Kόλαση σωστή αυτό το καλοκαίρι. Τσουρουφλιζόμαστε ανελέητα από τον ουράνιο και τον επίγειο (πράσινο) ήλιο, λιποθυμούμε από την άπνοια στην ατμόσφαιρα και στην αγορά και κόβεται η ανάσα μας από τους ρύπους, που επικρατούν στον αέρα και σε κάθε πόστο της πολιτικής και κοινωνικής ζωής. Και εάν μεν ήταν μόνον αυτά τα δεινά μας, ίσως και να τα αντέχαμε. Είναι, όμως, και εκείνο το διαβολεμένο "κουπί", που έχουμε αναγκαστεί να τραβάμε χάριν της ΟΝΕ και αυτό το άτιμο δεν αντέχεται με τίποτε. "Ε, οπ!", φωνάζουν αδιάλειπτα οι μπαγαπόντες κυβερνήτες για να μας παρακινούν και εμείς υπακούμε στο εξοντωτικό κέλευσμά τους και κωπηλατούμε από το πρωί ως το βράδυ. Και άντε να λέγαμε χαλάλι, αν κάναμε αυτή τη σκληρή προσπάθεια για να οδηγήσουμε το σκάφος της χώρας στους τόπους των προσδοκιών και των ονείρων μας. Οι κύριοι, όμως, που έχουν χαράξει αυτή τη "ρότα" σε "συμπληγάδες" σέρνουν εμάς τους μισθωτούς, τους συνταξιούχους και τους μικρομεσαίους. Διότι ποιο όφελος θα έχουμε, τάχα, εμείς από την ένταξη στον ΟΝΕ; Θα μας μείνουν μόνον οι θυσίες. Και τα οποιαδήποτε κέρδη θα τα εισπράξουν όλα οι λίγοι, που απομυζούν και διαφεντεύουν αυτόν τον τόπο. Κι όμως, εμείς, μοιραίοι κι άβουλοι, συνεχίζουμε να "σπρώχνουμε" το σκάφος προς την ΟΝΕ. Σαν τους αιχμάλωτους των πειρατών, κάποτε, που κωπηλατώντας οδηγούσαν τα κουρσάρικα πλοία στην Μπαρμπαριά, αν και γνώριζαν ότι εκεί οι πειρατές θα τους πουλούσαν στα σκλαβοπάζαρα!
Aμάν, μας εξουθένωσε αυτό το καλοκαίρι. Οι προνομιούχοι του συστήματος κολυμπούν στις πισίνες τους και στο χρήμα και εμείς, οι αχθοφόροι της "σύγκλισης", της ΟΝΕ και παντός άλλου πλάνου, κολυμπάμε στον ιδρώτα, στην ανέχεια και τη μιζέρια. "Σκάστε και κολυμπάτε", φωνάζουν οι πανάθλιοι άρχοντες και εμείς υπακούμε στην προσταγή τους και πλέουμε μαζί με τη χώρα σε βούρκους σκανδάλων, σε θολά νερά και περνάμε ολημερίς από σαράντα κύματα. Και δε φτάνει που έχουμε γίνει όλοι πτώματα, όπως παραδέρνουμε στη θάλασσα που μας έχουν ρίξει, έχουμε και το Γιάννο και το Δρυ να "ψειρίζουν" εκεί στην ακτή τα ...ρούχα μας και να βουτάνε όσες πενταροδεκάρες έχουμε στις τσέπες. Α, να χαθούνε οι αλιτήριοι, επιτέλους!
Ουφ, μπαϊλντίσαμε αυτό το καλοκαίρι και άντε, έστω και καθυστερημένα, ας προσπαθήσουμε να πάμε καμιά βδομάδα διακοπές, μπας και ανασάνουμε λίγο.
- Και πού λες να πάμε Παναγιώτη; ρωτάει περιχαρής η σύζυγος, μόλις ακούει τη σχετική απόφαση του άντρα της.
- Μάλλον στη Ριβιέρα, Ασπασία!
- Δεν αφήνεις τις σάχλες, καημένε;
- Να τις αφήσω, γυναίκα, αλλά και συ τι ερωτήσεις είναι αυτές που κάνεις; Μήπως δεν ξέρεις πως, έτσι που μας έχουν καταντήσει εμάς τους μισθοσυντήρητους, τρία είναι όλα κι όλα τα "θέρετρα", όπου μπορούμε να πάμε: Η ...Βάρη, το ...Λιγουριό κι η ...Ψάθα!
Aχ, βρε θεομπαίχτες κεκράκτες της ΕΟΚ, ξέρετε τι μας θυμίζει η "Ενωσή" σας, που τόσο μας την εκθειάζατε; Το καρπούζι, μωρέ, που το παίρνεις ως εγγυημένο και το ακριβοπληρώνεις κι όταν το κόβεις και βλέπεις ότι είναι για ...τηγάνισμα αναφωνείς με οργή: "Μάπα βρήκε το άτιμο, μεγάλη μάπα"!
Τάσος ΑΥΓΕΡΙΝΟΣ