Κυριακή 13 Απρίλη 2008
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 3
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΣΥΡΙΖΑ
«Ανοργάνωτο» κράτος και «κακή» «αγορά»

Οψεις της οπορτουνιστικής αντίληψης για την κρατική διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς, με αφορμή τη συζήτηση στη Βουλή για το νομοσχέδιο περί «προστασίας των πολιτιστικών αγαθών»

Γρηγοριάδης Κώστας

Το νομοσχέδιο του υπουργείου Πολιτισμού «Μέτρα για την Προστασία των Πολιτιστικών Αγαθών» (ψηφίστηκε πρόσφατα από ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΛΑΟΣ) ανέδειξε, για μια ακόμη φορά, την πολιτική ασυλία που απολαμβάνει το κεφάλαιο από το κράτος του, ακόμη και σε τομείς που η κυρίαρχη προπαγάνδα προσδίδει «μείζονα» σημασία, όπως η πολιτιστική κληρονομιά. Ασυλία που υπηρετεί την αναπαραγωγή και κερδοφορία του κεφαλαίου και στο συγκεκριμένο τομέα.

Ο υπουργός Πολιτισμού, Μ. Λιάπης, σημείωνε τον περασμένο Νοέμβρη κατά την παρουσίαση του νομοσχεδίου, ότι «η αρχαιοκαπηλία έχει λάβει τα τελευταία χρόνια τεράστιες διαστάσεις. Θεωρείται, σε παγκόσμια κλίμακα, η τρίτη επικερδέστερη μορφή παράνομης δραστηριότητας μετά την παράνομη διακίνηση όπλων και ναρκωτικών ουσιών. Αποτελεί μορφή του οργανωμένου εγκλήματος με διεθνή δικτύωση, οι δε ομάδες των αρχαιοκαπήλων, εμπλέκονται και σε άλλες μορφές οργανωμένου εγκλήματος, όπως η παράνομη εμπορία όπλων και ναρκωτικών ουσιών. Γι' αυτό χρειάζεται μια συνολική και όχι αποσπασματική αντιμετώπιση του ζητήματος».

Αλλά η ιδεολογική βάση αυτής της «συνολικής αντιμετώπισης» είναι η αντίληψη περί «νομιμότητας» και «παρανομίας», η οποία, ενώ για τον καπιταλισμό δεν υφίσταται καν ως έννοια, για το αστικό κράτος αποτελεί κυρίαρχο ιδεολόγημα για τη χειραγώγηση της λαϊκής συνείδησης, με κυρίαρχο στόχο την «απο-ενοχοποίηση» της «ελεύθερης αγοράς».

«Αγορά» ίσον καπηλεία

Το ΚΚΕ ήταν η μοναδική πολιτική δύναμη που ανέδειξε το βαθύ αντιδραστικό και επικίνδυνο, για την πολιτιστική κληρονομιά, χαρακτήρα του νομοσχεδίου. Οι βουλευτές του, καταψηφίζοντας, ξεκαθάρισαν, μεταξύ άλλων, ότι «εφόσον δεν πατάσσονται η εμπορία αρχαιοτήτων και οι ιδιωτικές συλλογές, στην ουσία προστατεύονται. Συνεπώς, δεν πιστεύουμε ότι το νομοσχέδιο αντιμετωπίζει επί της ουσίας το πρόβλημα της αρχαιοκαπηλίας. Αν ήθελε το υπουργείο Πολιτισμού να βάλει το μαχαίρι στο μεδούλι, θα έπρεπε να πατάξει πρώτα και κύρια την εμπορία και τις ιδιωτικές συλλογές. Διότι αν δεν υπάρχει εμπορία, δε θα υπάρχει και καπηλεία. Αυτό είναι σαφές».

Οχι, όμως, για όλους. Και για τα μεν κόμματα που υπερψήφισαν το νομοσχέδιο τα πράγματα είναι ξεκάθαρα. Ο «Ρ» κατ' επανάληψη έχει αποκαλύψει τη συμβολή τους στην ισχυροποίηση του «πολιτιστικού» κεφαλαίου. Ομως, η στάση του ΣΥΡΙΖΑ ανέδειξε και πάλι τον οπορτουνιστικό χαρακτήρα του, που στην προκειμένη περίπτωση εκφράστηκε με την καταψήφιση του νομοσχεδίου. Με μια επιχειρηματολογία, ωστόσο, που δεν ξέφυγε ούτε ένα «εκατοστό» από τη σοσιαλδημοκρατική αντίληψη για το κράτος και το ρόλο του.

