Κυριακή 16 Μάη 1999
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 18
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Η τέχνη σημαία στα χέρια της ελευθερίας

"Ασήμαντοι, χυδαίοι, μηδενικοί/κάναν την οικουμένη φυλακή/Πέτρα δεν είν' απάνου να πατήσει/το θύμα, όσο ψηλότερα να φτύσει"! (Κώστα Βάρναλη)

Ασήμαντοι, χυδαίοι, μηδενικοί μια χούφτα δολοφόνοι πληγώνουν το "σώμα" της ανθρώπινης ύπαρξης, ματώνουν τη ζωή. Ασήμαντοι, χυδαίοι, μηδενικοί αναστατώνουν τον κόσμο όλο, επιδιώκοντας να σκοτώσουν κάθε ελπίδα για ζωή, ελευθερία, ευημερία. Ο πόνος κι η οργή ξεχείλισαν γιατί:

"Πέρασε ο Χάρος πέρασε στον Πόλεμο καβάλα

Αγουροθέρισε ψυχές, θρυψάλιασε κορμάκια

Στράγγιξε το αίμα των αντρών, των γυναικών το γάλα

Τα περιστέρια σκότωσε να θρέψη τα κοράκια...

Να κλάψω πόσους χάθηκαν; - Πού να 'βρω τόσο δάκρυ!

Να συμπονέσω ζωντανούς; - Πού να 'βρω τόσον πόνο!" (από τα τραγούδια των Βουνών του Γ. Αθάνα).

Το μόνο όμως που δεν θα καταφέρει ποτέ να σκοτώσει, ο Χάρος, όποια μορφή και να έχει, ποτέ να στραγγίσει, ποτέ να θρυψαλιάσει είναι η ελπίδα που εκφράζεται μέσα από τους αγώνες των λαών εναντίον κάθε μορφής φασισμού, εναντίον κάθε μορφής ιμπεριαλισμού, αγώνες που διεξάγονται στην επαναλαμβανόμενη δυστυχώς ιστορία του ανθρώπινου γένους. Μια ιστορία καταγεγραμμένη όχι μόνο από τα ιστορικά ντοκουμέντα, αλλά και από την τέχνη που συμπορεύεται ανά τους αιώνες με τους κοινωνικούς αγώνες, που εμπνέεται από τις αντιπολεμικές ιαχές των λαών, που υμνεί την ειρήνη των λαών.

Η τέχνη έχει σκοπό

Μπορεί τα γενεσιουργά αίτια της τέχνης να χάνονται στα βάθη των αιώνων, από κοινωνιολογική άποψη όμως η τέχνη φαίνεται να γεννήθηκε μαζί με την κοινωνική ζωή. Με την τέχνη "εξασφαλίζεται η ενότητα και η συνοχή της κοινής συνείδησης, εκφράζεται η ιδεολογία κάθε δοσμένης κοινωνίας" (Π. Πετρίτσης). Εκτός όμως από τις αναζητήσεις προέλευσης της τέχνης, υπάρχουν και αναζητήσεις που έχουν να κάνουν με το αν η τέχνη έχει σκοπό. Η τέχνη, δηλαδή, γίνεται για την τέχνη ή γίνεται το μέσο για τη μετάδοση ιδεών και μηνυμάτων;Κατά τον Τσάτσο "η τέχνη δεν μπορεί να επιδιώκει τη θεραπεία καμιάς άλλης αξίας παρά την αξία του ωραίου". Στο ίδιο πνεύμα κινείται και ο Ι. Θεοδωρακόπουλος, πιστεύοντας πως "η τέχνη δεν γνωρίζει ιδεολογίες. Φανερώνει αδέσμευτα την ομορφιά της ζωής". Διαμετρικά αντίθετες ήταν οι απόψεις του Γ. Σεφέρη: "Οταν λέω τέχνη, δεν εννοώ καθόλου τη θεωρία που πρέσβευε "η τέχνη για την τέχνη". Η διδασκαλία αυτή, που δε χρησιμεύει πια σε τίποτε, κατάντησε να σημαίνει τη δουλιά ενός ανάπηρου ανθρώπου, που φτιάνει αδειανά κομψοτεχνήματα κλεισμένος μέσα σ' ένα αποστειρωμένο δωμάτιο. Εννοώ μόνο την πνευματική τάξη, που δημιουργεί τα καλά έργα τέχνης, περασμένα ή σημερινά, εκείνα που νομοθετούν, εκείνα που θα μας διδάξουν".

