Eurokinissi |
«Είναι ιδιαίτερα σημαντικό ότι το διαχρονικό αίτημα του ΣΕΒ για τη σύσταση ενός υπουργείου αφοσιωμένου στη βιομηχανική πολιτική, έγινε πραγματικότητα», τόνισε ο πρόεδρος του ΣΕΒ, Θ. Φέσσας, μιλώντας προχτές Πέμπτη σε εκδήλωση στην Αθήνα. Σύμφωνα με τον ίδιο, η «υλοποίηση της νέας συμφωνίας (...). Μας αφορά όλους, καθώς η χώρα μας δεν έχει άλλη ευκαιρία να προχωρήσει μπροστά και να καρπωθεί τις ευκαιρίες που αναδύονται στο ευρωπαϊκό περιβάλλον»...
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι τα παραπάνω ειπώθηκαν την ίδια μέρα με την ανακοίνωση του πορίσματος για τη διάλυση του συστήματος της Κοινωνικής Ασφάλισης, επίσης κατά τις προδιαγραφές των πάγιων αξιώσεων που προβάλλουν τα τμήματα του εγχώριου κεφαλαίου. Μάλιστα, ο πρόεδρος του ΣΕΒ χαρακτηριστικά τόνισε: «Ο ΣΕΒ είναι αποφασισμένος να βρίσκεται στην πρωτοπορία της προσπάθειας».
Εξίσου χαρακτηριστική είναι η ανακοίνωση του ΣΕΒ. Μέσω του «εβδομαδιαίου δελτίου για την ελληνική οικονομία» και αναφερόμενοι στο πόρισμα της «Επιτροπής σοφών», επισημαίνουν: «Η λήψη μέτρων εξορθολογισμού των λειτουργικών δαπανών και η σε βάθος μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος θα δημιουργήσουν κατάλληλες συνθήκες για τη μείωση των πρωτογενών δαπανών τα επόμενα χρόνια. Ετσι θα οδηγηθεί η χώρα σε πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ από το 2018 - 2019 και μετά», τονίζεται χαρακτηριστικά. Σύμφωνα με το ΣΕΒ, η επίτευξη των αντιλαϊκών στόχων του τρίτου μνημονίου, σε ό,τι αφορά τα πρωτογενή πλεονάσματα, έχει ως βασικό άξονα τις νέες παρεμβάσεις στο ασφαλιστικό σύστημα.
Παραπέρα αποκαλύπτεται και η ταξική σκοπιά της συζήτησης σχετικά με την ελάφρυνση του κρατικού χρέους. Οπως τονίζει ο ΣΕΒ, η αποκατάσταση των πρωτογενών πλεονασμάτων θα είναι συμβατή με τη «δημοσιονομική σταθερότητα σε μια χώρα όπου η βιωσιμότητα του χρέους είναι αναγκαία συνθήκη για την ανάκαμψη των επενδύσεων σε μονιμότερη βάση». Σε αυτό το πλαίσιο, είναι επιβεβλημένος ο μόνιμος χαρακτήρας και των νέων αντιλαϊκών μέτρων, ακόμη και στη φάση της καπιταλιστικής ανάκαμψης και ανάπτυξης.
«Σε κάθε περίπτωση, το ασφαλιστικό σύστημα πρέπει να αναμορφωθεί ριζικά, δίνοντας τη σημασία στη μη υποχρεωτική ασφάλιση σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα» λένε.
Ειδική αναφορά κάνουν στο δεύτερο και τον τρίτο πυλώνα της Ασφάλισης, δηλαδή στα «επαγγελματικά ταμεία» και την ιδιωτική Ασφάλιση. Πρόκειται για ιδιωτικά ασφαλιστικά προγράμματα που παρέχονται από τις ασφαλιστικές εταιρείες, ενώ και τα επαγγελματικά ταμεία θα λειτουργούν με τη λογική των ασφαλιστικών εταιρειών.
Προαναγγέλλουν, επί της ουσίας, τη γενικευμένη καρατόμηση των συντάξεων, ανεξάρτητα από ύψος: «Οι πολιτικές που εστιάζουν σε περικοπές μόνο των υψηλότερων συντάξεων (των οποίων οι δικαιούχοι έχουν καταβάλλει τις μεγαλύτερες εισφορές) αποδομούν (...) την ανταποδοτικότητα του συστήματος».
Δείχνουν στην κατεύθυνση της συρρίκνωσης των κρατικών κονδυλίων που αφορούν στις λαϊκές ανάγκες, τονίζοντας: «Ανησυχούμε σφόδρα όταν διαβάζουμε ότι η μεταβίβαση στο νέο σύστημα θα απαιτήσει, σύμφωνα με το πόρισμα, νέους φόρους στους συνεπείς φορολογούμενος για τη βιωσιμότητά του». Αλλωστε, απαίτησή τους είναι η δραστική μείωση της φορολογίας τους.
Η συγκρότηση «Παρατηρητηρίου Μεταρρυθμίσεων» συζητήθηκε, μεταξύ άλλων, στο πλαίσιο χτεσινής συνάντησης του υπουργού Οικονομίας Γ. Σταθάκη, της αναπληρώτριας υπουργού Βιομηχανίας Θ. Τζάκρη, του υφυπουργού Δημοσίων Επενδύσεων Αλ. Χαρίτση, με κλιμάκιο του ΣΕΒ υπό τον πρόεδρό του, Θ. Φέσσα.
Ο Γ. Σταθάκης τόνισε τη «στροφή» της πολιτικής της κυβέρνησης προς την ενίσχυση της βιομηχανίας με την ενσωμάτωση του τομέα στο υπουργείο και αναφέρθηκε στις κυβερνητικές δράσεις σχετικά με τα υπάρχοντα και νέα χρηματοδοτικά εργαλεία, στον υπό κατάρτιση νέο «αναπτυξιακό νόμο», καθώς επίσης στις «επικείμενες αλλαγές στον τομέα των στρατηγικών επενδύσεων». Σύμφωνα με τον Γ. Σταθάκη, το ζήτημα αυτό «συνδέεται άμεσα και με το μείζον θέμα της απλοποίησης των διαδικασιών για την αδειοδότηση των επιχειρήσεων, το οποίο συνιστά όχι μόνο ανάγκη της χώρας αλλά και μνημονιακή υποχρέωση».
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος του ΣΕΒ, Θ. Φέσσας, εξέφρασε τη διάθεση του Συνδέσμου να «συνδράμει» στο έργο της κυβέρνησης, αξιοποιώντας την τεχνογνωσία και μακρά εμπειρία του ΣΕΒ, με στόχο την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη υλοποίηση του προγράμματος της κυβέρνησης. Υπογράμμισε, επίσης, τη θέση του ΣΕΒ για μια νέα πολιτική ενίσχυσης των επενδύσεων, που θα κάνει χρήση σύγχρονων εργαλείων (φορολογικά κίνητρα, αποσβέσεις, κ.λπ.).
Ο ΣΕΒ έχει βάλει στο τραπέζι την πρόταση για συγκρότηση ενός αυτοτελούς, δημοσίου χαρακτήρα, ευέλικτου φορέα ειδικού σκοπού, για το συντονισμό της υλοποίησης του νέου μνημονίου. Οπως αναφέρουν, το «Reform Agency» θα αναλάβει να εξειδικεύσει, να οργανώσει και να συντονίσει την υλοποίηση της νέας τριετούς συμφωνίας, καθώς και κρίσιμων μεταρρυθμίσεων, διαμοιράζοντας τη συλλογική ευθύνη, ενεργοποιώντας και συντονίζοντας τους αναγκαίους πόρους και διασφαλίζοντας τη συνεργασία με τους θεσμούς και τους εξωτερικούς αξιολογητές της υλοποίησής της.
