Κυριακή 30 Αυγούστου 1998
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 8
Ερωτήματα για θεωρητική προσέγγιση

Αρχικά, θα επιχειρήσουμε να θέσουμε ορισμένα ερωτήματα:

  • Τι κρύβεται πίσω από μια νομισματική ή χρηματιστηριακή κρίση;
  • Πόσο "αυτοτελές" ή καθαρά "τεχνητό" είναι το φαινόμενο της πίεσης που ασκούν οι διεθνείς κερδοσκόποι πάνω σε ένα νόμισμα, ώστε να πετύχουν κέρδη από τη διπλή μετατρεψιμότητα συναλλάγματος, κερδίζοντας από τη διαδικασία υποτίμησης της συναλλαγματικής ισοτιμίας του πιεζόμενου νομίσματος;
  • Πόσο νέο είναι αυτό το φαινόμενο, που αναμφίβολα έχει πάρει νέες διαστάσεις σε συνθήκες διόγκωσης των συναλλαγών στη διεθνή αγορά, με ταχύτατη - μέσω ηλεκτρονικών μέσων, - κίνηση των χρηματικοοικονομικών παραγώγων;
  • Ο καθορισμός μιας "εθνικής" νομισματικής πολιτικής, πόσο "ανεξάρτητος" μπορεί να είναι, σε συνθήκες "παγκοσμιοποίησης της οικονομίας" (βλέπε σχεδόν διεθνούς επικράτησης του ιμπεριαλιστικού συστήματος);
  • Είναι ταυτόσημη μια χρηματιστηριακή κρίση με μια νομισματική; Και η μια και η άλλη εκφράζουν στον ίδιο βαθμό μια υποβόσκουσα κρίση υπερπαραγωγής;
Ανατρέχοντας στη μαρξιστική προσέγγιση

Για τα πιο πάνω ερωτήματα προς θεωρητική προσέγγιση θα ανατρέξουμε στη μαρξιστική οικονομική θεωρία.

Ο Μαρξ ανέλυσε τόσο τις λειτουργίες της μετοχής, όσο και εκείνες της Πίστης στην κεφαλαιοκρατική παραγωγή (1).

Το χρηματιστήριο

Στην εποχή του Μαρξ, το Χρηματιστήριο αποτελούσε ακόμα δευτερεύον στοιχείο στο κεφαλαιοκρατικό σύστημα. Την κύρια μάζα των χρηματιστηριακών αξιών αποτελούσαν τα κρατικά χρεόγραφα, η δε μάζα τους ήταν ακόμη σχετικά μικρή. Δίπλα στο χρηματιστήριο υπήρχαν οι μετοχικές τράπεζες, που κυριαρχούσαν στην ηπειρωτική Ευρώπη και στην Αμερική, ενώ στην Αγγλία μόλις τότε ετοιμάζονταν να καταβροχθίσουν τις ιδιωτικές τράπεζες, που ανήκαν στους αριστοκράτες.

Η κρίση του 1866, όπως περιγράφει ο Φ. Ενγκελς στο Συμπλήρωμα και επίλογο του ΙΙΙ τόμου "ΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ" του Κ. Μαρξ, οδήγησε στην επέκταση της μετοχοποίησης, στην απόσπαση του καπιταλιστή από την άμεση συμμετοχή στην παραγωγή, ενίσχυσε την τάση να συγκεντρώνονται στα χέρια των χρηματιστών όλη η παραγωγή, η βιομηχανική και η αγροτική, καθώς κι όλη η κυκλοφορία, τα μέσα επικοινωνίας, καθώς και η λειτουργία ανταλλαγής, έτσι ώστε το χρηματιστήριο να γίνει "ο πιο έξοχος εκπρόσωπος της ίδιας της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής".

Σήμερα, η σύνθεση του γενικού δείκτη τιμών ενός χρηματιστηρίου δίνει σε όλο της το μεγαλείο την εξέλιξη που περιγράφει ο Φρ. Ενγκελς.

Η λειτουργία της μετοχής

Ωστόσο, η μαρξιστική ανάλυση της μετοχής, αποτελεί το μίτο της Αριάδνης, προκειμένου να κατανοηθεί ο ρόλος της Πίστης και του Χρηματιστηρίου στις συνθήκες του σύγχρονου καπιταλισμού.