Η κοινωνική αποστολή βρίσκεται μέσα στη φύση της τέχνης. Η τέχνη αρδεύεται από την κοινωνία και απευθύνεται στην κοινωνία.Οπως είχε πει και σε μια συζήτηση με το προσωπικό του "Ρ", ο Γιάννης Ρίτσος για την ποίηση: "Οι μαρξιστές αισθητικοί μάς είπαν ότι οι ποιητές είναι οι οργανωτές του κοινωνικού συναισθήματος. Οχι μονάχα απηχούν, όχι μονάχα αντανακλούν τα γενικότερα κοινωνικά αισθήματα, αλλά τα οργανώνουν". "Η ποίηση πρέπει να είναι ένας οδηγός μάχης κι ευτυχίας - πίστευε ο μεγάλος μας ποιητής - ένα όπλο στα χέρια του λαϊκού αγωνιστή και μια σημαία στα χέρια της Ελευθερίας".

Υπέρμαχος της ιδιαίτερης αποστολής της τέχνης, ο Μπρεχτ πολεμήθηκε γιατί με το έργο του αποδείκνυε ακριβώς πως η τέχνη έχει σκοπό και τον επιτυγχάνει. Η τέχνη του Μπρεχτ εξέφραζε την ανυποταξία του, την ανταρσία, τη ριζοσπαστική διαμαρτυρία του ενάντια στον πόλεμο και στο μιλιταρισμό, τον ξεπεσμό του ανθρώπου στον καπιταλισμό και την αστική ηθικόλογη υποκρισία. Υπέρ της αποστολής της τέχνης τάχθηκε και ο Ναζίμ Χικμέτ, αποδεικνύοντάς το τόσο με το ποιητικό του έργο, όσο και με τη σάτιρά του προς κάθε διαστρέβλωση της αποστολής της με δύο θεατρικά έργα: το "Κρανίο" και "Το σπίτι του νεκρού".

Δύσκολο έως ακατόρθωτο να συμπεριλάβει κανείς έστω και σε δυο σελίδες όλους αυτούς που "στρατεύτηκαν" με τα οράματα των λαών και απέδειξαν με τα έργα τους πως η τέχνη έχει σκοπό. Ξέρουμε πως αυτό που επιχειρούμε με αυτές τις γραμμές είναι σταγόνα στον ωκεανό της τέχνης, που αντιστρατεύτηκε τον πόλεμο, που ύμνησε και πάλεψε για την ειρήνη. Ομως, μ' αυτές τις μικρές αναφορές στην ποίηση και στο θέατρο, εισπράττουμε πως η μαχητική τέχνη κερδίζει όχι μόνο το λαό, όχι μόνο τον αγώνα με το χρόνο, αλλά ακόμη και τον ίδιο τον εχθρό. Γι' αυτό και τη μάχονται, γι' αυτό και την καίνε, γι' αυτό την κυνηγάνε. Εκείνη όμως μένει αλώβητη σαν το όνειρο, σαν την ανθρώπινη δύναμη. Κι αυτό το συμπέρασμα είναι μια ελπίδα, είναι μια ανάσα που θα εξακολουθεί να συνοδεύει τον αγώνα συμπαράστασης και αλληλεγγύης του ελληνικού λαού, στο σερβικό λαό, αλλά και στο δίκιο όποτε και από όποιους αυτό επιχειρείται να καταργηθεί.

