Παρασκευή 20 Νοέμβρη 2020
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 22
ΔΙΕΘΝΗ
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΚΗ ΣΧΕΣΗ
Η νέα υπερ-Συμφωνία στην Ασία με κινεζικό «κινητήρα»

Εντονες οι ανησυχίες στα δυτικά αστικά επιτελεία, που «ζυγίζουν» προκλήσεις και «ευκαιρίες»

Από τη Σύνοδο με τηλεδιάσκεψη στο Βιετνάμ, όπου υπογράφηκε η Συμφωνία εμπορίου ανάμεσα στην Κίνα και 14 χώρες της Ασίας - Ειρηνικού
Από τη Σύνοδο με τηλεδιάσκεψη στο Βιετνάμ, όπου υπογράφηκε η Συμφωνία εμπορίου ανάμεσα στην Κίνα και 14 χώρες της Ασίας - Ειρηνικού
Η Περιφερειακή Ολοκληρωμένη Οικονομική Εταιρική Σχέση (Regional Comprehensive Economic Partnership, RCEP), που υπογράφτηκε καταρχήν την περασμένη Κυριακή και στην οποία πρωτοστατεί η Κίνα, ήδη καταγράφεται ως η μεγαλύτερη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου στον κόσμο, καλύπτοντας σχεδόν το ένα τρίτο του παγκόσμιου πληθυσμού και περίπου το 30% του παγκόσμιου ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος.

Και μόνο αυτό το γεγονός αποτελεί αιτία για ανακατατάξεις στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα, καθώς η δράση του κινεζικού κεφαλαίου απειλεί την πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ και προκαλεί τις αντιδράσεις και άλλων κέντρων.

Η RCEP περιλαμβάνει την Κίνα, την Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα, την Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία και τα 10 μέλη της Ενωσης Χωρών Νοτιοανατολικής Ασίας (ASEAN): Μπρουνέι, Βιετνάμ, Λάος, Καμπότζη, Ταϊλάνδη, Μιανμάρ, Μαλαισία, Σιγκαπούρη, Ινδονησία και Φιλιππίνες.

Η Ινδία συμμετείχε στις αρχικές συζητήσεις, αλλά πέρυσι επέλεξε να αποσυρθεί λόγω ανησυχιών που σχετίζονται με φθηνές κινεζικές εισαγωγές. Τα κράτη - μέλη έχουν πει, ωστόσο, ότι υπάρχει ακόμα περιθώριο να ενταχθεί η Ινδία στην RCEP. Οποιαδήποτε χώρα μπορεί να γίνει μέλος της RCEP 18 μήνες αφού η Συμφωνία θα έχει τεθεί σε ισχύ, αλλά η Ινδία, που ήταν από τις πρώτες χώρες που τη διαπραγματεύθηκαν, μπορεί να ενταχθεί ανά πάσα στιγμή μόλις ενεργοποιηθεί.

Εκτιμάται ότι η εν λόγω Συμφωνία θα οδηγήσει σταδιακά σε χαμηλότερους δασμούς, ενώ διακηρυγμένο στόχο έχει «να καταπολεμήσει τον προστατευτισμό, να ενισχύσει τις επενδύσεις και να επιτρέψει την ελεύθερη μετακίνηση αγαθών εντός της περιοχής».

Είναι χαρακτηριστικό ότι στη Σύνοδο του φόρουμ Οικονομικής Συνεργασίας Ασίας - Ειρηνικού (APEC), όπου συμμετέχουν 21 χώρες της μεγάλης αυτής περιοχής, ανάμεσά τους οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου, οι ΗΠΑ και η Κίνα, και αντιπροσωπεύουν περίπου το 60% του παγκόσμιου ΑΕΠ, η οποία ξεκίνησε χτες στη Μαλαισία, και γίνεται λόγω πανδημίας ψηφιακά, ο Πρόεδρος της Κίνας, Σι Τσινπίνγκ, παρουσίασε τη χώρα του ως κινητήρια δύναμη του παγκόσμιου εμπορίου και υποσχέθηκε να «ανοίξει περισσότερο τις πόρτες της αγοράς της». Βεβαίως, η κάθε χώρα και η Κίνα - όπου κυριαρχούν οι καπιταλιστικές σχέσεις - είναι φανερό ότι υπερασπίζεται τα συμφέροντα των μονοπωλιακών της ομίλων και τη φιλόδοξη πρωτοβουλία των σύγχρονων «δρόμων του μεταξιού», «Μια ζώνη, ένας δρόμος» (OBOR).

