Οι συνδικαλιστές ψαράδες εστιάζουν το όλο ζήτημα της αλιείας στο πού θα ψαρεύουν οι μηχανότρατες και έτσι σκεπάζουν τα ουσιαστικά προβλήματα της αλιείας που σε τελευταία ανάλυση είναι και η αιτία της υπεραλίευσης που έχει φέρει τους ψαράδες στη μιζέρια. Δεν τους απασχολεί, φαίνεται, η ακρίβεια του πετρελαίου και ο περιορισμός που επιβάλει η ΕΕ στη χωρητικότητα και την ιπποδύναμη όλων των σκαφών, με επακόλουθο ως ένα βαθμό το συνωστισμό αλιευτικών σκαφών μεγάλων και μικρών στην παράκτια ζώνη.
Δεν τους απασχολεί το ζήτημα με τις ανεξέλεγκτες ποσότητες εισαγόμενων ψαριών που ορισμένοι επιτήδειοι τα ανακατεύουν με τα ντόπια ή τα «βαφτίζουν» ντόπια και τα προωθούν στην αγορά.
Δεν τους ανησυχεί ότι ο θεσμός των ειδικών αδειών αλιείας για τα μεγάλα πελαγικά ψάρια (ξιφίας τούνες) ανοίγει ένα κανάλι όπου η αλιεία ορισμένων ειδών υψηλής εμπορικής αξίας θα αποτελεί προνόμιο ορισμένων ψαράδων και η αλιεία αυτών των ειδών, θα είναι προνομιακή δραστηριότητα για τους υπόλοιπους χιλιάδες αλιείς, που δε θα τους εγκριθεί η άδεια αυτή.
Δεν τους προβληματίζει ότι έχουν χαθεί αρκετά και σημαντικά αλιευτικά πεδία εξαιτίας των παραχωρήσεων σε ιδιώτες θαλάσσιων εκτάσεων, είτε για υδατοκαλλιέργειες, είτε για κάθε είδους θαλάσσια πάρκα.
Αντί να προασπίζουν τα συμφέροντα των ψαράδων έχουν συμβάλει με τη στάση τους στις αυθαίρετες καταργήσεις ή περιορισμούς σε αλιευτικά εργαλεία άλλων συναδέλφων τους εξυπηρετώντας την αλιευτική πολιτική της ΕΕ.
Πρωταγωνιστούν σε τακτική διάσπασης και κατακερματισμού των ψαράδων σπέρνοντας διχόνοιες μεταξύ τους ως προς τα εργαλεία με αποτέλεσμα την απομαζικοποίηση των συλλόγων και την προαγωγή του ατομισμού, όπου ο κάθε ψαράς παλεύει να σώσει το κεφάλι του.
Τα γεγονότα που ξεκίνησαν τον περασμένο Νοέμβρη και τερμάτισαν στις αρχές του Δεκέμβρη, όπου συνδικαλιστές των παράκτιων ψαράδων με κινητοποιήσεις ζήτησαν την απομάκρυνση των μηχανότρατων από το ένα μίλι στο ενάμισι μίλι από τις ακτές και στη συνέχεια ήρθε η αντίδραση των πλοιοκτητών μηχανότρατας που έδεσαν τα σκάφη τους στα λιμάνια ζητώντας την επάνοδό τους στο ένα μίλι, όπου δούλευαν και πριν, ήταν καθαρά κινήσεις αποπροσανατολισμού που διευκόλυναν την ηγεσία του ΥΠΑΑΤ να συνεχίσει απρόσκοπτα την εφαρμογή της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (ΚΑλΠ).
Η ρίζα του προβλήματος της αντιπαράθεσης παράκτιων ψαράδων και μηχανότρατων έγκειται στο άρθρο 43 του καν. 1967/2006, όπου κάποιες παράγραφοι καθορίζουν το χρονοδιάγραμμα απομάκρυνσης των μηχανότρατων στο ενάμισι μίλι από τις ακτές και άλλες παρέχουν το δικαίωμα παρέκκλισης και αναίρεσης, λόγω γεωμορφολογικών ιδιαιτεροτήτων των αλιευτικών πεδίων της χώρας. Αυτή η «μαγειρική» του κοινοτικού κανονισμού 1967/2006 παρέχει το δικαίωμα σε κάθε αντιμαχόμενη μερίδα ψαράδων να επικαλείται παραγράφους που εξυπηρετούν τα ιδιαίτερα συμφέροντά τους και πιέζουν προς τη λύση που τους βολεύει.