Η μετοχή είναι τίτλος ιδιοκτησίας με δόσεις πάνω στην υπεραξία που θα πραγματοποιήσει το κεφάλαιο, το επενδεδυμένο στην παραγωγή. Εδώ είναι η πηγή της αγυρτείας, της κερδοσκοπίας, της διαμόρφωσης, του πλασματικού κεφαλαίου. Και επειδή σημασία έχουν τα πάντα, και οι λέξεις εκφράζουν συγκεκριμένα νοήματα, έννοιες, ας είμαστε πιο ακριβείς στη χρήση τους. Η υπογράμμιση αυτή στοχεύει ακριβώς στην επισήμανση της έννοιας του πλασματικού κεφαλαίου, σε διάκριση από τη συχνά χρησιμοποιούμενη του "χρηματιστηριακού" κεφαλαίου.

Οταν και όπου συμβαίνει αυτό, σε μια κατηγορία μετοχών ή συνολικά στο γενικό δείκτη τιμών ενός Χρηματιστηρίου, είναι αποτέλεσμα αντικειμενικών οικονομικών διαδικασιών.Ο υποκειμενικός παράγοντας, "ραντιέρηδες" ή όπως αλλιώς ονομαστούν, δεν καθορίζει - ούτε αλλάζει, ούτε διαμορφώνει νέους οικονομικούς νόμους - τις πραγματικές οικονομικές διεργασίες. Απλά αξιοποιεί αυτό που η ίδια η λειτουργία του καπιταλιστικού συστήματος παρέχει ως δυνατότητα κερδοσκοπίας.

Θα θέλαμε να συγκεντρώσουμε την προσοχή του αναγνώστη και της αναγνώστριας σε αυτή την παρατήρηση, γιατί ορισμένες φορές παρουσιάζεται το φαινόμενο του "τζόγου στα χρηματιστήρια" με το κεφάλι κάτω.

Σχετικά με το ρόλο της Πίστης

Η Πίστη είναι μέσα στη διαδικασία της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής. Στην πιο απλή της μορφή είναι σχέση πιστωτή - οφειλέτη ανάμεσα στους εμπορευματοπαραγωγούς και εμπορευματεμπόρους.

Η Πίστη γενικώς διευκολύνει την ανταλλαγή (δεδομένου ότι οι εμπορευματοπαραγωγοί ούτε γενικώς απευθείας συναλλάσσονται μεταξύ τους ούτε γενικώς απευθείας φέρουν τα εμπορεύματά τους στη σφαίρα κυκλοφορίας).

Οσο πιο εκτεταμένο είναι το χρηματοπιστωτικό σύστημα, τόσο διευκολύνεται η συναλλαγή, αλλά ταυτόχρονα διευκολύνεται και η ανάπτυξη της κερδοσκοπίας. "Οσο μεγαλύτερη είναι η ευκολία με την οποία μπορούν να παίρνονται τα δάνεια έναντι των απούλητων εμπορευμάτων, τόσο περισσότερα δάνεια αυτού του είδους παίρνονται, τόσο μεγαλύτερος είναι ο πειρασμός να παράγονται εμπορεύματα ή να ρίχνουν σε μακρινές αγορές παραγμένα εμπορεύματα, μόνο και μόνο για να πάρουν πριν απ' όλα έναντί τους δάνεια σε χρήμα" (2).

Βάση της κερδοσκοπίας είναι ακριβώς οι ξεχωριστές φάσεις της κυκλοφορίας ή της μεταμόρφωσης των εμπορευμάτων, ή της μεταμόρφωσης του κεφαλαίου.

Αυτές οι μεταμορφώσεις του κεφαλαίου είναι που συγκαλύπτονται και οδηγούν σε επιφανειακές ερμηνείες του τύπου "αεριτζίδικο", "παρασιτικό" κεφάλαιο, "αποσπασμένο από τις παραγωγικές επενδύσεις".

Ενας χρηματοπιστωτικός οργανισμός, διαθέτοντας το χρηματικό κεφάλαιο (με την έννοια του τοκοφόρου) αφαιρεί μέρος της παραγόμενης υπεραξίας από τον εμπορευματοπαραγωγό ή και τον έμπορο που ήδη έχει συγκεντρώσει στα χέρια του μέρος της υπεραξίας. Ετσι, τίποτε δεν προκύπτει ως κέρδος έξω από την παραγωγική διαδικασία, έστω και αν δε φαίνεται με την επιφανειακή κίνηση του κέρδους στη σφαίρα της κυκλοφορίας.

Ο Μαρξ κάνει σαφή διάκριση των μεταμορφώσεων που υφίστανται τα εμπορεύματα στις ξεχωριστές φάσεις της κυκλοφορίας, των μεταμορφώσεων του κεφαλαίου.

