Σάββατο 29 Απρίλη 2017 - Κυριακή 30 Απρίλη 2017
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 9
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΣΧΕΔΙΑ ΤΗΣ ΕΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΜΥΝΤΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ
Βάζοντας βάσεις για «στρατηγική αυτονομία», στο φόντο οξυμένων ανταγωνισμών

Η «ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία είναι ζωτικής σημασίας για τη στρατηγική αυτονομία λήψης αποφάσεων και δράσης της Ενωσης» σε όλα τα μέτωπα των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων, τονίζεται στις σχετικές αποφάσεις
Η «ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία είναι ζωτικής σημασίας για τη στρατηγική αυτονομία λήψης αποφάσεων και δράσης της Ενωσης» σε όλα τα μέτωπα των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων, τονίζεται στις σχετικές αποφάσεις
Την ενίσχυση των στρατιωτικών δυνατοτήτων της, ώστε να δρα «αυτόνομα» και με ενισχυμένες «ικανότητες» στους εντεινόμενους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς για τον έλεγχο αγορών, πλουτοπαραγωγικών πηγών και διαύλων απεργάζεται η ΕΕ, αλλά και τα κράτη - μέλη που τη συγκροτούν, με επιμέρους διαφοροποιήσεις βέβαια, ελέω ενδοαστικών αντιθέσεων και στο εσωτερικό της.

Στο πλαίσιο της σχετικής συζήτησης για την ανάγκη «στρατηγικής αυτονομίας» της ΕΕ, ενίσχυσης των στρατιωτικών μηχανισμών της και της Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Αμυνας, πληθαίνουν τους τελευταίους μήνες οι αναφορές στη λεγόμενη Αμυντική Βιομηχανία. Ως τομέας που, όπως ορίζουν, πρέπει να επιταχυνθούν τα μέτρα ενίσχυσης, με περισσότερους κρατικούς πόρους να κατευθύνονται στα μονοπώλια του κλάδου, περισσότερες προσπάθειες για ενιαιοποίηση οπλικών συστημάτων και παραγγελιών προς ελαχιστοποίηση κόστους εν μέσω καπιταλιστικής κρίσης, καθώς επίσης ενίσχυση της έρευνας προκειμένου οι ευρωενωσιακές στρατιωτικές δυνάμεις να αναπτύσσονται στα πεδία όπου διακυβεύονται μονοπωλιακά συμφέροντα με σύγχρονο εξοπλισμό, εφάμιλλο άλλων ιμπεριαλιστικών κέντρων.

«Εξωτερικές κρίσεις» και «στρατηγική αυτονομία»...

Προς εξειδίκευση των παραπάνω, τα όργανα της ΕΕ σπεύδουν το τελευταίο διάστημα να προωθήσουν σχετικές αποφάσεις.

Ενδεικτικά, ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου της 22/11/2016 σχετικά με την περιλάλητη Ευρωπαϊκή Αμυντική Ενωση (ΕΑΕ), δίνει καταρχάς το πλαίσιο όπου κινούνται, λέγοντας: «Η παγκόσμια στρατηγική της ΕΕ για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας απαιτεί η ΕΕ να ενθαρρύνει συστηματικά τη συνεργασία στον τομέα της άμυνας, σε όλο το φάσμα των ικανοτήτων, προκειμένου να ανταποκρίνεται σε εξωτερικές κρίσεις, να βοηθά στην οικοδόμηση των ικανοτήτων των εταίρων μας, να εγγυάται την ασφάλεια της Ευρώπης και να δημιουργήσει μια ισχυρή ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία, η οποίαείναι ζωτικής σημασίας για τη στρατηγική αυτονομία λήψης αποφάσεων και δράσης της Ενωσης».

Υποστηρίζει ότι «μια ενισχυμένη ευρωπαϊκή συνεργασία στον τομέα της άμυνας θα οδηγούσε (...) σε αύξηση των μέσων και των ικανοτήτων της ΕΕ», ώστε τα κράτη - μέλη να μπορούν «να ενεργούν ταχύτερα, αυτόνομα και αποτελεσματικά και να αντιμετωπίζουν τις σημερινές απειλές με ταχύ και αποτελεσματικό τρόπο».

