Πέμπτη 31 Οχτώβρη 2013
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΓΙΟΑΚΙΜ ΡΕΝΙΝΓΚ και ΕΣΠΕΝ ΣΑΝΤΜΠΕΡΓΚ
Κον - Τίκι

Το πλήρωμα του «Κον - Τίκι» γύρισε ένα ασπρόμαυρο ντοκιμαντέρ που το 1951 κέρδισε ένα «Οσκαρ». Η μυθοπλασία ωστόσο πάνω στη μυθική περιπέτεια της «εθνικής εικόνας» της Νορβηγίας, του εξερευνητή Τουρ Χέιερνταλ, έπρεπε να περιμένει μέχρι σήμερα τους δυο σκηνοθέτες της ταινίας που, έχοντας στη διάθεσή τους τεράστια χρηματικά ποσά -μιλάμε για το πιο ακριβό νορβηγικό φιλμ- έκαναν μια μεγαλόσχημη, δυσκίνητης ροής, περιγραφικής αφήγησης με σποραδικά μελό τόνους περιπέτεια αμερικάνικου τύπου, με κομψούς πρωταγωνιστές και ακόμα κομψότερους καρχαρίες που, σε επίπεδο σκέψης, σύγκρουσης και ατμόσφαιρας μοιάζει να ξεπατικώθηκε απευθείας από το «σύμπαν» ενός αγορίστικου δωματίου άλλης εποχής, με βιβλία του Βερν τότε που κυριαρχούσε η ρομαντική συγκίνηση για έναν απλουστευτικό κόσμο...

Από τεχνικής βέβαια άποψης πρόκειται σίγουρα για μια ολοκληρωμένη δημιουργία, όχι μόνο σε ό,τι έχει να κάνει με τους καρχαρίες, τις φάλαινες και τα υπόλοιπα θαλασσινά αλλά την σπουδαία φωτογραφία, το μακιγιάζ και ό,τι άλλο άπτεται της φυσικής και ψηφιακής κατασκευής της εικόνας. Η ταινία ξεκινά με τα «ορεκτικά». Ο Τουρ Χέιερνταλ προτού ξεσπάσει ο μεγάλος πόλεμος, είχε ζήσει στην Πολυνησία με τη γυναίκα του. Εκεί πείστηκε ότι οι αυτόχθονες ιθαγενείς είχαν καταγωγή από τη Λατινική Αμερική και όχι την Ασία, όπως πίστευε η επιστημονική κοινότητα. Για να αποδείξει την ορθότητα της υπόθεσης εργασίας του, σκέφτηκε να κατασκευάσει μια σχεδία, πιστό αντίγραφο ινδιάνικου μοντέλου του τότε και να αφεθεί στα ρεύματα του ωκεανού που, σε 100 περίπου μέρες, θα τον έβγαζαν στις ακτές της Πολυνησίας... Εξι άνδρες απέπλευσαν από το Καλάο του Περού στις 28 Απριλίου 1947 για να διασχίσουν 8.000 χιλιόμετρα πάνω στον Ειρηνικό Ωκεανό. Στην σχεδία «Κον Τίκι», όπως ονομάστηκε, υπήρχε ένας παλιός ασύρματος, μοναδικός σύνδεσμος με τον έξω κόσμο. Παρεμπιπτόντως, ο Τουρ Χέιερνταλ δεν ήξερε κολύμπι...

Το σκηνοθετικό ντουέτο Ρένινγκ και Σάντμπεργκ έστησε μια ζωηρόχρωμη περιπέτεια, αναγνωρισμένης ιστορικής ακρίβειας, δομημένη πάνω σε κλασικά συστατικά, όπως το κομμάτι που ο Χέιερνταλ προσπαθεί να βρει οικονομική στήριξη στο επικείμενο εγχείρημά του και εκείνο της σύνθεσης της παρέας που την αποτελούν ένας μηχανικός, δυο «ήρωες» της νορβηγικής αντίστασης, ο Ερικ, ο μόνος με ναυτική επάρκεια και ένας Σουηδός εθνογράφος ο Μπενγκτ Ντάνιελσον, με την κινηματογραφική μηχανή. Ο Ντάνιελσον υπήρξε ειδήμων ξακουστός της Ωκεανίας, έγραψε μάλιστα ένα δημοφιλές βιβλίο με τίτλο «Viller valleiS? der havet» το οποίο επίσης έγινε ταινία. Οι συντελεστές αυτοί κινούνται στο πλαίσιο που θέτει ο οραματιστής Χέιερνταλ, που θα πληρώσει αυτή του την επιλογή με τη διάλυση της οικογένειάς του.

