Κυριακή 27 Σεπτέμβρη 2015
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 29
ΔΙΕΘΝΗ
ΓΑΛΛΙΑ - ΑΝΤΕΡΓΑΤΙΚΕΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ
Επόμενος στόχος το σμπαράλιασμα των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας

Η κυβέρνηση εξήγγειλε πλήρη αναθεώρηση του Κώδικα Εργασίας, προωθεί την υπερίσχυση των επιχειρησιακών Συμβάσεων με άξονα τις ανάγκες κάθε επιχείρησης

Νέα αντεργατικά μέτρα ετοιμάζονται με γοργούς ρυθμούς (φωτ. Βαλς και Ολάντ, σε πρόσφατη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου)
Νέα αντεργατικά μέτρα ετοιμάζονται με γοργούς ρυθμούς (φωτ. Βαλς και Ολάντ, σε πρόσφατη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου)
Οι πρόσφατες βουλευτικές εκλογές στη χώρα μας έδωσαν αφορμή για μια νέα κόντρα όλων των δυνάμεων που στηρίζουν τον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης ως προς το ποιο μπορεί καλύτερα να αξιοποιήσει το «θετικό παράδειγμα» και τις «βέλτιστες πρακτικές» άλλων (πιο πετυχημένων, σύμφωνα με τα κριτήριά τους) χωρών της ΕΕ.

Η Γαλλία προβάλλεται συστηματικά ως ένα τέτοιο παράδειγμα. Ομως, ό,τι κι αν λένε όσοι... «ζηλεύουν» τέτοιες δυνάμεις για τα επιτεύγματά τους, η αλήθεια είναι πως ο εργαζόμενος λαός της Γαλλίας βρίσκεται αντιμέτωπος με μια κλιμακούμενη επίθεση σε όποια δικαιώματα έχουν απομείνει όρθια, προκειμένου να ανακάμψει η κερδοφορία του κεφαλαίου.

Ετοιμοι να ακούσουν «τολμηρές προτάσεις»

Σε πρόσφατη συνέντευξη Τύπου, ο Φρανσουά Ολάντ εξήγγειλε την αναθεώρηση του Κώδικα Εργασίας, ως μια από τις προτεραιότητες της κυβέρνησής του για το 2016. Μιλώντας ανοιχτά, εξήγησε ότι κεντρικό ζήτημα είναι το «να αποκτήσουν τη θέση που τους πρέπει η διαπραγμάτευση σε επίπεδο επιχείρησης και οι επιχειρησιακές συμφωνίες».

Λίγες μέρες πριν, ο πρωθυπουργός, Μανουέλ Βαλς, είχε επισημάνει ότι για να συνεχιστεί η πορεία των μεταρρυθμίσεων, που «θα ξεμπλοκάρουν μια ανάπτυξη ακόμα αδύναμη», πρέπει να δοθεί έμφαση στην «ευελφάλεια» («flexicurity»). Δήλωσε έτοιμος να ακούσει «τολμηρές προτάσεις», όπως αυτές που θα περιέχονταν στην Εκθεση που αναμενόταν να ολοκληρώσει ο επικεφαλής του Κοινωνικού Τομέα του Κρατικού Συμβουλίου (σ.σ. Conseil d' Etat, κάτι αντίστοιχο με το δικό μας Συμβούλιο της Επικρατείας), Ζαν - Ντενίς Κομπρεξέλ, πρώην ανώτατο στέλεχος του υπουργείου Εργασίας σε ζητήματα Εργασιακών Σχέσεων.

Η συγκεκριμένη Εκθεση δόθηκε στη δημοσιότητα μέσα στο Σεπτέμβρη με θέμα «Συλλογική Διαπραγμάτευση, Εργασία και Απασχόληση». Οπως οι συστάσεις διαφόρων «δεξαμενών σκέψης» (π.χ. Ινστιτούτο Montaigme, Τερά Νόβα), έτσι και η συγκεκριμένη Εκθεση αποτυπώνει ανάγλυφα την ανάγκη του κεφαλαίου να διασφαλίσει ακόμα μεγαλύτερη δυνατότητα διαρκούς αναπροσαρμογής των συνθηκών εργασίας στις εκάστοτε ανάγκες του, να εκλείψουν «κατάλοιπα του παρελθόντος» τα οποία σε ένα βαθμό εξακολουθούν να περιορίζουν την ορμή με την οποία η εργοδοσία μπορεί να ξετυλίγει τα σχέδιά της.

