Κατατέθηκε χτες στη Βουλή και θα συζητηθεί την Τετάρτη στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων
Ενα ακόμα βήμα στην υλοποίηση των αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων στην Ανώτατη Εκπαίδευση, στην κατεύθυνση της υλοποίησης της διαδικασίας της Μπολόνια κάνει η κυβέρνηση, με την κατάθεση - χτες στη Βουλή - του νομοσχεδίου για τα μεταπτυχιακά. Το νομοσχέδιο, που κατά τον υπουργό Παιδείας σηματοδοτεί τον «δεύτερο κύκλο» των αντιεκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων στην Ανώτατη Εκπαίδευση, κατατέθηκε χτες στη Βουλή και θα συζητηθεί την Τετάρτη στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων.
Οπως ξεκαθαρίζεται από την αιτιολογική έκθεση, το νομοσχέδιο «κωδικοποιεί και συμπληρώνει τις ισχύουσες διατάξεις για τις μεταπτυχιακές σπουδές προκειμένου να προσαρμοστεί πλήρως η ελληνική νομοθεσία στα ευρωπαϊκά δεδομένα και να οργανωθούν οι μεταπτυχιακές σπουδές με τρόπο σύγχρονο και εξωστρεφή».
Το σχέδιο νόμου θεσμοθετεί τη διάσπαση σε κύκλους σπουδών (προπτυχιακό - μεταπτυχιακό, ενώ την ίδια στιγμή θέτει την ολοκλήρωση μεταπτυχιακού ως προϋπόθεση για το διδακτορικό), επιτρέπει τα δίδακτρα, στρώνοντας το δρόμο για τη γενίκευσή τους, νομοθετεί τη χρηματοδότηση των πανεπιστημίων από ιδιώτες (βλέπε επιχειρήσεις), εφαρμόζει την «αξιολόγηση» και τις πιστωτικές μονάδες. Ακόμα, αναθέτει το ερευνητικό έργο που γίνεται στα πανεπιστήμια σε «μαγαζιά» που στήνονται στα ιδρύματα (ή ανάμεσα σε ιδρύματα), τα Ερευνητικά Πανεπιστημιακά Ινστιτούτα (ΕΠΙ), τα οποία είναι ΝΠΙΔ και συνάπτουν μόνα τους συμφωνίες με φορείς του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα...
Τα μεταπτυχιακά λειτουργούν ως μοχλός για να γίνει πραγματικότητα εκείνο που η ΕΕ και τα κόμματα του ευρωμονόδρομου προωθούν: Το πανεπιστήμιο που λειτουργεί με ιδιωτικοοικονομικά και επιχειρηματικά κριτήρια. Στο σχέδιο νόμου για τα μεταπτυχιακά ορίζεται ότι «πόροι των ΠΜΣ μπορεί να είναι δωρεές, παροχές, κληροδοτήματα, χορηγίες φορέων του δημοσίου ή ιδιωτικού τομέα γενικά, νομικών ή φυσικών προσώπων ή πόροι από ερευνητικά προγράμματα, κοινοτικά προγράμματα, επιχορηγήσεις του κρατικού προϋπολογισμού και δίδακτρα». Μάλιστα, το ύψος των διδάκτρων το αποφασίζουν τα αρμόδια όργανα κάθε ιδρύματος. Με αυτόν τον τρόπο, κάθε ίδρυμα μπορεί να επιβάλει υπέρογκα δίδακτρα (ανάλογα με το πόσο «πουλάει» το αντικείμενο του μεταπτυχιακού), ενώ ανοίγει ο δρόμος για γενίκευση των διδάκτρων και σε προπτυχιακό επίπεδο.
Οπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στο σχέδιο νόμου, «απαραίτητη προϋπόθεση για την υποβολή αιτήματος έγκρισης ΠΜΣ προς το υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων είναι η συνυποβολή της έκθεσης αξιολόγησης του οικείου τμήματος». Συνεπώς, για να διοργανώσει μεταπτυχιακά ένα τμήμα, οφείλει να έχει εφαρμόσει την «αξιολόγηση». Επιπλέον, «επιβραβεύονται» οι Διοικήσεις εκείνες που προσαρμόζονται στις ορέξεις της αγοράς, όπως διευκρίνισε προχτές ο υπουργός Παιδείας, ξεκαθαρίζοντας ότι τα τρία πανεπιστήμια που έχουν ολοκληρώσει την «αξιολόγηση» προηγούνται στη χρηματοδότηση των μεταπτυχιακών τους. Είναι ενδεικτικό ότι το νομοσχέδιο δίνει δυνατότητα στα ΤΕΙ να οργανώσουν ΠΜΣ, αρκεί επίσης να έχουν ολοκληρώσει την «αξιολόγηση».