Αξίζει να θυμίσουμε παρενθετικά τη στάση του ΣΥΡΙΖΑ στο νομοσχέδιο για την «πολιτιστική χορηγία», για να κατανοηθεί καλύτερα η στάση του στο πρόσφατο νομοσχέδιο. Ο ΣΥΡΙΖΑ, λοιπόν, «δέχεται κατ' αρχήν το θεσμό της χορηγίας στον πολιτισμό»... αλλά με «όρους», όπως: «Δε θα υπάρχει πρόθεση του χορηγού να παρέμβει (...) στο περιεχόμενο του καλλιτεχνικού έργου». Δηλαδή, θα είναι ένας «καλός χορηγός». Επίσης, «να μη θεωρείται χορηγία η διαφήμιση». Δηλαδή, με κάποιον, απροσδιόριστο τρόπο, να «πείθεται» ο «χορηγούμενος» και ο θεατής ότι η αναφορά του «χορηγού» «δεν» είναι διαφήμιση. Χαρακτήρισε δε «υπερβολικά τα φορολογικά πλεονεκτήματα που απολαμβάνουν οι χορηγοί», γεγονός που υποβιβάζει την εμπορευματοποίηση του πολιτισμού, μέσω της «χορηγίας» σε απλό ζήτημα «ποσοστών».

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν «απο-ιδεολογικοποιεί» απλά το κράτος. Το απογυμνώνει εντελώς από τον ταξικό χαρακτήρα του. Αυτό φάνηκε και στη θέση του στο ζήτημα της αρχαιοκαπηλίας. Διότι. αν έμπαινε στην ουσία, θα έπεφτε «μοιραία» στην πολιτιστική πολιτική της ΕΕ, από την οποία εκπορεύεται και το σύνολο των θεσμικών παρεμβάσεων των ελληνικών κυβερνήσεων στον πολιτισμό και στην «υγειά» της οποίας «πίνει» νερό ο ΣΥΡΙΖΑ. Πιο απλά, θα «έπεφτε» πάνω στον πολιτιστικό ιμπεριαλισμό. Σε αυτό, δηλαδή, που ανέδειξε το ΚΚΕ στη Βουλή: «Μιλάμε για πολιτιστικά αγαθά, όταν ο δημόσιος χώρος δεν προστατεύεται και διαρκώς φτωχαίνει σε νόημα και μικραίνει σε μέγεθος, όταν το σύγχρονο καλλιτεχνικό έργο δυσκολεύεται να παραχθεί μέσα στις συνθήκες πλήρους εμπορευματοποίησης της Τέχνης, όταν η πολιτιστική κληρονομιά, άυλη και υλική, είναι στο στόχαστρο του ιμπεριαλισμού (...) Μέσα στους στόχους της ΕΕ είναι η δημιουργία ή, έστω, η επινόηση ενιαίας πολιτιστικής ταυτότητας, η οποία θα είναι και προϋπόθεση για τη λειτουργία της ενιαίας πολιτιστικής αγοράς, που με τη σειρά της, θα είναι προϋπόθεση για τη λειτουργία της ενιαίας αγοράς (...) Είναι, όμως, σαφές ότι η επέλαση του ιμπεριαλισμού, η επέλαση της πλήρους εμπορευματοποίησης του πολιτισμού απαιτεί και την εμπορευματοποίηση και της πολιτιστικής κληρονομιάς (...) που για εμάς, από τη μεριά των εργαζομένων, είναι τεράστια η σημασία της για την οντότητα του λαού, για την ιστορική του μνήμη, για τη διαμόρφωση της πολιτιστικής ταυτότητας και για την ίδια την επιστημονική έρευνα και την εξέλιξη».

Θέμα ...σχέσης «κράτους - πολίτη»

Το αγεφύρωτο ιδεολογικό χάσμα που χωρίζει αυτή τη θέση από τη θέση του ΣΥΡΙΖΑ έγινε προφανές στη Βουλή. Οπως έθεσαν το ζήτημα οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, «πρέπει να είσαι προγραμματικά κυρίως υπέρ της πρόληψης, παρά υπέρ της θεραπείας ή της καταστολής». «(...) σε κάθε τέτοια προσπάθεια ενίσχυσης του θεσμικού πλαισίου προστασίας των αρχαιοτήτων είμαστε και προγραμματικά και γενικά θετικοί και για τα πολιτιστικά αγαθά και για την πολιτιστική κληρονομιά» αλλά «πρέπει να αναλογιστούμε όλοι αυτό το τεράστιο πρόβλημα της αρχαιοκαπηλίας στην Ελλάδα και της εμπορίας αρχαιοτήτων, της μη νόμιμης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών (...)». Δηλαδή; «Πρέπει ο άνθρωπος που ανακαλύπτει αρχαία στο οικόπεδό του να είναι ευτυχής και να πανηγυρίζει και όχι να λέει, πώς θα τα κουκουλώσει, πώς θα τα πουλήσει, πώς θα τα θάψει ή πώς θα τα εξαφανίσει, (...)». Οπερ σημαίνει ότι «το κράτος, ο νόμος και η ελληνική κοινωνία (σ.σ.!) δεν έχουν δώσει ως τώρα κανένα κίνητρο σ' αυτούς τους ανθρώπους να αξιοποιήσουν τα ευρήματα ή να βοηθήσουν το κράτος να τα αξιοποιήσει (...)» Ομως, το κράτος (...) διάφοροι επιφανείς, επώνυμοι και μεγάλες εργολαβικές εταιρείες, όταν πρόκειται να περάσουν ένα δρόμο, ένα μετρό ή να κάνουν ένα αεροδρόμιο ή μία λεωφόρο, ξέρετε πόσο πολύ εύκολα εξαφανίζουν τα ευρήματα ή βάζουν μερικά σε κάποιες προθήκες (...) Ο πολίτης δεν μπορεί να κάνει τίποτα στο σημείο αυτό και ο νόμος πρέπει να βοηθήσει τους πολίτες να βοηθούν το κράτος και τις υπηρεσίες».

