Τετάρτη 30 Απρίλη 2008
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 22
Θέατρο
ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ
«Κρυψώνες» στο «Θέατρο οδού Κεφαλληνίας»

«Κρυψώνες»
«Κρυψώνες»
Η μοναξιά και η αδυναμία επικοινωνίας μέσα στην πολύβουη και πολυάνθρωπη σύγχρονη μεγαλούπολη. Τα ποικιλόμορφα τραυματικά βιώματα και ο διαταραγμένος ψυχισμός. Οι ανικανοποίητοι πόθοι. Οι υπαρξιακές αγωνίες. Η ανικανότητα και ο φόβος του σύγχρονου ανίσχυρου λαϊκού ανθρώπου να συμβιώσει, να συντροφευτεί, να αγαπήσει και να αγαπηθεί. Τα ποικιλόμορφα αδιέξοδα, η μισθολογική μιζέρια και η εργασιακή ανασφάλειά του στην τάχα «ευημερούσα» και «ελεύθερη» κοινωνία μας. Ο αυτοεγκλεισμός του σε σπίτια «κλουβιά». Η έλλειψη κοινωνικής συνειδητοποίησής του. Η αδυναμία του να αντιληφθεί ότι και η δική του ζωή, τα προσωπικά του προβλήματα και αδιέξοδα, είναι μέρος, ψηφίδα, παράγωγο της σημερινής κοινωνικής πραγματικότητας. Κοινωνική πραγματικότητα που θα γίνεται όλο και πιο εφιαλτική, όλο και πιο ολέθρια, όσο ο ανώνυμος, ανίσχυρος λαϊκός άνθρωπος κρυμμένος στο «κλουβί» του, μένοντας ασυνειδητοποίητος, άβουλος, παθητικός, «μοιραίος» θα αφήνεται να βουλιάζει στο «βυθό» της. «Γεννήματα» αυτού του κοινωνικού «τοπίου» είναι τα δύο πρόσωπα που αναδύονται από τα μονολογικά μονόπρακτα - «Η τελευταία Μάρθα» του Αλέξη Σταμάτη και «Το πράσινό μου το φουστανάκι» της Λένας Κιτσοπούλου - που υπό τον τίτλο «Κρυψώνες» παρουσιάζονται στη β΄ σκηνή του θιάσου «Πράξη». Δύο κείμενα δηλητηριώδους κοινωνιολογικού σαρκασμού, βαθύτατα μελαγχολικού χιούμορ, λύπης για τον έρημο άνθρωπο, που κρυμμένος μέσα σε τέσσερις τοίχους σπάει τη σιωπή που τον τυλίγει παραμιλώντας και αποκαλύπτει τα εκρηκτικά συναισθήματά του παραληρώντας. Κείμενα «συγγενή», παρά τη θεματολογική διαφορά τους.

Το πρόσωπο που έπλασε ο Αλέξης Σταμάτης είναι ένας μεσήλικας εργένης. Ενας ευσυνείδητος φύλακας μουσείου και «φιλήσυχος», «νομοταγής» πολίτης, που γνώρισε μόνο τον πληρωμένο έρωτα με κάποια Μάρθα και με άλλες εκπορνευόμενες «Μάρθες». Δεν αγάπησε, δεν αγαπήθηκε και ουδέποτε είχε έναν άνθρωπο που να τον νοιαστεί, να γίνει «οδηγός» της ζωής του. Κρυμμένος στους τέσσερις τοίχους, αντιμέτωπος με τα γηρατειά, διαταραγμένος ψυχοδιανοητικά από τη μοναξιά, αηδιασμένος από τον πορνικό έρωτα, μάταια θα προσπαθήσει να συντροφευτεί με μια μεσήλικα. Αηδιάζοντας, όμως, σεξουαλικά και από αυτή, θα τη σκοτώσει, νιώθοντας ότι έτσι γίνεται «άγγελος τιμωρός» του κακού.

Το μονόπρακτο της Λένας Κιτσοπούλου, βιωματικό εν πολλοίς, γλωσσικά ορμητικό και άμεσο, οργισμένο από τη σύγχρονη κοινωνική «σχιζοφρένεια», τη διάχυτη βία, την αβίωτη καθημερινότητα της τσιμεντούπολης, τους μισθούς πείνας, την εργασιακή ανασφάλεια, την ανεργία, την εξαθλίωση όλο και περισσότερων ανθρώπων, τη δυστυχία των μεταναστών, την προβληματική επικοινωνία, την ασυνεννοησία, τη σύγχυση, τα αδιέξοδα, τη μοναχικότητα αμέτρητων ανθρώπων, αλλά και με ευρηματικό χιούμορ, εκφράζει αμέτρητες απογοητευμένες από έρωτες και φιλία, στερημένες οικονομικά και απελπισμένες, μοναχικές νέες γυναίκες, στα πρόθυρα της κατάθλιψης. Το εκρηκτικό παραλήρημα του γυναικείου προσώπου που έπλασε η Κιτσοπούλου, αδυσώπητα σαρκάζει την κοινωνική μας πραγματικότητα.

Σε λιτή σκηνοθεσία της Βίκυς Γεωργιάδου, με αφαιρετικό σκηνικό και κοστούμια της Μαγιού Τρικεριώτη, με εύστοχη μουσική του Κώστα Ανδρέου, τα κείμενα ευεργετούνται από την ερμηνεία του Χρίστου Στέργιογλου και κυρίως την υπόκρυφης δραματικότητας, δαιμόνιου χιούμορ και μεγάλης εκφραστικότητας ερμηνεία της Μαρίας Σκουλά.


ΘΥΜΕΛΗ


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