Ο ΣΕΒ εκτιμά ότι το τρίτο μνημόνιο απαιτεί εξειδίκευση και λεπτομερή σχεδιασμό, ώστε η αντιλαϊκή συμφωνία με τους πιστωτές του ελληνικού κράτους να μετατραπεί από ένα κείμενο δημοσιονομικών στόχων και δεσμεύσεων σε ένα ολοκληρωμένο και υλοποιήσιμο μεταρρυθμιστικό σχέδιο.
Επί της ουσίας, αποτελεί το «παράλληλο πρόγραμμα» των βιομηχάνων και των άλλων τμημάτων το ελληνικού κεφαλαίου, στη ρότα της λεγόμενης παραγωγικής ανασυγκρότησης.
Μεταξύ άλλων, ο ΣΕΒ... προτείνει:
-- Διατήρηση της μακροβιότητας του ασφαλιστικού συστήματος μέσω της άμεσης εφαρμογής κατάλληλων μεταρρυθμίσεων. Αξιοποίηση της πανευρωπαϊκής τάσης για συνταξιοδοτικά σχήματα που συμφωνούνται στο πλαίσιο της εργασίας (occupational pension schemes) και λειτουργούν συμπληρωματικά με τη δημόσια Κοινωνική Ασφάλιση, ενώ θα στηρίζονται όλο και περισσότερο στο κεφαλαιοποιητικό σύστημα. Σύνδεση της πρόσθετης σύνταξης με την επαγγελματική απασχόληση του ασφαλισμένου σε συγκεκριμένη εταιρεία ή σε συγκεκριμένο κλάδο απασχόλησης. Ουσιαστικά θέλει μια «εθνική σύνταξη» φιλοδώρημα, όπως και η κυβέρνηση και +++η συμπληρωματική, όπως λέει, να γίνεται μετά από διαπραγματεύσεις εργοδοτών - εργαζομένων (αν συμφωνήσουν). Αυτό σημαίνει η πρότασή του για «μη υποχρεωτική Ασφάλιση, σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα».
-- Οι αγορές ενέργειας, εργασίας, υπηρεσιών, μεταφορών, εφοδιαστικής κ.τ.λ., που σχετίζονται με την παραγωγή, είναι ανοικτές και ανταγωνιστικές, ώστε να επιτρέπουν στη βιομηχανία και τη μεταποίηση να είναι ανταγωνιστικές στο διεθνές περιβάλλον. Πρόκειται για τις νέες σαρωτικές αντεργατικές παρεμβάσεις μείωσης της τιμής της εργατικής δύναμης, αλλά και απαιτήσεις για φτηνή ενέργεια στη βιομηχανία.
-- Παροχή φορολογικών κινήτρων για τις ασφαλιστικές εισφορές, τόσο για τα επαγγελματικά Ταμεία όσο και για τις ασφαλιστικές εταιρείες, προκειμένου, όπως λένε, «να τονωθεί η αποταμίευση και ο ανταγωνισμός, που θα οδηγήσει σε πιο αποτελεσματικά συνταξιοδοτικά συστήματα προς όφελος των εργαζομένων». Ζητούν φοροαπαλλαγές, για συνταξιοδοτικά σχήματα που συμφωνούνται στο πλαίσιο της εργασίας, είτε ασφαλίζουν σε επαγγελματικά Ταμεία είτε σε ασφαλιστικές εταιρείες τους εργαζομένους τους. Αξιώνουν Κοινωνική Ασφάλιση που θα δίνει συντάξεις - φιλοδωρήματα και παροχές - ψίχουλα.
-- Κωδικοποίηση της εργασιακής νομοθεσίας, ώστε να υπάρχει αφενός ασφάλεια δικαίου, αφετέρου να δημιουργηθεί κατάλληλο πεδίο ανάπτυξης και ισχυροποίησης του «κοινωνικού διαλόγου». Σε αυτό το πλαίσιο, αξιώνουν μέτρα μείωσης του «μη μισθολογικού κόστους», όπως την παροχή φορολογικών κινήτρων για τους εργοδότες που αυξάνουν τις θέσεις εργασίας (π.χ. μείωση φόρου των επιχειρήσεων αντίστοιχη με το κόστος επιδόματος ανεργίας για κάθε νέα θέση εργασίας), χρηματοδότηση για κατάρτιση και πρακτική άσκηση των νεοεισερχομένων στην αγορά εργασίας.
-- Συμψηφισμό των σωρευμένων ζημιών με τα κέρδη της εκάστοτε επόμενης δεκαετίας.
-- Εξισορρόπηση του φορολογικού κόστους των επιχειρήσεων για τη μισθωτή εργασία, όπου «σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, καταγράφεται μεγάλη επιβάρυνση σε φόρους και εισφορές για την Ελλάδα».
-- Βελτίωση του θεσμικού πλαισίου για τις αναδιαρθρώσεις επιχειρήσεων. Δηλαδή, να μπορούν εύκολα και χωρίς «γραφειοκρατικά εμπόδια» - όπως λένε - ή ελέγχους, να επεκτείνονται, να συμπληρώνουν ή να αλλάζουν αντικείμενο κ.λπ.
-- Μείωση του κόστους μεταβίβασης εταιρικών μεριδίων και στοιχείων του Ενεργητικού. Ουσιαστικά, θέλουν στις μεταξύ τους αγοραπωλησίες να μειωθεί δραστικά τόσο η φορολογία όσο και το κόστος των ίδιων των πράξεων.
-- Αύξηση του ποσοστού των ενεχύρων που αναγνωρίζει η ΕΚΤ (στο 90% από 57%) και μάλιστα με την αναγνώριση και των τιτλοποιημένων ελληνικών εταιρικών ομολόγων.
-- Μείωση του ενεργειακού κόστους για τη βιομηχανία, συμβάσεις παροχής «διακοπτόμενου φορτίου» κ.ά.
-- Ριζική αναθεώρηση των επενδυτικών κινήτρων, με όρους ανταγωνιστικότητας, αγορών, απόδοσης, καινοτομίας, εξωστρέφειας, τεχνολογίας κ.ά., με επίκεντρο τη δημιουργία κινήτρων και την άρση «εμποδίων» σε όλο το φάσμα της παραγωγικής διαδικασίας.
-- Αμεση δημιουργία Επενδυτικής Τράπεζας, η οποία θα εστιάζει σε «επενδύσεις μεγαλύτερης κλίμακας στην οργανωμένη βιομηχανική παραγωγή», με έμφαση στην αύξηση των διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων.
-- Συμπράξεις Δημοσίου - ιδιωτών για την υποστήριξη επιχειρήσεων σε διεθνείς αναδυόμενες αγορές, όπου ήδη υπάρχει αξιόλογη ελληνική παρουσία.
--Αρση εμποδίων στο διασυνοριακό εμπόριο. Σε αυτό το πλέγμα, αξιώνουν τη δημιουργία «ολοκληρωμένων εμπορευματικών πυλών στα μεγάλα λιμάνια της χώρας», αλλά και τις υποδομές της «εφοδιαστικής αλυσίδας» για την «ταχύτερη και οικονομικότερη διάθεση προϊόντων στις διεθνείς αγορές».
