Σάββατο 16 Γενάρη 2016
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΤΡΑΠΕΖΙΚΟΙ ΟΜΙΛΟΙ
Ενδοκαπιταλιστικοί ανταγωνισμοί με επίκεντρο τη συγκέντρωση της επιχειρηματικής πίτας

Από συνάντηση του Αλ. Τσίπρα με τους εκπροσώπους της Ελληνικής Ενωσης Τραπεζών

Andrea Bonetti

Από συνάντηση του Αλ. Τσίπρα με τους εκπροσώπους της Ελληνικής Ενωσης Τραπεζών
Στον αφρό έρχεται το τελευταίο διάστημα η έντονη ενδοκαπιταλιστική διαπάλη που έχει ξεσπάσει γύρω από τον έλεγχο των εγχώριων τραπεζικών ομίλων. Στο επίκεντρο εμφανίζονται οι κόντρες και οι αντιθέσεις που αφορούν στη συγκρότηση των διοικητικών συμβουλίων, στο πλαίσιο βέβαια και της αξιολόγησής τους που θα ακολουθήσει στο επόμενο διάστημα. Την ίδια ώρα, οι διάφοροι μεγαλοεπενδυτές, με βάση και τη συμμετοχή τους στα μετοχικά κεφάλαια, όπως αυτή προκύπτει και μετά τις πρόσφατες ανακεφαλαιοποιήσεις, διεκδικούν ρόλο και παρουσία στην ενεργητική διαμόρφωση των επιχειρηματικών πλάνων του κάθε τραπεζικού ομίλου, διαγκωνιζόμενοι βέβαια και γύρω από το επίδικο ζήτημα της στελέχωσης των τραπεζών σε επιτελικό επίπεδο.

Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι σε αυτήν τη φάση η διαπάλη εντοπίζεται, κατά κύριο λόγο στο εσωτερικό του κάθε τραπεζικού ομίλου. Ετσι, για παράδειγμα, η «Paulson & Co», που κατέχει το 9% στην Πειραιώς, φέρεται να αποτελεί μέρος της διελκυστίνδας με το κρατικό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), αλλά και με άλλους μεγαλομετόχους, σε ό,τι αφορά τη συγκρότηση του Διοικητικού Συμβουλίου. Το ΤΧΣ από την πλευρά του, στη βάση και των όρων του τρίτου μνημονίου, γνωστοποίησε ότι δρομολογεί τις διεργασίες για την αξιολόγηση των Διοικητικών Συμβουλίων, ενώ για το σκοπό αυτό θα διορίσει ως σύμβουλο κάποια εξειδικευμένη εταιρεία, «αναγνωρισμένης εμπειρίας».

Εξίσου χαρακτηριστική είναι και η δήλωση από τον επικεφαλής του Γιούρογκρουπ, Γ. Ντάισελμπλουμ, ο οποίος μετά την προχτεσινή συνεδρίαση με ατζέντα την εφαρμογή του «προγράμματος» στην Ελλάδα, τόνισε ότι είναι σημαντικό να υπάρξει «αποπολιτικοποίηση» τόσο στο δημόσιο τομέα, όσο και στις διοικήσεις των τραπεζών, σημειώνοντας ότι το θέμα αυτό εξετάστηκε στη συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης.

Να υπενθυμίσουμε το γεγονός ότι για την τρέχουσα περίοδο, οι μέτοχοι των τραπεζών δεν πρόκειται να αποκομίσουν μερίσματα από τις τράπεζες, ακόμη και στην περίπτωση που καταγραφούν σημαντικά κέρδη από τους τραπεζικούς ομίλους στους οποίους μετέχουν. Και, βέβαια, δεν αποτελεί παραδοξότητα το γεγονός ότι αποφάσισαν να συμβάλουν με σημαντικά κεφάλαια στις ελληνικές τράπεζες. Και όχι μόνο για το ενδεχόμενο μελλοντικής διανομής μερισμάτων ή και για την απόκτηση άμεσου κέρδους από το ενδεχόμενο ανόδου των χρηματιστηριακών τιμών.

Οι λεγόμενοι «στρατηγικοί επενδυτές» των τραπεζών δίνουν το «παρών», πρώτα και κύρια, προκειμένου να έχουν λόγο και παρέμβαση στις αναδιαρθρώσεις άλλων επιχειρηματικών ομίλων, ακόμη και ολόκληρων κλάδων της οικονομίας και της παραγωγής. Ακριβώς σε αυτό το επίπεδο, βρίσκεται το «ζουμί» της υπόθεσης, η λεγόμενη «ενεργητική διαχείριση» των τραπεζών και των μεγαλομετόχων τους, στην προοπτική βέβαια της καπιταλιστικής ανάκαμψης, της μεγαλύτερης συγκέντρωσης της επιχειρηματικής πίτας και των κερδών.

Καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις με εφαλτήριο την αντιλαϊκή πολιτική

Σε αυτό το φόντο, οι αναδιαρθρώσεις, που κρίνονται αναγκαίες για την επάνοδο του κεφαλαίου σε φάση κερδοφορίας, έχουν άμεση σχέση με την πολιτική διαχείρισης για την έξοδο από την καπιταλιστική οικονομική κρίση, τη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων, την αποβολή από το κάδρο της «επιχειρηματικότητας» ακόμη και μεγάλων επιχειρήσεων που είτε δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν στα τραπεζικά τους χρέη και να ανακάμψουν, είτε δεν μπορούν να ανταποκριθούν στην κούρσα της ανταγωνιστικότητας, κάνοντας τις κατάλληλες εσωτερικές αναδιαρθρώσεις και επενδύσεις. Ταυτόχρονα, απαιτείται η δανειοδότηση και ενίσχυση επιχειρηματικών ομίλων που, όπως προβάλλει και ο ΣΕΒ, έχουν παραγωγή με υψηλή προστιθέμενη αξία, υψηλή ανταγωνιστικότητα και εξαγωγικό προσανατολισμό.

Τίποτα από τα παραπάνω δεν μπορεί να «περπατήσει», χωρίς τη διαμόρφωση του κατάλληλου «επιχειρηματικού κλίματος», για την προσέλκυση νέων κερδοφόρων επενδύσεων. Αυτές με τη σειρά τους έχουν ως «προαπαιτούμενο», την «επιτυχή έκβαση» της «αξιολόγησης» από την πλευρά των ιμπεριαλιστικών οργανισμών, άρα την πλήρη εφαρμογή των αντιλαϊκών μέτρων που προδιαγράφονται στο τρίτο μνημόνιο, αλλά και πέραν αυτού.

Σε αυτό το πλαίσιο, η επιχειρούμενη καπιταλιστική ανάκαμψη είναι αναπόσπαστα δεμένη με τη δυνατότητα φτηνής τραπεζικής χρηματοδότησης προς τους επιχειρηματικούς ομίλους, συμπληρωματικά με τις διακρατικές ενισχύσεις που περιμένουν μέσω του νέου ΕΣΠΑ και του «επενδυτικού πακέτου Γιούνκερ», καθώς και του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων των κρατικών προϋπολογισμών.

«Κόκκινα» επιχειρηματικά δάνεια και αναδιαρθρώσεις στην οικονομία

«Φρένο» σε αυτήν τη διαδικασία βάζουν τα προβληματικά δάνεια, τα οποία, σύμφωνα με τους τραπεζίτες δεσμεύουν κεφάλαια και μειώνουν την κερδοφορία των τραπεζών, με συνέπεια να είναι μειωμένη η δυνατότητα των τραπεζών να χορηγούν πιστώσεις στην οικονομία. Την ίδια ώρα, σταθερά στην ατζέντα του κεφαλαίου βρίσκεται και το ζήτημα της διαχείρισης των «κόκκινων» δανείων, γύρω από το οποίο εκδηλώνονται οι ανταγωνισμοί και η διαπάλη των τμημάτων του κεφαλαίου.

Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι βασικό ζήτημα προς διευθέτηση αποτελεί η διαχείριση των «κόκκινων» κοινοπρακτικών δανείων, αυτών των δανείων δηλαδή που χορήγησαν σε επιχειρήσεις περισσότερες από μια ή και όλες μαζί οι τράπεζες, για λόγους επιμερισμού του επιχειρηματικού ρίσκου. Από το σύνολο των προβληματικών επιχειρηματικών δανείων, ύψους περί τα 40 δισ. ευρώ, τα 25 δισ. ευρώ αφορούν σε κοινοπρακτικά δάνεια.

Σε αυτό το πλαίσιο, θα αντιμετωπιστούν με επιχειρηματικές συμπράξεις, με τη συμμετοχή και άλλων ενδιαφερόμενων «επενδυτών».

Σε πρώτο πλάνο εμφανίζεται η σύσταση κοινού οργανισμού, ο οποίος θα αναλάβει τη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων του τουριστικού κλάδου, για τον οποίο φαίνεται να εκδηλώνεται ειδικό ενδιαφέρον και από την πλευρά ξένων κεφαλαίων «υψηλού ρίσκου» (distress funds). Και βέβαια, το ενδιαφέρον σχετίζεται με τη γενική τάση διόγκωσης της κερδοφορίας στον τουριστικό κλάδο, ταυτόχρονα βέβαια με τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν ακόμη και ισχυρές επιχειρήσεις και μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες.

Παράλληλα, εξετάζονται και οι δυνατότητες ίδρυσης ειδικών οργανισμών διαχείρισης των «κόκκινων» δανείων στους κλάδους των κατασκευών, της μεταποίησης, του λιανεμπορίου κ.ά.

Σε κάθε περίπτωση, η διαχείριση των «προβληματικών» επιχειρηματικών δανείων θα γίνεται με κριτήρια όπως τα «επιχειρηματικά πλάνα ή τα σχέδια αναδιάρθρωσης» (απολύσεις εργαζομένων, πώληση μέρους ή του συνόλου της επιχείρησης), τις «προοπτικές ανάπτυξης του κλάδου της επιχείρησης», τις «εκτιμώμενες μελλοντικές ταμειακές ροές της επιχείρησης» κ.ά.

Είναι φανερό ότι το «ξεσκαρτάρισμα» των προβληματικών δανείων θα αποτελέσει το όχημα για την περαιτέρω συγκέντρωση της επιχειρηματικής πίτας και των κερδών σε ακόμη λιγότερους και ισχυρότερους επιχειρηματικούς ομίλους, σε μια διαδικασία που δείχνει την πόρτα εξόδου, πρώτα και κύρια, για τις μικρές μονάδες, αλλά και όσους δε θα καταφέρουν να ανταποκριθούν στην κούρσα της ανταγωνιστικότητας.

Από την πλευρά της, η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ επιχειρεί να ταΐσει το λαό με «κουτόχορτο». Και, βέβαια, δεν είναι τυχαίες οι αναφορές της, σχετικά με τη «νέα» και «υγιή» επιχειρηματικότητα, σε αντιδιαστολή με τις δηλώσεις για τα «θαλασσοδάνεια» που χορηγήθηκαν από προηγούμενες κυβερνήσεις και που θα αποσταλούν στον «εισαγγελέα» κ.ο.κ.

Ολα αυτά σχετίζονται με την επιχειρηματική διαπάλη για τη διάσωση επιχειρηματικών ομίλων από την κρίση, την απόσπαση των κερδών από την επιχειρηματική πίτα, τη συμβολή στη συγκεντροποίηση, ταυτόχρονα και σε συνδυασμό με την κλιμάκωση της βαρβαρότητας απέναντι στο λαό.


Α.Σ.

Στο σημερινό 4σέλιδο «Διεθνή και Οικονομία» φιλοξενούμε τα εξής θέματα:

  • Τραπεζικοί όμιλοι: Οξύνονται οι ενδοκαπιταλιστικοί ανταγωνισμοί για τον έλεγχο των εγχώριων τραπεζικών ομίλων. Στο ίδιο κάδρο η ενεργητική διαχείριση των «κόκκινων» δανείων και η χρηματοδότηση επιχειρηματικών ομίλων και κλάδων.
  • Ενεργειακές συγκλίσεις και αποκλίσεις σε «εύφλεκτο» περιβάλλον: Εντάσεις εντός της ΕΕ προκαλεί η χάραξη διαδρόμων για την προμήθεια ρωσικού φυσικού αερίου. Σενάρια αναβίωσης του «Νότιου Αγωγού» από τη Βουλγαρία, ενώ οι ΗΠΑ ξεκινούν τις εξαγωγές LNG στην Ευρώπη.
  • Ανατολική Μεσόγειος: Η Τριμερής Σύνοδος Κορυφής Ελλάδας - Ισραήλ - Κύπρου, σε λίγες μέρες, επιβεβαιώνει πόσο γοργά οξύνονται οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί σε μια «εύφλεκτη» περιοχή, που συνεπάγονται κινδύνους και για τον ελληνικό λαό.
  • Ο «πυρετός» της τιμής του πετρελαίου: Αντιθέσεις και αντιπαραθέσεις μεταξύ ισχυρών και ασθενέστερων μελών του Οργανισμού Πετρελαιοπαραγωγών Χωρών (ΟΠΕΚ). Η καθοδική κούρσα της διεθνούς τιμής εντάσσεται στο πλαίσιο του άγριου ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού σε διάφορα επίπεδα.
Περίπλοκη πολιτική αγωγών και ένταση ανταγωνισμών

Οξύνονται οι ενεργειακοί ανταγωνισμοί στο έδαφος της Ευρώπης και πιο συγκεκριμένα εντός της Ευρωζώνης και της ΕΕ, με αφορμή τα διάφορα σχέδια για την κατασκευή αγωγών, ώστε να μεταφέρουν ρωσικό φυσικό αέριο στην ευρωπαϊκή αγορά.

Τις τελευταίες μέρες, Βούλγαροι κυβερνητικοί αξιωματούχοι επαναφέρουν στο προσκήνιο σενάρια για την κατασκευή του «South Stream», του ρωσικού νότιου αγωγού μεταφοράς φυσικού αερίου στις χώρες των Βαλκανίων κι από εκεί στη Δυτική Ευρώπη μέσω της Ιταλίας ή των κεντρικών ευρωπαϊκών χωρών. Τις τελευταίες μέρες, όπως γράφει ο Τύπος της Βουλγαρίας, το ζήτημα θα τεθεί άμεσα κατά τις διήμερες επαφές που θα έχει η ρωσοβουλγαρική διακυβερνητική επιτροπή οικονομικής συνεργασίας στις 27 και 28 Γενάρη στη Σόφια.

Πρόκειται για την 15η τακτική συνάντηση της επιτροπής, οι συνεδριάσεις της οποίας, ωστόσο, είχαν μπει στον «πάγο» κατά τα τελευταία πέντε χρόνια, όπως επίσης στον «πάγο» είχαν μπει και τα σχέδια κατασκευής του «South Stream», με υπαιτιότητα (έτσι είχε γίνει γνωστό), της βουλγαρικής κυβέρνησης, ύστερα από την πίεση βεβαίως που ασκήθηκε στη χώρα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αλλά και τις ΗΠΑ, στο όνομα των εναλλακτικών πηγών ενεργειακής τροφοδοσίας με αέριο. Η απόφαση αυτή της βουλγαρικής κυβέρνησης είχε προκαλέσει τότε ιδιαίτερα δυσμενή σχόλια από τη ρωσική πολιτική ηγεσία και τον ίδιο τον Πρόεδρο Πούτιν, ο οποίος ανακοίνωσε την 1η Δεκέμβρη του 2014 παύση εργασιών για τον «South Stream», αναζητώντας στη συνέχεια συνεργασία με την Τουρκία για την υλοποίηση του σχεδίου.