Υπέρμαχοι της ειρήνης, πολέμιοι του ιμπεριαλισμού

Ο Αριστοφάνης έζησε τον πόλεμο (μεταξύ Αθήνας και Σπάρτης από το 431 μέχρι το 404 π.Χ.), έζησε τη διαπάλη για ειρήνη και πόλεμο, μέσα στη φυσική λαχτάρα για ειρήνη και στην καλλιεργούμενη επιμονή για νίκη και παντοκρατορία. Είδε και βίωσε την καταστροφή της αττικής υπαίθρου, τον εγκλεισμό του αγροτικού πληθυσμού μέσα στα τείχη, χωρίς παραγωγή και στέγη, ρημαζόμενο και δυστυχούντα μέσα σε άθλιες συνθήκες, την πιο φιλοπόλεμη και δημαγωγική πολιτική του Κλέωνα που διαδέχτηκε τον Περικλή, τις δύσκολες στιγμές της Αθηναϊκής Δημοκρατίας και τις άγριες κατασταλτικές της επεμβάσεις σε βάρος συμμάχων, τις αντιπολιτευτικές προδοσίες και το κίνημα των αριστοκρατικών, την ήττα της Αθήνας, τη νέα συμμαχία (Αθήνα - Θήβα - Αργος) κατά της Σπάρτης. Το πώς βίωσε ο Αριστοφάνης όλες αυτές της ηθικές καταστροφές, το διαπιστώνουμε από τον τρόπο που τα βιώματα αυτά πέρασαν στο έργο του. Ολες οι κωμωδίες του έχουν άμεση σχέση με την επικαιρότητα, τα γεγονότα, τα προβλήματα, αν και δε μένουν μόνο στο επίκαιρο. Προχωρούν και δημιουργούν σύμβολα. Οι "Αχαρνής", για παράδειγμα και οι "Ιππείς", καυτηριάζουν ευρηματικά τη φιλοπόλεμη πολιτική, σαρκάζουν τους πρωτεργάτες της και διακωμωδούν τη λαϊκή "συνενοχή". Η "Ειρήνη" και η "Λυσιστράτη" εφευρίσκουν κωμικότητες που υπερασπίζονται την ειρήνη.

Αλλά και ο Ευριπίδης,ειρηνόφιλος από φύση και θέση, έζησε τον Πελοποννησιακό Πόλεμο. Ολα του τα έργα, εκτός από την "Αλκηστη", ίσως και τη "Μήδεια", γράφτηκαν την περίοδο του πολέμου. Υπέρμαχος της Δημοκρατίας της Αθήνας, αλλά και σαρκαστής του ιμπεριαλισμού της και απογοητευμένος από τη δημαγωγία των συνελεύσεων, έγραψε δύο - από τα σωζόμενα - αξεπέραστα αντιπολεμικά έργα, την "Εκάβη" και τις "Τρωάδες".

Η φρικτά επαναλαμβανόμενη ιστορία και οι αγώνες για λευτεριά μαρτυρούνται σε κείμενα όπως αυτό: "Τι 'λευτερίαν 'νεργάτε να μας κάμετε την βλέπομεν... Εμάς γυρεύετε να μας παλουκώσετε. Οι παλουκωμένοι, άλλο παλούκι δεν μπαίνει"... "Ρώτησαν τον κυβερνήτη: "Διατί χάλασες τους νόμους και το βουλευτικόν"; Είπε "δεν τόθελε η Ευρώπη". Κι αν ήταν 'λικρινής άνθρωπος, να έλεγε των Ευρωπαίγων ότι "Εγώ δεν πάγω εις την πατρίδα μου να γένω επίγιορκος, να τους χαλάσω εκείνο οπού απόκτησαν με ποταμούς αίματα"... (Απομνημονεύματα Μακρυγιάννη,τ. 2).

Ο Γιάννης Ρίτσος,ο ποιητής της "Ρωμιοσύνης" και του "Επιτάφιου", μας χάρισε μια ποίηση που ζει και ενεργεί στη συνείδηση. Μια ποίηση γραμμένη σε εποχές που ο λαός μας καταβάλλει τιτάνιο αγώνα με το φασισμό, με έναν ασύλληπτο ηρωισμό και μια αφειδώλευτη προσφορά αίματος στον κοινό αγώνα των λαών. Ο κόσμος, ο μικρός κι ανώνυμος τούτης της Γης, ο Λαός πολέμησε μ' ό,τι του "έλαχε στο χέρι. Εμείς με τους σουγιάδες κι εκείνοι με τα κανόνια"... "Κι ο σουγιάς κάνει τη δουλειά του, σαν τον κρατάει κείνος που 'χει το δίκιο" - όπως λέει ένας από τους ήρωες του θεατρικού του έργου "Πέρα από τον ίσκιο των κυπαρισσιών". Ενα έργο που γράφτηκε λίγο μετά τις πύρινες μέρες του Δεκέμβρη του '44 με τον αρχικό τίτλο "Η Αθήνα στ' άρματα" και ανέβηκε για πρώτη φορά στην Κοζάνη, στις 9 Φλεβάρη του 1945. Μια ζωντανή πτυχή από το έπος της Εθνικής Αντίστασης.