Σε επόμενο ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου, της 23/11/16, «σχετικά με την εφαρμογή της κοινής πολιτικής ασφάλειας και άμυνας», η ανάγκη αυτή για «στρατηγική αυτονομία» έναντι των ανταγωνιστών εξειδικεύεται περισσότερο, εστιάζοντας στις περιφερειακές ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και συγκρούσεις που ξεδιπλώνονται στην περιοχή. Χαρακτηριστικά, λέγεται πως «για να ενισχυθεί η ιδιότητα της ΕΕ ως παρόχου ασφάλειας στη γειτονία της Ευρώπης, χρειάζονται κατάλληλες και επαρκείς ικανότητες και μια ανταγωνιστική, αποτελεσματική και διαφανής αμυντική βιομηχανία που θα διασφαλίζει μια βιώσιμη αλυσίδα εφοδιασμού». Πολεμική βιομηχανία που να εφοδιάζει άμεσα με πολεμικό υλικό τα παραταγμένα στους δρόμους μεταφοράς Ενέργειας και εμπορευμάτων ένοπλα τμήματά της.

...στο φόντο των ιμπεριαλιστικών αντιπαραθέσεων...

Χαρακτηριστικά των αντιπαραθέσεων που φουντώνουν, κυοφορώντας και ανακατατάξεις εντός των ιμπεριαλιστικών συμμαχιών, είναι και τα όσα καταγράφονται για τη σχέση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας με το ΝΑΤΟ. Σε μια περίοδο που οι ΗΠΑ πιέζουν τα ευρωπαϊκά καπιταλιστικά κράτη - κυρίως τη Γερμανία - να εκπληρώσουν τις αποφάσεις για το 2% του ΑΕΠ σε ΝΑΤΟικές δαπάνες, με το ζήτημα να προκαλεί αντιπαραθέσεις και εντός ΕΕ για τα όρια της σχετικής «αυτονομίας», το Ευρωκοινοβούλιο τονίζει:

«Τα κράτη - μέλη θα πρέπει να αναπτύξουν ικανότητες που θα μπορούν να αναπτυχθούν στο πλαίσιο της Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Αμυνας, ώστε να γίνει εφικτή η αυτόνομη δράση σε περιπτώσεις στις οποίες το ΝΑΤΟ δεν είναι διατεθειμένο να δράσει ή στις οποίες είναι περισσότερο ενδεδειγμένη η δράση της ΕΕ».

«Το ΝΑΤΟ είναι ο κύριος πάροχος ασφάλειας και άμυνας στην Ευρώπη», αλλά «παρόλο που ο ρόλος του ΝΑΤΟ είναι να προστατεύει τα κατά κύριο λόγο ευρωπαϊκά μέλη του από οποιαδήποτε εξωτερική απειλή, η ΕΕ θα πρέπει να επιδιώξει να καταστεί πραγματικά ικανή να υπερασπίζεται τον εαυτό της και να δρα αυτόνομα αν είναι αναγκαίο, αναλαμβάνοντας μεγαλύτερη ευθύνη σε αυτόν τον τομέα με βελτίωση του εξοπλισμού, της εκπαίδευσης και της οργάνωσής της».

Ο ίδιος ο πρόεδρος της Κομισιόν, Ζ. Κ. Γιούνκερ, δήλωσε: «Χρειάζεται περισσότερη συνεργασία μεταξύ των κρατών - μελών και μεγαλύτερη συγκέντρωση των εθνικών πόρων. Αν η Ευρώπη δεν φροντίσει τη δική της ασφάλεια, δεν θα το κάνει κανείς άλλος για εμάς. Αυτό που θα μας δώσει στρατηγική αυτονομία είναι μια ισχυρή, ανταγωνιστική και καινοτόμος βιομηχανική βάση στον τομέα της άμυνας», πρόσθεσε.

...και της υστέρησης σε σχέση με άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα

Στις 30/11/2016 ακολούθησε Ανακοίνωση της Κομισιόν για το «Σχέδιο Δράσης για την ευρωπαϊκή άμυνα». Επαναλαμβάνεται σε αυτή ότι «η ευρωπαϊκή αγορά στον τομέα της άμυνας πάσχει από κατακερματισμό και ανεπαρκή βιομηχανική συνεργασία».