-- Συμπλήρωση της νομοθεσίας για την ανάπτυξη επιχειρηματικών πάρκων, στα σημεία όπου «παρουσιάζονται προβλήματα» (χρόνοι αδειοδότησης, θέματα διαχείρισης κ.ά.). Επίσης, την ανάπτυξη νέων επιχειρηματικών πάρκων από τα κεφάλαια του νέου ΕΣΠΑ.
Στο σημερινό 4σέλιδο «Διεθνή και Οικονομία» μπορείτε να διαβάσετε τα εξής θέματα:
ΣΕΒ - Κυβέρνηση: Τα... «διαχρονικά αιτήματα» του εγχώριου κεφαλαίου και τα... «ευήκοα ώτα» της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ.
Ευρωζώνη: Νέα επεισόδια στην κόντρα για την «οικονομική διακυβέρνηση».
ΑΝΤΙΛΑΪΚΑ «ΣΧΕΔΙΑ Β' ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ»: Η ανακοίνωση «Διεθνούς Συνδιάσκεψης» το Νοέμβρη αναδεικνύει ότι δυναμώνουν οι διεργασίες περί «εναλλακτικών» που αναζητούν τμήματα των αστικών τάξεων.
ΒΡΕΤΑΝΙΑ: Θέσεις μάχης για την προάσπιση διαφορετικών μερίδων του μεγάλου κεφαλαίου στη Βρετανία παίρνουν τα στρατόπεδα υπέρ ή κατά της αποχώρησης της χώρας από την ΕΕ, ενόψει δημοψηφίσματος.
Ηδη η γερμανική Βουλή ψήφισε νόμο ώστε το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών να καθορίζει «τα σχέδια αναδιάρθρωσης τραπεζών, τη διαχείριση επιχειρηματικού ρίσκου και τη λήψη εσωτερικών αποφάσεων». Ετσι εμποδίζει την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) να ελέγχει προληπτικά γερμανικές τράπεζες και να ζητά μέτρα όπως η ανακεφαλαιοποίησή τους. Σύμφωνα με το «Bloomberg», η ΕΚΤ εξετάζει το ενδεχόμενο να ζητήσει από την Κομισιόν να προσφύγει, όπως έχει δικαίωμα, στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης κατά της Γερμανίας, με αφορμή αυτό το νόμο. Η γερμανική κυβέρνηση λέει ότι είναι πρώτα απ' όλα δική της υπόθεση το γερμανικό τραπεζικό σύστημα. Και πράγματι, υπάρχει πρόβλημα, αφού η Deutsche Bank έχει τις υψηλότερες τριμηνιαίες ζημίες της τελευταίας δεκαετίας, ύψους 6,2 δισ. ευρώ στο τρίτο τρίμηνο 2015. Θα αφήσει η γερμανική κυβέρνηση τέτοια προβλήματα να τα χειρίζεται η ΕΚΤ, το συμβούλιο της οποίας αποτελείται από τους κεντρικούς τραπεζίτες των κρατών της Ευρωζώνης με τις αντιθέσεις τους;
Βεβαίως, στην Ευρωζώνη αναζητούν τρόπους θωράκισής της από την οικονομική κρίση, ακατόρθωτο βεβαίως στον καπιταλισμό, ή τη διαχείρισή της με τις λιγότερες απώλειες για το κεφάλαιο, την αποφυγή αλληλεπίδρασης από το ένα κράτος στο άλλο, αλλά και την αποφυγή διόγκωσης των δημοσίων ελλειμμάτων και των κρατικών χρεών, άρα την επιβολή κανόνων και θεσμικών μέτρων που εντάσσονται στη λεγόμενη «οικονομική διακυβέρνηση».
Θυμίζουμε ότι ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών, Εμ. Μακρόν, σε συνέντευξή του στη γερμανική εφημερίδα «Suddeutsche Zeitung», είχε πει: «Επιθυμούμε την επανίδρυση της Ευρώπης. Η κρίση στην Ευρωζώνη και οι διαπραγματεύσεις για το νέο πακέτο βοήθειας προς την Ελλάδα έδειξαν ότι η νομισματική ένωση δεν μπορεί να συνεχίσει να πορεύεται με τον ίδιο τρόπο. Η τρέχουσα κατάσταση οδηγεί στην αυτοκαταστροφή».
Η Γαλλία προτείνει τη δημιουργία μιας «οικονομικής κυβέρνησης στην Ευρωζώνη», στην οποία «θα ηγείται ένας επίτροπος με ευρείες εξουσίες, δε θα πρόκειται απλώς για έναν υπουργό αρμόδιο για τα δημοσιονομικά στο εσωτερικό της Ευρωζώνης, αλλά για κάποιον που θα προσφέρει πόρους για επενδύσεις ή θα έχει λόγο στην εργασιακή πολιτική» των 19 κρατών της Ευρωζώνης.
Ο «ευρωεπίτροπος» θα πρέπει να διαθέτει σημαντικά περισσότερα οικονομικά μέσα απ' ό,τι μέχρι τώρα: «Οσο μεγαλύτερος ο προϋπολογισμός, τόσο πιο αξιόπιστη θα είναι η Ευρώπη, ενώ τα περισσότερα χρήματα είναι απαραίτητα ώστε να προστατευθούν τα κράτη - μέλη από τις οικονομικές αναταράξεις».
Ταυτόχρονα, ο Εμ. Μακρόν παραδέχτηκε ότι «η πρότασή του απαιτεί από τη Γερμανία να σπάσει κάποια ταμπού, καθώς μέχρι τώρα το Βερολίνο απορρίπτει κατηγορηματικά τα σχέδια για μια ένωση μεταφοράς χρημάτων. Αν τα κράτη - μέλη, όπως πριν, δεν είναι έτοιμα να δεχτούν ένα είδος μεταφοράς χρημάτων στο εσωτερικό της Ευρωζώνης, μπορούμε να ξεχάσουμε το ευρώ και την Ευρωζώνη! Δεν μπορεί να υπάρξει νομισματική ένωση χωρίς την εξίσωση των δημοσιονομικών (των χωρών - μελών)! Οι ισχυροί πρέπει να βοηθήσουν».
Με άρθρο - παρέμβαση («Καθημερινή» 30/9/2015), ο Γενς Βάιντμαν, πρόεδρος της Μπούντεσμπανκ (Κεντρική Τράπεζα της Γερμανίας), απαντά: «Το ελληνικό δράμα, τα μεγάλα ελλείμματα και η αναιμική ανάπτυξη στο μεγαλύτερο μέρος της ζώνης του ευρώ αποκαλύπτουν τη σημασία της αποφασιστικής προώθησης των μεταρρυθμίσεων. Διατηρώ, επίσης, την πεποίθηση ότι η αρχή της ευθύνης, τόσο σημαντική σε μια οικονομία της αγοράς, πρέπει να τεθεί και πάλι σε εφαρμογή, με ακόμη μεγαλύτερη αυστηρότητα. Η αρχή αυτή ορίζει ότι αυτός που λαμβάνει τις αποφάσεις αναλαμβάνει επίσης την ευθύνη για τις επιπτώσεις των αποφάσεων αυτών. Μόνο έτσι θα μπορέσει η νομισματική μας ένωση να σταθεροποιηθεί σε βάθος χρόνου».
