Κυριακή 6 Μάη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 7
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
Οι ... ανύπαρκτοι πόροι και τα τρισεκατομμύρια

Πρόκληση αποτελούν τα κυβερνητικά επιχειρήματα περί έλλειψης πόρων, όταν τα δεκάδες τρισεκατομμύρια δραχμές που υφαρπάζονται από τους εργαζόμενους, προσφέρονται στο «πιάτο» της άρχουσας τάξης

Οποτε θέλουν να λεηλατήσουν τις ψήφους των εργαζομένων και των άλλων λαϊκών στρωμάτων, φλυαρούν για τα αναπτυξιακά υποτίθεται άλματα που έγιναν στις μέρες τους. Οταν ο σκοπός - της λεηλασίας - επιτευχθεί και στην ημερήσια διάταξη μπαίνει το θέμα της εξόφλησης γραμματίων προς την άρχουσα τάξη, τότε ξαναζεσταίνουν τα, περί της έλλειψης πόρων, αναμασήματα. Στο φόντο μάλιστα, των ανύπαρκτων πόρων, αξιώνουν νέες υποχωρήσεις από την εργατική τάξη και απαιτούν την πλήρη υποταγή των εργαζομένων στο όνομα, της εξασφάλισής τους. Το κόλπο, οπωσδήποτε, έχει ξεφτίσει. Ομως, η γύμνια των επιχειρημάτων τους είναι τέτοια, που δε διστάζουν να το θέτουν σε εφαρμογή κάθε φορά που απέναντί τους έχουν τους εργαζόμενους. Αποκλειστικά τους εργαζόμενους. Προς τους άλλους, αυτούς που βρίσκονται στην κορυφή της οικονομικο-πολιτικής πυραμίδας της κοινωνίας τους, την πλουτοκρατία, η τακτική είναι διαφορετική. Σ' αυτούς προσέρχονται πάντα... δώρα φέροντας. «Ολοκληρωμένες πολιτικές» και «δέσμες μέτρων» που σε κάθε περίπτωση μεταφράζονται σε δισεκατομμύρια και τρισεκατομμύρια...

Οι κυβερνώντες, εν πάση περιπτώσει, προσπαθούν να εστιάσουν τη συζήτηση στο - υπαρκτό για να λέμε την αλήθεια - θέμα της χρηματοδότησης του συστήματος της κοινωνικής ασφάλισης. Ας μιλήσουμε λοιπόν για τους πόρους. Μια τέτοια συζήτηση όμως, σε επίπεδο της κοινωνίας συνολικά, πρώτα και κύρια αφορά το καθεστώς των εσόδων. Δηλαδή, τους φόρους που εισπράττονται κάθε χρόνο και τις αντίστοιχες ασφαλιστικές εισφορές.

Τα έσοδα


Το φορολογικό σύστημα της χώρας - και εδώ δε χωρά καμιά απολύτως αμφισβήτηση - έχει οικοδομηθεί με τέτοιο τρόπο ώστε το συντριπτικά μεγάλο μέρος των φόρων το πληρώνουν οι μισθωτοί, οι συνταξιούχοι και οι αυτοαπασχολούμενοι ελεύθεροι επαγγελματίες και βιοτέχνες. Οι πάντες, από τους άμεσα φοροθιγόμενους μέχρι και τους κυβερνώντες, πανθομολογούν ότι οι παραπάνω κοινωνικές ομάδες, αποτελούν τα μόνιμα υποζύγια της φορολογίας. Είναι οι φορολογούμενοι που υπόκεινται στη μεγαλύτερη φορολογική επιβάρυνση. Κι αυτό αφορά τόσο το μεγαλύτερο ποσοστό των άμεσων φόρων, όσο και το σύνολο σχεδόν της έμμεσης φορολογίας. Τα φορολογικά έσοδα λοιπόν του δημοσίου, όλα τα τελευταία χρόνια, αυξάνονται περί το ένα τρισεκατομμύριο δραχμές ετησίως. Από 8,8 τρισεκατομμύρια το 1998, φέτος αναμένεται να φτάσουν τα 11,8 τρισεκατομμύρια (πίνακας 1). Με δεδομένο, πρώτον ότι το κύριο βάρος των φόρων το σηκώνουν τα λαϊκά στρώματα και δεύτερον, ότι το σύνολο των κυβερνητικών αποφάσεων διευρύνει τις φοροαπαλλαγές του μεγάλου κεφαλαίου, ο καθένας καταλαβαίνει ποιος τελικά πληρώνει το μάρμαρο και τα δεκάδες τρισεκατομμύρια.