Είναι χαρακτηριστικό ότι τα ΠΜΣ δικαιούνται χρηματοδότηση από τον κρατικό προϋπολογισμό «βάσει κριτηρίων ποιότητας και των αποτελεσμάτων αξιολόγησης του οικείου τμήματος (...) και του καθενός ΠΜΣ». Ανάλογα με την επίτευξη των στόχων και ανάλογα με τη «βαθμολογία» του στην «αξιολόγηση» - κατηγοριοποίηση χρηματοδοτείται ή όχι το ΠΜΣ.
Τα μεταπτυχιακά λειτουργούν ως «μαγαζάκι» μέσα στα πανεπιστήμια, με την οικονομική διαχείριση να ανατίθεται στους Ειδικούς Λογαριασμούς Κονδυλίων Ερευνας (ΕΛΚΕ), οι οποίοι... παρακρατούν ένα 10% των εσόδων του μεταπτυχιακού. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι ΕΛΚΕ λειτουργούν με αδιαφανείς διαδικασίες, ενώ δεν ελέγχονται από κανένα συλλογικό όργανο του πανεπιστημίου.
Την ίδια στιγμή, τα πανεπιστήμια έχουν τη δυνατότητα να ανοίξουν τα δικά τους «μαγαζιά» στο εξωτερικό, μέσα από «αυτοδύναμα αυτοχρηματοδοτούμενα ΠΜΣ»! Δηλαδή, τα πανεπιστήμια θα κάνουν «εξαγωγή» του ονόματός τους σε χώρες του εξωτερικού, θα πουλούν εκπαιδευτικές υπηρεσίες και πτυχία. Αλλωστε, «αυτοδύναμο και αυτοχρηματοδοτούμενο» σημαίνει ότι τους πόρους και τη χρηματοδότηση τη βρίσκει μόνο του το ίδρυμα, κάνοντας «μπίζνες» στο εξωτερικό!
Το νομοσχέδιο για τα μεταπτυχιακά δεν αναβαθμίζει τις σπουδές. Αντίθετα υποβαθμίζει τόσο τις προπτυχιακές όσο και τις ίδιες τις μεταπτυχιακές σπουδές που προορίζονται να καλύψουν άμεσες ανάγκες της αγοράς και όχι να εμβαθύνουν τη μόρφωση σε ένα επιστημονικό αντικείμενο. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο νομοσχέδιο ορίζεται πως «η διάρκεια λειτουργίας ενός ΠΜΣ είναι το πολύ οκτώ έτη», με δυνατότητα ...παράτασης για οχτώ ακόμα χρόνια. Η επιστήμη, όμως, δεν είναι «κονσέρβα», με ημερομηνία λήξης. Ημερομηνία λήξης έχει η κατάρτιση και οι σεμιναριακού τύπου γνώσεις που προορίζονται για να ανταποκριθούν οι εργαζόμενοι στις άμεσες ανάγκες του κεφαλαίου για αύξηση της ανταγωνιστικότητάς του και της κερδοφορίας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στο νομοσχέδιο επισημαίνεται πως το υπουργείο Παιδείας «χρηματοδοτεί κατά προτεραιότητα ΠΜΣ τα οποία εντάσσονται στο πλαίσιο επιστημονικών τομέων προτεραιότητας, που έχουν καθοριστεί με αποφάσεις του υπουργού». Η προτεραιότητα βέβαια δεν ορίζεται από τις λαϊκές ανάγκες ή τις ανάγκες εξέλιξης της επιστήμης, αλλά από τις ανάγκες της αγοράς. Ετσι, η χρηματοδότηση πηγαίνει «κατά προτεραιότητα» στους τομείς που επιλέγει το κεφάλαιο... Το έργο είναι χιλιοπαιγμένο: Χρηματοδότηση προγραμμάτων που έχουν να κάνουν με «μοντέρνους» τομείς (βλ. κβαντομηχανική και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας) και πλήρης εγκατάλειψη των κοινωνικών επιστημών...