Κυριακή 13 Απρίλη 2008
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Αυτοβιογραφικό σενάριο

Ο Ντασσέν, σε γύρισμα του «Δήμιου των κολασμένων» καταβρέχει τον πρωταγωνιστή Μπαρτ Λάνγκαστερ
Ο Ντασσέν, σε γύρισμα του «Δήμιου των κολασμένων» καταβρέχει τον πρωταγωνιστή Μπαρτ Λάνγκαστερ
Ο Ντασσέν, ογδοντάχρονος περίπου, εξέδωσε και προσπάθησε, μάταια να κινηματογραφήσει το αυτοβιογραφικό σενάριό του «Ο μπαμπάς τρελαινόταν για Καρούζο» (1990, εκδόσεις «Καστανιώτη»). Ενα σενάριο «απαθανάτισης» της οικογένειάς του, της ταξικής καταγωγής, της ένταξής του στο ΚΚ ΗΠΑ, φίλων, ομοϊδεατών που αλλαξοπίστησαν, του μακαρθικού εφιάλτη, της χολιγουντιανής «κόλασης», της αυτοεξορίας, των ευρωπαϊκών ταινιών του και της αγάπης του για την Ελλάδα. Αντλώντας λίγα αλλά χαρακτηριστικά στοιχεία και φράσεις - σπαράγματα αυτού του σεναρίου, επιχειρούμε μια συνοπτική βιογράφηση του Ζυλ Ντασσέν.

Ρωσοεβραίοι από την Οδησσό, μετανάστες στις ΗΠΑ ήταν οι γονείς του. Δεκαετία του '20. Δυο κόρες και τρία αγόρια είχε να θρέψει ο μεροκαματιάρης σε κουρείο, λάτρης του διάσημου τενόρου Καρούζο, σοσιαλιστής πατέρας του. Πείνα. Ανέχεια. Απλήρωτα νοίκια. Αλλεπάλληλες εξώσεις της οικογένειας από άθλια σπιτικά στο Χάρλεμ και το Μπρονξ, όπου ζούσε η εξαθλιωμένη λευκή και μαύρη εργατιά. Παντού η βία και εγκληματικότητα των μαφιόζων. Κοινωνική νόσος και τα παραβατικά παιδιά. Μόνα αντίδοτα η αλληλεγγύη των εργατών γειτόνων, τα λίγα φρούτα και λαχανικά που έκλεβε η εργάτρια στη λαχαναγορά θεία τους και το ρώσικο τραγούδι «Ο βαρκάρης του Βόλγα», που ο πατέρας έβαζε τα παιδιά του να τραγουδούν στις αμέτρητες στιγμές οικογενειακής απελπισίας. Ο δύστυχος πατέρας που, για να συνεχίσει το σχολείο ο πρωτότοκος γιος του, ζήτησε μικροβήθεια από τον κουνιάδο του, ταπεινώθηκε απ' αυτόν και αποδιώχτηκε από τη γυναίκα του. Τα αγόρια βγήκαν στη βιοπάλη. «Προστάτης» της οικογένειας έγινε ο 16χρονος Λου, που συνέχισε στο νυχτερινό σχολείο, όπως και οι μικρότεροι αδελφοί του.

Ο δωδεκάχρονος Τζόεϊ (ο Ζυλ Ντασσέν) πάει στο νυχτερινό. Ολα τα χρόνια του σχολείου δουλεύει σα μικροπωλητής, με καροτσάκι. Μια και μόνη φορά επιχείρησε να κλέψει. Κουβαλώντας στο σπίτι τα ψώνια μιας γυναίκας στο σπίτι της, χάζεψε με τα βιβλία της. Μέσα σε ένα είδε κρυμμένα μερικά δολάρια. Τα χουφτώνει. Η γυναίκα το αντιλαμβάνεται, του μιλά καλοσυνάτα κι εκείνος τα ξαναβάζει στο βιβλίο. Μαθαίνει ανάγνωση στην αναλφάβητη μάνα του. Παίζει στις σχολικές παραστάσεις. Πολυαγαπημένος, γείτονας, φίλος του ήταν ο καλόψυχος, φιλάσθενος αλλά θαρραλέος απέναντι στο άδικο και στη βία, Μάρβιν. Σ' αυτόν παρέπεμπε ο «Μανόλης» της ταινίας «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται».

