Λαϊκή κωμωδία, με πρωτότυπο και σταθερό σενάριο που αναμειγνύει ισομερώς χιούμορ, σαρκασμό, δάκρυα, δυσλειτουργίες, προκαταλήψεις και τραγούδια. Με τόνους ειρωνείας, προβάλλει το άτσαλο μοντέλο/αντίδοτο στην καπιταλιστική κρίση, που εκφράζει -στη νοηματική γλώσσα- ο κωφάλαλος αγρότης πατέρας, γι' αυτό άλλωστε κατεβαίνει για δήμαρχος στο χωριό της Νορμανδίας. Και δεν είναι παρά επίκληση των αρχών των φυσιοκρατών του γαλλικού Διαφωτισμού. Η «υγεία» -ισχυρίζονταν- προέρχεται αποκλειστικά από τη γη, η φύση είναι γόνιμη και ο άνθρωπος θα μπορούσε να προσδέσει στο όχημά της τις αναπαραγωγικές του δυνάμεις. Οι κεφαλαιακές επενδύσεις στη γεωργία και η σκληρή δουλειά θα μπορούσαν να δημιουργήσουν κέρδη που να κυκλοφορούν και σε άλλους τομείς και να στηρίζουν όλους τους κοινωνικούς θεσμούς. Σε τέτοιες θεωρίες και πιστεύω κινείται η φιλοσοφία ζωής της οικογένειας -κτηνοτρόφων και τυροκόμων- Μπελιέ, όπου μπαμπάς, μαμά και γιος είναι κωφάλαλοι -κυριολεκτικά και μεταφορικά-, άρα απομονωμένοι από τον κοινωνικό περίγυρο. Κατοικούν έξω από την πόλη, σε περιβάλλον βουκολικό, σε ειδυλλιακό αγρόκτημα, με προδιαγραφές αγροτουρισμού του γαλλικού ΕΟΤ. Μόλις απόκτησαν ένα μαύρο νεογέννητο μοσχαράκι -τον Ομπάμα- και η βιογραφία του Ολάντ είναι μάλλον το καλύτερο υπνωτικό για τον πατέρα. Μόνη μη κωφάλαλη η 16χρονη κόρη τους, Πολά, η γέφυρα της οικογένειας με τον έξω κόσμο, τα αυτιά και η γλώσσα της. Δουλεύει σκληρά στη φάρμα και φοιτά και στο Λύκειο. Ωσπου, μια μέρα, ερωτεύεται ένα συμμαθητή της και ο δάσκαλος της μουσικής τής εκμυστηρεύεται ότι έχει ενδιαφέρουσα φωνή και θα έπρεπε να πάρει μέρος στο διαγωνισμό της ραδιοφωνίας στο Παρίσι.
Η μικρή αυτή, ρηχή και γοητευτική «μπαγκατέλα» ανήκει στις ταινίες που φτιάχνουν τη διάθεση και δε συγκινεί για τη διαφορετικότητα, αλλά για την οικουμενικότητά της. Ο σκηνοθέτης ξεδιπλώνει όλα τα αφηγηματικά νήματα των εφηβικών ταινιών και κόβει όποια «τάση προς μελό» άμα τη γενέσει του. Ο Λαρτιγκό επενδύει στην ευφορία, τον εφηβικό ρομαντισμό, στο χιούμορ και σε ένα σαφώς προδιαγεγραμμένο φινάλε. Ολα αυτά στο διαχρονικό και ακέραιο πλαίσιο μιας Γαλλίας, που προτιμά το «γαλλικό τραγούδι» από τη μουσική «τέκνο» και το τυρί από ωμό γάλα κι όχι από σόγια. Σε καιρούς κρίσης, ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί την υγιή παρουσία της Πολά, ως φορέα αυτών των υγιών -και σύμφωνα με τους στίχους του τραγουδιού της- αξιών. Διασκεδαστική!
Με τους: Λουάν Εμερά, Καρίν Βιάρντ, Φρανσουά Νταμιέν, Ερίκ Ελμοσνινό κ.ά.
Παραγωγή: «La famille Belier» - Γαλλία-Βέλγιο, (2014)