Κυριακή 27 Σεπτέμβρη 2015
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΙΣΤΟΡΙΑ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ
Η περίπτωση των Ελλήνων μεταναστών στη Γερμανία

Σύντομη αναφορά στα 55 χρόνια από την επίσημη έναρξη της μετανάστευσης στη Γερμανία

Από τη συμμετοχή Ελλήνων μεταναστών σε εργατική κινητοποίηση στη Γερμανία
Από τη συμμετοχή Ελλήνων μεταναστών σε εργατική κινητοποίηση στη Γερμανία
Σε μία από τις διαφημίσεις που κυκλοφορούν αυτές τις μέρες στο διαδίκτυο, ζητούνται Ελληνες εργάτες για την Ελβετία. Παράλληλα, η Γερμανία έχει ήδη ανακοινώσει ότι μετά χαράς θα υποδεχτεί Σύρους πρόσφυγες αναγκαίους για τη συμπλήρωση του εργατικού δυναμικού της. Η υπόθεση μας πάει πίσω στο 1960, καθώς φέτος συμπληρώθηκαν 55 χρόνια από την υπογραφή της συμφωνίας για τη μεταφορά Ελλήνων εργατών στη Γερμανία. Η σχετική επέτειος στα 50χρονα γιορτάστηκε με διάφορες φιέστες. Φέτος δεν έγιναν, καθώς για την ελληνική κοινωνία ο όρος μετανάστευση κατοχυρώνεται ήδη σαν αιμορραγία: Σύμφωνα με έναν υπολογισμό, στα χρόνια της καπιταλιστικής κρίσης 250.000 νέοι άνθρωποι έχουν φύγει έξω για σπουδές ή για δουλειά, όχι γιατί αυξήθηκαν έξω οι ευκαιρίες, αλλά γιατί έγινε δεδομένο το αδιέξοδο μέσα. Η μετανάστευση ποτέ δεν ήταν ευκαιρία, ήταν πάντα κατάρα για τον τόπο. Διευκόλυνε την ντόπια κυβέρνηση να εμφανίσει μείωση της ανεργίας, τους έξω καπιταλιστές να έχουν ακόμα πιο φτηνό εργατικό δυναμικό, που πίεζε το εκεί ντόπιο και τις όποιες κατακτήσεις του.

Διαχείριση εργατικής δύναμης

Για την Ελλάδα, η μετανάστευση δεν είναι κάτι καινούργιο. Ούτε το 1960 ήταν. Είχαν προηγηθεί κύματα από την αρχή του αιώνα. Σε προηγούμενο αφιέρωμα του «Ρ» διαβάζουμε:

Οι κουκέτες
Οι κουκέτες
«Η Ελλάδα έκανε εξαγωγή εργατών ολόκληρο τον 20ό αιώνα. Στην περίοδο 1900-1930 σπρώχτηκαν στη μετανάστευση 402.538 Ελληνες (384.000 προς Βόρεια Αμερική, οι υπόλοιποι Καναδά και Αυστραλία). Ανέκαθεν, η κυρίαρχη τάξη της χώρας υποστήριζε τη μετανάστευση, την πρόβαλλε σαν "μέτρο οικονομικής βοήθειας" από αναπτυγμένες βιομηχανικά χώρες στις φτωχές, υπανάπτυκτες. Ηταν μια σχέση "δούναι και λαβείν" μεταξύ καπιταλιστών. Ενα "κράτα με να σε κρατώ" στην ενιαία εκμετάλλευση της εργατικής τάξης.

Στις δεκαετίες 1950-1960 υπερσυγκεντρώθηκε πληθυσμός στα μεγάλα αστικά κέντρα. Στην Αθήνα 2.530.207, σε συνολικό πληθυσμό 8.736.367. Οι βασικές αιτίες της εσωτερικής μετανάστευσης ήταν οικονομικοπολιτικές. Η αστική τάξη χρειαζόταν συγκεντρωμένη, φτηνή εργατική δύναμη, μικρό μεταφορικό κόστος κ.λπ. Συνέβαλε το μετεμφυλιακό πολιτικό κλίμα, το ξερίζωμα των κομμουνιστών, της φτωχολογιάς της υπαίθρου, η μεγάλη ανεργία και υποαπασχόληση της αγροτιάς, όλοι όσοι κατέκλυζαν τις πόλεις για ένα ξεροκόμματο.

