Εκλογές πραγματοποιούνται την Κυριακή 1η Ιούλη στο Μεξικό για την ανάδειξη Προέδρου, 500μελούς Κοινοβουλίου, 128 γερουσιαστών και κάποιων δημοτικών και περιφερειακών (κρατιδιακών) συμβουλίων. Το Μεξικό, των 123 εκατομμυρίων κατοίκων, είναι ομοσπονδιακό κράτος με 32 κρατίδια και 5 περιφέρειες και βρίσκεται σε φάση μικρών σχετικά ρυθμών ανάπτυξης τα τελευταία χρόνια, με τις προβλέψεις για φέτος να κάνουν λόγο για 1,1% του ΑΕΠ.
Στις προεδρικές εκλογές συμμετέχουν τρεις μεγάλες συμμαχίες, ένας συνδυασμός αστικών δυνάμεων νεοφιλελεύθερων και σοσιαλδημοκρατικών («δεξιών» και «αριστερών»), ανάμεικτων σε κάθε συμμαχία, ενώ το μεγάλο κεφάλαιο και οι εκπρόσωποί του μοιράζονται σε όλους τους υποψηφίους.
Συγκεκριμένα οι συμμαχίες είναι οι εξής: «Μαζί γράφουμε ιστορία» με υποψήφιο τον σοσιαλδημοκράτη Αντρές Μανουέλ Λόπεζ Ομπραδόρ, επικεφαλής του Κόμματος Εθνικής Αναγέννησης (ΜΟRΕΝΑ), που έχει τη στήριξη του Μαοϊκών καταβολών Κόμματος Εργατών (PT) και του νεοφιλελεύθερου Κόμματος Κοινωνικής Συνάντησης (PES), το οποίο εκτός των άλλων στηρίζει ανοιχτά τους εποικισμούς στο Ισραήλ στην Παλαιστίνη. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Ομπραδόρ προέρχεται από το Κόμμα Δημοκρατικής Επανάστασης (PRD), ήταν δύο φορές υποψήφιος για την προεδρία και στη συνέχεια ίδρυσε αρχικά το κόμμα «Σύμπραξη για τη Δημοκρατία» και μετά το MORENA. Στις δημοσκοπήσεις φαίνεται να προηγείται, με το υψηλότερο ποσοστό να φτάνει το 50% όταν γίνεται αναγωγή στους αναποφάσιστους.
«Για το Μεξικό μπροστά», είναι η άλλη συμμαχία με υποψήφιο τον Ρικάρντο Ανάγια Κορτές, που στηρίζεται από το νεοφιλελεύθερο Κόμμα Εθνικής Δράσης (PAN), το PRD (που προήλθε υποτίθεται ως αριστερή τάση στο Θεσμικό Επαναστατικό Κόμμα - PRI, που συμμετέχει στη Σοσιαλιστική Διεθνή) και το Κίνημα Πολιτών, που είναι μετεξέλιξη της «Σύμπραξης για τη Δημοκρατία», το οποίο όπως αναφέραμε παραπάνω ίδρυσε ο Ομπραδόρ. Ο Ανάγια στις δημοσκοπήσεις φτάνει το 25%, ενώ η κίνησή του να διανείμει ηλεκτρονικές κάρτες υποσχόμενος ότι αν εκλεγεί θα τις πιστώσει με 1.500 πέσος (74 δολάρια) το μήνα εφ' όρου ζωής σε κάθε Μεξικανό πολίτη, στο πλαίσιο του προγράμματος που εξαγγέλλει για γενικό βασικό (εγγυημένο) εισόδημα, έχει προκαλέσει αντιδράσεις. Πάντως, η Εκλογική Επιτροπή δεν το θεωρεί εξαγορά ψήφου αλλά προπαγανδιστική εκλογική μέθοδο.
Ο τρίτος συνδυασμός «Ολοι για το Μεξικό», με υποψήφιο τον Χοσέ Αντόνιο Μεάδε Κουριμπρένια, είναι επίσης μια ετερόκλητη συμμαχία του κυβερνώντος νεοφιλελεύθερου PRI του Προέδρου Ενρίκε Πένα Νιέτο, του Κόμματος Πρασίνων και της Νέας Συμμαχίας, που αυτοπροσδιορίζεται ως «κεντρώο» κόμμα. Ο Μεάδε καταγράφει ποσοστά έως 23%.
Επίσης, ως «ανεξάρτητος» υποψήφιος κατεβαίνει ο Χάιμε Ροντρίγκες, με ποσοστό γύρω στο 4%.
Από την καταγραφή και μόνο των ετερόκλητων συμμαχιών γίνεται φανερό ότι δεν υπάρχει κάποιο κριτήριο ...ιδεολογικής συγγένειας ανάμεσα στα πολιτικά κόμματα. Είναι χαρακτηριστικό ότι δύο «αριστερά» κόμματα που ανήκουν στο Φόρουμ του Σάο Πάολο σοσιαλδημοκρατικής κατεύθυνσης, όπως το PRD και το ΜΟRΕΝΑ, που μόλις πριν από λίγα χρόνια ήταν το ίδιο κόμμα, σήμερα βρίσκονται σε διαφορετικές συμμαχίες, το ένα στη συμμαχία με το «δεξιό» κόμμα PAN και το άλλο με το επίσης «δεξιό» PES. Το βασικό ζητούμενο είναι η μέγιστη δυνατή ψηφοθηρία.
