Καλή διαγωγή επιθυμεί να δείξει, πριν τη συνάντησή του με τον "πλανητάρχη", ο Ελληνας πρωθυπουργός και επισπεύδει για λύση στο πρόβλημα των Σκοπίων, με τη φρούδα ελπίδα εξασφάλισης της αμερικανικής κατανόησης για τα προβλήματα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις
Η κυβέρνηση εμφανίζεται αποφασισμένη να αναλάβει το κόστος που συνεπάγεται η υιοθέτηση μιας συμβιβαστικής - σύνθετης ονομασίας για το κράτος της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, καθώς η "υπόθεση των Σκοπίων", η οποία ταλαιπωρεί επί μια πενταετία την εσωτερική πολιτική ζωή της χώρας, προσέρχεται στο "ταμείο" για να εξαργυρώσει τα γραμμάτια του πολιτικού καιροσκοπισμού που απλόχερα υπέγραψαν ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και Πολιτική Ανοιξη, οδηγώντας τη χώρα στο αδιέξοδο. Ομως, και η διέξοδος που εσπευσμένα αναζητά η κυβέρνηση (οπωσδήποτε πριν την επίσκεψη του Κ. Σημίτη στην Ουάσιγκτον), η χρονική στιγμή κατά την οποία εκδηλώνεται η "αποφασιστικότητά" της (μετά την κρίση της Ιμιας και καθ' οδόν προς αμερικανική διαιτησία για τα ελληνοτουρκικά), δημιουργεί σοβαρά ερωτηματικά για τις πραγματικές της προθέσεις και κυρίως βάσιμες υποψίες πως η χώρα θα καταβάλει πανάκριβο αντίτιμο για την "αποσκοπιανοποίηση" της εξωτερικής της πολιτικής, που υποτίθεται ότι επιδιώκει η κυβέρνηση.
Η κυβέρνηση με επιχείρημα, κυρίως προς την κοινή γνώμη, πως υπάρχει κίνδυνος τα Σκόπια να αναγνωριστούν ως Δημοκρατία της Μακεδονίας, αν δεν υπάρξει συμβιβασμός, ξεκίνησε χτες τις διαδικασίες διευθέτησης του προβλήματος κατ' αρχάς σε ό,τι αφορά στο εσωτερικό. Ο πρωθυπουργός Κ. Σημίτης μαζί με τον υπουργό Εξωτερικών επισκέφτηκαν τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και όπως δήλωσε μετά τη συνάντηση ο πρωθυπουργός, "η κυβέρνηση ενημέρωσε τον Πρόεδρο για τις εξελίξεις (των εθνικών θεμάτων), για τις σκέψεις της σε σχέση με τις κατευθύνσεις, τις οποίες πρόκειται να ακολουθήσει".
Τα επόμενα βήματα της κυβέρνησης περιλαμβάνουν επαφές του πρωθυπουργού με τους αρχηγούς των πολιτικών κομμάτων, όπου, σύμφωνα με όσα ισχυρίζονται κυβερνητικοί κύκλοι, ο Κ. Σημίτης θα εκφράσει σαφέστατα την πολιτική του βούληση να κλείσει την υπόθεση των Σκοπίων, υιοθετώντας μια συμβιβαστική λύση στο πρόβλημα της ονομασίας. Από κει και έπειτα η κυβέρνηση, στην προσπάθειά της να επιμερίσει το κόστος του συμβιβασμού, θα χρησιμοποιήσει ως πλαίσιο συζήτησης μεταξύ των κομμάτων θεσμοθετημένα όργανα, όπως για παράδειγμα την Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής.