Υπολογίζεται ότι το 1961 οι άνεργοι στην Ελλάδα ήταν 238.900 ή 6,5% του συνολικού αριθμού των απασχολούμενων (2,8 εκατ.). Μαζί με τους υποαπασχολούμενους, κυρίως στη γεωργία, έφταναν τις 863.600 ή το 26,6% του συνολικού αριθμού των απασχολούμενων.

Για την αστική τάξη η μετανάστευση ήταν ευλογία. Τα κόμματα της πλουτοκρατίας, με έκδηλη ακόμα την αγωνία τους για την αντιμετώπιση του ΚΚΕ, την καθυπόταξη του εργατικού - λαϊκού κινήματος, φρόντισαν να απαλλαγούν από ένα σημαντικό τμήμα αυτού του εργατόκοσμου, εξάγοντάς τον στις αναπτυγμένες βιομηχανικά καπιταλιστικές χώρες. Εδιωξαν ανεργία και κοινωνικές εντάσεις. Εξασφάλισαν εισαγωγή ξένου συναλλάγματος, που ελάττωνε πιέσεις στο ισοζύγιο πληρωμών κ.λπ.

Χαρακτηριστική η δήλωση ειδικού συμβούλου του ελληνικού υπουργείου Εργασίας το 1965: "Οι μετακινηθέντες προς Γερμανίαν απλώς ανεκούφισαν την αγοράν εργασίας εκ των πιεστικών επιπτώσεων ας θα υφιστάμεθα μοιραίως με όλας τας εντεύθεν δυσμενείς οικονομικάς και ιδία κοινωνικάς συνεπείας"».

Ο ανθός του λαού

Στοιχεία της ΕΣΥΕ και άλλα δείχνουν ότι στην πενταετία 1956-1960 μετανάστευσαν 162.000 Ελληνες (το 52% στις υπερπόντιες χώρες). Το 1961-1965 466.000 (25% στις υπερπόντιες χώρες). Το 1966-1970 365.000 (38% στις υπερπόντιες χώρες). Το 1971-1975 177.000 (36% στις υπερπόντιες χώρες). Το 1976-1977 37.000 (38% στις υπερπόντιες χώρες). Στα αντίστοιχα διαστήματα, το ποσοστό μεταναστών ανδρών στις ηλικίες 20-44 ετών ήταν 72% του συνόλου των αποδημούντων, 79%, 73%, 65% και 66%.

Στη δεκαετία 1961-1971 έφυγαν 892.175 άτομα σε χώρες της Δυτικής Ευρώπης (βασικά στη λεγόμενη Δυτική Γερμανία), κυρίως άνδρες αλλά και γυναίκες, ηλικίας 18-35 χρόνων. Το 90% προερχόταν από την ελληνική επαρχία, άκληροι, μικροαγρότες, δίχως πείρα βιομηχανικού εργάτη. Συνυπολογίζοντας ναυτεργάτες και όσους καταχωρήθηκαν ως «προσωρινώς μεταναστεύσαντες», ο συνολικός αριθμός ξεπερνούσε το ένα εκατομμύριο εργαζόμενους Ελληνες.

Στο δεύτερο τόμο του Δοκιμίου της Ιστορίας του ΚΚΕ αναφέρεται σχετικά:

«Το μεταναστευτικό κύμα κατευθύνθηκε κυρίως προς τη Δυτική Ευρώπη, σε αντίθεση με τις προηγούμενες περιόδους που κατευθυνόταν προς ΗΠΑ, Αυστραλία, Καναδά. Για τη δεκαετία 1957-1966 υπολογίζονται 679.000 μετανάστες, κατανεμημένοι σε 185.000 την πρώτη πενταετία 1957-1961 και 494.000 τη δεύτερη 1962-1966. Οι μόνιμα μεταναστεύσαντες στην περίοδο 1961-1965 αποτελούσαν το 2,9% του πληθυσμού στην Ελλάδα το 1961.