Και αν η τέχνη είναι επίσης "μια βαθιά αλληλεγγύη" στη ζωή, αυτό απαντάται και στο έργο του Νικηφόρου Βρεττάκου, που κι αυτός όπως και ο Ρίτσος στεγάστηκαν στην κατηγορία "κοινωνικοί ποιητές". Τα έργα του αναδύουν ένα γνήσιο ανθρωπιστικό τόνο, ένα βαθύ και αληθινό οίκτο για τον ανθρώπινο πόνο. Η κήρυξη του ιταλοελληνικού πολέμου τον βρήκε στα σύνορα απλό στρατιώτη. "Επέζησα - γράφει ο ποιητής - χωρίς να το υπολογίσω από πριν, χωρίς να το περιμένω πως θα επιζήσω. Επέζησα έχοντας κερδίσει μια σπουδαία εμπειρία. Γύρισα μ' ένα απέραντο θαυμασμό για τον ελληνικό λαό "αυτόν καθ' εαυτόν" το λαό, τον ακέφαλο, τον οργανωμένο από τα ίδια του τα αισθήματα, από την ίδια του τη φύση, μέσα από την αγραμματοσύνη του και τη στέρησή του. Να ένα θαυμαστό καταφύγιο. Γυρίζοντας θα πήγαινα μαζί του".

"Προλάβετε το μάταιο τούτο έργο/ Δεσπόσετε στην κατάρα σας/ Προσευχηθείτε να περάσει αυτό το σύννεφο/που πάει να γίνει πεπρωμένο μας ("Το μεσουράνημα της Φωτιάς", 1940).

Αθήνα 1944: "Κρεμάλες, μαύρα σύννεφα, θάνατος. Κι εσύ, πάνω/ Στης ιστορίας το Ζάλογγο χορεύεις τραγουδώντας/ Μες στην παγκόσμια νύχτα τα συνθήματα του αιώνα σου!/ Κάθε κουρέλι νηστικού σου παιδιού/Σηκώνει την υπόληψη της πατρίδας/ Στενάζουνε τα παλικάρια σου μέσα στην περηφάνια τους/Να μην τ' ακούσει άλλος κανείς εκτός από τη λευτεριά/Που έγινε πια μητέρα τους και τα κοιμίζει όλα μαζί πάνω στο ίδιο προσκέφαλο/ Που τα σκεπάζει όλα μαζί με τον αστερισμό του μαντύα της/ Στα πεζοδρόμια, στα στρατόπεδα, στις φυλακές/ Αθήνα! Αθήνα!/ Το αίμα σου αγγίζει την καρδιά της γης".

Ενας στρατιώτης μουρμουρίζει στο αλβανικό μέτωπο: "Ο ήλιος σας θα 'ναι ακριβά πληρωμένος/Αν τυχόν δε γυρίσω, ας είστε καλά,/σκεφτείτε για λίγο πόσο μου στοίχισε./ (Σαν ήμουνα μικρός καθρεφτιζόμουνα στα ρυάκια της πατρίδας μου/δεν ήμουν πλασμένος για τον πόλεμο)".

Ασματα ηρωικά και πένθιμα

Σε έναν τόπο και μια εποχή όπου περίσσεψε ο πόνος και το μαυροφόρεμα, Αλβανία 1940, Πόλεμος, Κατοχή, Εμφύλιος, μέσα σ' αυτή την ιστορική διεργασία όλα καταλήγουν να γίνονται επιτάφιος θρήνος. Γεγονός καταλύτηςκαι για τον Οδυσσέα Ελύτη ήταν η συμμετοχή του στον πόλεμο της Αλβανίας: "Ασμα ηρωικό και πένθιμο για το χαμένο υπολοχαγό της Αλβανίας". Μπορεί να πέρασαν αρκετά χρόνια, αλλά συσσωρεύτηκαν τόσο η εμπειρία του στο αλβανικό μέτωπο όσο και άλλες ματωμένες στιγμές του αδελφοκτόνου πολέμου και στιγμές της γερμανικής κατοχής και αξιοποιήθηκαν ποιητικά στο "Εξι και μια τύψεις για τον Ουρανό" και στο "Αξιον Εστί": "ΗΡΘΑΝ/ντυμένοι "φίλοι"/αμέτρητες φορές οι εχθροί μου/το παμπάλαιο χώμα πατώντας/Και το χώμα δεν έδεσε ποτέ με τη φτέρνα τους/...".

