Στο σύντομο υπερατλαντικό του ταξίδι έκανε προς τους δημοσιογράφους ένα ακαδημαϊκού χαρακτήρα μάθημα κατά της μιζέριας. Παρέλειψε όμως να συμπεριλάβει αυτογνωσία, αυτοκριτική και ανάληψη ευθυνών.
Αμέσως μετά και στην ίδια συνέντευξη, φάνηκε θυμωμένος - προσποιητά ή όχι, δεν έχει σημασία - εναντίον των μίζερων, των σκεπτικιστών σχετικά με τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις και όσων θέτουν ουσιαστικά ερωτήματα, χωρίς να παίρνουν απαντήσεις.
Στράφηκε εναντίον όλων εκείνων, δημοσιογράφων και πολιτών, που χωρίς μιζέρια, αλλά με αποφασιστικότητα και λεβεντιά υπερασπίζονται την ανεξαρτησία της χώρας και τις κοινωνικές κατακτήσεις από τους ξένους επικυρίαρχους.
Παραδέχτηκε, βέβαια, ότι τέτοιες πελατειακές σχέσεις υπήρχαν άλλοτε, αλλά όχι τώρα, όπου έχει αποκατασταθεί τέτοια σχέση... ισοτιμίας, ώστε ο κάθε διπλωματικός αμερικανόβλαχος να κατηγορεί, να διαβάλλει, να συκοφαντεί και να υπαγορεύει.
Κατά την απαρίθμηση λοιπόν των αποτελεσμάτων της συνάντησης με τον «τζούνιορ», όπου «κοιλοπονούσε το βουνό και γέννησε ποντίκι», ακολούθησε την παλιά συνταγή ότι η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση κατά των «μίζερων». Εναντίον δηλαδή όλων εκείνων που αντίθετα υπερασπίζονται τη λεβεντιά της χώρας και όχι την πολιτική των «διευκολύνσεων» και των βομβαρδισμών.
Ποιο λοιπόν το ουσιαστικό αποτέλεσμα αυτής της συνάντησης, εκτός από τις ευρωμονάδες και το μπλουζάκι του ολυμπισμού; Μια απαρίθμηση των ελληνικών κυβερνητικών προσφορών προς την υπερδύναμη της «νέας τάξης» και μια αναφορά πάνω σε καίρια εθνικά θέματα, πάνω στα οποία καταγράφηκε η «άκρα του τάφου σιωπή» από τον πλανητάρχη.
Και απερίφραστα υπερασπίζεται η στήλη αυτή την υποχρέωση των συναδέλφων να αντιστέκονται σε αναπροσανατολιστικές μεθοδεύσεις «ενημέρωσης», ασκώντας το δικαίωμα να ερευνούν, να αποκαλύπτουν, να προστατεύουν τα λαϊκά και πατριωτικά συμφέροντα από τους μεγάλους ξένους «προστάτες».
του
Γιώργου Κ. ΤΣΑΠΟΓΑ