Μελέτη του ΚΜΕ δίνει για την περίοδο 1946-1977 1.282.502 μόνιμα μεταναστεύσαντα άτομα (εκ των οποίων τα 237.767 άτομα στην περίοδο 1946-1960 και τα 1.044.735 άτομα στην περίοδο 1961-1977). Αλλη μελέτη υπολογίζει ότι από το 1950 ως το 1971, ο αριθμός των μεταναστών ξεπέρασε τις 60.000 το χρόνο και ότι από την Ελλάδα, στην περίοδο 1901-1919, μετανάστευαν κάθε χρόνο κατά μέσο όρο γύρω στα 19.000 άτομα. Στα 1920-1940 ο αριθμός αυτός έφτασε τις 28.000».

Η συμφωνία

Το 1960 υπογράφηκε η διαβόητη «Ελληνογερμανική συμφωνία», που, όπως προπαγανδίστηκε δεόντως από τις δύο κυβερνήσεις, θα «έλυνε» τα μεγάλα προβλήματα των Ελλήνων μεταναστών. Στη Γερμανία ονομάστηκε και «διπλή συνθήκη», καθώς υπογράφτηκε μεταξύ Δ. Γερμανίας και Ισπανίας στις 29/3/1960 και ακολούθησε η υπογραφή με την Ελλάδα στις 30/3/1960 της «Σύμβασης Περί Επιλογής και Τοποθετήσεως Ελλήνων εργατών εις γερμανικάς επιχειρήσεις». Αντίστοιχες διακρατικές συμφωνίες της Δ. Γερμανίας: το 1955 με Ιταλία (για εισαγωγή Ιταλών εργατών), το 1961 με Τουρκία, το 1963 με Μαρόκο, το 1964 με Πορτογαλία, το 1965 με Τυνησία και το 1968 με Γιουγκοσλαβία. Ετσι οι Γερμανοί μεγαλοβιομήχανοι εξασφάλιζαν φτηνό εργατικό δυναμικό για τη ραγδαία αναπτυσσόμενη βιομηχανία τους. Παράλληλα, η Δ. Γερμανία αποκαταστούσε σχέσεις εξωτερικής πολιτικής και με χώρες που είχαν υποφέρει από τη ναζιστική κατοχή.

Η επιλογή

Διαβάζουμε σε αφιέρωμα του «Ρ»: «Οι Γερμανοί βιομήχανοι και μεγαλοεπιχειρηματίες ζητούσαν "τεμάχια" (έτσι τους αποκαλούσαν), νέους, υγιείς ανθρώπους, για να εργαστούν στη βαριά βιομηχανία και τα ορυχεία. Με την υπογραφή της σύμβασης, άνοιξαν στην Αθήνα (επί της οδού Βίκτωρος Ουγκώ) και το 1962 στη Θεσσαλονίκη (επί της οδού Δωδεκανήσου) οι εν Ελλάδι Γερμανικές Επιτροπές, που ενέκριναν την πρόσληψη Ελλήνων εργατών.

Σχηματίζονταν ατέλειωτες ουρές, υπερπροσφορά νέων δυνατών ανθρώπων, πρόθυμων να εργαστούν σκληρά. Σύμφωνα με το γερμανικό κέντρο τεκμηρίωσης για τη μετανάστευση στη Γερμανία "DOMID", μόνο μέσα στις δύο πρώτες βδομάδες λειτουργίας του γραφείου στην Αθήνα, υπέβαλλαν αίτηση 4.500 Ελληνες. Η κοσμοσυρροή αυτή οδήγησε να ανοίξει γραφείο και στη Θεσσαλονίκη.