Οπως σημείωσε ο Κινέζος ηγέτης «η Κίνα θα συνεργαστεί ενεργά με όλες τις χώρες, τις περιφέρειες και τις εταιρείες που το επιθυμούν. Θα συνεχίσουμε να κρατάμε ψηλά τη σημαία του ανοίγματος και της συνεργασίας», χάρη ιδίως στη «γιγαντιαία αγορά μας», τόνισε και έσπευσε να απορρίψει την ιδέα της οικονομικής «αποσύνδεσης» της χώρας του και των ΗΠΑ, ασκώντας έμμεσα κριτική στη στάση της κυβέρνησης του Ντόναλντ Τραμπ που ήταν ιδιαίτερα επιθετική απέναντι στην Κίνα με τον γνωστό «εμπορικό πόλεμο» που κλιμάκωσε και εφάρμοσε την τακτική της μερικής απόσυρσης από διάφορους πολυμερείς οργανισμούς και συμφωνίες, προτάσσοντας την πολιτική «Πρώτα η Αμερική». Πάντως, στη Σύνοδο δεν έχει γίνει γνωστό αν οι ΗΠΑ θα εκπροσωπηθούν μέσω του Τραμπ ή άλλου στελέχους της κυβέρνησης προς αποχώρηση. Ωστόσο, οι κινήσεις του Σι ερμηνεύονται και ως προσπάθεια να ρίξει «γέφυρες» με τη νέα κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν, που όμως εκτιμάται ότι δύσκολα θα υπάρξουν μεγάλες αλλαγές καθώς ο ανταγωνισμός οξύνεται.

Είναι φανερό ότι η RCEP είναι απόλυτα ανταγωνιστική με το σχέδιο που ανέπτυσσαν οι ΗΠΑ, πριν από τον Τραμπ, με την κυβέρνηση Ομπάμα για τη λεγόμενη Εταιρική Σχέση του Ειρηνικού (TPP).

Τι γνωρίζουμε για τη Συμφωνία που προώθησε η Κίνα

Η Συμφωνία που περιλαμβάνεται σε ένα πολύ αναλυτικό νομικό κείμενο πάνω από 500 σελίδες είναι αποτέλεσμα πολύ σκληρών και πολύχρονων διαπραγματεύσεων και πρέπει καταρχάς να επικυρωθεί τουλάχιστον από έξι χώρες της ASEAN και τρεις χώρες που δεν είναι μέλη της Ενωσης αυτής, προτού να τεθεί οριστικά σε ισχύ.

Η ιδέα της RCEP, που γεννήθηκε το 2012, θεωρήθηκε ένας τρόπος για να αντιμετωπίσει η Κίνα, η χώρα με τις μεγαλύτερες εισαγωγές και εξαγωγές στην περιοχή, την αυξανόμενη επιρροή των ΗΠΑ στις χώρες της Ασίας - Ειρηνικού. Κέρδισε ώθηση όταν ο Τραμπ απέσυρε τις ΗΠΑ από την TPP το 2017.

Εμφανίζεται να προσφέρει κάποια ευελιξία στα λιγότερο ανεπτυγμένα κράτη - μέλη να εφαρμόσουν τις πρακτικές και νομοθετικές αλλαγές που απαιτεί. Η Καμπότζη και το Λάος, για παράδειγμα, έχουν τρία έως πέντε χρόνια για να αναβαθμίσουν τις τελωνειακές τους διαδικασίες.

Το ποιοι ακριβώς τομείς είναι ανοικτοί σε μειώσεις δασμών βάσει της RCEP είναι ένα πολύ σύνθετο και περίπλοκο ζήτημα που αλλάζει από χώρα σε χώρα. Για παράδειγμα κάποιες χώρες έχουν καταρτίσει καταλόγους με το τι περιλαμβάνει η RCEP, ενώ άλλες έχουν ετοιμάσει λίστες με τι το εξαιρείται.

Για χώρες που έχουν ήδη μεταξύ τους συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου, ένα επιπλέον «όφελος» είναι ότι δημιουργεί ένα κοινό πλαίσιο κανόνων προέλευσης, που θα διευκολύνει τη μετακίνηση αγαθών ανάμεσα στα 15 κράτη - μέλη. Απαιτεί, επίσης, λιγότερες πολιτικές ή οικονομικές παραχωρήσεις και δίνει μικρότερη έμφαση στα εργασιακά δικαιώματα, στην προστασία του περιβάλλοντος και της πνευματικής ιδιοκτησίας και τους μηχανισμούς επίλυσης διαφορών.

