Την επιτάχυνση των αντιλαϊκών «διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων» υποδεικνύουν ως «απάντηση» όλα τα αστικά επιτελεία...
Copyright 2016 The Associated |
Ο ένας μετά τον άλλο οι ιμπεριαλιστικοί οργανισμοί αναθεωρούν αρνητικά τις προβλέψεις τους για την παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία |
Η υποβάθμιση των προβλέψεων αφορά στο σύνολο σχεδόν των ισχυρών καπιταλιστικών οικονομιών, ενώ, όπως τονίζεται χαρακτηριστικά, «οι χαμηλές επιδόσεις, σε συνδυασμό με μεγάλες ανισότητες και στάσιμα εισοδήματα, περιπλέκουν περαιτέρω το πολιτικό περιβάλλον, καθιστώντας πιο δύσκολη την επίτευξη της πολιτικής που θα ενίσχυε την ανάπτυξη».
Ειδικότερα, ο ΟΟΣΑ κάνει τις εξής εκτιμήσεις:
Παγκόσμια οικονομία, 2016: 2,9% (έναντι πρόβλεψης 3% τον Ιούνη) 2017: 3,2% (από 3,3%)
Ευρωζώνη, 2016: 1,5% (από 1,6%), 2017: 1,4% (από 1,7%)
ΗΠΑ, 2016: 1,4% (από 1,8%), 2017: 2,1% (από 2,2%)
Ιαπωνία, 2016: 0,6% (από 0,7%), 2017: 0,7% (από 0,4%)
Βρετανία, 2016: 1,8% (από 1,7%), 2017: 1% (από 2%)
Κίνα, 2016: 6,5%, 2017: 6,2% (αμετάβλητα).
Την ίδια ώρα, οι όποιοι ρυθμοί ανάκαμψης παραμένουν αρκετά χαμηλότεροι από το μακροπρόθεσμο μέσο όρο, ο οποίος για την παγκόσμια οικονομία διαμορφώνεται στο 3,75%, όπως επισημαίνει ο ΟΟΣΑ.
Σε ό,τι αφορά την Ευρωζώνη, αναφέρει ότι η αύξηση του ΑΕΠ επιβραδύνθηκε στο δεύτερο τρίμηνο φέτος, λόγω της «ασθενούς εγχώριας ζήτησης», με έμφαση στη διακοπή της βραχύβιας ανάκαμψης των επενδύσεων, που επανεμφανίστηκε στη διάρκεια της προηγούμενης περιόδου.
Τα διαχειριστικά ζόρια του κεφαλαίου αποτυπώνονται πλέον και στις «αβεβαιότητες» γύρω από την αποτελεσματικότητα των μέτρων της νομισματικής χαλάρωσης, που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), με στόχο την τόνωση των επενδύσεων.
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η νομισματική πολιτική έχει επιβαρυνθεί υπερβολικά και δημιουργεί «στρεβλώσεις» στις χρηματοπιστωτικές αγορές, σε μια εξέλιξη που υποδηλώνει «κινδύνους» για το ενδεχόμενο απότομης πτώσης των χρηματιστηριακών τιμών, σε συνδυασμό, όπως αναφέρεται, με την «υπερθέρμανση» στις αγορές ακινήτων σε πολλές χώρες.
Μια αποτελεσματική στήριξη της οικονομίας από τη νομισματική πολιτική απαιτεί περισσότερη και συλλογική δημοσιονομική πολιτική, καθώς και την υλοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, τονίζει ο ΟΟΣΑ, προσθέτοντας ότι «η δημοσιονομική πολιτική πρέπει να αξιοποιήσει την αύξηση του δημοσιονομικού περιθωρίου για να αυξήσει τις δαπάνες που ενισχύουν την ανάπτυξη».
Ως ένας ακόμη ανασχετικός παράγοντας για την καπιταλιστική ανάπτυξη αναφέρεται η διαχείριση των «κόκκινων» δανείων. Σύμφωνα με την έκθεση, «αν και η αύξηση των πιστώσεων βελτιώθηκε στην Ευρωζώνη,το υψηλό ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων σε ορισμένες χώρες της συνεχίζει να αποτελεί ανασχετικό παράγοντα για τις προοπτικές ανάπτυξης».
Από την πλευρά του, ο Βρετανός υπουργός Οικονομικών, Φ. Χάμοντ, αναφερόμενος στην υποβάθμιση των εκτιμήσεων του ΟΟΣΑ για τη βρετανική οικονομία δήλωσε ότι «ο ΟΟΣΑ υπογραμμίζει την αβεβαιότητα στις προβλέψεις του, και ενώ αναγνωρίζω ότι ίσως υπάρξουν κάποιες δύσκολες εποχές στο μέλλον, είμαι βέβαιος ότι έχουμε απαραίτητα εργαλεία για να στηρίξουμε την οικονομία καθώς προσαρμοζόμαστε στη νέα σχέση με την ΕΕ».
Την ίδια ώρα, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Β. Σόιμπλε, στο πλαίσιο εκδήλωσης για την απονομή βραβείου στον πρώην καγκελάριο της Γερμανίας, σοσιαλδημοκράτη, Γκ. Σρέντερ, επαίνεσε τον «πολιτικό αντίπαλό του», για την «Ατζέντα 2010», η οποία προωθήθηκε από τη σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση την περίοδο 2003 - 2005, επιφέροντας σφοδρές αντεργατικές ανατροπές στην Κοινωνική Πρόνοια, στις συντάξεις και την «αγορά εργασίας», δημιουργώντας έδαφος για τα κέρδη του γερμανικού κεφαλαίου τα επόμενα χρόνια.
Οπως σχολιάζει η «Deutsche Welle», «κατά γενική ομολογία οι μεταρρυθμίσεις αυτές βοήθησαν τη Γερμανία να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητά της και να διατηρήσει τις εξαγωγικές επιδόσεις της, είχαν όμως σημαντικό κόστος για εργαζόμενους και συνταξιούχους».
Παράλληλα, ο Β. Σόιμπλε, μιλώντας στην ίδια εκδήλωση σχετικά με τις εξελίξεις σε Ισπανία και Πορτογαλία, επισήμανε ότι η συνεχιζόμενη παραβίαση του Συμφώνου Σταθερότητας θα έχει συνέπειες στα ευρωενωσιακά κονδύλια που λαμβάνουν τα δύο κράτη, αρχής γενομένης από την 1/1/2017. Κατά τον Σόιμπλε, οι αποφάσεις της Κομισιόν στο ζήτημα αυτό συνάδουν πλήρως με τα κριτήρια του Συμφώνου Σταθερότητας.
Στο μεταξύ, σύμφωνα με το πρακτορείο «Bloomberg», η ΕΚΤ, ανεπίσημα για την ώρα, φέρεται να έχει συγκροτήσει ειδική «ομάδα δράσης» (Task Force), η οποία απαρτίζεται από στελέχη των εθνικών κεντρικών τραπεζών, με σκοπό να εξετάσει οικονομικές μεταρρυθμίσεις στα κράτη της Ευρωζώνης.
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, η ΕΚΤ αποφάσισε να συστήσει αυτήν την ομάδα, επειδή είναι δυσαρεστημένη με τις κυβερνήσεις που «σέρνουν τα πόδια τους»...