Οι Επιτροπές εξέταζαν εξονυχιστικά την υγεία των υποψηφίων (μετρήσεις μυών, ακτινογραφίες θώρακος, οδοντιατρικές εξετάσεις) και τι "ειδικές" γνώσεις τυχόν είχαν, οργάνωναν και το ταξίδι τους. Ανθρωποι με δύο δόντια χαλασμένα, από το υστέρημά τους πλήρωναν οδοντίατρο να τα σφραγίσει, για να καταφέρουν να φύγουν. Βουλευτές της ΕΡΕ και της Ενωσης Κέντρου έταζαν ως ρουσφέτι μια θέση στις λίστες υποψήφιων προς μετανάστευση. Διερμηνείς, λαμόγια της εποχής, παράγοντες με τάχα επιρροή στις Επιτροπές, ζητούσαν μπαξίσι για να μεσολαβήσουν».

Δυο κονσέρβες, μια κουκέτα

Οι επιλεγέντες έπαιρναν «πράσινη κάρτα» εργασίας. Αρχικά το ταξίδι ξεκινούσε από τον Πειραιά με το φέρι μποτ «Κολοκοτρώνης». Εφταναν στο Μπρίντεζι της Ιταλίας και από 'κει με τρένο στη Γερμανία. Από το 1964, μια φορά τη βδομάδα ταξίδευαν από Αθήνα και Θεσσαλονίκη προς Μόναχο με ειδικές αμαξοστοιχίες, υπερπλήρεις, που συνήθως μετέφεραν πάνω από 1.000 άτομα. Τα ταξίδια αυτά η γερμανική διοίκηση μέχρι το 1972 τα χαρακτήριζε «μεταφορές». Την αποβάθρα (υπ' αριθμ. 11) όπου τερμάτιζαν τα τρένα αυτά στην πρωτεύουσα της Βαυαρίας, οι μετανάστες την έλεγαν «αποβάθρα» ή «γραμμή της ελπίδας». Δύο κόσμοι, αντίθετα συμφέροντα, διαφορετικές προσεγγίσεις.

Για το ταξίδι με το τρένο «φιλεύσπλαχνοι» Γερμανοί μεγαλοκεφαλαιούχοι προμήθευαν τα «τεμάχια» με ένα σακούλι εφοδίων: δυο κονσέρβες (μια με σαρδέλες, μια με κορν-μπιφ), ένα καρβέλι ψωμί, λίγες ελιές κι ένα κομμάτι τυρί. Από Θεσσαλονίκη προς Μόναχο πολλοί κάθονταν πάνω στη βαλίτσα τους στη διάρκεια όλου του ταξιδιού, που κρατούσε δυόμιση μέρες.

Η στέγαση των μεταναστών εργατών γινόταν σε υποτυπώδεις συνθήκες, σε παραπήγματα που προέρχονταν κυρίως από την εποχή του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Κάθε εργάτης είχε στη διάθεσή του ένα κρεβάτι σε κουκέτα, ένα ντουλάπι που κλείδωνε, μια θέση στο τραπέζι του φαγητού και μια καρέκλα.

Πενήντα πέντε χρόνια μετά, οι συνθήκες της μετανάστευσης μοιάζουν διαφορετικές. Η αιτία και το αποτέλεσμα παραμένουν ίδια. Αλλάζουν οι εθνικότητες στα κύματα των μεταναστών, παραμένει η άγρια εκμετάλλευσή τους, ντυμένη μάλιστα και με αρκετές δόσεις φιλανθρωπίας.

Σ' ό,τι αφορά ειδικά τους Ελληνες μετανάστες, ισχύει γι' αυτούς ό,τι ακριβώς και για τους Γερμανούς εργάτες. Πλήττονται εξίσου από μια σειρά αντιδραστικές ρυθμίσεις που προωθούνται την τελευταία δεκαετία με ταχύτατους ρυθμούς.

ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΑΤΤΙΚΗΣ
Οργανώνει εκδηλώσεις για την Απελευθέρωση σβήνοντας τη δράση του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ, της ΕΠΟΝ και του ΚΚΕ

Το γεγονός ότι η αστική τάξη της χώρας ήταν απούσα από τον αγώνα για την απελευθέρωση της χώρας, στοιχειώνει και σήμερα τους πολιτικούς εκπροσώπους της. Ετσι, η διοίκηση Δούρου στην Περιφέρεια Αττικής αποφάσισε να διοργανώσει εκδηλώσεις για την Απελευθέρωση της Αθήνας, σβήνοντας, όμως, τη δράση του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ, της ΕΠΟΝ και του ΚΚΕ. Την απόφαση καταψήφισαν οι κομμουνιστές περιφερειακοί σύμβουλοι που εκλέχθηκαν με το ψηφοδέλτιο της «Λαϊκής Συσπείρωσης», ενώ αντίστοιχη κριτική άσκησαν και περιφερειακοί σύμβουλοι από άλλες παρατάξεις, ακόμα κι από τον συνδυασμό της Ρ. Δούρου.

Σε ανακοίνωσή της η Λαϊκή Συσπείρωση σημειώνει:

«Με φανερή την προσπάθεια της ιστορικής παραχάραξης και της εξασφάλισης κλίματος "εθνικής ενότητας", η περιφερειακή αρχή της Ρένας Δούρου (ΣΥΡΙΖΑ) πρότεινε και αποφάσισε να εορταστεί ποικιλοτρόπως η επέτειος της Απελευθέρωσης της Αθήνας, αποκρύπτοντας όμως οτιδήποτε έχει σχέση με το ΕΑΜ, τον ΕΛΑΣ, την ΕΠΟΝ και το ΚΚΕ. Μια κίνηση που βεβαίως ήταν αρκετή για να υπερψηφιστεί αυτή η πρόταση και από τους χρυσαυγίτες περιφερειακούς συμβούλους!

Η "Λαϊκή Συσπείρωση" υπογραμμίζει ότι αυτό δεν είναι προσφορά στις νέες γενιές. Είναι αποκοίμιση και αποχαύνωση και γι' αυτό στηρίζεται και από τους απόγονους των συνεργατών των ναζί. Στη συζήτηση του θέματος τόνισε ότι η Απελευθέρωση της Αθήνας και όλης της Ελλάδας από το ναζισμό - φασισμό αποτέλεσε την κατάληξη της ηρωικής πάλης του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ, της ΕΠΟΝ, με καθοδήγηση και βασικό αιμοδότη το ΚΚΕ. Βέβαια, όταν το κράτος και οι θεσμοί του κάνουν τέτοιες "εκδηλώσεις μνήμης", αυτή η πραγματικότητα εξαφανίζεται ή διαστρεβλώνεται. Οι περιφερειακοί σύμβουλοι της "Λαϊκής Συσπείρωσης" σημείωσαν ότι θα σταθούν απέναντι από την προσπάθεια των κυβερνήσεων και της ΕΕ να ξαναγράψουν την ιστορία και να εδραιώσουν την απαράδεκτη θεωρία της εξίσωσης του φασισμού με τον κομμουνισμό, των ναζί και των εγκλημάτων τους με την ηρωική πάλη των κομμουνιστών και των λαών για την απελευθέρωσή τους. Είναι τουλάχιστον άστοχο, αν όχι ύποπτο, το ότι στις πρωτοβουλίες που πρότεινε η περιφερειακή αρχή, πουθενά δεν αναφέρεται το συγκεκριμένο περιεχόμενό τους, ούτε καν η προσφορά του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ».

74 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΕΑΜ
Δύο αντίθετοι κόσμοι στην πάλη για την απελευθέρωση

Σήμερα, 27 του Σεπτέμβρη, συμπληρώθηκαν 74 χρόνια από την ίδρυση του ΕΑΜ, του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου, που συσπείρωσε τη μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού και με την καθοδήγηση του ΚΚΕ οργάνωσε την αντίσταση του λαού μας ενάντια στο γερμανικό φασισμό, απελευθερώνοντας την Ελλάδα από την τριπλή φασιστική κατοχή, Γερμανίας, Ιταλίας και Βουλγαρίας.