Αλλά και ο Βασίλης Ρώτας μπήκε στον αγώνα γράφοντας και ο λαός τα κάνει αμέσως δικά του, τα τραγουδά στα βουνά και τα "χέρια" του αγώνα τα τυπώνουν στον παράνομο αντιστασιακό Τύπο και τα περνούν ευθύς στη διάθεση του λαού. Δεν υπήρξε σε όλο τον αγώνα προσπάθεια, ηρωισμός, νίκη ομαδική ή ατομική που να μην την τραγουδήσει, να μην την υμνήσει και να μην την εγκαρδιώσει, ούτε θυσία που να μην την θρηνήσει: "Λευτεριά πανώρια κόρη/κατεβαίνει από τα όρη/κι ο Λαός την αγκαλιάζει/και χορεύει και γιορτάζει"... "Αδέλφια τούτ' την Ανοιξη πουλιά δεν κελαϊδούνε/μον' κελαϊδούνε τ' άρματα, λαλούνε τα ντουφέκια"... "Σύντροφέ μου σκοτωμένε/πού τη μνήμη σου να βάλω/να μην ξαχνιστεί σαν ίσκιος/... θα τη σπείρω στα χωράφια/να χλοϊζουν, να καρπίζουν/...", "Εχετε γεια ψηλά βουνά κι εσείς κοντοραχούλες/που αντάρτης σας περπάτησα, λεύτερος ελασίτης/για λευτεριά παλεύοντας, για δίκιο πολεμώντας"...

Ο Μπρεχτ - όπως παρατηρεί η μεταφράστρια Νάντια Βαλαβάνη - "στην εφηβική του ηλικία έγραψε ενάντια στον πρώτο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό πόλεμο και αυτό παραλίγο να του στοιχίσει τη "διά παντός" αποβολή του από το σχολείο. Ενα μεγάλο μέρος της συνολικής ποιητικής του δημιουργίας, στη συνέχεια, το αφιέρωσε στην προειδοποίηση της εργατικής τάξης της Γερμανίας και των άλλων χωρών για τον πόλεμο που οι κυρίαρχοι ετοίμαζαν. Συνεπής διεθνιστής σε κάθε ιστορική συγκυρία, στη διάρκεια του Β' Παγκόσμιου Πολέμου έγραφε ποιήματα για να μεταδοθούν από τον ραδιοφωνικό σταθμό της Μόσχας στους συμπατριώτες του φαντάρους στο Ανατολικό μέτωπο".

Η επιδρομή της χιτλερικής λύμης στη Γερμανία εικονίζεται στα 24 σκετς του Μπρεχτ,που απαρτίζουν τον "Τρόμο και την αθλιότητα στο Τρίτο Ράιχ". Στα "Τουφέκια της κυρά Καρράρ", μια ισπανίδα μάνα χάνοντας το γιο της στον Εμφύλιο πόλεμο, μπαίνει κι αυτή στον τραγικό χορό της αδελφοσφαγής. Καθώς ο χιτλερικός στρατός καταλάμβανε μια μια τις ευρωπαϊκές χώρες, αυτοεξορίζεται χωρίς να εμποδίζεται η συγγραφική του δραστηριότητα. Γράφει τη "Μάνα κουράγιο και τα παιδιά της", όπου μια μάνα - εμπόρισσα πασχίζοντας να κρατήσει ζωντανό το εμπόριό της που το "τρέφει ο πόλεμος", χάνει όλα τα παιδιά της.

Ποιος μπορεί να μείνει, επίσης, ασυγκίνητος μπροστά στα γόνιμα αισθήματα του Ναζίμ Χικμέτ, μπροστά στην πανανθρώπινη σκέψη του, όταν μιλά με τον "Αβησσυνό Αδελφό του" που πολεμούσε ενάντια στον ιταλικό φασισμό: "Εσύ θα νικήσεις. Οι καρδιές μας να είναι βοηθοί σου".

Κι ας μην ξεχνάμε αυτό που λέει ο Ρίτσος στον "Αποχαιρετισμό": "... το αληθινό μπόι του ανθρώπου/μετριέται με το μέτρο της Λευτεριάς".

Σοφία ΑΔΑΜΙΔΟΥ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