Ενδεικτική είναι και η εικόνα που υπάρχει στον τομέα των εισφορών για την κοινωνική ασφάλιση. Η κυβέρνηση, αποφεύγει να δώσει στη δημοσιότητα καθαρά κι αναλυτικά στοιχεία και περιορίζεται στην απαρίθμηση διαφόρων ποσοστών. Αν πιστέψουμε πάντως τη στατιστική - έστω στο μέτρο της συγκριτικής εξέλιξης των μεγεθών - που χρησιμοποιούν οι Βρετανοί που ακριβοπληρώθηκαν για να καταρτίσουν τη μελέτη για το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας μας, οι εισφορές των εργαζομένων αυξάνονται με σαφώς μεγαλύτερους ρυθμούς από ό,τι οι εργοδοτικές εισφορές (πίνακας 2). Οπως αναφέρεται στην...«Αναλογιστική Επισκόπηση του Ελληνικού Ασφαλιστικού Συστήματος» (σελίδα 25), οι συνολικές εισφορές των εργαζομένων στα Ταμεία Κύριας Ασφάλισης, το 1994 ήταν 485,7 δισεκατομμύρια δραχμές και το 2000 έφτασαν τα 973 δισεκατομμύρια. Την περίοδο, δηλαδή, αυτή, οι εισφορές των εργαζομένων αυξήθηκαν σε ποσοστό 100,3%. Οι εμφανιζόμενες ως εργοδοτικές εισφορές, από 570,5 δισεκατομμύρια το 1994 διαμορφώθηκαν στα 1.020,1 δισεκατομμύρια πέρσι. Αυξήθηκαν, δηλαδή, μόλις 78%! Στην πραγματικότητα η εικόνα είναι ακόμα χειρότερη, αφού ένα μέρος των λεγόμενων «εργοδοτικών εισφορών» πληρώνονται απευθείας από τον κρατικό προϋπολογισμό, στα πλαίσια των μέτρων ενίσχυσης των μεγαλοεπιχειρηματιών. Και δυο παρατηρήσεις. Πρώτον: Ακριβή στοιχεία για τις εισφορές που φέρεται να καταβάλει το δημόσιο στα ταμεία δεν υπάρχουν. Είναι κι αυτός ένας τρόπος για να συσκοτίζεται η κατάσταση και να αποπροσανατολίζονται οι εργαζόμενοι. Δεύτερον: Για να γίνει κατανοητός ο τρόπος που συγκεντρώνονται τα έσοδα των ταμείων και ποιος είναι εκείνος που ακριβώς πληρώνει αυτά τα κονδύλια, δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής, πως όταν γίνεται λόγος για «εισφορές του δημοσίου», εννοούμε ένα μικρό μέρος των φόρων που πληρώνουν οι εργαζόμενοι, ενώ «εργοδοτικές εισφορές», είναι ένα επίσης μικρό μέρος από την απλήρωτη εργασία των μισθωτών και των άλλων εργαζομένων, που υφαρπάζεται από τους εργοδότες.

Οι πόροι

Αυτά όλα για τους κυβερνώντες και τους εκπροσώπους του μεγάλου κεφαλαίου, είναι «ψιλά γράμματα». Γι' αυτούς δεν έχει καμιά απολύτως σημασία το γεγονός ότι το σύνολο των λαϊκών στρωμάτων πληρώνουν και μάλιστα προκαταβολικά το τεράστιο μερίδιο που τους αναλογεί, είτε σε φόρους, είτε σε κοινωνικοασφαλιστικές εισφορές. Και είναι φυσικό, αφού τα τρισεκατομμύρια που συνεισφέρουν κάθε χρόνο η εργατική τάξη και οι άλλοι εργαζόμενοι, τελικά είναι ψίχουλα μπροστά στις ορέξεις της ολιγαρχίας για ακόμα μεγαλύτερα κέρδη. Γιατί εδώ που τα λέμε, πόροι υπάρχουν, αλλά βρε αδελφέ, σύμφωνα με τη λογική της κυβέρνησης προορίζονται για... άλλες κοινωνικές ομάδες, την εξής μία: Την πλουτοκρατία. Πολλές κατηγορίες κονδυλίων, πολλές δεκάδες τρισεκατομμύρια δραχμές, μέσα από διάφορους μηχανισμούς περιέρχονται στην κατοχή και χαρίζονται στην οικονομική ολιγαρχία. Εχουμε, λοιπόν, και λέμε:

  • Το περιβόητο Τρίτο Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης, σύμφωνα με τους κυβερνώντες, θα φτάσει τα 15,7 τρισεκατομμύρια δραχμές. Σχεδόν στο σύνολό τους τα κονδύλια αυτά αποτελούν ποσά που θα ροκανίσουν μια χούφτα πολυεθνικές και διάφορες ομάδες μεγαλοεπιχειρηματιών, που θα αναλάβουν, κατά κύριο λόγο, «αυτοχρηματοδοτούμενα έργα» (τύπου αεροδρομίου των Σπάτων και Αττικής Οδού) τα οποία πέρα από το τεράστιο κόστος θα τα πληρώνει ο λαός για μια ζωή.
  • Το όργιο που συμβαίνει με τους Ολυμπιακούς Αγώνες είναι γνωστό. Η αναγκαία χρηματοδότησή του ξεκίνησε από ποσά που ήταν κοντά στο 1 τρισεκατομμύριο, ο προϋπολογισμός σήμερα φέρεται να κινείται περί τα 2 τρισεκατομμύρια, ενώ σε προσωπικό επίπεδο οι αρμόδιοι ομολογούν ότι «δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί από τώρα με ακρίβεια το κόστος που θα έχουν οι αγώνες».
  • Κονδύλια που τα τελευταία χρόνια φτάνουν και ξεπερνούν τα 7 τρισεκατομμύρια δραχμές ετησίως αρπάζουν οι τραπεζίτες για τη λεγόμενη «εξυπηρέτηση της δημόσιας πίστης». Είναι τα φανερά χρεολύσια και οι τόκοι που απομυζούν οι «θεσμικοί επενδυτές», που εξασφαλίζουν κέρδη εκατοντάδων δισεκατομμυρίων στραγγίζοντας την οικονομία της χώρας.
  • Τουλάχιστον 1,5 τρισεκατομμύρια δραχμές ξοδεύονται κάθε χρόνιο για την κάλυψη των φανερών στρατιωτικών δαπανών του υπουργείου Αμυνας και για τη διατήρηση των κατασταλτικών μηχανισμών του υπουργείου Δημόσιας Τάξης. Δαπάνες που εντάσσονται στους γενικότερους ΝΑΤΟικούς σχεδιασμούς και ελάχιστη σχέση έχουν με τις αμυντικές ανάγκες της χώρας.
Οι... κατέχοντες

Οι παραπάνω πόροι, με τους οποίους το κράτος θα μπορούσε να καλύψει τα κλεμμένα κονδύλια από τα ασφαλιστικά ταμεία των εργαζομένων, δεν είναι βεβαίως οι μοναδικοί. Μια απλή και μόνο απαρίθμηση ορισμένων από τα ωφελήματα που είχε η άρχουσα τάξη τα τελευταία χρόνια χάρη στην εφαρμοζόμενη πολιτική, δείχνει με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο, ποιος αρπάζει τον πλούτο (και τους πόρους) που παράγουν καθημερινά οι εργαζόμενοι με την εργασία τους.

  • Μόνο την τριετία 1998-2000 οι μεγαλοεπιχειρηματίες των εταιριών που είναι εισηγμένες στο χρηματιστήριο, «τσέπωσαν» και πρόσθεσαν στα θησαυροφυλάκιά τους κεφάλαια που αγγίζουν το ιλιγγιώδες ποσό των 10 τρισεκατομμυρίων δραχμών!
  • Τα επίσημα καθαρά κέρδη των μεγάλων εταιριών που δραστηριοποιούνται στον τομέα των υπηρεσιών (τράπεζες, ασφάλειες, χρηματιστηριακές εταιρίες) μόνο το 1999 έφτασαν τα 2,5 τρισεκατομμύρια δραχμές!
  • Τα επίσημα κέρδη των μεγαλοβιομηχάνων, η διεύρυνση των οποίων ήταν και παραμένει ένας από τους κυριότερους στόχους της εφαρμοζόμενης πολιτικής, αυξάνονται με πρωτόγνωρους ρυθμούς. Σύμφωνα με τον ΣΕΒ τα επίσημα καθαρά κέρδη των βιομηχάνων το 1991 ήταν 15,7 δισεκατομμύρια δραχμές, το 1994 διαμορφώθηκαν στα 247 δισεκατομμύρια, το 1997 ξεπέρασαν τα 400 δισεκατομμύρια, ενώ το 1998, έφτασαν τα 527,5 δισεκατομμύρια δραχμές. Για το 1999 ο ΣΕΒ δεν έχει δώσει ακόμα επίσημα στοιχεία. Ωστόσο, σύμφωνα με τον ICAP, τα κέρδη των μεγαλοβιομηχάνων ξεπέρασαν τα 750 δισεκατομμύρια δραχμές!
  • Σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία του ICAP, τα κέρδη των μεγαλεμπόρων από 241 δισεκατομμύρια το 1995, έφτασαν τα 557 δισεκατομμύρια το 1999!