«Η σχετικά χαλαρή εφαρμογή των κανόνων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής από τα κράτη - μέλη με μεγάλα ελλείμματα απειλεί να υποσκάψει την αξιοπιστία και την αποτελεσματικότητα των κανόνων αυτών», λέει σε άλλο σημείο.
Θεωρεί ανεύθυνη την οικονομική πολιτική στα κράτη - μέλη που έχουν δημιουργήσει μεγάλα δημόσια ελλείμματα και κρατικά χρέη, γιατί δυσκολεύουν τη διαχείριση της κρίσης, ενώ δε συμμορφώνονται με τους δείκτες του Συμφώνου Σταθερότητας (χαλαρή εφαρμογή των κανόνων), με απόφαση των κυβερνήσεων (Γαλλία).
Και συνεχίζει: «Αυτές τις μέρες, ολοένα και περισσότερες φωνές ζητούν μεγαλύτερη αλληλεγγύη. Η αλληλεγγύη, όμως, δεν αποτελεί λύση για τις οικονομικές και δημοσιονομικές αποτυχίες. Η οικονομική βοήθεια εξασφαλίζει χρόνο για τις αναγκαίες διαδικασίες προσαρμογής, αλλά δεν μπορεί να λειτουργήσει ως υποκατάστατό τους. Το πακέτο διάσωσης του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, η τραπεζική ένωση και το Δημοσιονομικό Σύμφωνο - νέες μέθοδοι και δομές, σχεδιασμένες για μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και για την ενίσχυση της αλληλεγγύης - αναπτύχθηκαν για την αντιμετώπιση της κρίσης. Μόλις, όμως, ένα κράτος - μέλος χρησιμοποιήσει ως επιχείρημα την εθνική του κυριαρχία για να αθετήσει τις συμφωνίες, τότε η αλληλεγγύη έχει φτάσει στα όριά της, όπως άλλωστε κατέστη σαφές και στην ελληνική κρίση.
Η συνεργασία μεταξύ κρατών δε θα μακροημερεύσει, άλλωστε, αν κάθε συμβαλλόμενος μπορεί να εγείρει απαιτήσεις, αφήνοντας τη συλλογικότητα να αναλάβει τη δαπάνη. Η δυνατότητα λήψης αποφάσεων και η ευθύνη γι' αυτές πρέπει έτσι να είναι βιώσιμα ευθυγραμμισμένες στη νομισματική ένωση».
Τι λέει εδώ; Οτι δεν μπορεί, επειδή αποφασίστηκαν μέτρα, δομές και θεσμοί για την αντιμετώπιση της κρίσης, αυτό να θεωρείται ως «αλληλεγγύη» προστασίας των κρατών και επομένως να ασκείται εθνική πολιτική που οδηγεί σε ελλείμματα, χρέη, ζητώντας μετά να κατανέμονται οι ζημιές σε όλη την Ευρωζώνη. Δε γίνεται, επίσης, να υπάρχει διαφοροποίηση στην πολιτική διαχείρισης της κρίσης στα κράτη - μέλη, απ' αυτήν της Ευρωζώνης. Αρα, αφήστε τα περί εθνικής κυριαρχίας στην άσκηση οικονομικής πολιτικής και ευθυγραμμιστείτε με τους κανόνες της ΟΝΕ. Εδώ πάλι φωτογραφίζει βασικά τη Γαλλία και την Ιταλία, αλλά και την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, που ζητά πανευρωπαϊκή διαχείριση του χρέους, αλληλεγγύη, χαλάρωση της πολιτικής που απορρέει από το Σύμφωνο Σταθερότητας κ.λπ.
Βεβαίως, τέτοια προβλήματα δημιουργούνται αντικειμενικά, αφενός λόγω ανισομετρίας, αφετέρου επειδή ο κύκλος της κρίσης δε βρίσκεται σε όλα τα κράτη όπου έχει εκδηλωθεί, στο ίδιο σημείο. Επίσης, οι απαιτήσεις του κεφαλαίου ή τμημάτων του σε κάποια κράτη, για διαφορετικό μείγμα πολιτικής διαχείρισης της κρίσης, έχουν σχέση με τα παραπάνω, αλλά και με τις διεθνείς τους σχέσεις και αλληλεξαρτήσεις, τους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς κ.λπ. Αυτό οξύνει και τις αντιθέσεις στην Ευρωζώνη.
Λέει επίσης σε άλλο σημείο: «Δύο θεμελιώδεις επιλογές ανοίγονται μπροστά μας. Η πρώτη, βασισμένη στο ισχύον νομικό πλαίσιο (Μάαστριχτ plus), επιδιώκει την περαιτέρω ενίσχυση της ευθύνης κάθε κράτους - μέλους και των επενδυτών, επιτρέποντας τη συλλογική λήψη αποφάσεων μόνο μέσα σε σαφώς καθορισμένο πλαίσιο. Η δεύτερη επιλογή θα ήταν μια πολιτική ένωση στην οποία τα κεντρικά ευρωπαϊκά όργανα θα έχουν τη δυνατότητα ευθείας παρέμβασης, εφόσον η οικονομική και δημοσιονομική πολιτική κράτους - μέλους βρίσκεται εμφανώς σε λανθασμένη τροχιά. Ως αντάλλαγμα σε μια τέτοια απώλεια εθνικής κυριαρχίας - που θα απαιτούσε την τροποποίηση των ευρωπαϊκών συμφώνων και συνταγματικές μεταρρυθμίσεις σε πολλά κράτη - θα μπορούσε να προσφερθεί η δυνατότητα ενίσχυσης της συλλογικής λήψης αποφάσεων, καθώς και οι μεταβιβάσεις δημοσιονομικών βαρών. Οι πολιτικοί, όμως, αποφεύγουν να επιλέξουν κάποια από τις παραπάνω επιλογές.
Οι πρόσφατες προτάσεις για Ευρωπαίο υπουργό Οικονομικών ή ευρωπαϊκή οικονομική κυβέρνηση μού φαίνονται και αυτές επιπόλαιες. Αν το θέμα αφορούσε μόνο την παροχή επιπλέον χρηματοδότησης σε προβληματικά κράτη - μέλη, η ευθύνη θα ήταν ασαφώς κατανεμημένη και τα κίνητρα απατηλά. Θα ήταν σφάλμα να ανταμειφθεί η κακή εθνική οικονομική πολιτική με ευρωπαϊκά κεφάλαια.
Οσο εκλείπει η βούληση για σημαντικά βήματα προς την κατεύθυνση της μεγαλύτερης ενσωμάτωσης, συμπεριλαμβανομένων και των αναγκαίων νομοθετικών πρωτοβουλιών, το ισχύον πλαίσιο του Μάαστριχτ πρέπει να ενισχυθεί και να θωρακιστεί απέναντι στις κρίσεις. Αυτό εξαρτάται από τρεις παράγοντες: Ενα ανθεκτικό οικονομικό σύστημα, αποτελεσματικούς μηχανισμούς διαχείρισης ενδεχόμενης κρίσης και λειτουργικούς δημοσιονομικούς κανόνες. Η ατομική ευθύνη κάθε κράτους - μέλους και εκείνη των επενδυτών πρέπει να καταστεί σαφής.