Το δραματικό στοιχείο είναι έντονο στις σκηνές με τους καρχαρίες, όπως και η αίσθηση ότι ο κυριαρχεί μια πίστη στο εγχείρημα που συγγενεύει μάλλον με φανατισμό παρά με επιστημονική φιλοδοξία. Οταν ο μηχανικός σε μια δύσκολη στιγμή προτείνει να ενισχύσουν με ατσαλένια σκοινιά τη σχεδία, ο καπετάνιος τυφλωμένος από την «πίστη» στην υπόθεση εργασίας πετά τα μοντέρνα σύνεργα στη θάλασσα. Ολα θα γίνουν όπως τότε...

Πάνω στο «Κον Τίκι» ο κύριος διαχωρισμός έχει να κάνει με το ποιος είναι «άνδρας» και ποιος δεν είναι, ένας μπανάλ καταμερισμός σε δειλούς και τολμηρούς. Ο παχουλός μηχανικός σημαδεύεται ως δειλός. Οι άλλοι με τα μυώδη σώματα και το καχύποπτο βλέμμα τον κοιτάνε περίεργα. Η ταινία «ΚΟΝ ΤΙΚΙ» με τις φανταστικές σκηνές στη θάλασσα και τον έναστρο ουρανό, ο «φόρος τιμής» στον Χέιντερνταλ, τον έσχατο των αληθινών εξερευνητών της κλίμακας των Νάνσεν, Κουκ, Κολόμβο ίσως και Μάρκο Πόλο, μειώνει στην ουσία τη σημασία αυτής της αποστολής. Ολο το εγχείρημα εμφανίζεται αίφνης σαν αποτέλεσμα της υπερτροφικής ανάγκης ενός εγωκεντρικού άνδρα για προσοχή και αναγνώριση.

Το «ΚΟΝ ΤΙΚΙ» είναι ταινία στο πνεύμα μιας παράδοσης που βγαίνει κατευθείαν από τα φιλμ εποχής του Χόλιγουντ τύπου «STANLEY AND LIVINGSTONE» (1939) του Χένρι Κινγκ, π.χ. Διαθέτει περιπέτεια με σουσπάνς και στιλ κι είναι ωραίο να την βλέπεις στη σκοτεινή αίθουσα. Η πραγματική σύγκρουση είναι αυτή ανάμεσα στον άνθρωπο και τη φύση, εκεί σου σφίγγεται το στομάχι. Στον αντίποδα βρίσκεται η σύγκρουση του ιδιοφυή πρωταγωνιστή με τον μη πεπεισμένο περίγυρο. Πρόκειται για τόσο αυτονόητο ήτοι κουραστικό κλισέ στις βιογραφίες, ακολουθούμενο από αυτό της σύγκρουσης ανάμεσα στα μέλη του πληρώματος...

Ο τολμηρός Νορβηγός εξερευνητής ήταν ακριβώς ό,τι χρειαζόταν η εποχή εκείνη. Ο Χέιντερνταλ την περίοδο που μεσουρανούσε ήταν κάτι σαν είδωλο, σαν ποπ-σταρ. Τις δεκαετίες του '60 και '70, ο ίδιος και τα μέλη της αποστολής υπήρξαν δημοφιλείς προσωπικότητες και εμφανίζονταν συχνά στα μίντια, ιδίως στην τηλεόραση...

Παίζουν: Πολ Σβέρε Βαλχέιμ Χάγκεν, Αντερς Μπάασμου Κρίστιανσεν, Γκούσταφ Σκάρσγκορντ, κ.ά.

Παραγωγή: Βρετανία, Νορβηγία, Δανία (2012).