Το ΚΚΕ είχε βγει βαριά χτυπημένο από τη βασιλομεταξική δικτατορία της 4ης Αυγούστου 1936. Είχε στερηθεί τις σημαντικές υπηρεσίες εκατοντάδων στελεχών του, που η κυβέρνηση Μεταξά παρέδωσε στους Γερμανούς, καθώς και του Γενικού Γραμματέα της ΚΕ Νίκου Ζαχαριάδη, που επίσης τον παρέδωσε στην Γκεστάπο και αυτή τον έστειλε στο στρατόπεδο Νταχάου. Παρ' όλα αυτά, όταν οι Γερμανοί μπήκαν στην Αθήνα (27 Απρίλη 1941), οι κομμουνιστές που δραπέτευσαν από τους τόπους εξορίας, όπου τους κρατούσε η κυβέρνηση Μεταξά, καθώς και άλλοι που δρούσαν στην παρανομία, έσπευσαν να ανασυγκροτήσουν το ΚΚΕ και να οργανώσουν την Αντίσταση κατά των κατακτητών. Με πρωτοβουλία του ΚΚΕ ιδρύθηκε το ΕΑΜ.

Η πολιτική στάση, όμως, των αστικών κομμάτων στα χρόνια της Κατοχής δείχνει ότι και σ' αυτή την περίοδο της πάλης για την απελευθέρωση υπήρχαν δύο κόσμοι αντίθετοι και ότι οι αστοί δε νοιάζονταν για την απελευθέρωση, παρά μόνο για τη διατήρηση της εξουσίας τους και μετά απ' αυτήν. Ας το δούμε.

Ενα τμήμα του αστικού κόσμου επέλεξε το δρόμο της ανοιχτής συνεργασίας με τους κατακτητές. Ηταν οι γνωστοί «κουίσλινγκ», που σχημάτισαν τις κατοχικές κυβερνήσεις υπό τους Τσολάκογλου, Λογοθετόπουλο και Ι. Ράλλη. Με την ενίσχυση αυτών των κυβερνήσεων και των Γερμανών, σχηματίστηκαν τα φασιστικά κόμματα: Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας, Εθνική Σοσιαλιστική Πατριωτική Οργάνωσις (ΕΣΠΟ), Οργάνωσις Εθνικών Δυνάμεων Ελλάδος (ΟΕΔΕ) κ.ά.


Το μεγαλύτερο τμήμα του αστικού πολιτικού κόσμου της εποχής ανήκει στους «απόντες» του αγώνα. Ο Θ. Σοφούλης, αρχηγός των Φιλελευθέρων, ο Γ. Καφαντάρης των Προοδευτικών, ο Ι. Σοφιανόπουλος του Αγροτικού Κόμματος, ο Γ. Παπανδρέου του Δημοκρατικού Σοσιαλιστικού Κόμματος, ο Παν. Κανελλόπουλος του Εθνικού Ενωτικού Κόμματος, ο Κ. Καραμανλής του Λαϊκού Κόμματος, απείχαν ουσιαστικά, ορισμένοι και τυπικά, ενώ ο Στυλ. Γονατάς, υπαρχηγός του Κόμματος των Φιλελευθέρων, καθοδήγησε την ίδρυση των Ταγμάτων Ασφαλείας του Ι. Ράλλη. Ο Γ. Καφαντάρης, σε πρόταση που του έγινε από το ΚΚΕ να προσχωρήσει στην Αντίσταση, απάντησε: «Οι Ελληνες να μη νοιάζονται, το ζήτημα θα το λύσουν οι σύμμαχοι» (δηλαδή οι Εγγλέζοι) (Π. Ρούσου, «Η μεγάλη πενταετία» τ. Α, σελ. 137, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή»). Ο Γ. Παπανδρέου, στον οποίο έγινε πρόταση να ηγηθεί του ΕΑΜ, είπε κατηγορηματικά «όχι». Από τη Νίκαια της Γαλλίας όπου είχε μετεγκατασταθεί, ο Ν. Πλαστήρας καλούσε το λαό με επιστολή του να συνεργαστεί με τους κατακτητές: «Είμαι της γνώμης ότι πρέπει να γίνει κυβέρνησις φιλογερμανική, για να καταστήσωμεν ολιγώτερον οδυνηράν την ήτταν. Αυτό πρέπει να γίνη και αν ακόμη θα ηξεύραμε ότι ο πόλεμος θα ετελείωνε και μετά τινας μόνον μήνας με τελείαν ήτταν του άξονος (όπερ απίθανον)», έγραψε. («Η Καθημερινή», 14 Σεπτέμβρη 1998).