Η σημερινή συζήτηση για το μελλοντικό ρόλο της Κομισιόν ενισχύει τα επιχειρήματα υπέρ της απόδοσης των αρμοδιοτήτων εποπτείας προϋπολογισμών και κανονισμών σε ανεξάρτητη θεσμική αρχή. Ενας τέτοιος θεσμός θα είχε αδιαμφισβήτητη εντολή και καμία εμπλοκή στην πολιτική διαπραγμάτευση της Ευρώπης».
Αυτό το τελευταίο έχει σχέση με την απαρέγκλιτη εφαρμογή ισοσκελισμένων και πλεονασματικών προϋπολογισμών, ζήτημα στο οποίο η Κομισιόν μπορεί να δείξει ελαστικότητα, ιδιαίτερα σε ισχυρά κράτη, όπως Γαλλία, Ιταλία. Αλλά, όλο το απόσπασμα του άρθρου απαντά στις γαλλικές προτάσεις για το ίδιο ζήτημα και γίνεται ολοφάνερο, συγκρίνοντας τη συνέντευξη του Εμ. Μακρόν με το άρθρο του Γ. Βάιντμαν. Που βάζει ουσιαστικά το θέμα ότι η πολιτική ενοποίηση απαιτεί αναγκαστικά απώλεια εθνικής κυριαρχίας και ενσωμάτωση στην Ενωση, διαφορετικά, κάθε κράτος - μέλος έχει την ευθύνη το ίδιο να αντιμετωπίζει τα προβλήματα από τις κρίσεις, τα χρέη, προτείνοντας μέτρα θωράκισης των ΕΕ και Ευρωζώνης, του κοινού νομίσματος, από τις συνέπειες της κρίσης, του χρέους, σε ένα κράτος - μέλος. Θυμίζουμε την επεξεργασία Σόιμπλε για χρεοκοπία κράτους εντός Ευρωζώνης, χωρίς τα άλλα κράτη να πάθουν ζημιά.
Οι αντιθέσεις έχουν σχέση με κέρδη και ζημιές των κεφαλαίων των διαφορετικών κρατών - μελών της Ευρωζώνης και της ΕΕ στο πλαίσιο διαχείρισης της οικονομίας τους, με δεδομένη την ασθενική καπιταλιστική ανάπτυξη τόσο στην Ευρωζώνη όσο και διεθνώς (επιβράδυνση) ή την ύφεση σε κάποια από τα κράτη - μέλη. Οπως και το ποιου κράτους τα κεφάλαια θα ισχυροποιηθούν στα πλαίσια του διεθνούς ανταγωνισμού, άρα διαπλέκονται και με τους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, (π.χ. κόντρα ΗΠΑ - Γερμανίας). Και θα οξύνονται ακόμη περισσότερο, χωρίς να αποκλείεται και η Ευρωζώνη δύο ταχυτήτων, αν και αυτό αποτυπώνεται ήδη με τη διαφορετική κατάσταση των οικονομιών, τις διαφορετικές συμμαχίες κρατών εντός Ευρωζώνης, τις δύο γραμμές στη διαχείριση και την «οικονομική διακυβέρνηση», με επικεφαλής τη Γερμανία από τη μία και τη Γαλλία από την άλλη. Ηδη, ο Β. Σόιμπλε, σε συνέντευξη στη γερμανική εφημερίδα «Frankfurter Allgemeine», έχει πει για τη δημιουργία μιας Ευρώπης δύο ταχυτήτων, ότι όλες οι χώρες «δεν μπορούν ή δε θέλουν να επιτύχουν τα ίδια βήματα ενσωμάτωσης την ίδια στιγμή».
Ολα αυτά επιβεβαιώνουν τη θέση του ΚΚΕ ότι η διέξοδος για την εργατική τάξη, τα άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα, βρίσκεται στην πάλη για την εργατική - λαϊκή εξουσία, που θα αποδεσμεύσει την Ελλάδα από την ΕΕ, θα κοινωνικοποιήσει τα μονοπώλια και με κεντρικό σχεδιασμό και εργατικό έλεγχο η οικονομία θα ικανοποιεί τις λαϊκές ανάγκες.
Ειδικά στη Γαλλία, διευρύνεται συνέχεια η συζήτηση για την ανάγκη να υπάρξουν «εναλλακτικές» σε πολλές επιλογές της ΕΕ που διαμορφώνονται με βάση το σημερινό συσχετισμό δύναμης. Δεν είναι τυχαία η ποικιλία των προτάσεων που υπερασπιστές του γαλλικού κεφαλαίου καταθέτουν για τον τρόπο λειτουργίας και το μέλλον της ΕΕ, αποτυπώνοντας ακριβώς τις προσπάθειες της γαλλικής αστικής τάξης να διεκδικήσει «ισορροπίες» που θα ευνοήσουν τις δικές της προτεραιότητες. Στη συζήτηση αυτή, άλλωστε, συμμετέχει κατά ένα τρόπο και η ίδια η κυβέρνηση Ολάντ - Βαλς, που γκρινιάζει για «ανεπάρκεια» της σημερινής ΕΕ και ζητά «εμβάθυνση με διαφοροποιημένες ενσωματώσεις».
Μόνο και μόνο να καταγράψει κανείς όλους όσους έχουν διαφωνήσει και αποχωρήσει από το Σοσιαλιστικό Κόμμα (Parti Socialiste - PS), θα αποκτήσει μια λίστα με προτάσεις για το πώς το γαλλικό κεφάλαιο θα ανακτήσει έστω ένα μέρος της χαμένης του δύναμης και επιρροής, τόσο στην ευρωπαϊκή όσο και στη διεθνή αγορά.
Χαρακτηριστική είναι, για παράδειγμα, η συνάντηση με θέμα «Ευρώπη και κυριαρχία», που οργάνωσε τέλη του Σεπτέμβρη ο Ζαν Πιερ Σεβενεμά, πρώην στέλεχος του PS και υπουργός επί κυβερνήσεων Μιτεράν. Η κριτική που και ο συγκεκριμένος αστός ασκεί στην ΕΕ, γίνεται από τη σκοπιά υπεράσπισης του γαλλικού κεφαλαίου. Τον περασμένο Ιούλη, σχολιάζοντας την υπογραφή του νέου μνημονίου μεταξύ ΕΕ - Ελλάδας, ο Σεβενεμά μίλαγε για «μια άσχημη συμφωνία που θα επιδεινώσει την ύφεση» και συνέχιζε: «Η Ελλάδα είναι το δέντρο που κρύβει το δάσος: είναι το ενιαίο νόμισμα που ασθενεί. Πρόκειται για ασθένεια εκ γενετής, καθώς φέρνει σε αντιπαράθεση υπό τη σκέπη του οικονομίες πολύ ετερογενείς». Τόνιζε ότι «πρέπει να μεταρρυθμίσουμε το ενιαίο νόμισμα» και συμπλήρωνε ότι «αποτελεί βαρύ καθήκον της Γερμανίας και της Γαλλίας να προτείνουν αυτή τη μεταρρύθμιση, για να επιστρέψει όλη η Ευρώπη σε μονοπάτι κοινής ανάπτυξης. Θα χρειαστεί διαύγεια και θάρρος. Αυτό είναι το καλύτερο που μπορούμε να ευχηθούμε σε όσους μας κυβερνούν». Αυτό που αναγνωρίζεται ανοιχτά είναι η ανισομετρία των καπιταλιστικών οικονομιών στην ΕΕ και φυσικά η ανησυχία του γαλλικού κεφαλαίου για το αν θα κατορθώσει να τη «χειριστεί», προστατεύοντας τη δική του θέση και εξασφαλίζοντας μια ικανοποιητική κατάταξη απέναντι στους ανταγωνιστές του. Μάλιστα, η αναγνώριση κοινού «καθήκοντος» για Γερμανία - Γαλλία μοιάζει με αναγνώριση και της ανάγκης να υπάρξει συμβιβασμός μεταξύ τους, να συνεχιστεί η συνεργασία που άλλωστε υπαγορεύει η έκταση της διασύνδεσης γερμανικών και γαλλικών μονοπωλίων στη σημερινή διεθνοποιημένη οικονομία.