Θεωρητικά το σχέδιο για τη νότια έξοδο του ρωσικού φυσικού αερίου μέσω Τουρκίας δεν έχει ακυρωθεί, πρακτικά όμως και υπό τη δεδομένη κρίση που διέρχονται οι ρωσοτουρκικές σχέσεις προς το παρόν τουλάχιστον είναι ανενεργή. Η επιθυμία της Ρωσίας να παραμείνει ισχυρή στα ενεργειακά πράγματα της Ευρώπης - και για στενά οικονομικούς λόγους αλλά όχι μόνο γι' αυτούς - όπως επίσης και η προσπάθειά της να μειώσει το ρόλο της «αναξιόπιστης», όπως τη χαρακτηρίζει, Ουκρανίας στη μεταφορά του ενεργειακού αυτού εμπορεύματος στην, ενεργειακά εξαρτημένη από εισαγωγές, δυτική Ευρώπη φαίνεται ότι αναβιώνουν τις σκέψεις για τη βουλγάρικη επιλογή ως πρώτο σταθμό του νότιου αγωγού. Είναι ένα ερώτημα βεβαίως αν έχουν αρθεί οι ευρωενωσιακές και αμερικανικές αιτιάσεις που εμπόδισαν την κατασκευή του έργου, αλλά μένει να το δούμε.

Η βουλγαρική κυβέρνηση, το τελευταίο διάστημα, έχει αναγάγει σε βασικό στοιχείο της πολιτικής της τη μετατροπή της χώρας σε περιφερειακό ενεργειακό κόμβο και στο πλαίσιο αυτό η επίσημη κυβερνητική δήλωση για την επικείμενη σύνοδο χαρακτήριζε τη Ρωσία «σημαντικό εταίρο» της Βουλγαρίας στον ενεργειακό τομέα, καθώς σήμερα παραμένει βασικός προμηθευτής πετρελαίου, φυσικού αερίου και ουρανίου - η Βουλγαρία διαθέτει και πυρηνικό σταθμό, ας μην το ξεχνάμε. Οπως συνέχιζε η δήλωση «η Βουλγαρία παραμένει σημαντικός μετακομιστικός σταθμός για τις ρωσικές προμήθειες προς την Τουρκία, την Ελλάδα και τα Σκόπια. Στη συνάντηση, η Βουλγαρία θα εκφράσει το ενδιαφέρον της για ενδυνάμωση των σχέσεων στον τομέα του αερίου κάτω από αμοιβαίως θετικές συνθήκες», ανέφερε η Σόφια.

Πιο συγκεκριμένος, ήταν ο υπουργός Οικονομίας της Βουλγαρίας, Bozhidar Lukarski, ο οποίος δήλωσε την περασμένη Δευτέρα πως τα σχέδια για την κατασκευή του «South Stream» παραμένουν ανενεργά, το έργο όμως μπορεί να επανεκκινηθεί ανά πάσα στιγμή, ενισχύοντας τους σχεδιασμούς περιφερειακής ενεργειακής αναβάθμισης της Βουλγαρίας. Λίγο μετά, το ρώσικο πρακτορείο ειδήσεων δημοσίευε δηλώσεις στελέχους του ρωσικού υπουργείου Ενέργειας σύμφωνα με τις οποίες «η κατάσταση του Νότιου Αγωγού παραμένει ως έχει και το σχέδιο είναι παγωμένο» και... ουδέν πέραν αυτού. Μια δήλωση που δεν επιβεβαιώνει, αλλά και δεν διαψεύδει, την τοποθέτηση της βουλγαρικής κυβέρνησης.

Ο «Nord Stream 2» προχωρά, οι Ιταλοί φωνάζουν...

Στο μεταξύ, οι προμήθειες ρωσικού φυσικού αερίου στην ευρωπαϊκή αγορά αναμένεται να αυξηθούν, σύμφωνα με προβλέψεις που παρουσίασε την περασμένη Τετάρτη ο αναπληρωτής υπουργός Ενέργειας της Ρωσίας, Anatoly Yanovsky. Οπως είπε, τη χρονιά που πέρασε, η Ρωσία παρέδωσε πολύ σημαντικές ποσότητες στην ΕΕ, με τη Γερμανία να βρίσκεται στην πρώτη θέση καθώς προμηθεύθηκε περί τα 45 δισ. κ.μ.

Οι παραδόσεις αυτές θα αυξηθούν κατά πολύ όταν ολοκληρωθούν τα έργα κατασκευής του δεύτερου αγωγού που προμηθεύει απευθείας με ρωσικό φυσικό αέριο τη Γερμανία, τον «Nord Stream2». Το σχέδιο προχωρά με ταχύτατους ρυθμούς, μετά και την ανακοίνωση ίδρυσης της κοινοπραξίας διαχείρισης του νέου αγωγού τον περασμένο Σεπτέμβρη. Υπενθυμίζουμε ότι ο νέος διπλός αγωγός θα διασχίζει τη Βαλτική Θάλασσα και θα καταλήγει στη Γερμανία, τροφοδοτώντας την ευρωπαϊκή αγορά με 55 δισ. κ.μ. φυσικού αερίου ετησίως, διπλασιάζοντας τις ποσότητες ρωσικού φυσικού αερίου με τις οποίες εφοδιάζεται η ΕΕ μέσω της Γερμανίας. Στην κοινοπραξία του «Nord Stream 2» συμμετέχουν, εκτός από την «Gazprom», η οποία διατηρεί το 50% του μετοχικού κεφαλαίου, ακόμη 5 μεγάλοι ευρωπαϊκοί ενεργειακοί όμιλοι: Οι γερμανικές ΕΟΝ και BASF, η αυστριακή ΟΜV, η ολλανδοβρετανική «Shell» και η γαλλική «ENGIE», με ποσοστό 10% η κάθε μία.

Οι αρνητικές εξελίξεις με το ρωσικό νότιο διάδρομο φυσικού αερίου και η παράλληλη επιτάχυνση των διαδικασιών για την κατασκευή του «Nord Stream 2» έχουν προκαλέσει, το λιγότερο, εκνευρισμό στην ιταλική κυβέρνηση. Οι ιταλικές επιχειρήσεις, με πρώτη το ιταλικό ενεργειακό μονοπώλιο της «Eni», είχαν αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο στην κατασκευή του «South Stream» και η ανάκληση του έργου ήταν αντικειμενικά σοβαρό πλήγμα. Αν συνυπολογιστεί το γεγονός ότι οι κυρώσεις που έχουν επιβληθεί στη Ρωσία με μετριοπαθείς υπολογισμούς έχουν προκαλέσει ζημιές άνω των 2,5 δισ. ευρώ στην ιταλική οικονομία, τότε καταλαβαίνει κανείς γιατί ο Ιταλός πρωθυπουργός, Ματέο Ρέντσι, εκφράζει συστηματικά τη δυσφορία του για «τα δύο μέτρα και δύο σταθμά που επικρατούν στις σχέσεις της ΕΕ με τη Ρωσία».

Σε συνέντευξή του στους αμερικανικούς «Financial Times», στις 22 Δεκέμβρη, ο Ματέο Ρέντσι δήλωνε απευθυνόμενος προς τους εταίρους του στην ΕΕ: «Αποφασίσατε να ακυρώσετε τον South Stream. Εντάξει. Στο μεταξύ η Ιταλία προχώρησε σε μεγάλες ενεργειακές επενδύσεις στην Αφρική, έχουμε τη δική μας στρατηγική σε αυτόν τον τομέα. Είπαμε λοιπόν όχι στον ''South Stream'' και τότε ξαφνικά, σιωπηλά, ανακαλύπτουμε τον "Nord Stream". Ο πρώτος "Nord Stream" δεν λειτουργεί καν σε όλη του τη δυναμικότητα. Επομένως, γιατί προχωράνε στην κατασκευή του δεύτερου; Ποιος το αποφάσισε; Είναι μια απόφαση στα πλαίσια της ενεργειακής πολιτικής της ΕΕ; Οταν το έθεσα στο τραπέζι μόνο η Γερμανία και η Ολλανδία το υπερασπίστηκαν. Καταλαβαίνω ότι πρόκειται για σημαντικές business, εντάξει, δεν μου προκαλεί εντύπωση, ωστόσο θέλω να πω ότι οι κανόνες ισχύουν για όλους ή για κανέναν.»... Είναι αμφίβολο εάν η Ιταλία θα συνταχθεί με την ομάδα των χωρών - με κυριότερες τις χώρες της Βαλτικής και την Πολωνία - που ασκούν πιέσεις στα αρμόδια κοινοτικά όργανα και προσπαθούν να ορθώσουν εμπόδια στην κατασκευή του «Nord Stream 2». Ωστόσο, θα πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι θα αξιοποιήσει την κατασκευή αυτού του αγωγού αν όχι για την επανεκκίνηση των έργων του «South Stream», αλλά σίγουρα για την άσκηση πίεσης για την αποκόμιση άλλων οικονομικών και πολιτικών οφελών. Φαίνεται, λοιπόν, ότι οξύνονται και ενδοευρωενωσιακοί ανταγωνισμοί (Ιταλία κόντρα στη Γερμανία).