Είναι αξιοσημείωτο πως είναι η πρώτη φορά που η Κίνα, η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα βρίσκονται μαζί σε μια εμπορική συμφωνία, με δεδομένες τις για πολλά χρόνια διαφορές τους.

Η υπογραφή της Συμφωνίας δεν σημαίνει ότι οι αλλαγές θα είναι άμεσες, γρήγορες και χωρίς αναταράξεις. Η Κίνα θα επιδιώξει να έχει ηγετικό ρόλο και να επηρεάσει ισορροπίες προς όφελος των δικών της μονοπωλίων.

Σύμφωνα με αναλύσεις του αμερικανικού «Bloomberg» υπολογίζεται ότι η Συμφωνία θα αυξήσει το ΑΕΠ της Κίνας κατά 0,5% έως το 2030, με τη Νότια Κορέα - η οποία μέχρι στιγμής δεν είχε ενταχθεί σε ένα μεγάλο εμπορικό μπλοκ - να έχει όφελος 1,4%, ενώ της Ιαπωνίας θα καταγράψει άνοδο 1,3%. Ακόμα εκτιμάται ότι τέσσερα χρόνια κλιμακούμενων εντάσεων μεταξύ Πεκίνου και Ουάσιγκτον δεν εμπόδισαν την Κίνα να εδραιωθεί ολοένα και περισσότερο στην παγκόσμια οικονομία.

Αντιδράσεις από άλλα κέντρα

Ηδη μετά την υπογραφή της Συμφωνίας πυκνώνουν οι αναλύσεις που βλέπουν τις νέες προκλήσεις. Χαρακτηριστικές είναι αυτές στον γερμανικό Τύπο, που εκφράζουν την αγωνία ότι η ΕΕ και μέσα σε αυτήν η «ατμομηχανή» Γερμανία χάνει έδαφος.

Η «Φρανκφούρτερ Αλγκεμάινε Τσάιτουνγκ» αναφέρει σε πρόσφατο άρθρο της χαρακτηριστικά: «Το κομμουνιστικό Πεκίνο εμφανίζεται ως ο πιο αξιόπιστος συνεργάτης που πετυχαίνει σε όλα. Οικονομική και κλιματική κρίση, πρόσφυγες, αγώνας ενάντια στο ριζοσπαστικό Ισλάμ - οι δημοκρατίες φαίνεται να μην έχουν καμία απάντηση σε κανένα από αυτά. Οταν η Δύση στροβιλίζεται από κρίση σε κρίση, το Πεκίνο είναι έτοιμο να δράσει και να βοηθήσει».

Η «Τσάιτ» σημειώνει επίσης χαρακτηριστικά: «Τα άλλα δύο κέντρα ισχύος στη Γη, η Ουάσιγκτον και οι Βρυξέλλες, παρέμειναν θεατές. Πάνω απ' όλα, το Βερολίνο θέλει να συνεργαστεί με το Παρίσι, το οποίο έχει τα δικά του συμφέροντα στον Ειρηνικό, και να παροτρύνει τις Βρυξέλλες να ενεργήσουν με μεγαλύτερη σαφήνεια στην περιοχή Ινδο-Ειρηνικού. Το αν και πότε θα το πετύχει αυτό είναι ακόμα θεωρητικό. Ηταν δύσκολος ο δρόμος, για να συνειδητοποιήσει το Βερολίνο ότι η Ασία προσφέρει τεράστιες ευκαιρίες πέρα από την Κίνα. Κάτω από την πίεση της γερμανικής βιομηχανίας, κανείς δεν τόλμησε να αντιμετωπίσει την επιθετικότητα των κομμουνιστών. Οποιος παίρνει θέση στον Ινδο-Ειρηνικό πρέπει να απαντήσει σε ερωτήσεις όπως αυτή: Το Γερμανικό Πολεμικό Ναυτικό επιμένει στην ελεύθερη διέλευση στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας, την πιο σημαντική διαδρομή για τα εμπορεύματά μας; Η Γερμανία δεν μπορεί να αντιμετωπίσει μόνη αυτές τις προκλήσεις. Πρέπει να διεκδικήσει ευρωπαϊκή κάλυψη. Να κερδίσει περιφερειακούς εταίρους στη Νοτιοανατολική Ασία. Το Πεκίνο άνοιξε μια πόρτα στην υπόλοιπη Ασία. Ενας ακόμη λόγος για τις Βρυξέλλες να ανοίξουν κι άλλο το παράθυρο».