Ο αστικός πολιτικός κόσμος, που δεν μπήκε στις κυβερνήσεις των «κουίσλινγκ», συμφωνούσε με τη συγκρότησή τους. Εγραψαν οι αθηναϊκές εφημερίδες της 8ης Μάη 1941: «Ο πρωθυπουργός κ. Τσολάκογλου εδέχθη χθες τους πολιτικούς ηγέτας της χώρας, κ.κ. Πάγκαλον, Γονατάν, Οθωναίον, Μάξιμον, Κ. Τσαλδάρην, Γ. Παπανδρέου, Π. Κανελλόπουλον, Β. Δηλιγιάννην, Γ. Πεσματζόγλου, Γ. Μερκούρην, Βελέντζαν και Περ. Ράλλην. Μετά τας συνομιλίας εδόθη εις τον Τύπον η κάτωθι επίσημος ανακοίνωσις: "Ο κ. πρωθυπουργός ήκουσε μετά προσοχής τας γνώμας των ανδρών τούτων, αφού εξέθεσε την κατάστασιν και τας ακολουθητέας κατευθύνσεις της κυβερνήσεως. Πάντες ανεγνώρισαν ότι η Κυβέρνησις Εθνικής Ανάγκης είναι επιβεβλημένον να υποστηριχθή εκ μέρους πάντων των Ελλήνων άνευ επιφυλάξεων και ειλικρινώς. Επίσης πάντες ανεγνώρισαν το σφάλμα του εκπεσόντος καθεστώτος να κηρύξη τον πόλεμον κατά της Γερμανίας και διεκήρυξαν το χάσμα, το οποίον χωρίζει την Ελλάδα από την κυβέρνησιν των εν Κρήτη εγκατασταθέντων φυγάδων. Πολλοί εξ αυτών εξεδήλωσαν τον ζωηρόν αποτροπιασμόν των, διότι οι φυγάδες ούτοι δε συνεταύτισαν τας τύχας των με τον ελληνικόν Λαόν, τον οποίον, εκτός της συμφοράς του πολέμου, απεγύμνωσαν διά της αφαιρέσεως του Δημοσίου Χρήματος"...» (Κ. Πυρομάγλου, «Γ. Καρτάλης», σελ. 136-137).

Δηλαδή, οι παραπάνω πολιτικοί, αφού στήριξαν δημόσια την κυβέρνηση των Γερμανών στην Ελλάδα, έκαναν δήθεν και τον τιμητή στους υπόλοιπους της αστικής τάξης, που έφυγαν απ' τη χώρα για τη Μέση Ανατολή.

Μετά το θάνατο του Μεταξά, την «αυτοκτονία» του πρωθυπουργού Κορυζή και την εμφάνιση του Κοτζιά - πρωτοπαλίκαρου της 4ης Αυγούστου και δημάρχου Αθήνας - ως πρωθυπουργού για λίγες ώρες, ο βασιλιάς Γεώργιος Β' κάλεσε τον Εμμ. Τσουδερό την 21 Απρίλη 1941 και τον διόρισε πρωθυπουργό, που ήταν βενιζελικός και ήταν έτοιμος να φύγει για την Κρήτη και σε συνέχεια για το Κάιρο.

