Λουί Αραγκόν |
Αρκετοί από τους 114 τουλάχιστον διαφορετικούς μεταφρασμένους τίτλους του είναι εκείνοι που παραπέμπουν σε μεταφράσεις εκ της Γαλλικής (δυστυχώς, σε παλαιότερες εποχές δεν ήταν σύνηθες να αναγράφεται ο τίτλος του πρωτοτύπου από το οποίο είχε γίνει η μετάφραση). Μεταξύ των Γάλλων/Γαλλίδων συγγραφέων συναντώνται και οι Henri Barbusse, Jean Cocteau, Colette, Andre Gide, Andre Maurois, Raymond Radiguet, Jean Richepin, Romain Rollan, Francoise Sagan. Κάποιες δε από τις μεταφράσεις αυτές εξακολουθούν να κυκλοφορούν, ελλείψει καινούργιων για τα ίδια βιβλία, και άρα να συστήνουν οι ίδιες, ακόμη και σήμερα, τους συγκεκριμένους τίτλους και συγγραφείς στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό.
Η σχέση του Λουί Αραγκόν με τη σύγχρονή του τότε ελληνική πνευματική ζωή, κυρίως δε με την ποίηση του Γιάννη Ρίτσου, είναι ασφαλώς γνωστή, ενώ βέβαια οι υπερρεαλιστές Ανδρέας Εμπειρίκος και Νίκος Εγγονόπουλος γνώριζαν ήδη πολύ καλά και διαλέγονταν με το έργο τόσο του Αραγκόν όσο και των Πολ Ελιάρ και Αντρέ Μπρετόν, των θεμελιωτών δηλαδή του υπερρεαλιστικού κινήματος. Από ένα σημείο και μετά, ωστόσο, ο Αραγκόν, μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος Γαλλίας ήδη από το 1927, διαχώρισε τη θέση του (όπως και ο Ελιάρ) και υιοθέτησε ως γνώμονα της τέχνης του, ποιητικής και πεζογραφικής, τον σοσιαλιστικό ρεαλισμό. Παρασημοφορημένος ήδη κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο και μαχόμενος ενάντια στον φασισμό μέσα από τον Διεθνή Σύνδεσμο των Συγγραφέων για την Υπεράσπιση του Πολιτισμού, δίπλα στον Αντρέ Μαλρώ, ο Αραγκόν επιστρατεύεται το 1940, ύστερα και από δικό του αίτημα, σε ηλικία 43 ετών, και πολεμά στη Φλάνδρα. Μετά την ανακωχή του ίδιου έτους οργανώνεται σε παράνομα δίκτυα, ενώ γράφει ακατάπαυστα.
Κοσμάς Πολίτης |
Η επιλογή λοιπόν να μεταφραστούν κάποια από τα διηγήματα της συλλογής «Σκλαβιά και μεγαλείο των Γάλλων» στα Ελληνικά σήμαινε την απόφαση να μεταφερθούν στη γλώσσα άλλου ενός λαού πολύ βασανισμένου από τη γερμανική κατοχή τα αντιστασιακά διηγήματα του Γάλλου εθνικού ποιητή, όσο ακόμα ο απόηχος του πολέμου δεν είχε σβήσει (βρισκόμαστε στο 1953). Το γεγονός δε ότι αυτός ο εθνικός ποιητής συνέβαινε να είναι κομμουνιστής μάλλον δεν απασχόλησε ιδιαίτερα τον εκδότη, ενώ θα πρέπει να ευχαρίστησε τον μεταφραστή, για τους λόγους που προαναφέραμε. Πάντως, αξίζει να σημειώσουμε ότι στο μεταφρασμένο κείμενο, το «communiste» του πρωτότυπου κάποτε - αν και όχι όλες τις φορές - αποδίδεται ως «επαναστάτης», κάποτε ως «αντάρτης» και κάποτε ως «αριστερός», ενώ έχουν παραλειφθεί και κάποιες σχετικές με τον κομμουνισμό και τους κομμουνιστές αναφορές - πιθανή μερική (αυτο)λογοκρισία σε περίοδο κατά την οποία το ΚΚΕ είχε τεθεί στην παρανομία. Να προσθέσουμε ότι και ο ίδιος ο Κοσμάς Πολίτης είχε συγγράψει, το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 1945, δύο αντιστασιακά διηγήματα, με τους τίτλους «Το ρέμα» και «Ενα διπλό» (στο δεύτερο παρακολουθούμε τον διάλογο ανάμεσα σε έναν φασίστα και έναν κομμουνιστή), ενταγμένα τώρα στην συλλογή «Η Κορομηλιά. Και άλλα διηγήματα».