ΤΖΕΪΜΣ ΓΟΥΑΝ
Παγιδευμένη ψυχή: Κεφάλαιο «2»

Η δεύτερη «INSIDIOUS» ταινία - κακή όσο και ο τίτλος της - είναι ημιτελής κατασκευή, καθόλου τρομακτική ή συναρπαστική, σε σύγκριση με το πρώτο μέρος που άφησε καλύτερες εντυπώσεις. Εδώ υπάρχει πλήθος επαναλήψεων, πλήθος παρακαμπτηρίων και πλήθος φαντασμάτων, με ταυτόχρονη πτώση του αφηγηματικού τέμπο, απέχοντας από το γρήγορο μοντάζ και τα αιματηρά σαλιαρίσματα και δουλεύοντας επιδέξια με ηχητικά εφέ τύπου «μπου!». Ο Γουάν που δεν είναι ατζαμής δείχνει μάλλον αδιαφορία όταν κάνει μια ταινία με τέτοιο έλλειμμα φαντασίας. Το επίθετο που αρμόζει στην ταινία είναι κοντά στο «κοιμήσικο».

Η ταινία, μετά από έναν αποτελεσματικό, αλλά αλλόκοτο πρόλογο, έρχεται και κουμπώνει εκεί που τελειώνει η προηγούμενη «INSIDIOUS» (2010). Η οικογένεια Λάμπερτ πλήττεται από καινούργια κακά. Ο πάτερ φαμίλιας καταλαμβάνεται από δαιμονικά πνεύματα, τρομοκρατώντας τους δικούς του. Ετσι αποδεικνύεται άφθαρτο το θέμα που λέει ότι ο άνθρωπος είναι ο μεγαλύτερος εχθρός του εαυτού του. Σύζυγοι, μητέρες, παιδιά και αυτόκλητοι κυνηγοί φαντασμάτων, υφίστανται αποκλειστικά και μόνο για να σώσουν αυτόν τον άνθρωπο από τον εαυτό του... Κι αυτό μέσα από ένα δειγματολόγιο «δανεισμών» από άλλες ταινίες του είδους, καθώς και χιονοστιβάδα από κλισέ: λοξές γωνίες λήψης της κάμερας, ασπροντυμένα φαντάσματα, εγκαταλειμμένα κτίρια, πατώματα που τρίζουν, ξύλινα αλογάκια που κουνιούνται μόνα τους, παιδιά με εμμονές, φωτισμός κάτω από το πηγούνι και πράσινοι καπνοί στο έδαφος... Οι τόσες μεταπτώσεις, σε τόσο λίγο χρόνο, ανάμεσα σε κακές ερμηνείες, χονδροειδές χιούμορ και περίεργα εφέ, παραπέμπουν περισσότερο σε σουρεαλιστικό πείραμα μαθήματος κινηματογράφου γυμνασιοπαίδων. Εν τέλει, μάλλον εμείς καταναλώνουμε περισσότερη σκέψη για την ταινία απ' ό,τι ο ίδιος ο σκηνοθέτης...

Παίζουν: Πάτρικ Γουίλσον, Μπάρμπαρα Χέρσεϊ, Ρόουζ Μπερν, κ.ά.

Παραγωγή: ΗΠΑ (2013).

ΜΕΤΣΙΣΛΑΒΑ ΜΑΓΙΕΒΣΚΑΓΙΑ και ΑΛΕΞΕΪ ΜΑΣΛΙΟΥΚΟΒ
Παιδαγωγικό Ποίημα

Για πρώτη φορά στην Ελλάδα προβάλλεται η αριστουργηματική, «ειδικού σκοπού» ταινία των Μαγιέφσκαγια / Μασλιουκόβ «ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΠΟΙΗΜΑ», φιλμ που αποτελεί μια διαφορετική, ζεστή κι ανθρώπινη νότα, στη γενικά νοσηρή κινηματογραφική παιδική κι εφηβική θεματική των ημερών μας. Γυρίστηκε το 1955, βασιζόμενη στο ομώνυμο βιβλίο του παιδαγωγού Αντόν Μακαρένκο που αναφέρεται στα πρώτα χρόνια μετά την επανάσταση του 1917 και αναδεικνύει τη γιγάντια προσπάθεια του νεαρού σοβιετικού κράτους των μπολσεβίκων να εμπνεύσει, να δημιουργήσει και να διαπαιδαγωγήσει το σοβιετικό άνθρωπο, το νέο άνθρωπο, που καλείται να θεμελιώσει και να αναπτύξει το πρώτο κοινωνικό σύστημα στην ανθρώπινη ιστορία που καταργεί την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.