Ο Τσουδερός επεδίωξε η σύνθεση της κυβέρνησης να είναι αντιπροσωπευτική των κομμάτων. Αλλά μπήκαν στη μέση οι Εγγλέζοι, που ήθελαν να προφυλάξουν τους «δημοκρατικούς» πολιτικούς (Γ. Παπανδρέου κ.ά.) και μαζί με τον Τσουδερό σχημάτισαν αμιγή φασιστική κυβέρνηση. Στη σύνθεσή της περιλήφθηκαν τα πιο εκτεθειμένα, τα πιο αντιδραστικά στοιχεία: Ο ναύαρχος Σακελλαρίου, ο Μανιαδάκης - υφυπουργός Ασφάλειας επί Μεταξά - ο Κοτζιάς, ο Νικολούδης, ο Δημητράτος!

Αποδεικνύεται λοιπόν περίτρανα ότι κανένας λαός δεν μπορεί να εμπιστευθεί την υπεράσπιση της εδαφικής ακεραιότητας της πατρίδας του στα αστικά κόμματα και στην τάξη τους.

Βεβαίως, το λαϊκο-απελευθερωτικό κίνημα, με καθοδηγητή το ΚΚΕ και το ΕΑΜ, με το ένοπλο τμήμα του, τον ΕΛΑΣ και το ΕΛΑΝ, με την ΕΠΟΝ, την ΟΠΛΑ, έγραψαν μια από τις πιο λαμπρές σελίδες στη νεότερη Ιστορία της λαϊκής πάλης, την αθάνατη εποποιία της Αντίστασης. Το ΚΚΕ υπήρξε η ψυχή, η καθοδηγητική δύναμη και ο κύριος αιμοδότης της ΕΑΜικής Αντίστασης. Χιλιάδες κομμουνιστές και άλλοι ΕΑΜίτες έδωσαν τη ζωή τους. Το ΕΑΜ έσωσε το λαό από την πείνα. Χάρη στη δράση του ΕΑΜ δε στάλθηκε ούτε ένας εργάτης για να δουλέψει στα γερμανικά εργοστάσια, με εξαίρεση αυτούς που είχαν συλλάβει ομήρους οι Γερμανοί. Δε στάλθηκε ούτε ένας για να πολεμήσει κατά της Σοβιετικής Ενωσης.

Το έπος του ΕΑΜ, όμως, δεν ήταν μόνο η εθνική απελευθέρωση, αλλά και η δημιουργία φύτρων της λαϊκής εξουσίας στην Ελλάδα με τα όργανα λαϊκής αυτοδιοίκησης, τα λαϊκά δικαστήρια.

Βεβαίως, η εργατική τάξη, ο λαός δεν κατάφεραν να κατακτήσουν την εξουσία. Το Κόμμα μας, παρά την τεράστια συνεισφορά και τον πρωταγωνιστικό ρόλο του, δεν μπόρεσε να διαμορφώσει τη στρατηγική που θα οδηγούσε προς την επαναστατική επίλυση του προβλήματος της πολιτικής εξουσίας. Δε διαμόρφωσε τις υποκειμενικές προϋποθέσεις μιας πορείας, που ανάλογα και με άλλους παράγοντες μπορούσε να οδηγήσει στη νίκη. Η στρατηγική, επίσης, του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος απέναντι στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα τελικά δεν προσανατόλισε στη διαμόρφωση στρατηγικής των ΚΚ ενάντια στην αστική τάξη της χώρας τους, είτε η τελευταία ήταν επιτιθέμενη είτε αμυνόμενη.

Η πείρα της συγκεκριμένης περιόδου στην Ελλάδα δείχνει ότι η εργατική τάξη, ο λαός πρέπει να είναι έτοιμος να κτίσει το δικό του μέτωπο για να υπερασπιστεί την εδαφική ακεραιότητα, αλλά και να βγει από τον πόλεμο νικητής εκείνος και όχι η αστική τάξη της χώρας του. Να πετύχει διπλή απελευθέρωση από την ξενική ιμπεριαλιστική κατοχή και την εγχώρια αστική πολιτική εξουσία, από το καπιταλιστικό σύστημα που είναι αξεχώριστο με τον πόλεμο.


Ψ.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