Ξεκινούν και οι πρώτες παραδόσεις αμερικανικού LNG

Παράλληλα με τα παραπάνω, οι ΗΠΑ προσπαθούν να λάβουν θέση στις ευρωπαϊκές ενεργειακές εξελίξεις. Οι πρώτες παραδόσεις αμερικανικού LNG στο σταθμό αποθήκευσης και επαναεριοποίησης της Λιθουανίας έχουν προγραμματιστεί να ξεκινήσουν τον ερχόμενο Φλεβάρη. Πρόσφατο δημοσίευμα του «Reuters» ανέφερε ότι οι συνολικές ποσότητες που σχεδιάζουν να εξαγάγουν οι ΗΠΑ μέχρι το 2019 στην Ευρώπη φτάνουν τα 60 εκατ. τόνους, περίπου 84 δισ. κ.μ. αερίου. Ωστόσο, για να μπορέσουν να προωθήσουν τέτοιες ποσότητες στις ευρωπαϊκές αγορές, οι αμερικανικές εταιρείες θα αναγκαστούν, όπως σημειώνεται σε πρόσφατη ανάλυση του ρωσικού ειδησεογραφικού πρακτορείου TASS, να πουλήσουν αρκετά κάτω από το κόστος τους.

Κι αυτό διότι το αέριο μέσω αγωγού είναι πάντα πιο φτηνό από το LNG, πόσο μάλλον που η απόσταση και το κόστος μεταφοράς από τις ΗΠΑ στην Ευρώπη αυξάνει ακόμη περισσότερο το κόστος του προϊόντος. Οχι, βέβαια, ότι είναι απίθανο να προχωρήσουν αμερικανικές εταιρείες σε μια τέτοια επιλογή, εφόσον βέβαια θα έχουν τη στήριξη της αμερικανικής κυβέρνησης. Είναι συνηθισμένο φαινόμενο, στο πλαίσιο του λυσσώδους ανταγωνισμού που διεξάγεται μεταξύ μεγάλων μονοπωλιακών ομίλων για τον έλεγχο των αγορών, αλλά και τη δημιουργία γεωστρατηγικών συμμαχιών (οι Βαλτικές συνορεύουν με τη Ρωσία), κάποιοι από τους παίκτες που έχουν αυτή τη δυνατότητα να πουλάνε τα προϊόντα τους κάτω από το κόστος τους, ώστε να θέσουν εκτός αγοράς στόχου κάποιον ανταγωνιστή τους. `Η, ακόμη, και να «αναγκάζουν» άλλα κράτη προκειμένου να διατηρήσουν τις σχέσεις τους να αγοράζουν συγκριτικά ακριβότερα. Σ' αυτά τα «παιχνίδια» δεν υπάρχει μόνο το στενό οικονομικό συμφέρον, αφού και οι σχέσεις είναι ανισότιμες λόγω ανισομετρίας.

Υπενθυμίζουμε ότι ενδιαφέρον για το αμερικανικό LNG έχει δείξει και η ελληνική κυβέρνηση. Πρόσφατα υπήρξαν επαφές με την αμερικάνικη εταιρεία «Cheniere», η οποία θέλει να διαθέσει το προϊόν της στην Ελλάδα αλλά και στην ευρύτερη περιοχή μέσω του ελληνοβουλγαρικού αγωγού IGB. Πάντως, η τιμή που προσφέρει, όπως αποκάλυψε πρόσφατα ο διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΠΑ, Θ. Κιτσάκος, δεν χαρακτηρίζεται «ελκυστική», καθώς η τιμή με την οποία προμηθεύεται η ΔΕΠΑ από την «Gazprom» είναι 4,6 δολάρια/ mmbtu, από την τουρκική «Botas» 5,7 δολάρια και την αλγερινή «Sonatrac» 6,5 δολάρια, όταν η «Cheniere» προσφέρει τιμή 7 δολάρια.

Εν κατακλείδι, οι εξελίξεις του επόμενου διαστήματος αναμένονται ραγδαίες, σε μια εποχή που οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις λαμβάνουν κατά τόπους και τη μορφή πολεμικής σύρραξης για τον έλεγχο των πηγών Ενέργειας, των τιμών διάθεσής τους και της μεταφοράς τους. Το αν θα βρεθεί πεδίο «συνεννόησης» και συμβιβασμού μεταξύ των διεθνών μονοπωλιακών ομίλων και με ποιους όρους μένει να το δούμε. Σε κάθε περίπτωση πάντως, οι εξελίξεις για τους λαούς, ιδιαίτερα των περιοχών εκείνων που βρίσκονται στο επίκεντρο της χάραξης ενεργειακών διαδρόμων, κάθε άλλο παρά καθησυχαστικές προμηνύονται.


Φ. Κ.

ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ
Κινητοποιούνται επιτελεία ισχυρών επιχειρηματικών ομίλων

Η Τριμερής Σύνοδος Κορυφής Ελλάδας - Ισραήλ - Κύπρου φέρνει στο προσκήνιο τους σφοδρούς ανταγωνισμούς στους οποίους η χώρα μας «βουτάει» όλο και βαθύτερα

«Η Ελλάδα γνωρίζει καλά τη Μέση Ανατολή. Είναι χώρα που "μυρίζει" έγκαιρα τις εξελίξεις και διακρίνει τις προοπτικές στην περιοχή», περηφανευόταν ο Ελληνας υπουργός Εξωτερικών, Ν. Κοτζιάς, σε μια από τις τελευταίες συνεντεύξεις που έδωσε το 2015.

Μπροστά στην Τριμερή Σύνοδο Κορυφής Ελλάδας - Ισραήλ - Κύπρος, η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ υψώνει όλο και περισσότερο τους τόνους γύρω από την «ικανότητά» της να αναβαθμίσει το ρόλο της «χώρας» (δηλαδή τη θέση των επιχειρηματικών ομίλων που εκπροσωπεί), μέσα σε συνθήκες διαρκών διεργασιών και ανακατατάξεων, από τις οποίες προσπαθεί να πείσει το λαό ότι θα βγει ωφελημένος, όταν συμβαίνει το αντίθετο: δηλαδή, όλη η διπλωματική «κινητοποίηση» της συγκυβέρνησης υποτάσσεται στην ανάγκη του ντόπιου κεφαλαίου να θωρακιστεί καλύτερα και να αναβαθμιστεί, αν μπορέσει, μπροστά σε άγριους ανταγωνισμούς μεταξύ ιμπεριαλιστικών κέντρων και μονοπωλιακών συμφερόντων που θα κλιμακωθούν ακόμα περισσότερο το επόμενο διάστημα. Υποτάσσεται στην ανάγκη το ντόπιο κεφάλαιο να ενισχύσει την «αποφασιστικότητα» με την οποία διεκδικεί μια όσο καλύτερη για τα συμφέροντα και σχέδιά του θέση γίνεται, ανάλογα φυσικά με την οικονομική και γεωπολιτική δύναμη που διαθέτει, σε μια «φλέγουσα» περιοχή όπου συγκεντρώνονται και κονταροχτυπιούνται ισχυρά συμφέροντα. Μια θέση που όχι μόνο δε θα προσφέρει τίποτα καλό στον εργαζόμενο λαό, αλλά θα τροφοδοτήσει τη μεγαλύτερη επιθετικότητα των μεγαλοεπιχειρηματιών, παζάρια και συμβιβασμούς με γνώμονα τα ταξικά συμφέροντα της ελληνικής αστικής τάξης, που σε αυτή την κατεύθυνση άλλωστε προετοιμάζεται ολόπλευρα: και σε οικονομικό επίπεδο, διασφαλίζοντας συνθήκες ευνοϊκές για να προσελκύσει κεφάλαια που δε θέλει να επενδυθούν αλλού. Και σε στρατιωτικό επίπεδο, δηλώνοντας διαθέσιμη να συμβάλλει στη διασφάλιση της «σταθερότητας» και της «ασφάλειας», να «βουτήξει» δηλαδή βαθιά στους ιμπεριαλιστικούς πολεμικούς σχεδιασμούς που ήδη μαίνονται σε όλη τη Μέση Ανατολή.