Η ταινία μυθοπλαστική για την ιστορία της κολεκτίβας «Γκόρκι». Κεντρικός ήρωας ο παιδαγωγός Μακαρένκο που ανέλαβε την ευθύνη της διαπαιδαγώγησης παιδιών που ξέμειναν ορφανά από το ρώσικο εμφύλιο και το λιμό που επακολούθησε. Παιδιά ψυχικά τραυματισμένα που πάλεψαν με νύχια και δόντια να επιβιώσουν, παιδιά κοινωνικά απόβλητα που αντιμετωπίζονταν ως εγκληματίες. Η πρόκληση για τον παιδαγωγό να μεταμορφώσει τους νεαρούς «αλήτες» σε υπεύθυνους πολίτες τεράστια. Η ταινία χωρίζεται σε τρία μέρη χρονικά: Από την αλητεία στην αγωνιστική διάπλαση του χαρακτήρα, η θεωρητική διαπαιδαγώγηση των νέων με τα στοιχεία της αλληλεγγύης, της συμμετοχής, της λογοδοσίας και της υπευθυνότητας. Και από την επιτυχία της κολεκτίβας «Γκόρκι», στην «εξαγωγή» του μοντέλου σε μια μεγαλύτερη κολεκτίβα με αποτελέσματα εντυπωσιακά... Η αφήγηση ξετυλίγεται γραμμική, λακωνική και σφιχτά δομημένη σε σύντομα κεφάλαια / ενότητες. Η ταινία πάλλεται από νεανικό παλμό, από ευχάριστα γοργό ρυθμό, από τη ζωντάνια του κατανοητού και από ένα αναγνωρίσιμο χιούμορ των σοβιετικών ταινιών προπαγάνδας που, σε κάποια σημεία, την καθιστά ιδιαίτερα συγκινητική και πανανθρώπινη. Της δίνει τέτοιο εκτόπισμα που φέρνει στα μάτια ελπιδοφόρα δάκρυα προοπτικής... Τα στερεότυπα τόσο στην εικόνα, κυρίως όμως στο λόγο, έχουν εδώ ιδεολογική λειτουργία, είναι μέσο σημασιοδότησης και συμβόλων.

Η νέα μέθοδος που διαμόρφωσε και εφάρμοσε ο Μακαρένκο ήταν το «συνεργατικό εργαστήριο» και στην ταινία υπάρχει πλήθος σκηνών με παιδιά να εργάζονται και να δημιουργούν σε αυτό το πλαίσιο. Το «Παιδαγωγικό Ποίημα» δεν είναι απλά ένα ωραίο λογοτεχνικό βιβλίο, αλλά ένα σπάνιο έργο. Οχι μόνο γιατί η συγγραφή του διήρκεσε δέκα χρόνια, 1925 - 1935, αλλά γιατί αποτύπωνε την τιτάνια μάχη του σοβιετικού λαού, μέσα σε μια δύστροπη πραγματικότητα, να κάνει το ιστορικό άλμα, διαβαίνοντας τη νοητή γραμμή της ανθρώπινης προϊστορίας και των εκμεταλλευτικών συστημάτων. Περισσότερα για το βιβλίο θα μάθετε αύριο από τον σ. Ελισαίο Βαγενά... Να είμαστε όλοι εκεί, αξίζει τον κόπο!

Παίζουν: Β. Εμελιάνοφ, Μ. Κρατσκόφσκαγια, Μ. Ποκοτίλο, κ.ά.

Παραγωγή: Σοβιετική Ενωση (1955).

Δύο εξαιρετικές ταινίες!

