Ο καγκελάριος της Γερμανίας Φρ. Μερτς επισκέφτηκε χθες την Αγκυρα για συνάντηση με τον Τούρκο Πρόεδρο Ρ. Τ. Ερντογάν, συνάντηση που γίνεται λίγες μέρες μετά τη συμφωνία Μεγάλης Βρετανίας - Τουρκίας για να προμηθευτεί η τελευταία 20 μαχητικά αεροσκάφη «Eurofighter». Στο ίδιο μήκος κύματος με τον Σταρμερ, κατά τη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησαν από κοινού ο Γερμανός καγκελάριος είπε πως αυτό εξυπηρετεί τη «συλλογική ασφάλεια της συμμαχίας».
«Ως Γερμανοί, ως Ευρωπαίοι, πρέπει να αναπτύξουμε τις στρατηγικές μας συνεργασίες και η Τουρκία δεν πρέπει να μείνει έξω από αυτήν τη διαδικασία», δήλωσε, σε μια περίοδο που η ΕΕ έχει αναγάγει σε «βασικό πυλώνα» της «ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής ασφαλείας» την Τουρκία και θέλει να προωθήσει «κοινά έργα» στην πολεμική προετοιμασία, αξιοποιώντας και τη μεγάλη σχετική βιομηχανική βάση και τεχνογνωσία της Τουρκίας.
Ο Μέρτς σημείωσε ότι οι δύο χώρες είναι «πολύ στενοί σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ. Η Τουρκία είναι πολύ σημαντικός παράγοντας σχεδόν σε κάθε ζήτημα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας που μας αφορά (...) Θα συνεργαστούμε στενότερα στον τομέα των πολιτικών ασφαλείας (...) Θα ήθελα επίσης να τονίσω ότι αυτή η συνεργασία προσφέρει πολλές ευκαιρίες. Για παράδειγμα, θα μπορούσαμε να δούμε σημαντικές εξελίξεις στις μεταφορές και στους σιδηροδρόμους».
Ο Μέρτς στάθηκε και στον ρόλο των Τούρκων μεταναστών στη Γερμανία, λέγοντας ότι «χωρίς αυτούς τους ανθρώπους και αυτές τις οικογένειες, η Γερμανία δεν θα μπορούσε να είχε ξεκινήσει την οικονομική της άνθηση πριν από 60 χρόνια με τον τρόπο που το κάναμε εμείς». Πίσω από αυτά, βέβαια, κρύβεται η χρυσοφόρα εκμετάλλευση εκατομμυρίων εργατών από το γερμανικό κεφάλαιο.
Ο Ερντογάν ξεκίνησε λέγοντας ότι «η Γερμανία είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Τουρκίας στην Ευρώπη» και πρόσθεσε: «Στόχος μας είναι να αυξήσουμε τον όγκο των εμπορικών μας συναλλαγών, ο οποίος έχει φτάσει τα 50 δισ. δολάρια, στα 60 δισ. δολάρια στο εγγύς μέλλον».
Ισχυρίστηκε δε πως με τον Μερτς συζητήθηκε «το ζήτημα της αμυντικής συνεργασίας, το οποίο θα αναβαθμίσει τόσο το εμπόριο όσο και τις κοινές μας επενδύσεις (...) Πρέπει να αφήσουμε πίσω μας τις δυσκολίες του παρελθόντος στην προμήθεια προϊόντων αμυντικής βιομηχανίας και να επικεντρωθούμε σε κοινά έργα (...) Βλέπουμε ότι έχουμε εκτεταμένες ευκαιρίες συνεργασίας με τη Γερμανία».
Κατά τ' άλλα, στη συνέντευξη Τύπου εκφράστηκαν και τα ανταγωνιστικά συμφέροντα των δύο αστικών τάξεων στην περιοχή, με επίκεντρο τη Γάζα. Από τη μια ο Γερμανός καγκελάριος, που έχει δηλώσει ότι το κράτος - δολοφόνος Ισραήλ κάνει τη «βρώμικη δουλειά» για τους Ευρωατλαντικούς στη Μέση Ανατολή, και από την άλλη ο Τούρκος Πρόεδρος, που διεκδικεί για την αστική τάξη της χώρας του ακόμα πιο αποφασιστικό ρόλο στην περιοχή, παριστάνοντας τον προστάτη των Παλαιστινίων.
Συμφωνία για την κατασκευή τεράστιας μονάδας παραγωγής του γερμανικού κολοσσού της πολεμικής βιομηχανίας «Rheinmetall στη Βουλγαρία» επετεύχθη προχθές στη Σόφια ανάμεσα στον διευθύνοντα σύμβουλο της εταιρείας, Αρμιν Πάπεργκερ, και σε Βούλγαρους αξιωματούχους, με φόντο την όξυνση του ανταγωνισμού και για την ταχύτερη, ολόπλευρη «συμβολή» των Βαλκανίων στην υλοποίηση του αμερικανοΝΑΤΟικού σχεδιασμού απέναντι σε Ρωσία και Κίνα.