«Πολύ σημαντική η Ανατολική Μεσόγειος»

Με στόχο την πολυαναμενόμενη «ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας», η συγκυβέρνηση θα επιδιώξει ένα καλό μερίδιο καταρχήν στις μπίζνες που ήδη σχεδιάζονται στον κρίσιμο κλάδο της Ενέργειας. Συγκεκριμένα, στην τριμερή οικονομική συνεργασία των τριών ξεχωρίζουν σήμερα τα σχέδια για την κατασκευή του ήδη πολυσυζητημένου τεράστιου υποθαλάσσιου καλωδίου (Eurasian Interconnector) που θα συνδέει τα ηλεκτρικά δίκτυα των τριών χωρών αλλά και η προώθηση των σημαντικών αποθεμάτων φυσικού αερίου (καταρχήν) προς μεγάλες ενεργειακές αγορές.

Το «ενδιαφέρον» που αποκτά η Ανατολική Μεσόγειος ανέδειξε η επίσκεψη που πραγματοποίησε πριν μερικές μέρες στην Κύπρο ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και αρμόδιος για την Ενεργειακή Ενωση, Μάρος Σέφκοβιτς. Ο Ευρωπαίος αξιωματούχος υπογράμμισε ότι «θεωρούμε την Ανατολική Μεσόγειο ως μια πολύ σημαντική περιοχή από πλευράς ενεργειακής ασφάλειας στην Ευρώπη». Μην παραλείποντας να διαμηνύσει τη «δέσμευση» της ΕΕ να συμβάλει ενεργά και στη «λύση» του Κυπριακού, πρόσθεσε: «Πιστεύω ότι πρέπει να εργαστούμε πολύ στενά με την Κύπρο, για να κάνουμε ό,τι είναι δυνατό για να αναπτυχθεί με τον πιο έξυπνο τρόπο προς όφελος της περιοχής, αλλά επίσης και προς τη βελτίωση της ενεργειακής ασφάλειας της Ευρώπης».

Ο Σέφκοβιτς περιέγραψε ως «πολλά υποσχόμενα» τα πρώτα ευρήματα που αφορούν τα ενεργειακά αποθέματα της περιοχής και εξήγησε ότι καθώς «δε μιλάμε για εκατοντάδες αλλά για χιλιάδες δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα (σ.σ. φυσικού αερίου), αυτό δείχνει πόσο σημαντικά είναι τα ενεργειακά οικόπεδα στην Ανατολική Μεσόγειο», λαμβάνοντας υπόψιν ότι η ετήσια κατανάλωση φυσικού αερίου της Ευρώπης κυμαίνεται ανάμεσα στα 400 και τα 500 εκατομμύρια κυβικά μέτρα. Μάλιστα, ο Επίτροπος ανακοίνωσε ότι το Φλεβάρη η Κομισιόν θα παρουσιάσει τη στρατηγική της όσον αφορά συγκεκριμένα τη χρήση του LNG (υγροποιημένου φυσικού αερίου), «όπου φαίνεται ότι η Μεσόγειος είναι μια πολύ σημαντική πύλη εισόδου για τα νέα αποθέματα προς την Ευρώπη. Ετσι, θεωρώ ότι αν αναπτυχθεί κατάλληλα, η Ανατολική Μεσόγειος θα μπορούσε να διαδραματίσει πολύ βασικό ρόλο σε αυτό το ζήτημα».

Το ενδεχόμενο μιας σημαντικής «στροφής» μεγάλων αγορών προς το LNG «απασχολεί» εδώ και καιρό μερίδες του ελληνικού κεφαλαίου, με πρώτους και καλύτερους τους εφοπλιστές που τα τελευταία χρόνια ιεραρχούν ψηλά τη ναυπήγηση πλοίων μεταφοράς LNG, φυσικά ...σε ναυπηγεία της Ασίας.

Αντιθέσεις και διεργασίες επικίνδυνες για το λαό

Βέβαια, στόχος των τριών χωρών είναι να επεκτείνουν τη συνεργασία τους και σε άλλους τομείς, όπως Ναυτιλία, Τουρισμός, Διαχείριση Υδάτων, Υγεία, Φάρμακα, Αλιεία κ.τ.λ., όπως κατέγραψαν μέχρι τώρα και οι προπαρασκευαστικές συναντήσεις στελεχών των τριών υπουργείων Εξωτερικών. Ενώ πέρα από οικονομικούς δεσμούς, προτάσσουν και τη σύσφιξη των δεσμών τους σε θέματα όπως η «αντιμετώπιση της τρομοκρατίας», η «διαχείριση και επίλυση κρίσεων». Αλλωστε, ήδη, τόσο η Ελλάδα όσο και η Κύπρος έχουν ενισχύσει πολύ συγκεκριμένα τη στρατιωτική τους συνεργασία με το Ισραήλ, με συχνές κοινές ασκήσεις. Το Νοέμβρη, ο Αλ. Τσίπρας χαρακτήρισε από το Τελ Αβίβ το Ισραήλ «σύμμαχο» και «φίλο», διαμηνύοντας την προθυμία της συγκυβέρνησης να συμπράξει με δολοφονικά κράτη όπως αυτό, που για χρόνια ματοκυλά την πατρίδα των Παλαιστινίων, πρωτοστατεί σε μια σειρά αντιλαϊκούς σχεδιασμούς σε όλη την περιοχή.

Επιπλέον, οι «ισορροπίες» στην Ανατολική Μεσόγειο θα εξαρτηθούν σημαντικά και από μια σειρά επιλογές της Τουρκίας, όπως και από τις εξελίξεις στις ισραηλινο-τουρκικές σχέσεις. Πρόσφατα, η τουρκική εφημερίδα «Χουριέτ» παρέθετε την ανησυχία έμπειρου Ισραηλινού διπλωμάτη, σύμφωνα με τον οποίο η όποια πρόοδος στην προσέγγιση Τελ Αβίβ - Αγκυρας πρέπει να σημειωθεί πριν την Τριμερή της 28ης Γενάρη. Ο ίδιος εκτίμησε ακόμα ότι το Ισραήλ δεν αντέδρασε έντονα στην πρόσφατη τοποθέτηση του ελληνικού Κοινοβουλίου (που καλούσε σε επανέναρξη των διαπραγματεύσεων για το Παλαιστινιακό), υποστηρίζοντας ότι «ο Νετανιάχου δε θέλει να χάσει την Ελλάδα». Πρέπει να αποφεύγονται, βέβαια, ερμηνείες που σχηματοποιούν και απλουστεύουν τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις, στις οποίες Ελλάδα και Τουρκία δεν εντάσσονται φυσικά με το ίδιο οικονομικό και πολιτικό «βάρος», ούτε και έξω από τις ευρύτερες συμμαχίες στις οποίες συμμετέχουν. Ωστόσο, πίσω από τις επισημάνσεις των αστών φαίνεται πόσο ρευστά είναι τα πράγματα γύρω από τις συμμαχίες που διαμορφώνονται στην περιοχή και τις κόντρες που θα παραμείνουν ή θα ξεπεραστούν, πάντα με ζητούμενο την αφετηρία από την οποία τα μονοπώλια θα ξεζουμίζουν την εργατική τάξη.