Χαρακτηριστική και η ανάλυση του Ιδρύματος «Μπρούγκελ» (δεξαμενή σκέψης που υπερασπίζεται την ΕΕ από την πλευρά του λεγόμενου γαλλο-γερμανικού άξονα) όπου σημειώνεται χαρακτηριστικά: «Η ΕΕ είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Κίνας, ενώ η Κίνα είναι η δεύτερη μεγαλύτερη εξαγωγική αγορά της ΕΕ και η ταχύτερα αναπτυσσόμενη. Η πρόοδος στο εμπόριο με την Κίνα θα απαιτούσε την επιτάχυνση των διαπραγματεύσεων για την επενδυτική συμφωνία που βρίσκεται υπό διαπραγμάτευση από το 2014 και έχει αποδειχτεί εξαιρετικά προβληματική λόγω ενός συνδυασμού αυστηρών απαιτήσεων από την ΕΕ και της απροθυμίας της Κίνας να συμφωνήσει σε σημαντικά ζητήματα πρόσβασης στην αγορά. Αλλά αν βρεθεί τρόπος να σπάσει το αδιέξοδο, μια συμφωνία για τις επενδύσεις θα μπορούσε να ανοίξει το δρόμο προς μια εμπορική συμφωνία» και συνεχίζει «εάν η ΕΕ αποφασίσει να ακολουθήσει την επιλογή της Κίνας, θα πρέπει να μάθει από την ικανή οικονομική διπλωματία της Ιαπωνίας, η οποία μέχρι στιγμής έχει περάσει επιτυχώς μεταξύ της Κίνας και των ΗΠΑ, επιτυγχάνοντας εμπορικές συμφωνίες και με τις δύο, διατηρώντας ταυτόχρονα τη στενή της συμμαχία ασφαλείας, εμπορικούς δεσμούς με τις ΗΠΑ. Στην περίπτωση της ΕΕ, αυτό το μάθημα είναι απίθανο να λάβει τη μορφή μιας μεγάλης συμφωνίας με τις ΗΠΑ σύμφωνα με την αδρανή διατλαντική εμπορική και επενδυτική εταιρική σχέση, αλλά μάλλον μιας σειράς περιορισμένων συμφωνιών όπως το ψηφιακό εμπόριο.

Καθώς ο Μπάιντεν αναλαμβάνει τα καθήκοντά του, οι επικίνδυνα τεταμένες σχέσεις μεταξύ Κίνας και Ηνωμένων Πολιτειών χρειάζονται επείγουσα προσοχή και η ΕΕ δεν είναι ανίσχυρη να επηρεάσει το αποτέλεσμα με τα λόγια και τις ενέργειές της. Η ΕΕ δεν έχει κανένα ενδιαφέρον για μια σύγκρουση εδώ και πολλές γενιές μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε ξέσπασμα πολέμου στον Ειρηνικό, και ούτε η ΕΕ βλέπει την Κίνα ως εχθρό. Οι στενότεροι οικονομικοί δεσμοί μεταξύ της ΕΕ και της Κίνας θα εξαρτηθούν από τις προσπάθειες της Κίνας να περιορίσει τις εμπορικές στρεβλώσεις που προκαλούνται από το ανταγωνιστικό μοντέλο που εξαρτάται από το κράτος».

Γίνεται φανερό ότι οι διεργασίες που προκαλούν η υπερ-Συμφωνία στην Ασία και ο ρόλος της Κίνας είναι πολυεπίπεδες και θα απασχολήσουν το επόμενο διάστημα τα αστικά επιτελεία σε ολόκληρο τον κόσμο, που προβάλλουν ανησυχίες αλλά θέλουν να εκμεταλλευτούν «ευκαιρίες» και «δυνατότητες». Μάλιστα, αυτές προβάλλονται ως δήθεν ωφέλιμες για τους λαούς και τους εργαζόμενους, κάτι που δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα, αφού αφορούν στους σφοδρούς ανταγωνισμούς ανάμεσα στους εκμεταλλευτές τους σε κάθε χώρα.


Δ. Κ.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