Τα περιθώρια του καθαρού κέρδους είναι τετραπλάσια σε σύγκριση με τη μέση επίδοση στην ελληνική οικονομία σημειώνεται σε έκθεση εταιρίας που επεξεργάστηκε τα στοιχεία από 292 εταιρίες
Την εξέλιξη αυτή επιβεβαιώνει η επεξεργασία των στοιχείων 292 επιχειρήσεων στο χώρο της Υγείας απ' την Hellastat (Ελληνική Εταιρία Στατιστικών και Οικονομικών Μελετών) που τονίζει: «Η ανελαστική φύση των δαπανών που αφορούν στην ανθρώπινη υγεία και τα πλούσια περιθώρια καθαρού κέρδους που χαρακτηρίζουν τον κλάδο - σχεδόν τετραπλάσια σε σύγκριση με τη μέση επίδοση στην ελληνική οικονομία - αποτέλεσαν το δέλεαρ για την προσέλκυση των τεράστιων απαιτούμενων επιχειρηματικών κεφαλαίων».
Η απόδοση των ίδιων κεφαλαίων το 2004 ήταν 24,4%, ενώ την ίδια ώρα ο Ελληνας πολίτης πλήρωνε απ' την τσέπη του το 46,5% των συνολικών δαπανών για την Υγεία. Αυτά τα άγρια χαράτσια, στην ώρα της ανάγκης καταγράφονται με τον εξής τρόπο στην έκθεση: «Ο ιδιωτικός τομέας παροχής υπηρεσιών Υγείας είναι κατεξοχήν πελατοκεντρικός, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στις ανθρώπινες σχέσεις και τις ξενοδοχειακές υπηρεσίες, στους τομείς δηλαδή όπου οι Δημόσιες Υπηρεσίες κατά γενική ομολογία πάσχουν».
Δηλαδή εδώ, όπως και σε άλλο σημείο, καταγράφεται η απαξίωση του δημόσιου συστήματος Υγείας, μέσω της μη επάνδρωσης με ανθρώπινο δυναμικό και σύγχρονη υλικοτεχνική υποδομή. Ενώ τις επιπτώσεις των πολιτικών που εφαρμόστηκαν τις αποτυπώνει ως εξής: «Μια σειρά από ρυθμιστικούς, τεχνολογικούς, δημογραφικούς αλλά και αμιγώς επιχειρηματικούς παράγοντες διαμόρφωσαν το κατάλληλο πεδίο ανάπτυξης του συγκεκριμένου κλάδου...(ενώ) η συνακόλουθη ρύθμιση - απελευθέρωση της αγοράς παροχής υπηρεσιών ανθρώπινης υγείας έθεσε τους όρους της επιχειρηματικής δραστηριοποίησης».
Προέκταση αυτών των πολιτικών επιλογών, όπως αναφέρεται στην έκθεση, είναι οι Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ) που προσφέρονται ως κίνητρο για την «ανάληψη επενδύσεων στο χώρο της δημόσιας υγείας και ανάθεσης μέρους των υποστηρικτικών υπηρεσιών σε ιδιωτικούς φορείς».
Οι 292 επιχειρήσεις αντιπροσωπεύουν πάνω απ' το 90% των επιχειρήσεων ΑΕ και ΕΠΕ στο χώρο της ιδιωτικής Υγείας, σύμφωνα με την εταιρία Hellastat.
Ο κύκλος των εργασιών τους ήταν 1.189,34 εκ. ευρώ το 2004, έναντι 1.031,01 εκ. ευρώ το 2003 (και 902,06 ευρώ το 2002). Παρουσιάζεται, δηλαδή, μια αύξηση των τζίρων 15,36% το 2004 έναντι του 2003 και 14,3% έναντι το 2002. Ο μέσος ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης είναι 12,5% τα τελευταία χρόνια, σύμφωνα με την έκθεση.
Οπως φαίνεται στον Πίνακα που δημοσιεύουμε η απόδοση των ιδίων κεφαλαίων προ φόρων για το 2004 είναι 24,4%, έναντι 27,5% το 2003, 23,6% το 2002 και 24,4% το 2001. Αυτά τα νούμερα απλά σημαίνουν τα εξής: Για κάθε 100 ευρώ που επένδυσε ένας επιχειρηματίας στο τέλος του 2004 έβαλε στην τσέπη του 124,4. Αν επένδυσε 100 ευρώ το 2003, τότε στο τέλος του ίδιου χρόνου έβαλε στην τσέπη του 127,5 ευρώ και πάει λέγοντας.
Το μέγεθος των αποδόσεων γίνεται κατανοητό, αν συγκριθεί με τις αποδόσεις των λαϊκών καταθέσεων στις τράπεζες: Αν κάποιος καταθέσει 100 ευρώ στην τράπεζα δεν παίρνει ούτε ένα λεπτό τόκο, γιατί οι τράπεζες δε δίνουν καθόλου τόκο σε καταθέσεις μέχρι 1.500 ευρώ. Αλλά και από 1.500 ευρώ και πάνω οι τόκοι έχουν καταντήσει «της πλάκας», καθώς έχουν κλιμακωτά επιτόκια που δεν ξεπερνούν το 2%.
Ετσι, τα περιθώρια των μεικτών κερδών έφτασαν μέχρι και 38% (το 2002) ή των καθαρών κερδών έφτασαν 11,8% (το 2001).
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι παρακάτω επισημάνσεις της έκθεσης:
Παράλληλα, ολιγομελείς ομάδες ιατρών συνήπταν μεταξύ τους συνεργασίες για τη δημιουργία πολυ-ιατρείων, με στόχο την προσέλκυση και ανταλλαγή πελατείας μεταξύ των διαφόρων ειδικοτήτων, την προσφορά υπηρεσιών τύπου one-stop-shop (κάτι σαν ψώνια σε μια στάση), αλλά και την εξοικονόμηση πόρων μέσω του επιμερισμού των γενικών εξόδων (στέγαση, αναλώσιμα, γραμματειακή υποστήριξη).