Ενδιαφέρον έχουν οι επισημάνσεις του Σεβενεμά για τις σχέσεις Γαλλίας - Ρωσίας. Μιλώντας στις 30 Αυγούστου στη «Ζουρνάλ ντε Ντιμάνς», επισήμαινε: «Ολη η ιστορία έχει επιδείξει την αναγκαιότητα μιας ισχυρής σχέσης μεταξύ της Γαλλίας και της Ρωσίας. Η ουκρανική κρίση θα μπορούσε τέλεια να είχε αποφευχθεί. Με τον όρο να μην επιβληθεί στην Ουκρανία μια επιλογή αδύνατη (να γίνει) μεταξύ της Ευρώπης και της Ρωσίας. Δεν πρέπει να οικοδομήσουμε τη συνέχεια της Ουκρανίας και της Ευρώπης κόντρα στη Ρωσία: αυτό θα αποτελούσε μια αίρεση... Η Γαλλία δεν μπορεί να είναι όμηρος μηχανών που υπερασπίζονται συμφέροντα τα οποία δεν είναι δικά της».
Εκφράζονται, δηλαδή, καθαρά οι συνέπειες που μπορεί να υποστεί η γαλλική πλουτοκρατία από την πετυχημένη (προς το παρόν) προσπάθεια άλλων κέντρων, όπως οι ΗΠΑ, να μπουν «σφήνες» στις σχέσεις ΕΕ - Ρωσίας, να διαρραγούν επιχειρηματικές και γεωπολιτικές συνεργασίες που ζημίωναν τις δικές τους επιδιώξεις. Αυτό που λέει ο Σεβενεμά είναι πως το γαλλικό κεφάλαιο πρέπει να αξιολογήσει ξανά τις προτεραιότητες στις διεθνείς του συμμαχίες και να αποφασίσει αν χρειάζεται να αναθεωρήσει επιλογές.
Ετοιμάζεται «Διεθνής Σύνοδος για το Σχέδιο Β'» στη Γαλλία, όπου μια σειρά δυνάμεις συμμετέχουν στη συζήτηση για τις «εναλλακτικές»
Μετά τη Διακήρυξη για τη σύγκληση «Διεθνούς Συνόδου για ένα Σχέδιο Β' για την Ευρώπη», διακήρυξη που το Σεπτέμβρη κυκλοφόρησε με τις υπογραφές μεταξύ άλλων των Ζ. Λ. Μελανσόν, Γ. Βαρουφάκη, Ζ. Κωνσταντοπούλου, Ο. Λαφοντέν και Στ. Φασίνα (ως επίλεκτα στελέχη αστικών πολιτικών δυνάμεων και κυβερνήσεων που υπηρέτησαν με ζήλο την αντιλαϊκή στρατηγική του μεγάλου κεφαλαίου), πριν μερικές μέρες ανακοινώθηκε η συγκρότηση «Δικτύου Ευρωβουλευτών για ένα Σχέδιο Β'». Σε συνέντευξη Τύπου που δόθηκε στις Βρυξέλλες, ο επικεφαλής του γαλλικού Αριστερού Μετώπου (στο οποίο συμμετέχει και το μεταλλαγμένο Γαλλικό ΚΚ), Ζαν Λικ Μελανσόν, δήλωσε πως η διεθνής συνάντηση θα γίνει στο Παρίσι, πιθανώς στα μέσα Νοέμβρη, ενώ χτες Παρασκευή είχε προγραμματιστεί και μία «ενδιάμεση συνάντηση» στις Βρυξέλλες.
Σημείο αναφοράς για το κάλεσμα που απηύθυναν όσοι συμμετείχαν στη συνέντευξη Τύπου ήταν η Διακήρυξη που παρουσιάστηκε ένα μήνα πριν, στο φεστιβάλ της εφημερίδας «Ουμανιτέ», αντανακλώντας την αγωνία όλων όσοι δυσανασχετούν επειδή τα γερμανικά μονοπώλια εξακολουθούν να προπορεύονται στην Ευρώπη (και όχι γιατί συνολικά τα μονοπώλια ως τάξη κουμαντάρουν την οικονομία, βυθίζοντας τους λαούς σε στερήσεις), καταγγέλλοντας κυβερνήσεις, όπως τη γαλλική και την ιταλική, ότι «συνθηκολογούν» με τη γερμανική (προσπερνώντας ως κάτι αυτονόητο την κλιμάκωση της αντιλαϊκής επίθεσης στην οποία πρωτοστατούν στις χώρες τους αλλά και γενικότερα), καταθέτοντας προτάσεις όπως την «επαναδιαπραγμάτευση» συνθηκών της ΕΕ, με κύριο μέλημα πώς τα κράτη - μέλη θα μπορούν «να αναπνεύσουν και να καθιερώσουν πολιτικές σε εθνικό επίπεδο» (και όχι φυσικά το ότι αυτές οι πολιτικές θα συνεχίσουν να στηρίζουν τα ταξικά συμφέροντα της τάξης που έχει την εξουσία και εκμεταλλεύεται τους εργαζόμενους).
Μάλιστα, ενδεικτική του προσανατολισμού που θα έχει και το «Δίκτυο» και η Σύνοδος, είναι η διευκρίνιση του Μελανσόν ότι η ιδέα είναι να δημιουργηθεί μια Διεθνής Σύνοδος που θα έχει τον ίδιο ρόλο με αυτή του Σάο Πάολο στις αρχές της δεκαετίας 1990 και που «ήταν η μήτρα μιας δεκάδας προοδευτικών κυβερνήσεων στη Λατινική Αμερική». Βέβαια, τα «σχήματα» τύπου Κοινωνικών Φόρουμ κυριάρχησαν ως μοχλοί που προώθησαν ενδοαστικές ανακατατάξεις, πρόβαλλαν ως φιλολαϊκές, κυβερνήσεις που ούτε ήθελαν ούτε μπόρεσαν να έρθουν σε ρήξη με το μεγάλο κεφάλαιο, τον αληθινό αντίπαλο των λαών. Αυτή είναι η αλήθεια και η επίκληση σε τέτοια «σχήματα» μόνο ανησυχία γεννά για τα λαϊκά συμφέροντα και τις σύνθετες ανάγκες που έχει σήμερα η ανασύνταξη του εργατικού - λαϊκού κινήματος, στη μόνη κατεύθυνση που μπορεί να εγγυηθεί τη δυναμική και την αποτελεσματικότητά του, δηλαδή κόντρα στα μονοπώλια.