Σήμερα, στη Γαλλία, εργατικές διατάξεις της κεντρικής νομοθεσίας (σ.σ. που συμπυκνώνονται στον Κώδικα Εργασίας) εξακολουθούν να υπερισχύουν στον καθορισμό των όρων εργασίας. Ζητήματα π.χ. όπως το μέγιστο εβδομαδιαίο ωράριο εργασίας ρυθμίζονται πρώτα από αυτούς τους νόμους που έχουν γενικευμένη ισχύ και μετά με βάση τις συμβάσεις που υπογράφονται μεταξύ εργοδοσίας και εργαζομένων.

Οι Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας (ΣΣΕ) υπογράφονται σε εθνικό, κλαδικό και επιχειρησιακό επίπεδο, με τις κλαδικές να καλύπτουν - όπως αναφέρει και η Εκθεση Κομπρεξέλ - το 95% των μισθωτών της χώρας. Μάλιστα, οι κλαδικές ΣΣΕ (τουλάχιστον τυπικά) ισχύουν για όλους τους εργαζόμενους του αντίστοιχου κλάδου και όχι μόνο για όσους είναι εγγεγραμμένα μέλη των συνδικάτων που συνυπογράφουν τη συμφωνία. Το να θεσμοθετηθεί η «υπεροχή» των επιχειρησιακών Συμβάσεων θα μπορούσε να ενισχύσει σημαντικά την «ανταγωνιστικότητα» των μονοπωλίων. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι, σύμφωνα με την ίδια Εκθεση, το 2011 δέκα εκατομμύρια μισθωτοί στη Γαλλία δούλευαν σε εταιρείες που υπάγονταν σε μεγάλους ομίλους, γαλλικούς ή ξένους. Οι μισοί από αυτούς αφορούσαν ομίλους με πάνω από 5.000 εργαζόμενους. Ενα 20% αφορούσε εργαζόμενους σε εταιρείες με λιγότερους από 250 εργαζόμενους.

Μεγαλύτερα περιθώρια για πιέσεις κατά εργατών

Στην Εκθεση γίνονται διαρκείς επικλήσεις σε χώρες όπου η κατάσταση θεωρείται καλύτερη - κατά τη γνώμη του συντάκτη - όπως η Γερμανία, όπου οι Συμβάσεις Εργασίας δίνουν περιθώρια παρέκκλισης από όσα προβλέπει ο νόμος για τα ωράρια εργασίας και τη διαμόρφωση των μισθών, η Πορτογαλία, όπου επιτεύχθηκε «περιορισμός της ανανέωσης των συμβάσεων», η Ιρλανδία, για «την πρωτοκαθεδρία που δίνεται στην επιχειρησιακή σύμβαση».

Εντοπίζεται ως «αδυναμία» του Κώδικα Εργασίας το ότι «εξετάζει το κύτταρο της βάσης του, που είναι η επιχείρηση, ως ένα σύνολο σταθερό και μόνιμο». Συμπληρώνεται ότι αυτό δεν ίσχυε ποτέ, πολύ περισσότερο εν έτει 2015, που «οι εταιρείες εξετάζουν τη μονιμότητα, την περίμετρο, τη δραστηριότητα... σε χρονικά διαστήματα όλο και πιο σύντομα». Ουσιαστικά, αυτό που επισημαίνεται είναι ότι στη σημερινή εποχή της ραγδαίας όξυνσης του ανταγωνισμού μεταξύ των μονοπωλίων αλλά και των συνεπειών μιας βαθιάς καπιταλιστικής κρίσης, που δεν έχει ξεπεραστεί ακόμα οριστικά, τα μονοπώλια αναζητούν τη μέγιστη δυνατή ελευθερία κίνησης κεφαλαίων ώστε να τα μεταφέρουν σε άλλο κλάδο της οικονομίας ή άλλη γεωγραφική περιοχή, να αλλάζουν το βαθμό συμμετοχής τους σε μια επιχειρηματική σύμπραξη, το βαθμό έκθεσής τους στους κινδύνους της «α» ή της «β» επένδυσης.

