Δεν υπάρχει καν τιμή ασφαλείας! Εβδομήντα δραχμές πούλαγαν πέρσι το κιλό ρητίνης, εξήντα θα πάρουν φέτος!
Με τη ρητινοκαλλιέργεια ασχολούνται σήμερα μόλις 1.800,περίπου, εργάτες σε Εύβοια, Κόρινθο, Βοιωτία, Χαλκιδική, Ηλεία, Αχαϊα, Φθιώτιδα, Μαγνησία, Αργολίδα και Αττική, με παραγωγή 6.000 τόνους.
Η ρητινοκαλλιέργεια διαρκεί 9 περίπου μήνες. Αρχίζει το Φλεβάρη - Μάρτη, με τον καθαρισμό του υπορόφου των δέντρων, τη διάνοιξη των μονοπατιών και το πρώτο πελέκημα των πεύκων, μία μικρή τομή ή δύο, ανάλογα με τη διάμετρο του πεύκου, που περιχύνεται με ερεθιστική καυστική ουσία, απ' όπου εκλύεται η ρητίνη και καταλήγει σε πλαστικές σακούλες, που αντικαθίστανται όταν γεμίσουν. Θα ακολουθήσουν όλη τη σεζόν 8-9 "σκεπάρνια" και στα τέλη του Οκτώβρη, ανάλογα και με τις καιρικές συνθήκες (αν βρέξει ο πεύκος ψύχεται και η ροή σταματά ή επιβραδύνεται), αρχίζει η συγκομιδή, η συγκέντρωση της παραγωγής σε δεξαμενές και η πώλησή της στις βιομηχανίες.
Η εκμετάλλευση του κλάδου ουσιαστικά μονοπωλείται από μια "χούφτα" βιομηχάνους που αγοράζουν το προϊόν σε εξευτελιστική τιμή, αφού δεν υπάρχει τιμή ασφαλείας. Για τη φετινή παραγωγή αποφάσισαν να "ρίξουν" την τιμή, προσφέροντας για κάθε κιλό ρητίνης 60 δραχμές αντί για 70 που έδωσαν πέρυσι. Οι ίδιοι βέβαια πουλάνε ένα κιλό νέφτι προς 380 δραχμές, τη στιγμή που η παραγωγή του δεν τους κοστίζει περισσότερο από 150!
Στο πρόβλημα των τιμών έρχεται να προστεθεί και το πρόβλημα της κρατικής επιδότησης που λαμβάνουν, όχι για το προϊόν, αλλά για τον καθαρισμό του υπορόφου των δασών, δουλιά για την οποία οι ρητινοκαλλιεργητές αφιερώνουν αρκετό εργάσιμο χρόνο. Η χορήγηση ή όχι της επιδότησης είναι στη διακριτική ευχέρεια της εκάστοτε κυβέρνησης, ενώ σημειώνεται υπερβολική καθυστέρηση στην καταβολή της, που φτάνει μέχρι και τον 1,5 χρόνο!
Συμπεριλαμβανομένης της επιδότησης, η τιμή ανά κιλό ρητίνης φτάνει τις 190 - 200 δραχμές. Ο μέσος όρος παραγωγής φτάνει τους 8 τόνους, αφού κατά κανόνα ο κάθε καλλιεργητής μπορεί να καλλιεργεί 2.500 πεύκα, με μέσο όρο παραγωγής το καθένα 3 κιλών ρητίνης. Οι 8 τόνοι αποφέρουν εισόδημα 1.600.000 δραχμών, αν απ' αυτά αφαιρεθούν τα έξοδα κίνησης, το ενοίκιο που πληρώνουν πολλοί καλλιεργητές είτε στο δημόσιο είτε σε ιδιώτες αν οι ίδιοι δε διαθέτουν δικά τους πεύκα, τα έξοδα αγοράς δοχείων συλλογής της ρητίνης, τότε το ποσό που μένει καθαρό στην τσέπη τους είναι αδύνατον να εξασφαλίσει ικανοποιητικούς όρους διαβίωσης.
Η οικονομική τους κατάσταση δε βελτιώνεται ούτε με τη χορήγηση του πενιχρού επιδόματος ανεργίας που δίνεται για 4-5 μήνες του χειμώνα, που κι αυτό σταδιακά μειώνεται. Επίδομα, που έχει περισσότερο μορφή οικονομικής ενίσχυσης, αφού παρά το γεγονός ότι ένας ρητινοκαλλιεργητής με παραγωγή 8 τόνους εξισώνεται με ένα βιομηχανικό εργάτη και αντικειμενικά λαμβάνει 300 ένσημα, το εισόδημά του δεν προσεγγίζει καν αυτό του βιομηχανικού εργάτη.
Για την εξασφάλιση του εισοδήματος ενός βιομηχανικού εργάτη, περίπου 4.000.000 δραχμών, θα έπρεπε η τιμή ανά κιλό ρητίνης να ανέλθει στις 500 δραχμές ή να εργάζονται ήλιο με ήλιο έτσι ώστε η παραγωγή τους να ξεπεράσει τους 20 τόνους. Η δεύτερη περίπτωση όμως αγγίζει τα όρια της φαντασίας, αφού αφενός είναι εξαιρετικά δύσκολο να εξασφαλιστούν 6.500 πεύκα με προσιτό μίσθωμα, τα οποία θα απέδιδαν περί τους 20 τόνους και αφετέρου η καλλιέργεια ενός τόσου μεγάλου αριθμού δέντρων ξεπερνά τα όρια της ανθρώπινης αντοχής, δεδομένου ότι πρόκειται για πάρα πολύ σκληρή δουλιά υπό εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες. Ηδη, πολλοί καλλιεργητές λίγο πριν τη συνταξιοδότησή τους στα 60 τους χρόνια δυσκολεύονται να παράγουν ακόμα και 8 τόνους ρητίνης.