Δύο εξαιρετικές ταινίες από αύριο. Η ολόφρεσκη γαλλική «Η ΖΩΗ ΤΗΣ ΑΝΤΕΛ», μια κοινωνική προσέγγιση στο θέμα του έρωτα από τον άξιο σκηνοθέτη Αμπντέλ Κεσίς και μια παλαιά αλλά ουδόλως παρωχημένη. Το αντίθετο μάλιστα. Πρόκειται για το σοβιετικό φιλμ του 1955 «ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΠΟΙΗΜΑ» των Μαγιέφσκαγια και Μασλιουκόβ, ένα καταπληκτικό κείμενο διαπαιδαγώγησης για γονείς, δασκάλους αλλά και μαθητές... Κατά τα άλλα, τετριμμένα και πάλι τετριμμένα αναμασήματα: Πρεμιέρα απόψε για την νέα -αμερικάνικης παραγωγής- περιπέτεια του γνωστού Μεξικανού, πρώην ομοσπονδιακού πράκτορα. «MACHETE: Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ» (2013) ο τίτλος της ταινίας σε σκηνοθεσία Ρόμπερτ Ροντρίγκες. Αυτό το Β΄ φιλμ, αυτό το κοκτέιλ βίας, αίματος και μαύρου χιούμορ με τον Μελ Γκίμπσον σε ρόλο κλώνου του κυνικού δόκτορα Νο, με τα κορίτσια πάντα γυμνά και σέξι, μπάζει πανταχόθεν... ως επιτομή της ανοησίας... Βέβαια, αυτός είναι ενσυνείδητος στόχος... Ο Ματσέτε -στο ρόλο ο Ντάνι Τρέχο- θρηνεί το θάνατο της αγαπημένης του Σαρτάνα που έχασε τη ζωή της στη μάχη με τα καρτέλ... Ταυτόχρονα, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, επιστρατεύει τον Μεξικανό πράκτορα για μια αδύνατη αποστολή: Να εντοπίσει τον αρχηγό των καρτέλ Μέντες που απειλεί να εκτοξεύσει πύραυλο κατά της Αμερικής. Ο Μεξικανός εκμηδενίζει τα σχέδια του Μέντες, ανακαλύπτει όμως ότι ο πύραυλος είναι συνδεδεμένος με την καρδιά του κακού που ακόμα χτυπά και που μπορεί να ενεργοποιήσει το όπλο... Ο μόνος ικανός να εξουδετερώσει τον πύραυλο, είναι ο εκκεντρικός, δισεκατομμυριούχος και έμπορος όπλων, Λούθερ Βοζ, που όμως, και αυτός, έχει σχέδια για παγκόσμιο πόλεμο με όπλα του διαστήματος... Ο Ματσέτε συγκρούεται με τον Βοζ και τη στρατιά του για να ανατρέψει τα σχέδια επιβολής αναρχίας σ' όλο τον πλανήτη...

Πρεμιέρα επίσης για το «ΣΧΕΔΙΟ ΑΠΟΔΡΑΣΗΣ» (2013), φιλμ δράσης εξυπακούεται, που ζευγαρώνει για πρώτη φορά, σε ισότιμους πρωταγωνιστικούς ρόλους, τους αειθαλείς (και κάπως ξεχειλωμένους) θρύλους της «αμερικανιάς»: Σιλβέστερ Σταλόνε και Αρνολντ Σβαρτζενέγκερ σε μια ιστορία με μπόλικο -υποθέτουμε, δεδομένου ότι δεν έγινε δημοσιογραφική προβολή- μπουνίδι, κλωτσίδι, πιστολίδι και όλα τα ευγενή παρεμφερή. Η σκηνοθεσία είναι του Σουηδού Μίκαελ Χόφστρεμ. Πρεμιέρα έχει και η αμερικάνικη αισθηματική κωμωδία του Τζος Ράντνορ «LIBERAL ARTS» (2012) με τους Ζακ Εφρον και Ελίζαμπεθ Ολσεν στους πρωταγωνιστικούς ρόλους, καθώς και το δράμα του Μπένσον Λι «ΣΤΗ ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΧΟΡΟΥ» (2013). Ετσι ονομάζονται οι «Ολυμπιακοί Αγώνες» του breakdancing, ένα ετήσιο τουρνουά που προσελκύει τις καλύτερες ομάδες από όλη την οικουμένη.