Το «βάρος» του Κυπριακού

Ειδικό θα είναι σίγουρα το «βάρος» και των εξελίξεων στο Κυπριακό, του οποίου η «λύση» όλα τα αστικά επιτελεία σημειώνουν ότι θα δώσει νέα ώθηση στην «ανάπτυξη» και τη «σταθερότητα» της περιοχής, σε μια σειρά μέτωπα (όπως και τη συνεργασία όλων με την Τουρκία). Οι σχέσεις των δύο «συνιστώντων κρατών» (που προβλέπει και το Κοινό Ανακοινωθέν του Φλεβάρη του 2014, το οποίο αποτελεί και βάση των συνομιλιών) θα επηρεάσουν μια σειρά επενδυτικά σχέδια, που αφορούν για παράδειγμα δρόμους μεταφοράς αερίου προς την Ευρώπη, που κάποιοι προτιμούν να διασχίζουν την Τουρκία, κάποιοι άλλοι τη θάλασσα της Μεσογείου και την Ελλάδα.

Το μόνο σίγουρο είναι πως γνώμονας για τη «λύση» και του Κυπριακού είναι η διευκόλυνση μονοπωλιακών σχεδιασμών, συνολικά το πώς θα διασφαλιστούν περιοχές «σταθερές» για το κεφάλαιο. Την ίδια στιγμή, βέβαια, είναι ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα. Αν βρεθεί ένας «λογικός δρόμος» για το φυσικό αέριο, «τότε θα ωφεληθούμε όλοι, αν ακολουθήσουμε μη λογικό δρόμο τότε θα υπάρξει ένταση», σημείωνε πρόσφατα ο ηγέτης του ψευδοκράτους, Μουσταφά Ακιντζί.

Πάντως, ο ΟΗΕ έχει ζητήσει από τις δυο πλευρές να ετοιμαστούν για «σκληρούς συμβιβασμούς». Ενώ ο ειδικός απεσταλμένος του γγ, Εσπαν Μπαρθ Αϊντε, σε πρόσφατη συνέντευξη εξήγησε πως η «στρατιωτική διάσταση» της «ασφάλειας» στο νησί συνδέεται με όσα συμφωνηθούν σε «μη στρατιωτικό επίπεδο». Απαντώντας σε ερώτημα για το αν σήμερα χρειάζονται «εγγυήσεις» στην Κύπρο, τόνισε: «Η πραγματικότητα είναι πως το κλειδί σε αυτό το θέμα ίσως να μη βρίσκεται στο κεφάλαιο της ασφάλειας, αλλά στη συνολική λύση... Οσο περισσότερη αίσθηση ασφάλειας επιτευχθεί στο μη στρατιωτικό επίπεδο, τόσο πιο εύκολο θα είναι να δουλέψουμε στο θέμα της ασφάλειας στην καθαρά στρατιωτική του διάσταση». Εσπευσε, μάλιστα, να προσθέσει ότι έχει «κάποιες ιδέες στο θέμα αυτό» και ότι «στο επίπεδο της ΕΕ υπάρχουν πολλές περιπτώσεις με συγκεκριμένο σκηνικό ασφαλείας. Κάποιες ευρωπαϊκές χώρες είχαν καλωσορίσει αμερικανικές δυνάμεις στο έδαφός τους».

Τέλος, σε όλους τους τόνους διαμήνυε: «Μια ενωμένη Κύπρος θα είναι ελκυστικό μέρος για να επενδύσει κανείς. Είναι μια ευρωπαϊκή χώρα στο σταυροδρόμι της Ευρώπης με τη Μέση Ανατολή. Υπάρχουν μεγάλες προοπτικές».


Α. Μ.

Τα Φόρουμ των «επαγγελματιών»

Ενδεικτική της «κινητοποίησης» διαφόρων επιχειρηματικών συμφερόντων είναι η δημιουργία μιας σειράς Φόρουμ, μέσα από τα οποία στελέχη διακεκριμένων επιχειρήσεων και αστικών ερευνητικών και πανεπιστημιακών κέντρων παροτρύνουν την κυβέρνηση να προσαρμόσει το «διπλωματικό έργο» κατάλληλα.

Μια τέτοια «πλατφόρμα» είναι και το «Ελληνικό Ενεργειακό Φόρουμ» (Greek Energy Forum) που συστάθηκε το 2013 και στο οποίο συμμετέχουν μεταξύ άλλων «επαγγελματίες» από εταιρείες όπως: η ναυτιλιακή «Thenamaris» (δεύτερη ισχυρότερη ελληνική ναυτιλιακή εταιρεία με βάση τη συνολική αξία του στόλου της, 3,6 δισ. δολάρια), η ναυτιλιακή «Navig8 group» που έχει γραφεία από το Χιούστον και το Οσλο μέχρι τη Σαγκάη και καλύπτει πάνω από 400 λιμάνια του κόσμου, οι γνωστές BP και «Shell», η «Tullow Oil» με έδρα την Ιρλανδία, που αναδεικνύεται σε μια από τις κυρίαρχες στην εξερεύνηση και εξαγωγή ενεργειακών πόρων στην Αφρική (Γκάνα, Ουγκάντα, Κένυα, Γαλλική Γουινέα), η «Cheniere Marketing Ltd.», που αυτοπροσδιορίζεται ως μια από τις «ηγετικές εταιρείες στη Βόρεια Αμερική που επιδιώκουν στρατηγικά την ανάπτυξη τερματικών σταθμών LNG».

Με αναλύσεις και εκδηλώσεις, τέτοια Φόρουμ απευθύνουν συστάσεις όπως:

-- «Αν η νέα κυβέρνηση θέλει να διατηρήσει τη στρατηγική τοποθέτηση της Ελλάδας ως κόμβου αερίου στη Μεσόγειο που βρίσκεται στα σκαριά, χρειάζονται γρήγορες και αποφασιστικές δράσεις».

- «Η Κύπρος προχωράει με το κοίτασμα "Αφροδίτη", η Ελλάδα απλός θεατής στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο... Η περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου τις επόμενες δεκαετίες θα παίξει σημαντικό ρόλο στον παγκόσμιο ενεργειακό χάρτη και αν θέλουμε να συμμετέχουμε, πρέπει να υπάρχει πολιτική συναίνεση στα ενεργειακά θέματα, πολιτική συνέπεια όλων των ερχόμενων μελλοντικών κυβερνήσεων και πάνω απ' όλα εθνικό σχέδιο για το ρόλο που θέλουμε να διαδραματίσουμε στην περιοχή μας εμπορικά, ενεργειακά, διπλωματικά και γεωπολιτικά».

-- «Η ανάπτυξη των υποδομών LNG στην Ευρώπη πρέπει οπωσδήποτε να εξεταστεί στο πλαίσιο της ευρύτερης ανάπτυξης του συστήματος αερίου, ειδικά μέσα από την οικοδόμηση δικτύων διασύνδεσης στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, αλλά επίσης και μέσα από το "ξεκλείδωμα" ευκαιριών για τη χρήση μικρής κλίμακας του LNG στη Μεσόγειο».


Α.

ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΟΝ «ΠΥΡΕΤΟ» ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΙΜΗ ΤΟΥ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΥ
Πόλεμος μονοπωλιακών κολοσσών για τα μερίδια της παγκόσμιας αγοράς

Κλιμακώνεται με απρόβλεπτες συνέπειες στη διεθνή γεωπολιτική σκακιέρα ο αδυσώπητος «πόλεμος» που έχουν ξεκινήσει από τα μέσα του 2014 η Σαουδική Αραβία και οι περισσότερες μοναρχίες των χωρών του Κόλπου έναντι αντιπάλων τους, όπως είναι οι παραγωγοί σχιστολιθικού πετρελαίου σε Βόρεια Αμερική και Δυτική Ευρώπη. Το «όπλο» που χρησιμοποιούν οι πετρελαιο-μοναρχίες του Κόλπου είναι η διατήρηση, σε υψηλά επίπεδα, της άφθονης πετρελαϊκής παραγωγής εντός του 13μελούς οργανισμού πετρελαιοπαραγωγών χωρών, του ΟΠΕΚ, παρά την πτώση της τιμής του κατά 73% μέσα στο τελευταίο 18μηνο (με τιμές που πλέον κυμαίνονται κάτω από τα 30 δολάρια το βαρέλι!). Αυτό, όμως, δεν προκαλεί σοβαρά οικονομικά προβλήματα και «τρύπες» μόνον στους ανταγωνιστές τους, εκτός ΟΠΕΚ (ΗΠΑ, Ρωσία, Βραζιλία), αλλά και στο εσωτερικό των χωρών τους. Η πτώση της τιμής σχετίζεται με τη μείωση της ζήτησης λόγω κρίσης. Αλλά αξιοποιήθηκε, παρά το ότι με όπλο τη μείωση της παραγωγής μπορούσαν να συγκρατήσουν την τιμή, ώστε να χτυπηθούν ανταγωνιστές. Αλλωστε, οι πετρελαιο-μοναρχίες έχουν πάμφθηνο κόστος παραγωγής άρα τεράστιο περιθώριο κέρδους.

Γιατί τότε οι πετρελαιάδες της Σ. Αραβίας και των συμμάχων τους παίζουν αυτό το εξαιρετικά ριψοκίνδυνο παιχνίδι; Μεταξύ άλλων για έναν βασικό και ταυτόχρονα «απλό» λόγο: Για να κατακτήσουν ένα ακόμη μεγαλύτερο μερίδιο της παγκόσμιας αγοράς, συρρικνώνοντας στον παγκόσμιο ενεργειακό χάρτη τους ανταγωνιστές τους. Κυρίως όταν μπήκαν δυναμικά στο παιχνίδι Αμερικανοί, Καναδοί, Βρετανοί με σχιστολιθικό πετρέλαιο (που παράγεται με τη λεγόμενη μέθοδο υδραυλικής ρυγμάτωσης). Επιπλέον, για να εκτοπίσουν από την αγορά αντιπάλους τους και εντός ΟΠΕΚ (όπως το Ιράν)...

Παιχνίδια με τη φωτιά

Ομως, ο ριψοκίνδυνος πόλεμος της Σ. Αραβίας με τις τιμές του πετρελαίου θυμίζει επικίνδυνα παιχνίδια με τη φωτιά στο πλαίσιο του καπιταλιστικού ανταγωνισμού, καθώς προς το παρόν δείχνει να εξελίσσεται σε μία πύρρειο νίκη. Αφενός προκαλεί, όντως, τεράστιο πρόβλημα στους πετρελαιάδες σχιστολιθικού «μαύρου χρυσού» της Αμερικής, από την άλλη όμως, βάζει «μπουρλότο» στους προϋπολογισμούς τους, προκαλώντας μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα...

Ο Αμερικανός Χάρολντ Χαμ, ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της πετρελαϊκής εταιρείας «Continental Resources Inc», που θεωρείται πρωτοπόρος της σχιστολιθικής εξόρυξης, μιλώντας πριν από λίγες μέρες στο CNBC, δήλωσε χαρακτηριστικά: «Με 1,8 εκατομμύρια βαρέλια που έριξαν στην αγορά, η πρόθεση των Σαουδαράβων ήταν να μας πνίξουν... Δεν τα κατάφεραν! Εκαναν ένα μυθικών διαστάσεων λάθος, που θα τους κοστίσει 1 τρισ. δολάρια». Ο Χαμ, δηλαδή, δεν συμφωνεί με τις προβλέψεις αναλυτών που θεωρούν πως το ένα τρίτο των αμερικανικών εταιρειών πετρελαίου και φυσικού αερίου θα χρεοκοπήσουν έως τα μέσα του 2017, εάν δεν αυξηθούν οι διεθνείς τιμές πετρελαίου πάνω από τα 50 δολάρια το βαρέλι. Αυτό γιατί πιστεύει πως πολλές από αυτές τις εταιρείες έχουν πρόσβαση σε μακρόχρονο δανεισμό με προνομιακούς όρους και «έξυπνους» σχεδιασμούς παραγωγής και μπορούν, με μία «νοικοκυρεμένη» διαχείριση, να επιβιώσουν από την καταιγίδα. Αντίθετα, ο Χαμ, πιστεύει πως δεν μπορούν να κάνουν το ίδιο οι πετρο-μοναρχίες του Κόλπου, σημειώνοντας πως «δεν είναι εταιρείες για να απολύουν εργαζόμενους αλλά χώρες που πρέπει, όπως και να 'χει, να συνεχίζουν να πληρώνουν μισθούς στο δημόσιο, συντάξεις και να χρηματοδοτούν προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας...». Ο Χαμ (όπως και κάποιοι πολιτικοί αναλυτές) εκφράζει «ανησυχίες» ακόμη και για κοινωνικές εντάσεις, ενδεχομένως και εξεγέρσεις, στο εσωτερικό χωρών τύπου Σαουδικής Αραβίας, η οποία έχει λόγους να φοβάται κάτι αντίστοιχο και μόνον με τη σιιτική μειονότητα που ζει κυρίως στην «Ανατολική Επαρχία» και την οποία καταπιέζει αφόρητα η σουνιτική πλειοψηφία και το μεγαλύτερο μέρος της ντόπιας αστικής τάξης.

«Τρύπες στους προϋπολογισμούς»

Δεν αποκλείεται να έχει δίκιο... Ηδη, η σημαντική μείωση της διεθνούς τιμής πετρελαίου προκαλεί, εδώ και μήνες, τεράστιες «τρύπες» στον προϋπολογισμό της Σ. Αραβίας και άλλων χωρών του Περσικού Κόλπου, που δεν αποκλείεται να φέρουν μεσοπρόθεσμες κοινωνικές και πολιτικές αναταράξεις. `Η και να αξιοποιηθούν για υποδαύλισή τους...

Η κυβέρνηση της Σ. Αραβίας, για παράδειγμα, πριν από ένα 15ήμερο αναγκάστηκε να αυξήσει κατά 50% τις τιμές των καυσίμων, να μειώσει δραστικά τις επιδοτήσεις στις τιμές υπηρεσιών κοινής ωφέλειας όπως είναι η παροχή ηλεκτρικού ρεύματος και υδροδότησης, να σταματήσει ή να συρρικνώσει την κρατική χρηματοδότηση σε προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας, να βγάλει ακόμη και στο σφυρί την κρατική πετρελαϊκή εταιρεία ARAMCO!

Σε τέτοιες οικονομικές επιλογές δεν προβαίνει μόνον η Σ. Αραβία, αλλά και άλλες μοναρχίες του Περσικού Κόλπου που την ακολουθούν σε αυτό το ριψοκίνδυνο παιχνίδι, όπως τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Κατάρ, που προχτές αποφάσισε να αυξήσει κατά 30% την τιμή των επιδοτούμενων καυσίμων και να κλείσει το παράρτημα του τηλεοπτικού δικτύου «ΑΛ Τζαζίρα» στις ΗΠΑ που «κτίστηκε» στη βάση του σταθμού «Current TV» και το οποίο είχε αγοράσει το 2013 έναντι μισού δισεκατομμυρίου δολαρίου από τον ιδιοκτήτη του, πρώην αντιπρόεδρο των ΗΠΑ, Αλ Γκορ.