Χρόνια του κραχ. Δεκαεννιάχρονος ο Ντασσέν πρωτοβλέπει παράσταση σε ένα εργατικό θέατρο. Δουλεύει σαν κομπάρσος «για 50 σέντσια τη βδομάδα». Εντάσσεται στο ΚΚ. Εισάγεται στη σχολή του «City Repertory Theatre». Δευτεροετής παίζει στις παραστάσεις του θεάτρου βωβούς ρόλους, για 25 δολάρια τη βδομάδα. Η Μαφία βασιλεύει. «Το ένα τρίτο του έθνους υποσιτίζεται, έχει πρόβλημα ιματισμού και στέγης». Το 1930 - βάσει του χρηματοδοτικού «Προγράμματος Εθνικού Θεάτρου» του Ρούσβετλ - το προοδευτικό κοινωνικά θέατρο αναπτύχθηκε γρήγορα, με αριστερών αντιλήψεων εργατικούς και άλλους θιάσους, ανάμεσα στους οποίους και το «Εβραϊκό Θέατρο» Ν. Υόρκης, όπου δούλευε ο Ντασσέν. «Τα κυνηγόσκυλα που καταδιώκουν τη σκέψη, φακέλωσαν» ως «ανατρεπτικό, αντιαμερικανικό» το «Πρόγραμμα Εθνικό Θέατρο». Αποτέλεσμα: παύση ενοχλητικών έργων και μαζικές απολύσεις. Ενας θίασος κατεβάζει έργο του Ντασσέν και τον απολύει. Αλλος θίασος του ζητά να ανεβάσει το έργο - ντοκουμέντο «Ιατροθέαμα», για την «Υγεία και περίθαλψη στην Αμερική». Στις αρχές των δοκιμών, εντελώς προσχηματικά, τον απολύει...

1940- 1948. Ο Ντασσέν δουλεύει στη «Μέτρο Γκόλντουϊν Μάγιερ». Γυρίζει επτά ταινίες (στο σενάριο και το μοντάζ των οποίων η εταιρεία παρεμβαίνει κυνικά). Ενώ «οι πάντες ήταν έτοιμοι να γίνουν σφογγοκωλάριοι» του Μάγιερ, ο Ντασσέν τον θεωρούσε «αγράμματο, τυραννικό, γαϊδούρι ξεσαμάρωτο». Απήργησε για να γλιτώσει απ' αυτόν. Ουδέποτε υπέκυψε στα απειλητικά υπονοούμενα του Μάγιερ: «Ακου αγόρι μου... όταν μου λένε πως είσαι κομμουνιστάκος, εγώ τους απαντώ δεν αληθεύει...». Μια μέρα, που ο Μάγιερ τον κάλεσε στο γραφείο του, πιστεύοντας ότι «θα του φέρει βραβεία», τον παρομοίασε με ένα νέο, δυναμικό άλογο που αγόρασε και το έκανε ιπποδρομιακά κερδοφόρο κόβοντάς του τα αχαμνά, ο Ντασσέν του απάντησε: «Αντε πηδήξου! Δε θα μου τα κόψεις εμένα». Λύσσαξε ο Μάγιερ. «Εξω από δω, σκατοτσογλάνι, κερατά κομμουνιστάκια». Ετσι λύθηκε το συμβόλαιό του με τη «Μάγιερ».

Γυρίζει τους «Ανθρώπους του αίματος» για την «FOX» του Ζανούκ. Ο Ντασσέν μπαίνει στη «μαύρη λίστα». Ο Ζανούκ τον καλεί και ρωτά: «είσαι κομμουνιστής;». Ο Ντασσέν δεν απαντά, αλλά κατηγορηματικά δηλώνει ότι δε θα εμφανιστεί στη μακαρθική επιτροπή. «Εγώ δε σου ζητάω ονόματα. Αλλά γιατί δεν καταθέτεις, αφού ξέρουνε όλα τα ονόματα, πλέον;», λέει ο Ζανούκ. Αντί άλλης απάντησης, ο Ντασσέν θυμάται τα λόγια του ηρωικού απεργού Αγκαίητ στο «Περιμένοντας το Λέφτι» του Οντέτς (τα περιλαμβάνει στο σενάριό του): «Είμαστε τα θαλασσοπούλια της εργατικής τάξης! Εργάτες, το αίμα και το μεδούλι του κόσμου. Κι όταν πεθάνουμε, θα μάθουν πως παλέψαμε για έναν καλύτερο κόσμο. Ναι, ρε! Λιανίστε μας! Κόφτε μας κομματάκια. Εμείς θα πεθάνουμε για το σωστό. Θα γίνουμε λίπασμα για δέντρα με καρπούς». Ο Ντασσέν λέει στον Ζανούκ, ότι τον Αγκαίητ έπαιζε ο τότε κομμουνιστής, σύντροφος και φίλος του, καταδότης στη μακαρθική επιτροπή, Ελία Καζάν. Ο Ντασσέν δε συγχώρησε ποτέ τον Καζάν, γιατί, παρότι με το τεράστιο κύρος δεν κινδύνευε, όχι μόνο κατέδωσε ομοτέχνους του αλλά και περηφανευόταν γι' αυτό.

Τέλος, ο τίμιος Ζανούκ του λέει: «Αν σε ρωτήσει κανείς: αυτή την ταινία σου (σ.σ. «Η νύχτα και η πόλη») τη ζήτησα εδώ και μήνες. Κατάλαβες; Φεύγεις αμέσως για Λονδίνο. Σου δίνω Ρίτσαρντ Γουίντμαρκ και Τζιν Τόρνεϊ. Το σενάριο θέλει ρετουσάρισμα. Σε δυο βδομάδες να αρχίσεις από τις ακριβές σκηνές. Ετσι, αποκλείεται να σε σταματήσουνε στη μέση». Αρον άρον, με ετοιμοθάνατη τη μάνα του, ο «δοσμένος» από τους συντρόφους του Φρανκ Τατλ και Εντουαρντ Ντμίτρικ, Ντασσέν, φυγαδεύεται στο Λονδίνο.


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