Στη συνέντευξη ακούστηκαν και διάφορα άλλα ενδεικτικά: για παράδειγμα εκφράστηκε «απογοήτευση» για την παρέμβαση που νωρίτερα είχαν κάνει στο Ευρωκοινοβούλιο Μέρκελ - Ολάντ (λες και οι λαοί μπορούν να έχουν προσδοκίες από οποιονδήποτε πολιτικό εκπρόσωπο του κεφαλαίου). Αναφέρθηκε ακόμα ότι πλέον δημιουργείται η εντύπωση ότι η ΕΕ «μεταμορφώθηκε σε απειλή για τους λαούς» (λες και είναι νέα εξέλιξη ή κάποιου είδους απόκλιση από το στρατηγικά καθορισμένο χαρακτήρα της λυκοσυμμαχίας ως διακρατικής συμμαχίας ιμπεριαλιστών)...
Ενδεικτική ήταν και η διαπίστωση του Νίκου Χουντή, ευρωβουλευτή της Λαϊκής Ενότητας, ότι η Ευρωζώνη είναι το «θεσμικό πλαίσιο όπου δε χωρά δημοκρατία» (λες και γίνεται μια συνεργασία καπιταλιστικών κρατών να διασφαλίσει κάτι άλλο από τη δημοκρατία που υπαγορεύουν τα συμφέροντα του κεφαλαίου). Ειδική σημασία έχει και η ελπίδα που διατύπωσε ο Μελανσόν, ότι «θα μας ακολουθήσουν και οι Ευρωπαίοι σοσιαλιστές», αναδεικνύοντας την ετοιμότητα τέτοιων πρωτοβουλιών να δοθεί συγχωροχάρτι σε πρωτεργάτες της αντιλαϊκής θύελλας, αλλά και να επισφραγιστεί ξανά η συνεργασία διαφόρων «αριστερών» δυνάμεων με έμπειρους υπηρέτες του ευρωενωσιακού κεφαλαίου.
Οσον αφορά τις συμμετοχές στη συνέντευξη, εκτός από τους Μελανσόν και Χουντή, μίλησαν ο Χαβιέ Κούσο και η Μαρίνα Αλμπιόλ από την Ενωμένη Αριστερά (Izquierda Unida - IU) της Ισπανίας, η Σαμπίν Λόζινγκ από την Αριστερά (Die Linke) της Γερμανίας, ο Μίροσλαβ Ράνσντορφ από το ΚΚ Τσεχίας - Μοραβίας (KSCM).
Παράλληλα, ο Βρετανός πρωθυπουργός ασκεί πιέσεις και για μία σειρά άλλων «εξαιρέσεων» και πολιτικών, όπως να τερματιστεί η καταβολή βρετανικών επιδομάτων Πρόνοιας σε παιδιά μεταναστών που ζουν στο εξωτερικό, να μην υπάρχει ελεύθερη κίνηση πολιτών από τις νέες χώρες - μέλη της ΕΕ ώσπου να αναπτυχθούν οι οικονομίες τους, να ολοκληρωθούν οι διαδικασίες για ενιαία αγορά σε υπηρεσίες και μεγάλες εμπορικές συμφωνίες με τις ΗΠΑ και την Ασία, να υπάρξει αλλαγή των συμφωνιών της ΕΕ «όπου είναι απαραίτητο».
Η εκστρατεία των υποστηρικτών και πολέμιων του Brexit (της «εξόδου», αποχώρησης, δηλαδή, της Βρετανίας από την ΕΕ) έχει ήδη αρχίσει.
Προς το παρόν, το στρατόπεδο υπέρ της αποχώρησης της Βρετανίας από την ΕΕ απαρτίζεται από δύο ομάδες.
Η πρώτη, και ισχυρότερη, αποκαλείται «Vote Leave», δηλαδή «ΨΗΦΙΣΤΕ ΑΠΟΧΩΡΗΣΗ» και ξεκίνησε την εκστρατεία της στις 9 Οκτώβρη με επικεφαλής τον Μάθιου Ελιοτ, τον αρχηγό της επιχειρηματικής ομάδας του ευρωσκεπτικιστικού λόμπι «Business for Britain» και στελέχη άλλων δύο ευρωσκεπτικιστικών ομάδων, μία από το Εργατικό Κόμμα, «Labour Leave», και άλλη από το Συντηρητικό «Conservatives for Britain». Στο πλευρό του Μ. Ελιοτ ποζάρουν δισεκατομμυριούχοι και μεγάλοι επιχειρηματίες, όπως ο Πίτερ Κράντος (πρώην ταμίας του Συντηρητικού Κόμματος), ο Τζον Μιλς (ένας από τους μεγαλύτερους χρηματοδότες του Εργατικού Κόμματος) και ο Στιούαρτ Γουίλερ (πρώην ταμίας του ευρωσκεπτικιστικού κόμματος «UKIP» του Νάιτζελ Φάρατζ, που έκανε τεράστια περιουσία από το διαδικτυακό στοίχημα). Θέση υπέρ του «στρατοπέδου» των ευρωσκεπτικιστών πήρε στα μέσα της βδομάδας και ο πρόεδρος του ισχυρού τραπεζικού ομίλου Λόιντς του Λονδίνου και σύμβουλος των συντηρητικών Βρετανών πρωθυπουργών Τζον Μέιτζορ και Μάργκαρετ Θάτσερ, λόρδος Νόρμαν Μπλάγουελ, καθώς εκτιμά πως πλέον δεν υπάρχει «κανένα επιτακτικό οικονομικό και πολιτικό επιχείρημα» για να παραμείνει η Βρετανία στην ΕΕ χωρίς σημαντική αλλαγή στη σχέση της με την ΕΕ. Ο ίδιος απέρριψε επιπλέον τις ανησυχίες ότι η αβεβαιότητα για το εάν η Βρετανία θα παραμείνει στην ΕΕ ή όχι θα προκαλέσει σοβαρή οικονομική ζημία, υποστηρίζοντας ότι «ενώ η αβεβαιότητα ίσως σημαίνει πως κάποιες επιχειρηματικές επενδύσεις καθυστερήσουν βραχυπρόθεσμα, υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους η Βρετανία μάλλον θα παραμείνει ελκυστικός παγκόσμιος προορισμός, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα, και το να παραβλέπει κανείς τη δημοκρατική διαδικασία ίσως είναι ακόμα πιο δαπανηρό».
Οι υποστηρικτές του στρατοπέδου «Vote Leave» διατείνονται πως θέλουν μία νέα συμφωνία μεταξύ Βρετανίας και ΕΕ, που θα έχει «επίκεντρο το ελεύθερο εμπόριο και τη φιλική διμερή συνεργασία», τονίζοντας ότι θέλουν να αποτρέψουν την ΕΕ να πάρει μόνιμα τον έλεγχο της βρετανικής οικονομίας. Κεντρικά συνθήματά τους είναι «η εθνική κυριαρχία» και «πάρε τον έλεγχο». Στο «ταμείο» τους φέρεται πως έχουν ήδη διαθέσιμα περίπου 20.000.000 στερλίνες για την πραγματοποίηση της εκστρατείας προβολής των θέσεών τους.
Η άλλη ομάδα, επίσης υπέρ της εξόδου της Βρετανίας από την ΕΕ, ονομάζεται «Leave.EU» και έχει επικεφαλής τον Αρον Μπανκς, πλούσιο επιχειρηματία και υποστηρικτή του Νάιτζελ Φάρατζ του κόμματος «UKIP».
