Το συνολικό έργο, που το κόστος κατασκευής του αποτιμήθηκε έως και τα 2,345 δισ. ευρώ, είχε εγκριθεί από την ελληνική Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, η οποία με την απόφασή της υπ' αριθ. 847/2017 - δημοσιεύθηκε σε ΦΕΚ στις 20 Μάρτη 2018 - άναβε το «πράσινο φως» από κοινού με την αντίστοιχη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας της Κύπρου για την έναρξη υλοποίησής του. Στη συγκεκριμένη απόφαση σημείωνε χαρακτηριστικά ότι «το έργο αποφέρει σημαντικά οφέλη στα κράτη - μέλη (του συμφωνητικού). Ειδικότερα, ως προς τα γενικά οφέλη του έργου, όπως αναφέρονται και στο συνημμένο συμφωνητικό, (αφορούν) την ασφάλεια εφοδιασμού, την παύση της ενεργειακής απομόνωσης των νησιών Κρήτης και Κύπρου, την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, την προώθηση της βιωσιμότητας και της αειφορίας, την περαιτέρω ενίσχυση της διείσδυσης των ΑΠΕ και εν γένει την οικονομική ανάπτυξη των εμπλεκόμενων κρατών - μελών».
Πρόκειται με απλά λόγια για ένα έργο που ευθύς εξαρχής εντάσσεται στην πολιτική της ΕΕ για τη δημιουργία της «ενιαίας αγοράς ηλεκτρισμού», εντός της οποίας προαπαιτούμενο θεωρείται η διασύνδεση των συστημάτων ηλεκτρισμού των κρατών - μελών ώστε να μπορεί να υφίσταται ως «αγορά», έχοντας παράλληλα την ανάπτυξη των ΑΠΕ ψηλά στη λίστα προτεραιοτήτων. Το εν λόγω έργο αποτελεί επίσης ένα από τα πολλά σημεία ενίσχυσης των σχέσεων Ελλάδας - Κύπρου - Ισραήλ, ενώ απασχόλησε και την τελευταία τριμερή συνάντηση κορυφής που πραγματοποιήθηκε τον περασμένο Μάη στη Λευκωσία μεταξύ Τσίπρα, Αναστασιάδη και Νετανιάχου, παράλληλα φυσικά με τον υποθαλάσσιο αγωγό μεταφοράς φυσικού αερίου «Εast Med».
Παρ' όλα αυτά, τις αμέσως επόμενες βδομάδες ξεκίνησε μια συνεχής διαρροή πληροφοριών και δημοσιευμάτων στον εγχώριο έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο, τα οποία διαβεβαίωναν μεν τη «σταθερή στάση» της ελληνικής κυβέρνησης για την εκτέλεση του έργου, ωστόσο διαφάνηκε η πρόθεση να αποσπαστεί η διασύνδεση της Κρήτης από αυτό, η οποία θα προχωρούσε ως «εθνικό έργο». Αιτίες για το σπάσιμο επί της ουσίας της συμφωνίας με την εταιρεία «EuroAsia int.» ήταν ο επείγων χαρακτήρας να διασυνδεθεί η Κρήτη με το ηπειρωτικό σύστημα, καθότι από το 2020 και μετά σταματά η λειτουργία των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ στο νησί, και η αδυναμία της «EuroAsia int.» να ανταποκριθεί στο «σφιχτό» χρονοδιάγραμμα. Σε αυτό το σημείο να αναφέρουμε ότι για το διάστημα που οι μονάδες της ΔΕΗ θα πάψουν τη λειτουργία τους μέχρι να διασυνδεθεί η Κρήτη με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, μελετώνται διάφοροι τρόποι κάλυψης των αναγκών ηλεκτρισμού του νησιού, μεταξύ των οποίων περισσότερες πιθανότητες συγκεντρώνει αυτήν τη στιγμή η χρήση φυσικού αερίου για παραγωγή ηλεκτρισμού. Αυτό το στοιχείο από μόνο του έχει σταθεί αφορμή για να ξεκινήσουν άλλου τύπου παζάρια μεταξύ προμηθευτών φυσικού αερίου, αλλά αυτό είναι θέμα διαφορετικού ρεπορτάζ...