Ωστόσο, τόσο η αξιωματική αντιπολίτευση, όσο και η Πολιτική Ανοιξη δεν εμφανίζονται διατεθειμένες να αποφύγουν τον πειρασμό της πολιτικής κερδοσκοπίας, επιμένοντας στην ανελαστική θέση πως η Ελλάδα δεν πρόκειται να αναγνωρίσει κράτος με το όνομα Μακεδονία ή παράγωγα του όρου. Την τακτική αυτή αντιλαμβάνεται πολύ καλά η κυβέρνηση, καθώς το ΠΑΣΟΚ ως αντιπολίτευση κερδοσκόπησε χρησιμοποιώντας ασύστολα την υπόθεση των Σκοπίων. Ετσι, λοιπόν, από την πλευρά της η ΝΔ δε βρίσκει ημερομηνία ακόμη και για τη συνάντηση του πρωθυπουργού με τον Μ. Εβερτ, τουλάχιστον για την επόμενη βδομάδα, ενώ η Πολιτική Ανοιξη με δήλωση του Αντ. Σαμαρά κατηγορεί ήδη την κυβέρνηση ότι έχει αποφασίσει "το ξεπούλημα του ονόματος της Μακεδονίας".
Πέρα από την εσωτερική αντιπαράθεση που πυροδοτεί η υπόθεση των Σκοπίων, σε διπλωματικό επίπεδο, όπως υποστηρίζουν διπλωματικοί κύκλοι, οι συζητήσεις με τα Σκόπια στη Ν. Υόρκη έχουν προ πολλού ολοκληρώσει τον κύκλο τους και στο τραπέζι βρίσκονται αρκετές ιδέες για μια σύνθετη ονομασία, χωρίς ωστόσο να υπάρχει μέχρι αυτή τη στιγμή οριστική συμφωνία για κάποιο συγκεκριμένο όνομα.
Η επιλογή του ονόματος, όπως υποστηρίζουν οι ίδιες πηγές, θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις. Δηλαδή, αν η κυβέρνηση παρά την έκφραση της βούλησής της να προχωρήσει σε συμβιβασμό, συναντήσει ανυπέρβλητες δυσκολίες στο εσωτερικό, τότε η ελληνική διπλωματία θα αναδιπλωθεί και θα ανοίξει νέο γύρο συνομιλιών στη Ν. Υόρκη με αντικείμενο την επιλογή μιας από τις προτεινόμενες λύσεις που βρίσκονται στο τραπέζι, με προφανή στόχο την εξαγορά νέου χρόνου.
Κύκλοι του υπουργείου Εξωτερικών, πάντως, εκφράζουν τον προβληματισμό τους για την κατάληξη της προσπάθειας που έχει αναλάβει η κυβέρνηση, υπενθυμίζοντας ότι και στο παρελθόν Αθήνα και Σκόπια είχαν φτάσει κοντά σε λύση που δεν υιοθετήθηκε εξαιτίας εσωτερικών σκοπιμοτήτων. Παράλληλα, οι ίδιοι κύκλοι, μεταφέροντας την οπτική γωνία παρατήρησης αυτής της υπόθεσης στα Σκόπια και την Ουάσιγκτον, θέτουν την ερώτηση: Για ποιο λόγο τα Σκόπια να δεχτούν αυτή τη στιγμή ένα συμβιβασμό, από τη στιγμή που οι οικονομικές σχέσεις με την Αθήνα έχουν εξομαλυνθεί και ο χρόνος βοηθά στην κατοχύρωση της συνταγματικής τους ονομασίας; Και, κυρίως, για ποιο λόγο η Ουάσιγκτον να επιθυμεί τώρα το κλείσιμο της υπόθεσης, πριν η Αθήνα ευθυγραμμιστεί απολύτως με την αμερικανική πολιτική για διευθέτηση των ελληνοτουρκικών προβλημάτων στο Αιγαίο;
Η θολή εικόνα ολοκληρώνεται με τις πληροφορίες που φτάνουν από τα Σκόπια, σύμφωνα με τις οποίες ο Κ. Γκλιγκόροφ δεν είναι σε θέση να αποδεχτεί συμβιβαστική λύση.