Για τον ΣΥΡΙΖΑ, το ζήτημα της αρχαιοκαπηλίας συνδέεται «με την έλλειψη πραγματικής παιδείας πράγμα που εμποδίζει συχνά τους πολίτες να κατανοούν την αξία κειμηλίων που ανακαλύπτονται μέσα σε ιδιοκτησίες τους ή να νιώθουν την ανάγκη να αποτρέψουν με όποιον τρόπο μπορούν αρχαιοκαπηλικές δραστηριότητες που πέφτουν στην αντίληψή τους». Ετσι, ο ΣΥΡΙΖΑ «περνά» από την «πρόληψη - καταστολή», στη σχέση «κράτους - πολίτη». Οπου το κράτος δε δίνει κίνητρα και παιδεία στον πολίτη ...για να το βοηθήσει. Και αφού «απέναντι στο οργανωμένο έγκλημα, εμείς νομοθετούμε οργανώνοντας ακόμα περισσότερο την αδυναμία μας»... «γι' αυτό το λόγο δεν είμαστε θετικοί στην ψήφιση αυτού του νομοσχεδίου»!

Η ...«δυσκίνητη» νομοθεσία

Αν επρόκειτο περί μαθητικής έκθεσης για την αποταμίευση θα μπορούσαμε να σταματήσουμε εδώ. Αλλά πρόκειται για θέσεις ενός κόμματος που «φόρεσε» «αντι-καπιταλιστική» «φορεσιά» και που θέλει να παρέμβει με αξιώσεις στη συνείδηση της εργατικής τάξης. Ο ΣΥΡΙΖΑ επιδεικνύει μία σχεδόν «μεταφυσική» εμμονή αταξικής αντιμετώπισης του κράτους και του «πολιτικού συστήματος». Γιατί «σε καμία περίπτωση η νομοθεσία δεν αγαπάει την πολιτιστική κληρονομιά»; «Γιατί υπάρχει ένα πολύ μεγάλο πρόβλημα με τη λειτουργία του κράτους στο σύνολό του (...) υπάρχουν σκοτεινές τρύπες και μαύρες σήραγγες. Πρέπει να ρίξουμε φως σ' αυτά τα πράγματα»!

«Το πρόβλημα της αρχαιοκαπηλίας έχει να κάνει πολύ περισσότερο με την ελλιπή φύλαξη των αρχαιοτήτων, με την υποχρηματοδότηση των ανασκαφών (...) με τις λιγοστές θέσεις αρχαιολόγων, τη σχετικά ανεξέλεγκτη λειτουργία των ξένων αρχαιολογικών αποστολών», σημείωσαν οι βουλευτές του. Σωστά. Αυτό όμως δεν είναι αποτελέσματα ενός «δυσλειτουργικού» κράτους ή μιας «δυσκίνητης νομοθεσίας» (sic) αλλά ενός αστικού κράτους που προετοιμάζει με κάθε μέσο και τρόπο την πλήρη εμπορευματοποίηση του πολιτισμού.

Είναι πολύ δύσκολο μετά από μία τέτοια ιδεολογική και πολιτική αντιμετώπιση της πολιτιστικής κληρονομιάς να πείσεις με φράσεις «δεν υπάρχει προσφορά χωρίς ζήτηση» και «αν δεν υπήρχαν οι αγοραστές, δε θα υπήρχαν και οι κλοπές». Δε γίνεται να δέχεσαι μια πτυχή της εμπορευματοποίησης του πολιτισμού όπως η «χορηγία» και ταυτόχρονα να σε προβληματίζει μια άλλη πτυχή του όπως η «νόμιμη» εμπορία αρχαιοτήτων. Και όλα αυτά να τα «πλασάρεις» ως «αριστερά»...


Γρηγόρης ΤΡΑΓΓΑΝΙΔΑΣ


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