Ετσι, η Εκθεση καταθέτει προτάσεις, όπως «ο νομοθετημένος περιορισμός της διάρκειας των επιχειρησιακών και των κλαδικών Συμβάσεων» (ώστε να μην... κατοχυρώνονται δεδομένα και να «λύνονται τα χέρια» της εργοδοσίας τακτικά) αλλά και η «μεταρρύθμιση των κανόνων αναθεώρησης των Συλλογικών Συμβάσεων για να επιτραπούν οι πιο γρήγορες προσαρμογές» (ώστε οι ΣΣΕ να σβήνονται και να γράφονται τάχιστα και σύμφωνα με τα συνολικότερα σχέδια της κάθε επιχείρησης). Δηλαδή, θέλουν νόμους με γενικευμένη ισχύ, αρκεί αυτοί να κατοχυρώνουν ακόμα πιο σχεδιασμένα τις εργοδοτικές προτεραιότητες. Θέλουν καθορισμένη διάρκεια στην απασχόληση των εργαζομένων, όμως για να μειώνεται το διάστημα που κάθε εταιρεία «δεσμεύεται» απέναντι σε όποιον προσλαμβάνει. Θέλουν επανεξέταση των ΣΣΕ, όμως για να αναπροσαρμόζονται με βάση την πίεση που τα επιχειρηματικά κέρδη δέχονται από τον ανταγωνισμό με άλλες μερίδες του κεφαλαίου. Θέλουν εργατική νομοθεσία αλλά καλύτερα μελετημένη για να παίζει το ρόλο που αντικειμενικά έχει ούτως ή άλλως, ως εργαλείο άσκησης της εξουσίας των μονοπωλίων.

Εργαλείο για την «ανταγωνιστικότητα»

«Είναι αναγκαίο και επείγον να βγούμε από μια λογική στο πλαίσιο της οποίας (...) διαφωνούμε με την οικονομική αποτελεσματικότητα (σ.σ. ως παράγοντα στάθμισης των ΣΣΕ με μεγάλο βάρος)... Τα διάφορα δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος στην εργασία, αποτελούν ένα εργαλείο για την αποτελεσματικότητα και την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας», υπογραμμίζεται σε ένα ακόμα εξίσου χαρακτηριστικό απόσπασμα της Εκθεσης. Αυτό που διευκρινίζεται είναι ότι τα ωράρια εργασίας, το ύψος των αμοιβών, συνολικότερα οι συνθήκες εργασίας (στις οποίες «χωράνε» από ζητήματα Υγιεινής και Ασφάλειας μέχρι και μια σειρά παροχές σε είδος που κύρια προβλέπονται στις κλαδικές ΣΣΕ) πρέπει να καθορίζονται πρώτα στις διαπραγματεύσεις μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων (να κρίνονται δηλαδή πάντα κατά περίπτωση, χωρίς κανένα γενικό ελάχιστο όριο διασφάλισης).

Από αυτή τη σκοπιά, τονίζεται πως «οι επιχειρησιακές συμβάσεις (πρέπει) να εφαρμόζονται κατά προτεραιότητα», να υπερέχουν δηλαδή των συμβάσεων των άλλων βαθμίδων και πρώτα απ' όλα των κλαδικών. Ετσι, τα μονοπώλια θα μπορούν όχι μόνο να έχουν μεγαλύτερα περιθώρια κινήσεων στην επιβολή της θέλησής τους, αλλά και πιο μελετημένα να υπονομεύουν την ταξική συνοχή και οργάνωση των εργαζομένων ενός κλάδου. Να στήνουν συνδικάτα που θα είναι του χεριού τους (βλέπε τις «Ενώσεις Προσώπων» που φυτρώνουν πλέον κατά δεκάδες και στην Ελλάδα). Να σέρνουν τους εργάτες σε «κοινωνικούς διαλόγους», γιατί όχι και σε «κινητοποιήσεις», όχι βέβαια με αιτήματα που υπηρετούν τις δικές τους σύγχρονες ανάγκες, αλλά ζητώντας προνομιακή μεταχείριση της εργοδοσίας τους, με την αυταπάτη ότι έτσι σώζουν τις δουλειές τους, ενώ στην αλήθεια έτσι σκάβουν πιο βαθιά το λάκκο τους.


A. M.


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