Ο Γιώργος Μιχαηλίδης είναι ένας, αναμφίβολα, σημαντικός σκηνοθέτης. Ενας πολύ καλλιεργημένος, στοχαζόμενος θεωρητικά, αλλά και ανήσυχος, τολμηρός, νεοτερικός ιδεολογο-αισθητικά δημιουργός του θεάτρου μας. Από έναν τέτοιο δημιουργό θα περίμενε κανείς, αν όχι μια ουσιαστικά νέα σκηνοθετική «ανάγνωση» και υποκριτική καθοδήγηση στο ανέβασμα της ευριπιδικής «Ιφιγένειας εν Ταύροις». Πώς γίνεται, τι έφταιξε και - ενώ διέθετε ως ερμηνευτικό «οδηγό», μαζί με τη θαυμαστής ποιητικής γλώσσας μετάφραση του Κ. Χ. Μύρη και την πραγματικά εμβριθή θεωρητική ανάλυσή του (περιλαμβάνεται στο πρόγραμμα της παράστασης) περί της «κριτικής και ειρωνικής ματιάς» του Ευριπίδη, που «αποδεικνύεται δεινός διαλεκτικός» και «θέτει εν αμφιβόλω το θείον, το απόλυτο των ανθρωπίνων σχέσεων και την ουσία του πολιτισμού» και τα πρόσωπα του έργου αυτού «ως ήθος και ως διάνοια είναι αντιφατικές προσωπικότητες και βιώνουν τις αντινομίες της φύσης, της κοινωνίας και της υπάρξεως» - η σκηνοθεσία του να καταλήξει σε μια «νοικοκυρεμένη», ακαδημαΐζουσας αντίληψης, «σκοτεινά» τραγωδιακής, χωρίς κανένα ίχνος της ευριπίδειας «κριτικής ειρωνείας» παράσταση, με μεγαλόστομο, ρητορικό, παλιομοδίτικα ορθοφωνημένο λόγο και φιλότιμες μεν αλλά μελοδραματικές, σχηματικές, μονοσήμαντες, τηλεοπτικής ευκολίας ερμηνείες, κύρια στους πρωταγωνιστικούς ρόλους; Τη σκηνοθετική αντίληψη υπηρέτησαν η μουσική του Γιώργου Χριστιανάκη, οι φωτισμοί του Στέλιου Τζολόπουλου, η μουσική διδασκαλία του Νίκου Βουδούρη, τα καλαίσθητα και ευρηματικά κοστούμια της Αγνής Ντούτση, της οποίας το σκηνικό ήταν το πιο ενδιαφέρον αισθητικά στοιχείο της παράστασης.