Το ΥΠΑΑΤ έχοντας σαφή γνώση των στόχων της ΚΑλΠ ξεδίπλωσε από τις αρχές του 2008 την τακτική των διαβουλεύσεων με τ' «αντιμαχόμενα στρατόπεδα» σε κεντρικό επίπεδο και με επικοινωνιακού χαρακτήρα περιοδείες στην επαρχία τους καλοκαιρινούς μήνες. Αυτή η τακτική δεν έδωσε λύσεις αλλά απεναντίας όξυνε το κλίμα της αντιπαλότητας και των αντιπαραθέσεων, οι οποίες κορυφώθηκαν το Νοέμβρη, εξαιτίας των ταλαντεύσεων του ΥΠΑΑΤ ως προς το αν οι μηχανότρατες θα δουλέψουν πέρα από το ενάμισι μίλι ή θα παραμείνουν στο ένα μίλι.
Το σίριαλ των ψευτοαντιπαραθέσεων σίγουρα θα συνεχιστεί γιατί οι συνδικαλιστικές ηγεσίες των ψαράδων φαίνεται να αρέσκονται να παίζουν την κολοκυθιά και το ΥΠΑΑΤ βολεύεται να έχει τέτοια αντιπαράθεση που σκεπάζει ουσιαστικά τα προβλήματα που απασχολούν το σύνολο των ψαράδων και πηγάζουν από την ΚΑλΠ.
Αν έμεινε κάτι να συμπεράνουμε από αυτή την κόντρα, είναι ότι η πολιτική της μεζούρας στη θάλασσα και τα ψάρια είναι ανεφάρμοστη και ανιεπιστημονική. Εχει τις ρίζες της σε παλιές και εσφαλμένες αντιλήψεις για το θαλάσσιο οικοσύστημα και πάνω σ' αυτές οικοδομήθηκαν και πολιτικές που διατηρούνται μέχρι σήμερα γιατί εξυπηρετούν τα εμπορικά κυκλώματα και από την άλλη κρατάνε τους ψαράδες στον ατομισμό τους και τη συντεχνιακή αντιπαράθεση. Μακριά από συλλογικές δραστηριότητες. Εκείνο που υπάρχει στην αλιεία είναι τα αλιευτικά πεδία που επιλέγει ο κάθε ψαράς, με βάση την ύπαρξη αλιευμάτων, την καταλληλότητα του εργαλείου του να δουλέψει σ' αυτά και το διαθέσιμο χώρο τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή προς αποφυγή επικαλύψεων με το συνάδελφό του ψαρά.
Το ζητούμενο είναι μια σωστή χωροθέτηση δραστηριοτήτων και η ορθή χρήση των εργαλείων. Ασφαλώς αυτή η λύση απαιτεί συστηματική συλλογή στοιχείων και τεκμηριωμένες μελέτες από πλευράς ιχθυολόγων. Εκείνο όμως που προέχει είναι ότι οι ψαράδες πρέπει να εγκαταλείψουν το πνεύμα της συντεχνιακής αντιπαλότητας και να προσεγγίσουν το ζήτημα της χωροθέτησης συναδελφικά. Τέτοιες προϋποθέσεις υπάρχουν αρκεί να αποφασίσουν να ορθώσουν μέτωπο ενάντια στην αντιαλιευτική πολιτική της ΕΕ και των κυβερνήσεων που την υπηρετούν, για να έχουν ένα καλύτερο μέλλον και οι ίδιοι και τα παιδιά τους, που ενδεχόμενα συνεχίσουν το επάγγελμα του ψαρά. Αν παραμείνουν στις συντεχιακές αντιπαραθέσεις και στην αναζήτηση ατομικών λύσεων, θα παραμείνουν μια ζωή στο περιθώριο μέχρι την οριστική τους αποχώρηση από την αλιευτική δραστηριότητα.