Πέμπτη 27 Γενάρη 2011
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 30
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ
ΣΑΡΙ ΣΠΡΙΝΓΚΕΡ ΜΠΕΡΜΑΝ - ΡΟΜΠΕΡΤ ΠΟΥΛΤΣΙΝΙ
The extra man

Μια ιστορία που από ένα σημείο κι έπειτα εκπέμπει αίσθηση εγκλωβισμού και βάλτωμα. Μια ταινία που - παρά τη γοητευτική της εισαγωγή που παραπέμπει στην πεπερασμένη κομψότητα της αριστοκρατίας που αναδύεται από τις σελίδες των μυθιστορημάτων του Φ. Σκοτ Φιτζέραλντ - στην κλίμακα της ανίας διακυμαίνεται από το βαρετό ως το πληκτικό. Το σενάριο της ταινίας στηρίζεται σε διήγημα του Jonathan Ames, οι σκηνοθέτες όμως, απ' ό,τι φαίνεται, δε βρήκαν το σωστό τόνο για το υλικό που έπεσε στα χέρια τους.

Ο Λούις, ένας εκκεντρικός νεαρός δάσκαλος αγγλικής λογοτεχνίας στο πανεπιστήμιο Princeton, απολύεται από το εκπαιδευτικό Ιδρυμα που εργάζεται γιατί «συνελήφθη» να δοκιμάζει γυναικεία εσώρουχα. Ο συνεπαρμένος από τη λογοτεχνική εικόνα της νεοϋορκέζικης ντεκαντέντσας του μεσοπολέμου ευγενικός νεαρός, άνεργος πια, αποφασίζει να μετακομίσει στο Μανχάταν της Νέας Υόρκης και να πραγματώσει το όνειρό του, να δοκιμάσει την τύχη του σαν συγγραφέας. Βρίσκει κατάλυμα σαν ένοικος στο άθλιο διαμέρισμα του ξεπεσμένου, γηρασμένου και σνομπ ζιγκολό Χένρι, ενός «extra man», ενός περιπατητή δηλαδή, άλλως, συνοδού πλούσιων χήρων της αριστοκρατίας σε ηλικία Μαθουσάλα, σε διάφορες κοινωνικές, κοσμικές εξόδους. Ο Χένρι, που έχει μια και μόνη αδυναμία - τις λαμπερές χριστουγεννιάτικες μπάλες - εκτιμά πάραυτα ότι ο εγγενούς ιδιότητας δανδής ένοικός του θα ενδυόταν περίφημα το κοστούμι του συνοδού κυριών. Τον παίρνει λοιπόν υπό την προστασία του, αποφασίζοντας να τον μυήσει στα μυστικά του επαγγέλματος και τον εισάγει στα στεγανά, ακόμη και στο άβατο της υψηλής κοινωνίας. Ο Λούις δέχεται με ιδιαίτερη χαρά μια που πιστεύει βαθιά ότι το περί ου ο λόγος περιβάλλον συμπίπτει με εκείνο των δικών του φαντασιώσεων, με εκείνο στο οποίο ο ίδιος θεωρεί ότι ανήκει λόγω «πολιτισμικής κληρονομιάς» και εντός του οποίου θα επιθυμούσε να ζει.

Αυτοί είναι και οι δύο βασικοί ρόλοι στους οποίους στηρίζεται η ιστορία. Ρόλοι μάλλον συντεθειμένοι από τη συρραφή διαφόρων γκαγκς όπως: Το κόλπο για λαθραία είσοδο σε παραστάσεις της Οπερας, το βάψιμο των αστραγάλων με βερνίκι παπουτσιών λόγω έλλειψης καλτσών ή η διακίνηση στο Μανχάταν με ετοιμόρροπα αυτοκίνητα περασμένων δεκαετιών. Βέβαια και οι περισσότεροι βοηθητικοί χαρακτήρες μοιάζει να διέπονται από αντίστοιχη αρχή, από σκιαγράφηση απλή χωρίς ιδιαίτερη δραματουργική επεξεργασία, με στοιχεία που απλά υπάρχουν χωρίς να αιτιολογούνται. Ιδιαίτερα εμφανής η περίπτωση του Τζον Ράιλι, σε ισχνότατο, παράλογο ρόλο, με εμφάνιση αιμοσταγούς λήσταρχου και φωνή λευκή, παιδίσκης, όταν μιλάει, αλλά κανονικότατου βαρύτονου όταν τραγουδάει. Η χρήση των γκαγκς δίνει την αίσθηση της πέραν από το δέον κατάχρησης, κάτι που εν τέλει καταντάει ενοχλητικό και λειτουργεί μάλλον στο θεατή ως χάσιμο χρόνου και χρημάτων.

Παίζουν: Κέβιν Κλάιν, Κέιτι Χολμς, Τζον Ράιλι, Πολ Ντάνο κ.ά.

Παραγωγή: ΗΠΑ (2010).


Κορυφή σελίδας
Διακήρυξη της ΚΕ του ΚΚΕ για τη συμπλήρωση 80 χρόνων από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και την Αντιφασιστική Νίκη των Λαών
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