Ταυτόχρονα, η Κομισιόν επισημαίνει ως αδυναμία τα εξής: «Συλλογικά, η Ευρώπη είναι δεύτερη σε στρατιωτικές δαπάνες σε παγκόσμιο επίπεδο. Ωστόσο, εξακολουθεί να υστερεί σε σχέση με τις ΗΠΑ και πάσχει από έλλειψη αποτελεσματικότητας των δαπανών λόγω αλληλεπικαλύψεων, έλλειψης διαλειτουργικότητας και τεχνολογικών κενών.

Επιπλέον, οι προϋπολογισμοί για την άμυνα στην Ευρώπη συρρικνώνονται τα τελευταία χρόνια, ενώ άλλες παγκόσμιες δυνάμεις (η Κίνα, η Ρωσία και η Σαουδική Αραβία) αναβαθμίζουν τον αμυντικό τομέα τους σε άνευ προηγουμένου κλίμακα».

Η Κομισιόν δημοσιοποιούσε τότε και στοιχεία, όπως: «Το 2015, οι ΗΠΑ επένδυσαν υπερδιπλάσια σε σχέση με τις συνολικές δαπάνες των κρατών - μελών της ΕΕ στην άμυνα. Η Κίνα αύξησε τον αμυντικό της προϋπολογισμό κατά 150% την τελευταία δεκαετία. Αντιθέτως, την τελευταία δεκαετία τα κράτη - μέλη της ΕΕ έχουν μειώσει τις δαπάνες για την άμυνα κατά περίπου 12% σε πραγματικές τιμές».

«Διευκόλυνση» της συγκέντρωσης...

Ως «απάντηση» στις συνολικές αυτές ανάγκες της ιμπεριαλιστικής ένωσης, πιο συγκεκριμένα των μονοπωλίων που δραστηριοποιούνται στον κλάδο, τα σχετικά ψηφίσματα και το «Σχέδιο Δράσης για την ευρωπαϊκή άμυνα» προτείνουν την ενίσχυση της (έτσι κι αλλιώς αντικειμενικής τάσης) συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κλάδου με κρατικές ενισχύσεις, με το «βλέμμα» στην παγκόσμια αγορά, και την ανάλογη βέβαια μοιρασιά και τον «καταμερισμό» εντός της ΕΕ να γίνονται με κριτήριο την οικονομική, πολιτική, στρατιωτική δύναμη του κάθε καπιταλιστικού κράτους.

  • Στις κατευθύνσεις του ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22/11/2016 τονίζεται ότι «ο κρίσιμος παράγοντας για τη στήριξη της βιομηχανίας είναι η αύξηση των αμυντικών δαπανών των κρατών - μελών, καθώς και η εξασφάλιση της ανταγωνιστικότητας της βιομηχανίας σε παγκόσμιο επίπεδο». Επίσης, ότι «ο υφιστάμενος κατακερματισμός της αγοράς υπονομεύει την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας», ενώ «η συνεργατική έρευνα μπορεί να συμβάλει στη μείωση αυτού του κατακερματισμού και να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα».

Προτείνει εδραίωση «λειτουργικών συμπλεγμάτων φορέων, όπως η Ευρωπαϊκή Διοίκηση Αερομεταφορών», ώστε να εξασφαλιστούν «οικονομίες κλίμακας για να υποστηριχθεί μια ΕΑΕ». Ζητά, δε, «καθιέρωση ενός Ευρωπαϊκού Εξαμήνου Αμυνας, στο πλαίσιο του οποίου κάθε κράτος - μέλος θα συμβουλεύεται τους κύκλους σχεδιασμού και τα σχέδια προμηθειών των άλλων κρατών», βοηθώντας έτσι «να αντιμετωπιστεί η τρέχουσα κατάσταση κατακερματισμού της αμυντικής αγοράς».

  • Στο ψήφισμα της 23/11/16 το Ευρωκοινοβούλιο«καλεί τα κράτη - μέλη να εφοδιάζουν τους στρατούς τους με εξοπλισμό που κατασκευάζει η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία και όχι οι βιομηχανικοί ανταγωνιστές της». Λέγοντας τα πράγματα και πιο ανοιχτά, το Ευρωκοινοβούλιο «ζητεί μια μεταρρύθμιση του ευρωπαϊκού δικαίου, η οποία να επιτρέπει στις ευρωπαϊκές αμυντικές βιομηχανίες να επωφελούνται από τις ίδιες κρατικές ενισχύσεις με αυτές από τις οποίες επωφελούνται οι αμερικανικές βιομηχανίες».
...και της στρατιωτικής συνεργασίας των κρατών - μελών

