Σε χαμηλά επίπεδα κινήθηκαν τα έσοδα του δημοσίου και το Μάρτη. Κάτω από το 10% η αύξηση το α' τρίμηνο. Σε αδιέξοδο η πρόσδεση της οικονομικής πολιτικής στον αυτόματο πιλότο του Μάαστριχτ
Ο φαύλος κύκλος των αδιεξόδων, που δημιουργεί η βαθιά ταξική, αναδιανεμητική - υπέρ του μεγάλου κεφαλαίου - πολιτική "σύγκλισης" της κυβέρνησης, έρχεται και πάλι στην επικαιρότητα, με τη μορφή των δημοσιονομικών εξελίξεων αυτή τη φορά, ύστερα και από το νέο "βούλιαγμα" που παρουσίασαν τα έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού το Μάρτη.
Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, τα έσοδα τον προηγούμενο μήνα κινήθηκαν και πάλι πολύ πιο κάτω από τον αναθεωρημένο στόχο του Κρατικού Προϋπολογισμού, ο οποίος απαιτεί ρυθμό αύξησης περίπου 16%. Παράγοντες του υπουργείου Οικονομικών κάνουν λόγο για μονοψήφια αύξηση εσόδων το Μάρτη, αλλά αυτό όμως που έχει δημιουργήσει μεγάλη ανησυχία είναι: α) ότι ο ρυθμός αύξησης των εσόδων το τρίμηνο Γενάρης - Μάρτης τα οποία αυξήθηκαν με ρυθμό μικρότερο του 10% και β) ότι ο Μάρτης είναι ο πέμπτος συνεχής μήνας (από το Νοέμβρη του 1996) όπου τα κρατικά έσοδα συνεχίζουν να κατρακυλάνε. Η εξέλιξη αυτή σε συνδυασμό με την "όχι ικανοποιητική", σύμφωνα με εκτιμήσεις αρμοδίων παραγόντων, πορεία των κρατικών δαπανών δημιουργεί φόβους για μεγάλες υπερβάσεις των ελλειμμάτων.
Οι ίδιοι παράγοντες θεωρούν ότι τα δημοσιονομικά θα είναι το μεγαλύτερο ίσως πρόβλημα που θα έχει να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση τους προσεχείς μήνες, ενώ επανέρχονται στο προσκήνιο σενάρια για προσφυγή σε νέα δέσμη αντιλαϊκών μέτρων,μια και για ορισμένους η επίτευξη των στόχων του κρατικού προϋπολογισμού του 1996 θεωρείται εκ των ων ουκ άνευ. Αλλωστε, η κυβέρνηση έχει δώσει ρητές δεσμεύσεις σε διεθνείς οργανισμούς (ΕΕ, ΟΟΣΑ) για τη "συνεπή" εκτέλεση του κρατικού προϋπολογισμού του 1997.
Με τα μέχρι σήμερα πάντως δεδομένα, εκτιμούν ότι ακόμα και με την ενεργοποίηση των εφεδρειών, όπως αυτή της νέας ιδιωτικοποίησης του ΟΤΕ, από την οποία προσδοκούν να εισπράξουν 150 δισ. δραχμές, πάλι δεν εξισορροπείται η κατάσταση, μια και θεωρούν ότι οι "τρύπες" των ελλειμμάτων θα είναι αρκετά μεγαλύτερες. Αλλοι κάνουν λόγο για "αλλοπρόσαλλη" πολιτική και στηρίζουν την άποψη αυτή στην ισχυρισμό ότι με διαφορετικά δεδομένα σχεδιάστηκε ο προϋπολογισμός και με διαφορετικά εκτελείται. Σαν παράδειγμα αναφέρουν ότι οι οικονομικές επιπτώσεις από την κατάργηση των φορολογικών απαλλαγών δεν ισχύουν πλέον, μια και η κυβέρνηση αναγκάστηκε να "κάνει πίσω" και να διατηρήσει πολλές από αυτές που αρχικά είχε σχεδιάσει να καταργήσει. Αγνωστός Χ θεωρείται εξάλλου και το νέο μισθολόγιο, σε ό,τι αφορά τις επιπτώσεις που θα υπάρχουν από την εφαρμογή του στο σκέλος των δαπανών.
Διαφορετικές είναι και οι προσεγγίσεις των αιτιών των δημοσιονομικών προβλημάτων, αφού ορισμένοι τις αποδίδουν στις ανεπάρκειες της πολιτικής ηγεσίας (το σχήμα ένας υπουργός σε δύο υπουργεία είναι αναποτελεσματικό αναφέρουν), ενώ άλλοι κάνουν λόγο για "ανεξήγητη αδράνεια του φοροεισπρακτικού μηχανισμού".
Το πολιτικό όμως πρόβλημα που προκύπτει από την εκτέλεση του προϋπολογισμού, σαν μηχανισμού αναδιανομής εισοδημάτων από τα φτωχά λαϊκά στρώματα προς τις διάφορες μερίδες του κεφαλαίου, προς το παρόν βρίσκεται έξω από κάθε προβληματική των αρμοδίων...
Θ. Κ.