Τα συγκεκριμένα διηγήματα του Αραγκόν πέρασαν μάλλον απαρατήρητα, βασίζονταν ωστόσο σε αληθινά γεγονότα, στοιχείο που θα μπορούσε να τα προσδιορίσει και ως μαρτυρίες, ανάμεικτες πάντως, ενίοτε, με ελαφρότερα ζητήματα. Αυτό το χαρακτηριστικό οφείλεται οπωσδήποτε και στις ιδιαίτερες συνθήκες της περιόδου κατά την οποία γράφτηκαν, κυρίως τα τελευταία από αυτά: Τους μήνες Μάιο - Ιούλιο του 1944, η ήττα των Γερμανών προδιαγραφόταν όλο και σαφέστερα.
Το ότι η αντίσταση στον γερμανικό ναζισμό έτεινε να γίνει το εθνικό σπορ των Γάλλων, χάρη στο οποίο ενώθηκαν όλες οι ζωντανές δυνάμεις της χώρας, φαίνεται ενδεικτικά και από τα ακόλουθα: α) Ο δημοσιογράφος Vandermeulen, του πρώτου διηγήματος, αρχικά εχθρικός απέναντι στους κομμουνιστές, τελικά συντάσσεται με τις θέσεις των αντιστασιακών, ενώ β) ακόμα και οι λίγοι συγκριτικά καταδότες δεν αποτελούν πάντα περιπτώσεις μη αναστρέψιμες, όπως διαμηνύει το διήγημα «Ο Συνεργάτης», που δεν συμπεριλήφθηκε στην ελληνική έκδοση, γ) στο μεταφρασμένο διήγημα με τον τίτλο «Εξομολόγηση του 1943» εμφανίζεται με παραλλαγμένο όνομα ένα πραγματικό πρόσωπο: Ο εφημέριος Λερουά (Leroy), ο οποίος συμπρωταγωνιστεί εκεί με τον «εξομολογούμενο» του τίτλου, είναι ο αββάς Francois Larue, ένας από τους μάρτυρες της Αντίστασης στη Λιόν, και στο πρεσβυτέριό του λάμβαναν χώρα μυστικές συναντήσεις, με τη συμμετοχή σε κάποιες (κατά το 1943) και του ίδιου του Αραγκόν. Ο Αραγκόν είχε γράψει, με άλλη ευκαιρία, για την ηρωική αφοσίωση αυτού του ιερωμένου, τον οποίο οι στρατιώτες του Χίτλερ έκαψαν ζωντανό, ενώ στο χειρόγραφο του διηγήματος, πριν από την έντυπη έκδοση, το αληθινό όνομά του κοσμούσε τις σελίδες ως ελάχιστος φόρος τιμής.
Ο Daniel Bougnoux, επιμελητής της έκδοσης στη Βιβλιοθήκη Pleiade, θεωρεί πως αδίκως αυτά τα διηγήματα παραμένουν ξεχασμένα, καθώς στις καλύτερες από τις σελίδες της συλλογής, το εθνικό τραγούδι του ποιητή Αραγκόν συνοδεύεται αξιέπαινα από το άλλο του πρόσωπο, τον καλό πεζογράφο, του οποίου μάλιστα το έργο, να συμπληρώσουμε, ο Ελληνας λογοτέχνης Κοσμάς Πολίτης μετέφρασε με αξιοσημείωτη επιτυχία (για την ακριβή βιβλιογραφική τεκμηρίωση όσων γράφονται εδώ παραπέμπω στο αντίστοιχο δοκίμιο της έκδοσης: Σταυρούλα Γ. Τσούπρου, «Μεταφραστές και Διακείμενα», εκδόσεις «Μελάνι», 2016).