Τα... οικονομικά αποτελέσματα των εκπροσώπων του κεφαλαίου, ο καθένας καταλαβαίνει πως στηρίζονται στη συνεχώς αυξανόμενη εκμετάλλευση των εργαζομένων. Ομως μαζί με τα μέτρα και τα νομοθετήματα που διευκολύνουν και εντείνουν την εκμετάλλευση αυτή, οι λαλίστατοι, περί της έλλειψης πόρων εκπρόσωποι της κυβέρνησης, έχουν προωθήσει μια σειρά πολιτικές που οδηγούν ακριβώς στη μεταφορά πόρων από το δημόσιο κορβανά στις πολυεθνικές και τους μεγαλοεπιχειρηματίες. Ιδού μόνο οι εντελώς πρόσφατες φορολογικές ρυθμίσεις, που με τη μέθοδο του...«μαγικού ραβδιού», μετατρέπουν τους πόρους (τους φόρους των εργαζομένων δηλαδή) του κρατικού προϋπολογισμού, σε «κινητήρα» και «ενίσχυση» δεκάδων και εκατοντάδων δισεκατομμυρίων για το κεφάλαιο. Οι κυβερνώντες, λοιπόν, αποφάσισαν:

  • Μείωση του ανώτατου συντελεστή φορολόγησης - αφορά ατομικά καθαρά εισοδήματα πάνω από 17 εκατομμύρια δραχμές - από το 45% στο 40%.
  • Μείωση της φορολογίας των κερδών όλων των μεγάλων επιχειρήσεων από 40% σε 35%.
  • Μείωση των συντελεστών φορολόγησης των κερδών των ομόρρυθμων και ετερόρρυθμων εταιριών κατά δέκα ποσοστιαίες μονάδες.
  • Φοροαπαλλαγή, ουσιαστικά, για τις συγχωνεύσεις επιχειρήσεων, τη στιγμή που για κάθε μεταβίβαση ενός ακινήτου πληρώνονται υπέρογκοι φόροι και εισφορές.
  • Μείωση των συντελεστών παρακράτησης φόρου για τις κατασκευαστικές εταιρίες.
  • Εκπτωση 50% των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης από τα καθαρά έσοδα των επιχειρήσεων για νεοπροσλαμβανόμενους.

Αυτή είναι εν πολλοίς η εικόνα που υπάρχει με τους πόρους. Γι' αυτό και αποτελεί μέγιστη πρόκληση ακόμα και σε φιλολογικό επίπεδο, να υποστηρίζεται η άποψη πως είναι δυνατόν πέρα από το κράτος και την εργοδοσία να πληρώσει οποιοσδήποτε άλλος τα σπασμένα της κοινωνικής ασφάλισης. Και βέβαια, ο κατάλογος με το όργιο που έχει γίνει προκειμένου να ενισχυθεί το μεγάλο κεφάλαιο, δεν παίρνει τέλος με τα παραπάνω. Αντίθετα. Οσο σκαλίζεται το θέμα, τόσο περισσότερο αναδύεται η μυρωδιά - η μπόχα - του ίδιου του κοινωνικοπολιτικού συστήματος. Ενός συστήματος που θέλει τη συντριπτική πλειοψηφία του λαού, να στενάζει και να αιμορραγεί κάτω από τις επιδιώξεις της άρχουσας τάξης και του κεφαλαίου, το οποίο από τη φύση του είναι τόσο αδηφάγο, που μόνο η ίδια η εργατική τάξη και τα άλλα λαϊκά στρώματα μπορούν, με τη δική τους πυγμή και τους συνεχείς αγώνες, να θέσουν φραγμό στις ορέξεις του και στην κυριαρχία του.


Γιώργος ΚΑΚΟΥΛΙΔΗΣ


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