Σε αυτό το κλίμα συνεχίζεται απρόσκοπτα η αντιλαϊκή πολιτική, που κλιμακώθηκε μετά από τη συγχρονισμένη καπιταλιστική κρίση του 2008, με νέο κύμα ιδιωτικοποιήσεων που προώθησαν οι κυβερνήσεις τόσο του PRI όσο και του PAN, στην Ενέργεια, στις Τηλεπικοινωνίες, στις Μεταφορές. Επίσης, προχώρησαν αλλαγές στην εργατική νομοθεσία, με ενίσχυση της επισφαλούς εργασίας, απελευθέρωση απολύσεων, ταξικούς φραγμούς στην Εκπαίδευση. Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση του Νιέτο αύξησε την καταστολή ενάντια στις οργανώσεις του λαϊκού κινήματος, σε συνδυασμό με τη δράση παραστρατιωτικών οργανώσεων και της ναρκομαφίας, υπήρξαν δολοφονίες κομμουνιστών και άλλων αγωνιστών, σκληροί αγώνες εργατών και αγροτών σε μια σειρά περιοχές και σε πολυεθνικές όπως η «Nissan», η «Αudi» ή τα μεγάλα φασονατζίδικα, τις λεγόμενες μακιλαδόρες.
Ταυτόχρονα, εκδηλώνονται ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις και ανταγωνισμοί που επηρεάζουν το Μεξικό, όπως η επαναδιαπραγμάτευση της Συμφωνίας Ελεύθερου Εμπορίου Βόρειας Αμερικής (ΝAFTA), που επιδιώκει η κυβέρνηση των ΗΠΑ υπό τον Τραμπ. Ειδικά ο λεγόμενος εμπορικός πόλεμος, με τους δασμούς που επέβαλε η κυβέρνηση Τραμπ και στο Μεξικό. Είναι χαρακτηριστικό ότι τμήματα της αστικής τάξης θέλουν τη διατήρηση της NAFTA με ...κόκκινες γραμμές και το Μεταναστευτικό ως διαπραγματευτικό χαρτί. Αλλα τμήματα τάσσονται υπέρ της διαφοροποίησης των σχέσεων και με άλλες δυνάμεις, π.χ. Κίνα ή Ρωσία, όπως προβάλλει ο Ομπραδόρ, που λανσάρει ένα υποτίθεται αντινεοφιλελεύθερο πρόγραμμα παρόμοιο με αυτό των λεγόμενων προοδευτικών κυβερνήσεων στη Νότια Αμερική, που συνέβαλαν στην κερδοφορία του κεφαλαίου και με τη σοσιαλδημοκρατική διαχείριση που εφάρμοσαν, ενώ τα επιδοματικά μέτρα ισχυροποίησαν την ταξική συναίνεση.
Δεν είναι τυχαίο ότι τον Ομπραδόρ στηρίζουν ανοιχτά ισχυροί μονοπωλιακοί όμιλοι όπως των ΜΜΕ, «Azteca», «Monsanto», «Seminis», «Grupo Gruma» και το «Open Society» του γνωστού Τζορτζ Σόρος, τον Μεάδε έχουν δηλώσει ότι θα στηρίξουν 300 επιχειρηματίες, ανάμεσά τους ο δισεκατομμυριούχος Κάρλος Σλιμ, ενώ και τον Ανάγια στηρίζουν τραπεζικοί και άλλοι επιχειρηματικοί όμιλοι.
Στον αντίποδα του αστικού πολιτικού παζαριού βρίσκεται το ΚΚ Μεξικού, που καλεί το λαό να μη συμμετάσχει στις εκλογές, αποκαλύπτει ότι όλοι οι συνδυασμοί είναι υπέρ του κεφαλαίου. Επίσης, σημειώνει ότι οφείλει να αποκαλύψει την απάτη της δήθεν εναλλακτικής «αριστερής» πρότασης του Ομπραδόρ, του «μικρότερου κακού», ή τα περί «καταπολέμησης της διαφθοράς» και «ενίσχυσης των αδυνάτων», αφού το πρόγραμμά του είναι σοσιαλδημοκρατικής διαχείρισης για την ενίσχυση της κερδοφορίας του κεφαλαίου. Η στάση του κόμματος για ενεργητική αποχή σχετίζεται και με τις δυσκολίες που θέτει ο εκλογικός νόμος, ωστόσο υπογραμμίζεται ότι οι κομμουνιστές κάνουν καθημερινά προσπάθεια να εντείνουν την παρέμβασή τους, τη συζήτηση με αγωνιστικές λαϊκές δυνάμεις. Οργανώνουν τη δράση για τα καθημερινά προβλήματα, για τη μεγαλύτερη πολιτικοποίηση της εργατικής τάξης, που δεν θα γίνεται «ουρά» της αστικής τάξης αλλά θα παλεύει για την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου και το σοσιαλισμό, ως οριστική διέξοδο για τα λαϊκά στρώματα.