ΜΠΟΓΚΟΤΑ.--
Η γενοκτονία λαϊκών αγωνιστών στην Κολομβία που είναι διαρκής, με τη δράση των παραστρατιωτικών εγκληματικών οργανώσεων να έχει την πλήρη ανοχή της αντιδραστικής κυβέρνησης του Ιβάν Ντούκε, ανάγκασε μέχρι και τον ΟΗΕ να κάνει εκκλήσεις για την «προστασία της ανθρώπινης ζωής». Η Επιτροπή του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, που έχει επικεφαλής τη σοσιαλδημοκράτισσα πρώην Πρόεδρο της Χιλής, Μισέλ Μπατσελέτ, αναγνώρισε ότι μέσα στο 2020 έχουν καταγραφεί 66 σφαγές, οι οποίες είχαν αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους 255 άνθρωποι, καθώς και 120 δολοφονίες υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Η Μπατσελέτ δήλωσε ότι «καταδικάζει την κλιμάκωση της βίας από μέρους μη κρατικών ομάδων, εγκληματικών οργανώσεων και άλλων ένοπλων στοιχείων στην Κολομβία, οι οποίες βάζουν στο στόχαστρο αγρότες, αυτόχθονες και Αφροκολομβιανούς». Συμπλήρωσε και τις δολοφονίες 244 πρώην μελών του αντάρτικου κινήματος των Ενοπλων Επαναστατικών Δυνάμεων Κολομβίας - Στρατός του Λαού (FARC - EP). Τα στοιχεία αυτά του ΟΗΕ είναι σαφώς υποτιμημένα. Οι λαϊκές οργανώσεις έως την προηγούμενη βδομάδα είχαν υπολογίσει ότι μετά την υπογραφή, το 2016, της «ειρηνευτικής» συμφωνίας με την τότε κυβέρνηση της Κολομβίας, όταν οι FARC παρέδωσαν τα όπλα, διαλύθηκαν και μετασχηματίστηκαν σε πολιτικό κόμμα, οι δολοφονημένοι αγωνιστές ξεπερνούν τους 900 και ανάμεσά τους πάνω από 290 είναι πρώην αντάρτες, ενώ μόνο το 2020 οι νεκροί είναι 286 έως τώρα.
Σε ανακοίνωσή της η Επιτροπή του ΟΗΕ σημειώνει ότι «η φυλή αυτοχθόνων Πάες, γνωστή επίσης με την ονομασία Νάσα, υφίσταται ιδιαίτερα βαρύ πλήγμα από το εντεινόμενο κύμα βίας. Τουλάχιστον 66 μέλη της δολοφονήθηκαν μέσα στη χρονιά, και η δολοφονία του ηγέτη των αυτοχθόνων Μιγκέλ Ταπί Ρίτο στις 3 Δεκέμβρη ανάγκασε περίπου 900 μέλη της φυλής να τραπούν σε φυγή, να εγκαταλείψουν τις εστίες τους και να καταφύγουν σε κοντινή πόλη, ζητώντας από τις αρχές να τους προστατεύσουν». Καταλήγοντας απηύθυνε έκκληση στις κολομβιανές αρχές «να λάβουν πιο ισχυρά και πολύ πιο αποτελεσματικά μέτρα για να προστατεύσουν τους πληθυσμούς από αυτήν τη φρικιαστική και πανταχού παρούσα βία». Βέβαια, παρά τα ευχολόγια του ΟΗΕ, η βία, που έχει την ανοχή της αστικής κυβέρνησης, έχει κοινωνικοοικονομικές αιτίες. Εχει σχέση με ισχυρά συμφέροντα επιχειρηματικών ομίλων, γαιοκτημόνων που θέλουν να εξαφανίσουν όσους αντιδρούν στα σχέδιά τους για την εκμετάλλευση της γης και του ορυκτού πλούτου.