Κάποιοι θεωρούν πως είναι θέμα χρόνου οι δύο ομάδες να συγχωνευτούν ώστε να πάρουν τα 10.000.000 δολάρια που δικαιούται καθένα από τα δύο στρατόπεδα και τα οποία θα τους δώσει η αρμόδια κρατική επιτροπή για τη χρηματοδότηση της εκστρατείας τους.
Το άλλο στρατόπεδο, που υποστηρίζει την παραμονή της Βρετανίας στην ΕΕ, αποκαλείται «Britain Stronger in Europe» («Η Βρετανία ισχυρότερη εντός ΕΕ») και ξεκίνησε την εκστρατεία προβολής των θέσεών του στις 12 Οκτώβρη με επικεφαλής τον λόρδο Ρόουζ, πρώην ιδιοκτήτη της βρετανικής αλυσίδας πολυκαταστημάτων «Marks and Spencer». Ο λόρδος Ρόουζ έχει την υποστήριξη τριών πρώην πρωθυπουργών, του (συντηρητικού) Τζον Μέιτζορ, του (Εργατικού) Τόνι Μπλερ και του (επίσης Εργατικού) Γκόρντον Μπράουν, του λόρδου Μάντελσον (πρώην υπουργός των Εργατικών) και του Ντάνι Αλεξάντερ (στέλεχος των Φιλελεύθερων Δημοκρατών) . Στο πλευρό του βρίσκονται ακόμη και τρανταχτά ονόματα του επιχειρηματικού κόσμου, όπως ο ιδιοκτήτης της αεροπορικής εταιρείας «Virgin», Ρίτσαρντ Μπράνσον.
Τα δύο βασικά στρατόπεδα υπέρ και κατά της παραμονής της Βρετανίας στην ΕΕ φαίνεται να στοχεύουν ουσιαστικά στην κλιμάκωση της πίεσης αφενός για ουσιαστική επαναδιαπραγμάτευση της σχέσης του βρετανικού κεφαλαίου με την ΕΕ, αφετέρου στην επίτευξη σημαντικής, ει δυνατόν, «αναδόμησης» και στο εσωτερικό της λυκοσυμμαχίας, συνεχίζοντας την «παράδοση» δεκαετιών της «ειδικής σχέσης» Βρετανίας - ΕΕ από την εποχή, κιόλας, της Συντηρητικής πρώην πρωθυπουργού Μάργκαρετ Θάτσερ. Επιδιώκουν επίσης να προβληθούν ως εκφραστές και των άλλων χωρών - μελών της ΕΕ που δεν έχουν υιοθετήσει ως κοινό νόμισμα το ευρώ, ώστε να προωθήσουν με μεγαλύτερη επιτυχία μία διαφορετική νομισματική και οικονομική σχέση εντός ΕΕ, ώστε να μην «καπελώνονται» οι χώρες με δικό τους εθνικό νόμισμα από την πολιτική και τα συμφέροντα των άλλων 19 της Ευρωζώνης...
Ωστόσο, αστικά επιτελεία στη χώρα θεωρούν ότι για την ώρα δεν είναι πολλοί αυτοί που πραγματικά θέλουν και επιδιώκουν, με κάθε τρόπο, την αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ, διότι θεωρούν πως οι περισσότεροι (πολέμιοι και υποστηρικτές του Brexit) επιδιώκουν την κλιμάκωση της πίεσης στις Βρυξέλλες για μια «νέα συμφωνία» που θα αναπροσδιορίζει τις σχέσεις, δίνοντας μεγαλύτερη ευελιξία και ελευθερία στα βρετανικά μονοπώλια, προκειμένου και να επωφελούνται και από την ενιαία ευρω-ενωσιακή αγορά αλλά και να έχουν εισιτήριο «ελευθέρας» για μπίζνες οπουδήποτε στον πλανήτη: Σε αναδυόμενες οικονομικές υπερδυνάμεις (π.χ. Κίνα, Ινδία) ή ακόμη και στη Ρωσία, χωρίς τα βαρίδια «κυρώσεων» ή φραγμών που θέτουν εντός της ΕΕ ανταγωνιστικά μονοπώλια με ισχυρή επιρροή στα ευρω-ενωσιακά κέντρα λήψης αποφάσεων.
Από την άλλη, δε λείπουν και αυτοί, που θεωρούν πως η Ευρωζώνη είναι μια «τελειωμένη» ιστορία και πως η Βρετανία είναι καλό να εγκαταλείψει πρώτη το «πλοίο», χρησιμοποιώντας σε πρώτη φάση το ενδιάμεσο «στάδιο» επαναδιαπραγμάτευσης της σχέσης της με την ΕΕ. Ο Βρετανός επικεφαλής οικονομολόγων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Ολιβερ Μπλάντσαρντ, προειδοποιούσε προ ημερών (σύμφωνα με δημοσιεύματα του βρετανικού Τύπου) πως η Ευρωζώνη είναι καταδικασμένη να αποτύχει, καθώς τα σχέδια για κοινή φορολογία και δαπάνες μεταξύ των χωρών - μελών που έχουν υιοθετήσει το ευρώ ως κοινό νόμισμα «δε θα φέρουν ευημερία» και συνεπώς θα εντείνουν και θα κλιμακώσουν τις αντιθέσεις.
Είναι παράλληλα ενδιαφέρον και το ακόλουθο «κοινό» στοιχείο που παρατηρεί κανείς μεταξύ των επικεφαλής των υποστηρικτών και πολέμιων του Brexit: Και στα δύο στρατόπεδα πρωταγωνιστούν δισεκατομμυριούχοι και πανίσχυροι επιχειρηματίες, πρώην και νυν, χρηματοδότες των δύο μεγάλων κομμάτων (Συντηρητικό και Εργατικό). Αυτό αποδεικνύει πως αυτή η «επαναδιαπραγμάτευση» της σχέσης με τις Βρυξέλλες δεν γίνεται για τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, (της οποίας ο κόπος και ο πλούτος γίνονται αντικείμενο άγριας εκμετάλλευσης από τους καπιταλιστές είτε εντός, είτε εκτός ΕΕ), αλλά για τα συμφέροντα των μονοπωλίων.
Γι' αυτά τα συμφέροντα πασχίζει και ο Βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον, που σημείωνε πριν από λίγες βδομάδες, στο συνέδριο του Συντηρητικού Κόμματος: «Πιστέψτε με! Δεν έχω καμία ρομαντική προσκόλληση στην Ευρωπαϊκή Ενωση και τους θεσμούς της. Ενδιαφέρομαι μόνο για δύο πράγματα: την ευημερία της Βρετανίας και την επιρροή της Βρετανίας. Γι' αυτό θα αγωνιστώ τόσο σκληρά σ' αυτήν την επαναδιαπραγμάτευση, ώστε να πετύχουμε την καλύτερη συμφωνία και το καλύτερο και για τους δύο». Από την «κόντρα» στη Βρετανία αποδεικνύεται ότι η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα είναι καταδικασμένα αν εγκλωβιστούν στις «έγνοιες» των αστών. Η δική τους προοπτική είναι να σηκώσουν τη δική τους σημαία, για τη ρήξη με τους εκμεταλλευτές τους, για τη δική τους εξουσία, που θα θέσει και την οικονομία στην υπηρεσία των δικών τους αναγκών.