοδωράκης πριν 30 χρόνια στην εφημερίδα μας, όταν είχε κληθεί να κάνει τον απολογισμό της πολυκύμαντης ζωής του, «ευτύχησα να γνωρίσω εν ζωή τη μέθη της μέθεξης ανάμεσα στο έργο μου και τους άλλους. Είδα τα έργα μου να ριζώνουν σε ξένες ψυχές, να απλώνουν κλαδιά και να ανθίζουν... Τι άλλο, αλήθεια, είναι μια πλατεία, ένα στάδιο, ένας δρόμος γεμάτους ανθρώπους, που ομαδικά τραγουδούν ένα τραγούδι σου, παρά ένας ολάνθιστος κάμπος;».
«Τώρα στο τέλος της ζωής μου, την ώρα των απολογισμών, σβήνουν απ' το μυαλό μου οι λεπτομέρειες και μένουν τα "Μεγάλα Μεγέθη". Ετσι βλέπω ότι τα πιο κρίσιμα, τα δυνατά και τα ώριμα χρόνια μου τα πέρασα κάτω από τη σημαία του ΚΚΕ. Για το λόγο αυτό θέλω να αφήσω αυτόν τον κόσμο σαν κομμουνιστής».
Στον αποχαιρετισμό του ο Δ. Κουτσούμπας στη Μητρόπολη Αθηνών σημείωνε μεταξύ άλλων: «Μέσα στις φλέβες μας είσαι. Θα 'σαι για πάντα μέσα σε όλα εκείνα που γι' αυτά πολέμησες, θα 'σαι για πάντα σε όλους τους ποταμούς του κόσμου. Κι όταν "θα πάρουν τα όνειρα εκδίκηση" και γύρω μας θα λάμπει η ηλιόλουστη ζωή, θα είσαι κι εσύ, τρανός, όπως πάντα στις μεγάλες στιγμές, παρών. Γιατί το έργο σου έγινε ελπιδοφόρος, αναγεννητικός "ανάκουστος κελαηδισμός" για τον ελληνικό λαό, για όλους τους λαούς, στη σύγχρονη ιστορική εποχή της ανατολής της νέας κοινωνίας, χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Για την ελευθερία σε όλες της τις μορφές: Πνευματική, ηθική, πολιτική, κοινωνική. Για την πλήρη, αληθινή ελευθερία».
Ο ίδιος θεωρούσε τον «Κάκτο», που έγραψε το 1967, κρατούμενος στην Ασφάλεια στην οδό Μπουμπουλίνας, το πιο αντιπροσωπευτικό του τραγούδι. «Δεν είμαι ποιητής, όμως όταν οι στίχοι άρχισαν να σφυροκοπούν το μυαλό μου, ένιωσα πόσο οι λέξεις μπορεί να ντυθούν στο αίμα. Πόσο μπορεί να με λυτρώσουν. Είμαι δημιουργός. Νικώ τον χρόνο και τον θάνατο...».
...Πότε πέρασαν κιόλας τόσοι αιώνες;
ακούγοντας τις ρίζες να προχωρούν
μέσα στο ξερό χώμα της καρδιάς μου.
Και πράγματι, το έργο του θα ζήσει «άλλους τόσους»... Γιατί, όπως και ο ίδιος είχε πει σε συνέντευξή του στον «Ριζοσπάστη»: «Από όλα τα είδη ζωής, ποιο είναι αυτό που αντέχει περισσότερο στο χρόνο; Η πνευματική, το πνευματικό δημιούργημα. Αυτό αντέχει. Και η αντοχή του, η διάρκειά του, δεν είναι παρά μια μορφή αθανασίας. Μια νίκη στον θάνατο, τον τελικό μας νικητή. Εκτός και αν με το πνευματικό έργο υψωθούμε εκεί που δεν μπορεί να μας φτάνει το αρπακτικό του χέρι. Ετσι είναι συλλογική, και όχι αποκλειστικά προσωπική, η νίκη με τον θάνατο, όταν η κοινωνία μιας εποχής μπορεί να εκφραστεί και αναγνωριστεί μέσα στην πνευματική δημιουργία».Και ο Μίκης Θεοδωράκης αυτό το κατάφερε.