Τέλος, σας πληροφορούμε ότι αύριο Παρασκευή (1/11), στις 20.00, θα πραγματοποιηθεί εκδήλωση - παρουσίαση του διάσημου βιβλίου του Αντον Μακαρένκο «Παιδαγωγικό Ποίημα» (εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», 2010, τόμοι Α΄ και Β΄) στον κινηματογράφο «ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ» στην ΚΑΛΛΙΘΕΑ, οδός Κρέμου 141, τηλ. 210.9512.604. Ο Ελισαίος Βαγενάς, διδάκτωρ Παιδαγωγικής και Εξελικτικής Φιλοσοφίας και μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ θα παρουσιάσει το βιβλίο. Μετά την παρουσίαση, θα ακολουθήσει σε πρώτη για την Ελλάδα προβολή, η πρεμιέρα της σπάνιας ταινίας των Μ. Μαγιέβσκαγια και Α. Μασλιουκόβ, «ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΠΟΙΗΜΑ - Ο ΔΡΟΜΟΣ ΠΡΟΣ ΤΗ ΖΩΗ», βασισμένη στο βιβλίο του Μακαρένκο...

Παρεμπιπτόντως, αύριο Παρασκευή αρχίζει και το 54οΦεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης... Να δούμε...


ΚΡΙΤΙΚΗ:
Τζία ΓΙΟΒΑΝΗ

ΑΜΠΝΤΕΛΑΤΙΦ ΚΕΣΙΣ
Η ζωή της Αντέλ

Πήγα στο φιλμ του Γαλλο-τυνήσιου Αμπντέλ Κεσίς σαφώς αρνητικά προκατειλημμένη, απ' αυτά που γράφονται και ακούγονται, ήδη πριν την προβολή της ταινίας στο φετινό Φεστιβάλ των Καννών και την απολύτως δίκαια βράβευσή της με το «Χρυσό Φοίνικα... Περίμενα να βρεθώ μπροστά σε ένα «μαλακό (;) πορνό», από κείνα τα ελευθεριάζοντα κατασκευάσματα τα αφειδώς χρηματοδοτούμενα και πανταχόθεν προωθούμενα και επιβαλλόμενα ως επίτευγμα πολιτισμού της σύγχρονης κοινωνίας των πολιτών! Μετά από τρεις ώρες, τόσο διαρκεί η ταινία, βγήκα από την αίθουσα συγκλονισμένη από ένα φιλμ που αυτό που «δείχνει» κι αυτό που «λέει» τελούν υπό οργανική σύζευξη!

Κάθε ιστορία, κάθε αφήγηση έχει ένα νόημα και κάθε μυθοπλασία ένα ιδεολογικό φορτίο. Η ταινία του Κεσίς βασίζεται στο εικονογραφημένο ομοφυλοφιλικό μυθιστόρημα της Ζυλί Μαρό «Το μπλε είναι ένα ζεστό χρώμα» που ακολουθεί την ηρωίδα μέχρι το θάνατό της... Δεν θεωρώ τυχαίο ότι ο σκηνοθέτης επέλεξε να μην μπει καθόλου στη μελοδραματική εξέλιξη του πρωτογενούς κειμένου, στην αρρώστια και το θάνατο της πρωταγωνίστριας αλλά επικεντρώνεται αποκλειστικά στα δυο πρώτα κεφάλαια: εκείνο της «κατάρτισης» κι εκείνο της «δοκιμασίας», στα μάλλον χρησιμότερα κεφάλαια στην ξεκάθαρα κοινωνική του προσέγγιση στο θέμα της ερωτικής σχέσης...

Εντυπωσιακά στέρεη κατασκευή, με την ομορφιά της να γεννιέται στις στιγμές της ρήξης, «κλειδιά» για την ερμηνευτική διεργασία για το μέλλον της μόνης και δυστυχούς Αντέλ. Τη «ΖΩΗ ΤΗΣ ΑΝΤΕΛ» είτε τη λατρεύεις, είτε τη μισείς. Προσωπικά δε νομίζω ότι η διαδικασία ανάγνωσης του φιλμ αρκείται μόνο σε ψυχαναλυτικά ή φεμινιστικής φιλοσοφίας κριτήρια...