Στόχος είναι η νέα μονάδα να έχει ετήσια παραγωγική ικανότητα 100.000 βλημάτων των 155 χιλιοστών που θα εξαχθούν τα επόμενα 10 χρόνια, είπε ο Πάπεργκερ και πρόσθεσε: «Θα υπάρξουν τεράστιες ανάγκες τα επόμενα χρόνια (...) Η ΕΕ και το ΝΑΤΟ χρειάζονται εκατομμύρια τέτοια βλήματα, και σύμφωνα με τους υπολογισμούς μας η συμμαχία θα χρειαστεί περίπου 50 εκατομμύρια».
Από τη πλευρά του ο πρωθυπουργός της Βουλγαρίας, Ρόσεν Ζελιάσκοφ, υπογράμμισε ότι «αυτό το σχέδιο δεν θα μπορούσε να υλοποιηθεί χωρίς συνέργειες ανάμεσα στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ» και περιγράφοντας την «ιδιαίτερη πολιτική σημασία του εγχειρήματος» ισχυρίστηκε πως αυτό «ενισχύει την ασφάλεια της Ευρώπης, προς όφελος των πολιτών της».
Με αφορμή τη νέα συμφωνία η «Deutsche Welle» υπενθύμισε ότι σήμερα η «Rheinmetall» απασχολεί συνολικά 40.000 εργαζόμενους σε όλο τον κόσμο, παρατηρώντας τα έσοδά της να καλπάζουν με ιλιγγιώδη ταχύτητα σε έναν πλανήτη που απ' άκρη σ' άκρη είναι κυκλωμένος από εστίες ένοπλων συγκρούσεων, με ορατό όσο ποτέ τον κίνδυνο γενικευμένης ανάφλεξης. Μόνο το 2024 ο τζίρος της ανήλθε σε 9,8 δισ. ευρώ. Τέλη Αυγούστου εγκαινίασε νέο εργοστάσιο πυρομαχικών στην πόλη Ούντερλις της Κάτω Σαξονίας (θεωρείται το μεγαλύτερο του είδους του στην Ευρώπη), ενώ αντίστοιχο εργοστάσιο κατασκευάζεται στην Ισπανία και νέες μονάδες παραγωγής ετοιμάζονται σε Ρουμανία και Λιθουανία.
Την κατασκευή του νέου εργοστασίου - στην πόλη Σοπότ - θα αναλάβει κοινοπραξία στην οποία η «Rheinmetall» θα κατέχει το 51% και η βουλγαρική κρατική εταιρεία «Mashinostroitelni Zavodi» (VMZ) το 49%.
Πιθανά να αποτελέσει «κορμό» για συγκυβέρνηση
Μάχη «στήθος με στήθος» έδιναν μέχρι χθες το φιλοευρωπαϊκό κεντρώο κόμμα D66 του Ρομπ Γέτεν και το ακροδεξιό Κόμμα για την Ελευθερία (PVV) του Γκέερτ Βίλντερς, μετά τις προχθεσινές πρόωρες βουλευτικές εκλογές στην Ολλανδία, τις τρίτες που διεξάγονται μέσα σε πέντε χρόνια, αναδεικνύοντας το ρευστό πολιτικό σκηνικό εν μέσω έντονου γεωπολιτικού ανταγωνισμού στην Ευρώπη.
Με καταμετρημένο το 98% των ψήφων χθες, το D66 και το PVV έρχονταν ισόπαλα, καθώς οι προβολές δείχνουν ότι θα πάρουν από 26 έδρες στην 150μελή Βουλή. Πάντως, τα υπόλοιπα κόμματα είχαν αποκλείσει συνεργασία με το κόμμα του Βίλντερς ακόμη και σε περίπτωση που έρθει πρώτο.
Το φιλελεύθερο κεντροδεξιό VVD αναμένεται να κερδίσει 22 έδρες, η σοσιαλδημοκρατική συμμαχία Πρασίνων/Εργατικών του Φρανς Τίμερμανς 20 και τo χριστιανοδημοκρατικό κόμμα (CDA) 18 έδρες.
Το κόμμα του Βίλντερς, που εμφανιζόταν πρώτο στις δημοσκοπήσεις σε όλη τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, χάνει 11 έδρες σε σύγκριση με την εντυπωσιακή εκλογική νίκη του το 2023.
Ετσι ο Γέτεν, ο οποίος πραγματοποίησε μια αξιοσημείωτη προεκλογική εκστρατεία, θα έχει περισσότερες πιθανότητες να ηγηθεί της επόμενης κυβέρνησης.
Ο Τίμερμανς ανακοίνωσε ότι παραιτείται από τη θέση του επικεφαλής της συμμαχίας Πράσινης Αριστεράς και Εργατικού Κόμματος μετά τα «απογοητευτικά αποτελέσματα» των εκλογών, καθώς χάνει πέντε έδρες σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές.
