Μελέτη του ΙΟΒΕ για τις «προκλήσεις» στην Ανώτατη Εκπαίδευση
Στοχευμένες παρεμβάσεις στην Ανώτατη Εκπαίδευση με κύριο στοιχείο τη σύνδεσή της με τις επιχειρήσεις διατυπώνει το Ιδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) στη μελέτη του με τίτλο «Η τριτοβάθμια εκπαίδευση στην Ελλάδα: Επιπτώσεις της κρίσης και προκλήσεις». Στη μελέτη, η πραγματικότητα της υποχρηματοδότησης, της υποστελέχωσης, της ανεργίας των αποφοίτων γίνεται αφετηρία για να διατυπωθούν προτάσεις στην κατεύθυνση οικοδόμησης του πανεπιστημίου - επιχείρηση και της ακόμα πιο στενής σύνδεσης των ιδρυμάτων με την «αγορά».
Στο πλαίσιο αυτό, σημειώνεται πως για «τον καλύτερο συντονισμό της παρεχόμενης τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας, είναι απαραίτητη, πρώτον, η ενίσχυση της οργανωτικής ευελιξίας και της διοικητικής αυτονομίας των ιδρυμάτων, δεύτερον, η υποστήριξη της στρατηγικής τους ικανότητας και, τρίτον, η στήριξη της συνεργασίας και αλληλεπίδρασης των ιδρυμάτων με τις επιχειρήσεις για την καλύτερη ανταπόκριση στις ανάγκες τους σε δεξιότητες και ανθρώπινο δυναμικό».
Μεταξύ άλλων καταγράφεται μείωση της συνολικής χρηματοδότησης της Ανώτατης Εκπαίδευσης, ανεργία των αποφοίτων που φτάνει το 13%, μισθολογικές απολαβές μεταξύ 400 και 800 ευρώ ή και λιγότερα για αποφοίτους, μείωση του διδακτικού προσωπικού των ιδρυμάτων κ.ά. Σαν απάντηση στα παραπάνω, το ΙΟΒΕ προτείνει «βελτίωση της απόδοσης και της αποτελεσματικότητας της δημόσιας δαπάνης στην Ανώτατη Εκπαίδευση με εξορθολογισμό του συνολικού μεγέθους και της περιφερειακής διάρθρωσης της Ανώτατης Εκπαίδευσης» και, στο πλαίσιο αυτό, προτείνει τον σχεδιασμό ενός «εκτεταμένου προγράμματος συγχωνεύσεων στην Ανώτατη Εκπαίδευση και διαμόρφωση ενός νέου χάρτη ιδρυμάτων Ανώτατης Εκπαίδευσης και έρευνας ως συστατικό μέρος ενός δυναμικού συστήματος καινοτομίας και ανάπτυξης σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο».
Επαναλαμβάνει την ανάγκη για «βελτίωση της σύνδεσης της Ανώτατης Εκπαίδευσης και Ερευνας με την αγορά εργασίας και την επιχειρηματικότητα, με αλλαγή έμφασης και προσανατολισμού των εκπαιδευτικών και ερευνητικών δραστηριοτήτων των ΑΕΙ, σε συνεργασία με εγχώριες και διεθνείς επιχειρήσεις», τονίζοντας ότι «το νέο σύστημα διακυβέρνησης των ΑΕΙ πρέπει να εξασφαλίζει την απόδοση και την αποτελεσματικότητα της λειτουργίας των ιδρυμάτων, να διευκολύνει τον συντονισμό και τη σύνδεση της Ανώτατης Εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας και να διευκολύνει τη συνεργασία των ΑΕΙ με τις δημόσιες ή ιδιωτικές επιχειρήσεις». Προτείνει δε «διεύρυνση των πηγών χρηματοδότησης των ΑΕΙ, από πηγές άλλες από το ελληνικό κράτος».
Ερευνες σαν αυτή του ΙΟΒΕ έρχονται να συμβάλουν στην επιχειρηματολογία που συνοδεύει αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις σαν αυτές που προωθεί η κυβέρνηση με το νομοσχέδιο για την Ανώτατη Εκπαίδευση. Ωστόσο, οι αλλαγές που επιχειρούνται και που αξιώνονται με αυξανόμενη ένταση από τα αστικά επιτελεία, έχουν ξεκάθαρο ταξικό πρόσημο και δεν μπορούν να κρύψουν πως η αύξηση της κερδοφορίας απαιτεί την υποταγή των αποφοίτων και της επιστήμης τους στις αξιώσεις των επιχειρήσεων με τους όρους που αυτές θέτουν στην αγορά εργασίας, ότι κανένας απόφοιτος δεν είναι εξασφαλισμένος στην εργασιακή ζούγκλα, ότι η Ανώτατη Εκπαίδευση απομακρύνεται ακόμα περισσότερο από τις πραγματικές λαϊκές ανάγκες.