Σε ένα τέτοιο φόντο, η Κομισιόν στο σχετικό «Σχέδιο δράσης» προτείνει τη δημιουργία Ευρωπαϊκού Ταμείου Αμυνας προκειμένου να μαζευτούν άμεσα εθνικοί πόροι ώστε να διοχετευτούν στην Πολεμική Βιομηχανία στοχευμένα σε συγκεκριμένα σχέδια έρευνας και παραγωγής υπερσύγχρονων οπλικών συστημάτων, αλλά και για να αναζητηθούν «λύσεις ικανοτήτων διπλής χρήσης», τόσο για τις στρατιωτικές όσο και για τις πολιτικές αρχές. «Τέτοιες λύσεις, που αναπτύσσονται από την αμυντική βιομηχανία, θα μπορούσαν να είναι αποτελεσματικές στην αντιμετώπιση ζητημάτων σχετικών με την ασφάλεια, όπως η θαλάσσια επιτήρηση, η διαχείριση κινδύνου και η προστασία κρίσιμων υποδομών», αναφέρεται στο κείμενο της Κομισιόν, σε μια διαρκή και επικίνδυνη για τους λαούς διαπλοκή των εννοιών της «άμυνας» με την «εσωτερική ασφάλεια» του κεφαλαίου.

Σημείωνε ακόμη πως «η μείωση στις εθνικές δαπάνες δεν έχει αναπληρωθεί με περισσότερη ευρωπαϊκή συνεργασία. Η Ευρώπη υποφέρει από αναποτελεσματικότητα στις δαπάνες λόγω αλληλεπικαλύψεων, έλλειψης διαλειτουργικότητας, τεχνολογικών χασμάτων και ανεπαρκών οικονομιών κλίμακας για τη βιομηχανία και την παραγωγή. Περίπου το 80% των δημόσιων συμβάσεων στον τομέα της άμυνας λειτουργεί σε καθαρά εθνική βάση και έχει ως αποτέλεσμα δαπανηρές αλληλεπικαλύψεις σε στρατιωτικές ικανότητες. Το κόστος της έλλειψης συνεργασίας μεταξύ των κρατών - μελών στον τομέα της άμυνας και της ασφάλειας εκτιμάται ετησίως από 25 έως 100 δισ. ευρώ».

Ενας από τους τρόπους που συζητούν, από τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στην Ουαλία το 2014 και μετά, και εντός ΕΕ, για να αντιμετωπίσουν αυτές τις «δαπανηρές αλληλοεπικαλύψεις», είναι το λεγόμενο «pull and share», δηλαδή να «δανείζεται» ένα κράτος - μέλος οπλικά μέσα από άλλο ανάλογα με την περίσταση, και έτσι να μην προσανατολίζει την πολεμική παραγωγή του ή τις αγορές του σε μέσα που μπορεί να βρει από αλλού.

Τα ζητήματα αυτά βέβαια δεν λύνονται με σχέδια επί χάρτου. Γύρω από το ζήτημα της «ασφάλειας», που είναι ένα από τα πλέον «κρίσιμα» για το κεφάλαιο, ξεδιπλώνονται σφοδροί ενδοαστικοί ανταγωνισμοί και στο εσωτερικό της ΕΕ. Χαρακτηριστική, για παράδειγμα, είναι η σχετική συζήτηση που ήδη έχει ανάψει μεταξύ Λονδίνου και ΕΕ, σχετικά με το κόστος του Brexit και τι θα πρέπει να πληρώσει κάθε πλευρά μέχρι την ολοκλήρωσή του, με το Λονδίνο να έχει ως χαρτί του τις αυξημένες δυνατότητες των Ενόπλων Δυνάμεών του και την «ασφάλεια» που μπορούν να παράσχουν στα κράτη - μέλη της ΕΕ. Οπως χαρακτηριστικό είναι και το γεγονός ότι το ζήτημα αυτό βρίσκεται στην «καρδιά» όλων των σχετικών σεναρίων για το μέλλον της ΕΕ, που η συνοχή της δοκιμάζεται από την καπιταλιστική ανισομετρία και τα αντιτιθέμενα αστικά συμφέροντα.


Θ. Μπ.


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