Δυσμενείς επιπτώσεις για χιλιάδες δημόσιους, κρατικούς υπαλλήλους και εκατομμύρια Αμερικανούς πολίτες των πιο ευάλωτων κοινωνικών στρωμάτων προκαλεί η συνέχιση της ενδοαστικής κόντρας στις ΗΠΑ, που αντανακλάται αυτήν την περίοδο στην παρατεταμένη δημοσιονομική παράλυση που εξελίσσεται από την 1η Οκτώβρη, προκαλώντας κόστος ύψους 18 δισ. δολαρίων.
Το υψηλό κόστος ανακοινώθηκε αργά προχτές βράδυ από το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου (CBO) μολονότι επισήμανε ότι ένα μεγάλο μέρος αυτού «θα είναι προσωρινό με βραχυπρόθεσμη ώθηση στην οικονομική ανάπτυξη το α' τρίμηνο του 2026». Παρ' όλα αυτά, το αμερικανικό δίκτυο «Bloomberg» υπολόγιζε ότι από αυτά τα 18 δισ. δολάρια 7 έως 14 δισ. δολάρια της ζημιάς στο ΑΕΠ «μπορεί να μην ανακτηθούν» κάτι που θα εξαρτηθεί από την τελική διάρκεια της δημοσιονομικής παράλυσης (shutdown).
Στην έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κογκρέσου επισημαίνεται πάντως πως όταν το shutdown φτάσει τις έξι εβδομάδες (δηλαδή συνεχιστεί έως στα μέσα Νοεμβρίου) τότε η πραγματική αύξηση του ΑΕΠ θα είναι 1,5% χαμηλότερη το τελευταίο τρίμηνο του 2025, μείωση της τάξης των 28 δισ. δολαρίων. Σε περίπτωση που το shutdown συνεχιστεί για οκτώ εβδομάδες (δηλαδή περίπου μέχρι τις διακοπές της Ημέρας των Ευχαριστιών), τότε η πτώση του πραγματικού ΑΕΠ θα είναι της τάξης του 2% ή 39 δισ. δολάρια.
Επιπλέον, στην έκθεση εκτιμάται πως έχουν τεθεί σε αναγκαστική αργία (άνευ αποδοχών) 650.000 ομοσπονδιακοί υπάλληλοι και πως εάν όλοι αυτοί υπολογιστούν ως άνεργοι σε προσωρινή απόλυση, τότε το ποσοστό ανεργίας θα αυξηθεί τον Οκτώβρη κατά 0,4%. Ενα τέτοιο ενδεχόμενο θα κατέγραφε τη μεγαλύτερη μηνιαία αύξηση ανεργίας από την έναρξη της πανδημίας τον Μάρτιο του 2020.
Περίπου ένα εξάμηνο μετά τον σχηματισμό κυβέρνησης
Μόλις το 32% των Γερμανών, δηλαδή λιγότεροι από 1 στους 3 ψηφοφόρους, αναμένουν ότι ο κυβερνητικός συνασπισμός Χριστιανικής Ενωσης (CDU/CSU) και Σοσιαλδημοκρατών (SPD) υπό τον καγκελάριο Φρ. Μερτς θα καταφέρει να ολοκληρώσει την τετραετία το 2029, σύμφωνα με δημοσκόπηση του INSA για λογαριασμό της εφημερίδας «Bild».
Σχεδόν οι μισοί Γερμανοί (49%) αναμένουν πρόωρη κατάρρευση της συγκυβέρνησης, το 66% δηλώνουν δυσαρεστημένοι από το έργο της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, ποσοστό ρεκόρ και 3% υψηλότερο συγκριτικά με τις 10 Οκτώβρη, ενώ μόλις το 25% δηλώνουν ικανοποιημένοι από την κυβέρνηση Μερτς.
Με τις δηλώσεις του για «φανερό πρόβλημα στο αστικό τοπίο» εξαιτίας της μετανάστευσης ο Μερτς πυροδότησε έντονη δημόσια συζήτηση, χωρίς όμως - όπως όλα δείχνουν - να αποκομίσει πολιτικά οφέλη. Μόλις το 21% των ερωτηθέντων διακρίνουν ένα πιθανό πλεονέκτημα για την CDU/CSU, την ώρα που το 33% θεωρούν ότι οι δηλώσεις αυτές είναι πιο πιθανό ακόμα και να βλάψουν την Ενωση. Αλλά και μεταξύ των ψηφοφόρων της, μόνο το 26% θεωρούν ότι οι συγκεκριμένες δηλώσεις θα μπορούσαν να ωφελήσουν το κόμμα.
Ο επικεφαλής του ινστιτούτου INSA συνοψίζει τα αποτελέσματα της δημοσκόπησης μιλώντας στην εφημερίδα: «Η πλειοψηφία των Γερμανών είναι δυσαρεστημένη με τον συνασπισμό και αναμένει ότι η κυβέρνηση θα διαλυθεί πριν το τέλος της τετραετίας. Η CDU/CSU και το SPD απομακρύνονται από τους πολίτες, ακόμα και από όσους θα τους ψήφιζαν και σήμερα».