Εξίσου χαρακτηριστικές είναι οι χτεσινές πληροφορίες του Arabianbusiness.com, για τα δημοσιονομικά ελλείμματα αυτών των χωρών. Π.χ. τα δημοσιονομικά ελλείμματα της Σ. Αραβίας (που πέρσι ξεπέρασαν τα 87 δισ. δολάρια) θα αυξηθούν φέτος στο 14,1% του ΑΕΠ και το 2017 στο 10,3%. Αντίστοιχα, το δημοσιονομικό έλλειμμα των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων που το 2015 κυμάνθηκε στο 4,7% του ΑΕΠ, θα κυμανθεί φέτος στο 3,8% του ΑΕΠ. Αλλες δύο από τις πιο «αδύναμες» (σχετικά...) πετρελαιο-μοναρχίες του Κόλπου, το Μπαχρέιν και το Ομάν, αναμένεται επίσης να καταγράψουν ελλείμματα της τάξης του 14,6% και 11,9% του ΑΕΠ, αντίστοιχα. Δηλαδή μεγάλα μεγέθη...

Αντιδράσεις και εντός ΟΠΕΚ

Ομως, ο πόλεμος που έχει ξεσπάσει στις διεθνείς αγορές Ενέργειας δεν μαίνεται μόνον μεταξύ του ΟΠΕΚ και των ανταγωνιστών του, αλλά και εντός του 13μελούς οργανισμού που ιδρύθηκε το 1960, για να προστατεύσει τα συμφέροντα των πετρελαϊκών μονοπωλίων σε Αλγερία, Αγκόλα, Εκουαδόρ, Ινδονησία, Ιράν, Ιράκ, Κουβέιτ, Λιβύη, Νιγηρία, Κατάρ, Σ. Αραβία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Βενεζουέλα.

Την περασμένη Τρίτη, ο προεδρεύων του ΟΠΕΚ, Νιγηριανός υπουργός Ενέργειας Ιμανουέλ Κατσίγκου, μιλώντας εκ μέρους και άλλων δύο μελών του οργανισμού που δεν κατονόμασε, ζήτησε έκτακτη σύνοδο μέσα στις επόμενες βδομάδες, αντί της προγραμματισμένης συνεδρίασης αξιωματούχων του οργανισμού στις 2 Ιούνη. Ο Κατσίγκου εξέφρασε την έντονη δυσφορία ορισμένων μελών του ΟΠΕΚ και της χώρας του (όπου το κόστος παραγωγής πετρελαίου ανέρχεται σε 31 δολάρια το βαρέλι!) πως η καθοδική κούρσα στις διεθνείς τιμές πετρελαίου «στραγγαλίζει» τις οικονομίες τους και πως δεν μπορούν να αντέξουν άλλο τη διατήρηση της παραγωγής σε υψηλά επίπεδα.

Εντονα αντίθετος με την πραγματοποίηση έκτακτης συνόδου, με στόχο τη μείωση της παραγωγής στα μέλη του ΟΠΕΚ, εμφανίστηκε ο ομόλογός του από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ) Σουχαΐλ Μοχάμεντ Αλ Μαρτζούρι, που ισχυρίστηκε ότι η τακτική της διατήρησης της παραγωγής σε υψηλά επίπεδα «αποδίδει». Αξίζει εδώ να σημειωθεί πως ακόμη και η δήλωση του Νιγηριανού υπουργού για έκτακτη σύνοδο του ΟΠΕΚ στη Βιέννη τέλος Φλεβάρη - αρχές Μάρτη, με στόχο τη μείωση της παραγωγής ήταν αρκετή για να διαμορφώσει, έστω για λίγες ώρες, την τιμή του πετρελαίου σε πάνω από τα 32 δολάρια το βαρέλι. Αντίθετα, η απάντηση του υπουργού Ενέργειας των ΗΑΕ κατέβασε την τιμή κατά 4%, ρίχνοντάς το κάτω από 30 δολάρια το βαρέλι...

Εντούτοις, δεν είναι μόνον η Νιγηρία που έχει πρόβλημα από τις χαμηλές τιμές πετρελαίου. Είναι και η Αλγερία, που είναι από τις σημαντικότερες παραγωγούς φυσικού αερίου και πετρελαίου, η οποία επίσης εξαρτά ένα σημαντικό μέρος χρηματοδότησης του προϋπολογισμού της από τα έσοδα των εξαγωγών «μαύρου χρυσού». Η τακτική της διατήρησης της υψηλής παραγωγής πετρελαίου παρά τις χαμηλές τιμές προκαλεί σημαντικές οικονομικές και πολιτικές επιπτώσεις, το τελευταίο διάστημα, και σε άλλη μία χώρα που εξαρτά επίσης το μεγαλύτερο μέρος χρηματοδότησης του προϋπολογισμού της από τις εξαγωγές πετρελαίου: Τη Βενεζουέλα.

Επιπλέον, προβλήματα θα δημιουργήσει αυτό το ζήτημα και στο Ιράν, που είναι μέλος του ΟΠΕΚ, σε μία συγκυρία κατά την οποία οξύνεται η αντιπαράθεσή του με τη Σαουδική Αραβία και, από την άλλη, επίκειται η άρση των διεθνών κυρώσεων (ορισμένοι λένε πως θα μπορούσε να γίνει ακόμη και από Δευτέρα!). Η δυναμική επάνοδος του Ιράν στις διεθνείς αγορές πετρελαίου θεωρείται σίγουρο πως θα ρίξει δραματικά και άλλο τις τιμές «μαύρου χρυσού», με πολλούς αναλυτές (βλέπε εκτιμήσεις RBC Capital Markets, Goldman Sachs, Morgan Stanley, Standard Chartered) να πιθανολογούν πως ένα βαρέλι πετρέλαιο τους επόμενους μήνες θα κοστίζει λιγότερο από 20 δολάρια ή ακόμη και λιγότερο από 10 δολάρια...

Εάν σε αυτά συνυπολογίζει τα σχέδια Ρωσίας και ΗΠΑ να διατηρήσουν υψηλή την πετρελαϊκή παραγωγή τους (επειδή και αυτές προσπαθούν ταυτόχρονα να κατακτήσουν ένα μεγαλύτερο κομμάτι της διεθνούς αγοράς), τότε αντιλαμβάνεται κανείς πόσο απρόβλεπτα μπορεί να εξελιχθούν τα πράγματα, όχι μόνον σε επίπεδο διεθνούς οικονομίας, αλλά και γεωπολιτικής.

Συμπεράσματα για τους λαούς

Ο ανταγωνισμός για τις ενεργειακές πηγές, τους δρόμους μεταφοράς τους, τον έλεγχο αγορών συνολικά είναι ο βασικός λόγος για τις σύγχρονες ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις που πληρώνουν με το αίμα τους οι λαοί όπως το βλέπουμε στη Μέση Ανατολή, τη Βόρεια Αφρική, τον Καύκασο και την Ουκρανία. Βεβαίως, αυτή η κατάσταση δεν έχει σχέση μόνο με τον μεταξύ των πετρελαιοπαραγωγών χωρών ανταγωνισμό, αλλά και μεταξύ των μονοπωλίων που παράγουν διαφορετικής μορφής Ενέργεια, π.χ. με τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Επίσης και με το πώς παράγεται η ηλεκτρική ενέργεια. Ταυτόχρονα, ο «πυρετός» με την διεθνή τιμή του «μαύρου χρυσού» αποδεικνύει ότι όσο η Ενέργεια βρίσκεται υπό τον έλεγχο των μονοπωλιακών ομίλων, οι εργαζόμενοι θα χρυσοπληρώνουν τη χρήση της κάτι που φαίνεται ακόμα και όταν υπάρχει μεγάλη πτώση, που είναι πάντα αναντίστοιχη με τις τιμές που αγοράζουν τα καύσιμα. Τελικά, το ποιος έχει τον έλεγχο της παραγωγής και συνολικά της οικονομίας είναι αυτό που πρέπει να κυριαρχήσει ως κριτήριο για τους εργαζόμενους, που μπορούν, σε σύγκρουση με τα μονοπώλια και τον καπιταλισμό, να αξιοποιήσουν τον πλούτο για τη δική τους ευημερία και την κοινωνική πρόοδο, όπως αρμόζει στις τεράστιες δυνατότητες της σημερινής εποχής.


Δ. ΟΡΦ.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