Συνάντηση της Ελληνικής Ενωσης Τραπεζών με την Λ. Κατσέλη
Ενστάσεις ακόμα και στις ρυθμίσεις που με πρόσχημα την αύξηση της ρευστότητας στην αγορά και τη ρύθμιση των χρεών των νοικοκυριών και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων διασφαλίζει απροκάλυπτα τα έσοδα των ίδιων των τραπεζών και προεξοφλεί τη διαιώνιση της θηλιάς των δανείων για τα λαϊκά στρώματα και άρα της κερδοφορίας του τραπεζικού κεφαλαίου, προβάλλουν οι τραπεζίτες, που θέλουν ακόμα περισσότερα.
Αυτό προκύπτει, σύμφωνα με πληροφορίες, από τη χτεσινή συνάντηση της υπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας Λ. Κατσέλη με εκπροσώπους της Ελληνικής Ενωσης Τραπεζών. Οπως έγινε γνωστό, οι εκπρόσωποι του τραπεζικού κεφαλαίου εξέφρασαν τη δυσαρέσκειά τους και πρόβαλαν συγκεκριμένες αξιώσεις σχετικά με τρία σημεία του νομοσχεδίου για τη ρύθμιση χρεών ιδιωτών.
Συγκεκριμένα, απαιτούν το ποσοστό 10% που προβλέπεται στο νομοσχέδιο, το οποίο θα κατατεθεί σε δυο εβδομάδες, ότι εφόσον αποπληρωθεί θα υπάρχει θεωρητικά η δυνατότητα διαγραφής της υπόλοιπης οφειλής να αυξηθεί στο 20%, να εξαιρεθούν τα στεγαστικά δάνεια από τη δυνατότητα υποβολής αίτησης για ρύθμιση και, ακόμη, τα στοιχεία των οφειλετών να μπορούν διατηρούνται για χρήση από τις τράπεζες όχι για 5 χρόνια που προβλέπει το νομοσχέδιο, αλλά για 10 χρόνια στον «Τειρεσία». Ακόμη, οι τραπεζίτες φέρονται να διαφωνούν με οποιοδήποτε σενάριο για πάγωμα των ληξιπρόθεσμων οφειλών επιχειρήσεων και να «συμβιβάζονται» μόνο με ρύθμιση. Πάντως, όπως παραδέχτηκε η υπουργός, ήδη έχουν γίνει δεκτές 14 από τις 17 προτάσεις - αξιώσεις των τραπεζών σχετικά με τις διατάξεις του νομοσχεδίου που κατατέθηκαν στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης, ενώ έκανε λόγο για διαφορές που εξακολουθούν να υπάρχουν, αφήνοντας ανοιχτό επισήμως το ενδεχόμενο η κυβέρνηση να τις πάρει υπόψη.
Κατά τα άλλα, η Λ. Κατσέλη μετά τη συνάντηση δεν παρέλειψε να επαναλάβει ότι για την πολιτική που έχει δρομολογήσει η κυβέρνηση το τραπεζικό σύστημα είναι «πυλώνας για την αναθέρμανση της οικονομίας και την αναδιάρθρωση της παραγωγικής βάσης». Εκανε λόγο για τέσσερις άξονες της πολιτικής του υπουργείου του οποίου ηγείται για τους επόμενους μήνες και, συγκεκριμένα, αναφέρθηκε στη ρευστότητα στην αγορά, όπου εντάσσεται η ρύθμιση των οφειλών και οι ρυθμίσεις για τον «Τειρεσία», στην «αναθέρμανση της οικονομίας», όπου περιλαμβάνονται οι πολιτικές σχετικά με τη λειτουργία του ΤΕΜΠΜΕ, το ΕΣΠΑ και το νομοσχέδιο για τη «διαφάνεια των τραπεζικών συναλλαγών». Ανακοίνωσε ότι ειδικά σε ό,τι αφορά το ΤΕΜΠΜΕ θα συσταθεί κοινή ομάδα εργασίας με τις τράπεζες για την επανεξέταση των όρων και των προϋποθέσεων των εγγυήσεων και ότι αντίστοιχα από κοινού θα εξεταστεί και η διαδικασία απορρόφησης των προγραμμάτων του ΕΣΠΑ.