Ισως αξίζει να προσέξει κάποιος τη διάκριση ανάμεσα στο εμπορευματικό κεφάλαιο (ή και χρηματεμπορευματικό κεφάλαιο) και το εμπορικό χρήμα. Το πρώτο αντιπροσωπεύει συγκεκριμένες αξίες (που περιλαμβάνουν και τη δημιουργημένη υπεραξία) εμπορευμάτων. Το δεύτερο, το καθεαυτό εμπορικό χρήμα, αποτελεί κάθε είδους γραπτή υπόσχεση πληρωμής σε καθορισμένη ημερομηνία. (Π.χ. στην εποχή του Μαρξ κυρίως οι συναλλαγματικές. Στις μέρες μας έχουμε νέες μορφές υπόσχεσης πληρωμής μέσω ηλεκτρονικών διευκολύνσεων των συναλλαγών).

Οταν συμψηφίζονται απαιτήσεις και υποχρεώσεις - ενός χρηματοπιστωτικού συστήματος - τότε λειτουργούν οι διάφορες μορφές εμπορικού χρήματος - ως χρήμα γενικό ισοδύναμο αξιών. Δεν απαιτείται μετατροπή σε χρήμα (συναλλαγματικών κλπ.). Οταν δε συμψηφίζονται απαιτήσεις και υποχρεώσεις, τότε διάφορες μορφές καθεαυτό εμπορικού χρήματος (επιταγές, ομόλογα κλπ.) χάνουν την αξία τους (ως γενικό ισοδύναμο αξιών). Δεν αντιστοιχούν σε ανάλογο χρήμα, που κρατούν οι τράπεζες στα χέρια τους. Δεν αντιπροσώπευαν ανάλογες αξίες. Τότε κάθε είδους χρεόγραφα (βλέπε, κυρίως, ομόλογα κρατικά), καθώς και τα τραπεζογραμμάτια (βλέπε χαρτονόμισμα) χάνουν την αξία τους. Τα παραπάνω είναι μέρος του τραπεζικού κεφαλαίου, μαζί με τα αποθέματα χρυσού και συναλλάγματος. Πού βρίσκεται η δυνατότητα μη συμψηφισμού απαιτήσεων και υποχρεώσεων ενός χρηματοπιστωτικού συστήματος; Ακριβώς στο συνδυασμό της λειτουργίας της μετοχής με το ρόλο της Πίστης.

Η πίστωση μιας παραγωγικής επένδυσης μπορεί να δημιουργήσει κλίμα ευφορίας ως προς το προσδοκώμενο κέρδος. Η αυξανόμενη ζήτηση μετοχών της αντίστοιχης εταιρίας ανεβάζει την τιμή της μετοχής. Στο βαθμό που δεν πραγματοποιηθεί η ανάλογη παραγωγή αξιών ή και δε μετατραπεί αντίστοιχα η υπεραξία σε κέρδος - μέσω της κυκλοφορίας - τότε αντικειμενικά η ονομαστική τιμή της μετοχής στο χρηματιστήριο υπόκειται στην πίεση της πτώσης.

Το φαινόμενο αυτό, της απαξίωσης της τιμής της μετοχής, μέσω της λειτουργίας του χρηματιστηρίου, ανάλογα μπορεί να εκφραστεί και μέσω της λειτουργίας των χρηματιστηριακών επιχειρήσεων και των ασφαλιστικών εταιριών, που συγκεντρώνουν αναπασχόλητο εισόδημα και κεφάλαιο.

Ανάλογη διαδικασία οδηγεί στην απαξίωση του νομίσματος, όταν ανατρέπεται ο συμψηφισμός απαιτήσεων και υποχρεώσεων στα πλαίσια της Κεντρικής Εκδοτικής Τράπεζας μιας χώρας.

Με την εκτεταμένη διεθνοποίηση του κεφαλαίου, των συναλλαγών, η ισορροπία στο συμψηφισμό απαιτήσεων και υποχρεώσεων δεν αφορά μόνο το συνολικό χρηματοπιστωτικό σύστημα ενός καπιταλιστικού κράτους, αλλά και σε σχέση με άλλα καπιταλιστικά κράτη ή και περιφερειακές καπιταλιστικές ενώσεις. Οταν αντικειμενικά αλλάζει μια ισορροπία συναλλαγματική και η τυπική εκδήλωση αυτής της αλλαγής συγκρατείται με διαφόρων ειδών παρεμβάσεις (μέσω της Κεντρικής Τράπεζας) τότε πάντα είναι ανοιχτό και το πεδίο των "τεχνητών" πιέσεων.


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