Καρδιά δεν έχει αυτός ο άνθρωπος. Από πού να βγει ο πόνος για το βασίλεμα των απέραντων γαλανών ματιών σου; Μόνο «λογιστικό» μυαλό διαθέτει. Για να μετράει πού, πόσα, πότε. Φωνή άλλη δεν ακούει. Αυτιά έχει μόνο για να συλλαμβάνει το «κουδούνισμα» του χρήματος. Πώς ν' ακούσει το σπάραγμα της μάνας, το λυγμό του πατέρα;
Καρδούλα μου! Εκλεισες τα βλεφαράκια σου και δεν είδες τον τρόμο στα γουρλωμένα μάτια του ευθυνόφοβου γραφειοκράτη μπροστά στην οργή μας. Δεν είδες την αδιαφορία, για τον πρόωρο κι άδικο χαμό σου, μιας γυναίκας, της Εξουσίας, που ξέχασε ότι η Φύση την έπλασε πρώτα για να 'ναι μάνα. Δεν είδες τον Μινώταυρο της τηλεθέασης να χώνει τη λερωμένη, με «ψέμα, αίμα, σπέρμα», «μουσούδα» του, στην αγκαλιά της μανούλας, για να δείξει το θάνατο στο προσωπάκι και στο παγωμένο κορμάκι σου.
Εφυγες, χωρίς καν ν' απορήσεις γιατί η Αμερική είναι πολύ μακριά για τους φτωχούς και «μια δρασκελιά απόσταση» για τους πλούσιους. Χωρίς να συνειδητοποιήσεις πως η ανθρώπινη υγεία είναι εμπορικό προϊόν, που πουλιέται πανάκριβα. Χωρίς ν' αντιληφθείς πως το δικαίωμα στη ζωή ενός παιδιού τεσσάρων μόνο χρονώ, είναι συνάρτηση του χρήματος.
Αν γεννιόσουν πλούσιο, μπορεί και να ζούσες. Πάντως, δε θα κρεμόταν η ζωούλα σου από ένα δημόσιο σύστημα υγείας, που δεν το αφήνουν οι κυβερνώντες και οι επιτήδειοι της ιδιωτικής πρωτοβουλίας να προκόψει. Δε θα εξαρτιόταν από τη δήθεν κοινωνική αλληλοβοήθεια που μοιάζει με ελεημοσύνη. Δε θα στηριζόταν στην ανύπαρκτη ευαισθησία μιας τράπεζας και μιας κυβέρνησης.
Σ' εκείνη την ανθρώπινη κοινωνία, το όνομά σου Παναγιώτη, θα θυμίζει πως στην προ Ανθρώπου εποχή, τα μωρά πέθαιναν πριν ζήσουν και οι μεγάλοι ζούσαν για να πεθάνουν. Πως χρειάστηκαν αγώνες πολλοί, σκληροί και μακρόχρονοι, για ν' αλλάξουν οι άνθρωποι και οι κοινωνίες. Κι αυτή η θύμηση θα σε κρατάει ζωντανό για πάντα...