Το σχολείο σαν έννοια στο έργο του Κεσίς συνιστά τη μήτρα, το χώρο όπου τα πάντα αρχίζουν, αλλά και καταφύγιο, στο οποίο θα ξαναγυρίσει αυτό που το ίδιο έδωσε. Η ταινία ξεκινά μέσα στη σχολική τάξη, με το έργο του Πιέρ ντε Μαριβό «Η ζωή της Μαριάν». Ο Μαριβό μάστορας των συναισθημάτων της γαλλικής κοινωνίας του δέκατου όγδοου αιώνα, κατασκοπεύει την καρδιά των «μικρών» ανθρώπων, εκεί που γεννιέται ο έρωτας. Τον έρωτα που ο Κεσίς αποκαλύπτει με κίνηση στο λόγο και φυσικότητα στην έκφραση, που μαγεύει... Με την ανάλυση του προαναφερθέντος μυθιστορήματος ανοίγει η ταινία μια ιστορία έρωτα και κατάρτισης μιας έφηβης, που προσφέρει στην κάμερα, κάθε δυνατή λεπτομέρεια και κάθε δυνατή απόχρωση ενός οδυνηρού και ανεπανάληπτου έρωτα, χωρίς ψυχολογισμούς και με μια σαρκικότητα με απουσία κάθε νοσηρότητας. Η ταινία πράγματι χρειάζεται όλο αυτό το τρίωρο της διάρκειας. Η κάμερα κινείται από έξω προς τα μέσα και η αφήγηση όσο περισσότερο εκτείνεται στο χρόνο (τον αφηγηματικό και τον πραγματικό) τόσο περισσότερο συρρικνώνεται στο χώρο (σε μια τάξη, ένα δωμάτιο, μια κουζίνα) και υποχωρεί σε ρυθμό, μπαίνοντας σε μια παθιασμένη εξερεύνηση της εσωτερικότητας.

Η 17χρονη αισθησιακή Αντέλ (καταπληκτική η ερμηνεία της Αντέλ Εξαρχόπουλος), είναι σοβαρή. Δεν βάφεται, έχει κοντά νύχια, δεν σχολιάζει κουτσομπολίστικα, δεν τρέχει πίσω από τα αγόρια... Της αρέσουν όλα τα μαθήματα και πιστεύει ότι εξαρτάται από τον καθηγητή, το να μυήσει στην αξία του γνωστικού αντικειμένου τους μαθητές. Αγαπημένο της μάθημα η λογοτεχνία. Από τη «Ζωή της Μαριάν» του Μαριβό τη γοήτευσε η έννοια της «προδιαγεγραμμένης» από τη μοίρα συνάντηση των εραστών. Η Αντέλ σταμπάρει τυχαία στο δρόμο το αγέρωχο μπλε κεφάλι της Εμμας. Το βλέμμα της την επιλέγει, ονειρεύεται τον έρωτα μαζί της και ψάχνει να τη βρει σε γκέι στέκια της πόλης.

Η ταινία μιλά για τη συνάντηση δύο κοριτσιών από διαφορετικά κοινωνικά στρώματα. Αμφότερες είναι περίεργες να ανακαλύψουν τις άγνωστες πλευρές της άλλης πραγματικότητας. Την πραγματικότητα της Αντέλ - που διαδηλώνει μαχητικά στο κέντρο του Παρισιού για δωρεάν και δημόσια παιδεία μαζί με τα εργατικά συνδικάτα - γόνο μιας αξιοπρεπούς οικογένειας της εργατικής τάξης, μετριοπαθούς και καθόλου χύμα, που συνήθως, τρώει σπαγγέτι μπροστά στην τηλεόραση παρακολουθώντας δημοφιλές καθημερινό κουίζ γνώσεων, πίνει κόκκινο κρασί και επιτρέπει στην κόρη της να μασάει με ανοιχτό στόμα, να γλύφει το μαχαίρι και να ξαναγεμίζει το πιάτο της. Η Αντέλ σε όλο το φιλμ τρώει - προτιμά το κεμπάμπ από τις κρέπες - το «φτηνό» φαγητό υποκατάστατο τόσο των ανικανοποίητων επιθυμιών της νεαρής ηλικίας, κυρίως όμως των φτωχών κοινωνικών στρωμάτων. Η Αντέλ ακόμα κλαίει με το παραμικρό και ηχηρά. Σάλια, μύξες δάκρυα γίνονται ένα, εικόνα ουδόλως «σικ»... Ολα αυτά σε αντίθεση με τη «σικ» μικροαστική οικογένεια της Εμμας, με τη σοφιστικέ μητέρα και τον πατριό, όλο τέχνη και εκθέσεις, όστρακα και λευκό παγωμένο κρασί. Με πλήρη συνείδηση και συγκαταβατικότητα για τις επιλογές της κόρης, τις αντιμετωπίζουν με περηφάνια και πλήρη φυσικότητα! Η οικογένεια της Αντέλ δεν μπορεί να διανοηθεί ζευγάρι εκτός του παραδοσιακού ετερόφυλου σχήματος, ούτε και φαντάζεται τα σεξουαλικά γούστα της κόρης, αλλά ούτε και η τέχνη αποτελεί γι' αυτούς πραγματικό επάγγελμα...