Ετσι, από το περασμένο καλοκαίρι ο ΑΔΜΗΕ δηλώνει «έτοιμος» να αναλάβει εξολοκλήρου την υλοποίηση του έργου διασύνδεσης της Κρήτης με το ηπειρωτικό σύστημα, δεσμευόμενος ότι θα το υλοποιήσει μέχρι το 2022, το οποίο τυπικά συνεχίζει να θεωρεί «εθνικό σκέλος» του ευρύτερου έργου, δείχνοντας ότι θέλει να παραμείνει στη συμφωνία κατασκευής ολόκληρου του σχεδίου, προκαλώντας ωστόσο αντικειμενικά την αντίδραση της «EurοAsia int.», η οποία προσέφυγε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η «αποφασιστικότητα» του ΑΔΜΗΕ - έχοντας όπως φάνηκε στη συνέχεια την πλήρη υποστήριξη της κυβέρνησης - εκφράζεται από το γεγονός ότι σε επίσημες τοποθετήσεις της διοίκησής του, εμφανίζεται αποφασισμένος να προχωρήσει την ηλεκτρική διασύνδεση ξέχωρα από το συνολικό σχέδιο διασύνδεσης της Κύπρου, ακόμη και υπό την απειλή περικοπής της κοινοτικής χρηματοδότησης εφόσον το έργο πάψει να εντάσσεται στα «PCI», «χαρτί» με το οποίο προσπαθεί να πιέσει η πλευρά της «EuroAsia int.». Την ίδια στιγμή, πληροφορίες που δημοσιεύτηκαν το προηγούμενο διάστημα, αναφέρουν ότι ο ΑΔΜΗΕ έχει προχωρήσει σε επαφές με ευρωπαϊκές εταιρείες σχετικά με τη συμμετοχή τους στο έργο, μεταξύ των οποίων οι αντίστοιχοι «Διαχειριστές» συστημάτων μεταφοράς ηλεκτρισμού του Βελγίου «Elia» και της Γαλλίας «RTE».
Την οριστική έγκρισή της στον σχεδιασμό του ΑΔΜΗΕ έδωσε μόλις πρόσφατα και με τον πλέον επίσημο τρόπο η ΡΑΕ, η οποία με την απόφασή της υπ' αριθ. 838/2018 που δημοσιεύτηκε την 1η Οκτώβρη, ενέκρινε τον ορισμό της θυγατρικής εταιρείας ειδικού σκοπού που συνέστησε ο ΑΔΜΗΕ «Αριάδνη Interconnection» ως φορέα για τη χρηματοδότηση και την κατασκευή της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κρήτης - Αττικής. Εχει ενδιαφέρον το σκεπτικό της απόφασης της ΡΑΕ, στο οποίο γίνεται επίκληση του «αυστηρού χρονοδιαγράμματος» για την υλοποίηση του έργου, το οποίο έχει χαρακτηριστικά κρίσιμου «εθνικού ζητήματος» που αφορά «την επάρκεια ενεργειακού εφοδιασμού της νήσου Κρήτης» και δεν επιτρέπει «οποιαδήποτε περαιτέρω καθυστέρηση, η οποία θα έθετε τη χώρα σε δυσμενή θέση, δημιουργώντας μη αναστρέψιμη κατάσταση για τους καταναλωτές μιας απομονωμένης ενεργειακά περιοχής της χώρας». Στην ίδια απόφαση προβλέπεται δικαίωμα της «EuroAsia Interconnector Ltd» ή θυγατρικής της για την αγορά μετοχών της εταιρείας ειδικού σκοπού του ΑΔΜΗΕ σε ποσοστό έως 39%.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι η κυβέρνηση, μέσω του αρμόδιου υπουργού Περιβάλλοντος, σε πρόσφατη τοποθέτησή του για το ζήτημα, συνέδεσε τις εξελίξεις με το «συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα υλοποίησης» του έργου που είχε τεθεί εξαρχής, αφήνοντας να εννοηθεί ότι η «Εuroasia Int.» δεν ήταν σε θέση να το υλοποιήσει. Αφησε πάντως ανοιχτό «παράθυρο» διαλόγου, όπως προκύπτει και από την απόφαση της ΡΑΕ άλλωστε, όπως και να συνεχιστούν οι διαπραγματεύσεις για ζητήματα που αφορούν «τεχνικά θέματα συμβατότητας», ώστε η διασύνδεση της Κρήτης να μπορεί να συλλειτουργήσει με τη διασύνδεση της Κύπρου και αντίστροφα. Το αν με την παραπάνω απόφαση της ΡΑΕ θα επισπευσθούν οι χρόνοι κατασκευής του έργου, είναι κάτι που μένει να αποδειχτεί, πάντως η πλευρά η «EuroAsia int.» δείχνει διατεθειμένη να εξαντλήσει τα νομικά μέσα και περιθώρια που έχει στη διάθεσή της, γεγονός που μόνο την υλοποίηση των «στενών χρονοδιαγραμμάτων» δεν εγγυάται.