Τα προβλήματά τους δε σταματάνε εδώ. Οι ρητινοκαλλιεργητές τρέμουν στην ιδέα ενός ατυχήματος ή αρρώστιας, αφού σ' αυτή την περίπτωση η αποζημίωσή τους από το ΙΚΑ δεν ξεπερνά τις 700 δραχμές ημερησίως!
Η συντριπτική πλειοψηφία των ρητινοκαλλιεργητών εντοπίζεται στη Βορειοκεντρική Εύβοια, όπου ο αριθμός τους αγγίζει και μπορεί να ξεπερνά τους 1.000.Μετά το κλείσιμο των μεταλλευτικών επιχειρήσεων στο Μαντούδι και το "κύμα" ανεργίας που σάρωσε την περιοχή, αρκετοί άνεργοι στράφηκαν στη ρητινοκαλλιέργεια, αποφασισμένοι να παραμείνουν στα χωριά τους. Ομως, η ίδια πολιτική που τους πέταξε στην ανεργία, τους "τιμώρησε" για την επιλογή τους αυτή, μη παίρνοντας κανένα μέτρο έτσι ώστε να τους εξασφαλίσει ένα ικανοποιητικό εισόδημα.
Στο καφενείο του χωριού Αγδίνες συναντηθήκαμε με τον Μ. Τσιπτσή,ρητινοκαλλιεργητή και μέλος της διοίκησης του σωματείου ρητινοκαλλιεργητών Εύβοιας, και τον Θ. Ευσταθίου,επίσης ρητινοκαλλιεργητή και ταμία του Δασικού Αγροτικού Συνεταιρισμού Τσαπουρνιάς, ενός γειτονικού χωριού.
Με έκδηλη την αγωνία του ο Μ. Τσιπτσής θα μας πει "κρατιόμαστε από τις επιδοτήσεις, αν κοπούν κι αυτές καήκαμε, αφού πέρα από τη ρητινοκαλλιέργεια δεν υπάρχει εναλλακτική πρόταση απασχόλησης". Ο ίδιος, 43 χρονών σήμερα, δουλεύει στο δάσος από 14 χρονών παιδί, μας λέει ότι δε θέλει να αφήσει το χωριό του, απαιτεί όμως από ένα κράτος "που μόνο να μιλά για αποκέντρωση ξέρει" να στηρίξει τους ρητινοκαλλιεργητές και την επαρχία.
Το λόγο θα πάρει ο Θ. Ευσταθίου,με τη σειρά του θα μας πει: "Το δάσος και η επιβίωσή μας είναι ένα και το αυτό, τις νύχτες του καλοκαιριού η πιθανότητα μιας πυρκαγιάς δε μας αφήνει να κοιμηθούμε, αν το δάσος καεί, θα καούν οι κόποι μας μέσα σε λίγα λεπτά της ώρας, με δεδομένο το πόσο εύφλεκτο είναι το δάσος της χαλεπίου πεύκης, θα μείνουμε χωρίς δουλιά για πολλά χρόνια, ενώ δεν προβλέπεται καμία αποζημίωσή μας. Για το λόγο αυτό προσπαθούμε να αναπληρώσουμε τα κενά που υπάρχουν στην προστασία και φύλαξη των δασών και επιπλέον γιατί μεγαλώσαμε μέσα στα δάση και η αγάπη μας γι' αυτά είναι μεγάλη".
"Τους φόβους, τις ανησυχίες μας όμως - συνεχίζει - δε συμμερίζεται και η κυβέρνηση, η πολιτική της είναι αυτή που πυρπολεί τα δάση. Τα λάθη της - συνειδητά κατά τη γνώμη μας - είναι τεράστια, ένα απ' αυτά η μεταφορά του έργου της δασοπυρόσβεσης στην πυροσβεστική".
Το λόγο θα ξαναπάρει ο Μ. Τσιπτσής και οργισμένος θα καταγγείλει: "Εχουμε αφεθεί στο έλεος της τύχης μας, το μόνο που απολαμβάνουμε σε αφθονία είναι μεγάλα λόγια και υποσχέσεις, λίγο πριν τις εκλογές, αμέσως μετά όλοι μας ξεχνούν".
Συμπληρώνοντας ο Θ. Ευσταθίου θα μας θυμίσει μια τέτοια υπόσχεση "το εργοστάσιο επεξεργασίας ρητίνης χρόνια αποτελούσε καραμέλα στο στόμα όσων ευελπιστούσαν σε μια καρέκλα βουλευτή, παραμύθιασαν τον κόσμο, αλλά το εργοστάσιο, που θα έλυνε προβλήματα, που θα έβαζε ένα φραγμό στην ασυδοσία των βιομηχάνων, δεν έγινε ποτέ".
Δεν ξεχνάνε και οι δύο να πουν δυο κουβέντες για την ξυλεία, για τους περισσότερους αποτελεί παράλληλη απασχόληση που συμπληρώνει το ισχνό εισόδημά τους, όμως τα έσοδα κι από κει είναι μικρά, αφού όπως καταγγέλλουν"οι τιμές που δίνουν οι έμποροι είναι χαμηλές και παραμένουν στάσιμες εδώ και χρόνια λόγω και των εισαγωγών ξυλείας από γειτονικές χώρες, ταυτόχρονα οι φόροι υπέρογκοι, αυτά που μένουν στην τσέπη είναι πενταροδεκάρες"...