Η Αντέλ, ωστόσο, δεν είναι ομοφυλόφιλη, το βλέμμα της έπεσε τυχαία σε ένα εντυπωσιακό, δυναμικό και δυνατό αγοροκόριτσο με μπλε μαλλιά. Ετυχε να πέσει σε γυναίκα και μαζί της ζει τις ερωτικές της φαντασιώσεις. Κάνει και υπαναχωρήσεις - όπως όλοι οι ερωτευμένοι σε αρχικό στάδιο. Μετατοπίζεται, από τις πολιτικές διαδηλώσεις τη βρίσκουμε στον καρνάβαλο «Pride». Σταδιακά και όσο η σχέση παγιώνεται, η Αντέλ ορθώνει ανάστημα. Επιμένει να της αρέσει το ταπεινό επάγγελμα της νηπιαγωγού, τόσο απρεπές στον κύκλο της Εμμας, με τους εκκολαπτόμενους εικαστικούς (μεταξύ τυρού και αχλαδιού αναλύουν τον Εγκον Σίλε και τον Γκούσταβ Κλιμπτ), συγγραφείς, δημοσιογράφους και γνωστό γκαλερίστα, έτοιμους να πουλήσουν την ψυχή τους οπουδήποτε για την πολυπόθητη κοσμική αναγνωρισιμότητα και όσα αυτή συνεπάγεται. Η Εμμα ετοιμάζεται να ανέβει σμεγάλοε στάτους κοινωνικοοικονομικό, θα κάνει ατομική σε γκαλερί με φήμη... Δεν της επιτρέπεται πλέον να έχει δίπλα της μια ασήμαντη νηπιαγωγό από την εργατική τάξη. Εφτασε η ώρα της επιλογής με ποιους θα πάει και ποιους θα αφήσει... Οι κοινωνικές συμβάσεις και η μικροαστική υποκρισία πιέζουν. Η Εμμα βρίσκει δικαιολογία - το αισχρό είναι ότι φροντίζει να βγει και από πάνω - να τελειώνει με την Αντέλ. Ενας χωρισμός που κορυφώνεται στη σκηνή του τέλους, ενώ ο πίνακας που απεικονίζει την Αντέλ μένει κρεμασμένος, το ζωντανό μοντέλο γυρίζει την πλάτη του ανεπιστρεπτί σε έναν κόσμο με τον οποίο δεν έχει τίποτα κοινό. Αναπαράσταση μέσα από μια κίνηση φυγόκεντρη όπου όλα συγχέονται, ο έρωτας και η τέχνη, η αλήθεια και το ομοίωμα...

Οι δυο πρωταγωνίστριες, με ομορφιά φυσική, χωρίς μακιγιάζ, κινούνται άνετα μπροστά στο φακό και ερμηνεύουν τους πολύ ενδιαφέροντες χαρακτήρες με παλλόμενο ρεαλισμό. Η εξωτερική τους απλότητα, δείγμα νεανικής αθωότητας, έρχεται σε αντίθεση με τη σαρκικότητα των ερωτικών σκηνών της κρεβατοκάμαρας, που καίτοι πλήρεις λεπτομερειών, χωρίς εκπτώσεις, δε σοκάρουν, ενταγμένες όντως οργανικά στο φιλμικό κείμενο. Κάποιοι όμως αδιαμφισβήτητα θα τις θεωρήσουν ηδονοβλεπτικές... και θα έχουν - και αυτοί - δίκιο...

Παίζουν: Αντέλ Εξαρχόπουλος, Λεά Σεντού, Κατρίν Σαλέ, Ορελιάν Ρεκουάν, κ.α.

Παραγωγή: Γαλλία, Βέλγιο, Ισπανία (2013).



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