Τον αστείο ισχυρισμό ότι δεν εφαρμόζει πολιτική λιτότητας έφτασε στο σημείο να επικαλεστεί η κυβέρνηση, στην απεγνωσμένη προσπάθειά της να δημιουργήσει σύγχυση για το μέγεθος της επίθεσης που γίνεται στα εισοδήματα μισθωτών και συνταξιούχων.
Προσφέροντας μια τρανή απόδειξη για την ένδεια των επιχειρημάτων της απέναντι στην κραυγαλέα κοροϊδία και εξαπάτηση των λαϊκών μαζών, η κυβέρνηση υποστηρίζει στα σοβαρά ότι η εισοδηματική πολιτική της παρέχει πραγματικές αυξήσεις στα εισοδήματα των εργαζομένων και των συνταξιούχων, τις μεγαλύτερες μάλιστα των τελευταίων χρόνων, με εξαίρεση τις «προεκλογικές αυξήσεις» του 2004.
«Η κυβέρνηση δεν εφαρμόζει καμία πολιτική λιτότητας»(!), δήλωσε σοβαρά ο αναπληρωτής κυβερνητικός εκπρόσωπος, όταν ρωτήθηκε χτες από το «Ρ» αν η κυβέρνηση πιστεύει ότι έπαψε να υφίσταται η πολιτική λιτότητας που κατήγγειλε προεκλογικά με τις άθλιες ονομαστικές αυξήσεις που ανακοίνωσε προχτές ο Γ. Αλογοσκούφης. Μάλιστα, ο Ευ. Αντώναρος δε δίστασε να ισχυριστεί ότι «η κυβέρνηση αύξησε το εισόδημα για διάφορες κατηγορίες πολιτών σε ποσοστό σαφώς πάνω από τον πληθωρισμό»(!).
Επιχειρώντας να περάσει σε πιο «στέρεο έδαφος» ο εκπρόσωπος προτίμησε τις συγκρίσεις με τη λιτότητα που εφάρμοσαν οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, ξεχνώντας βέβαια ότι τότε την κατήγγειλε μετά βδελυγμίες, ακριβώς για να υφαρπάξει τη λαϊκή αγανάκτηση και ψήφο.
«Με μοναδική εξαίρεση την εισοδηματική πολιτική για το 2004 - η οποία ανακοινώθηκε το Δεκέμβριο του 2003 με σαφή προεκλογικό χαρακτήρα - οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ έδιναν αυξήσεις και στους μισθωτούς και στους συνταξιούχους οι οποίες υπολείπονταν σημαντικά από τον πληθωρισμό», σημείωσε ο αναπληρωτής εκπρόσωπος, προχωρώντας μάλιστα και στην «ιδιοποίηση» των αυξήσεων που δόθηκαν το 2004, επικαλούμενος ότι «οι αυξήσεις οι οποίες ανακοινώθηκαν το Δεκέμβριο του 2003 δεν ενεγράφησαν ποτέ στον προϋπολογισμό».
Ταυτόχρονα όμως κατήγγειλε την προηγούμενη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ για «πλουσιοπάροχες και σαφώς προεκλογικές αυξήσεις», ξεχνώντας βέβαια ότι κάθε άλλο παρά ως πλουσιοπάροχες τις είχε καταγγείλει προεκλογικά η ΝΔ.
Τώρα θυμήθηκε να καταγγείλει ότι «σε μια απέλπιδα προσπάθεια που έκανε το ΠΑΣΟΚ για να κερδίσει μέρος από το χαμένο έδαφος, έδωσε υποσχέσεις πέραν των δυνατοτήτων της ελληνικής οικονομίας». Αναφορικά με το γεγονός ότι οι αυξήσεις πάνω από τον πληθωρισμό αναφέρονται στο βασικό μισθό, ενώ ο πραγματικός μισθός αυξάνεται σε επίπεδο χαμηλότερο του πληθωρισμού, είπε ότι «μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου ο πληθωρισμός ήταν της τάξης του 2,9%. Οι αυξήσεις για τον βασικό μισθό είναι της τάξης του 3,6%, δηλαδή 0,7% πάνω από τον πληθωρισμό».
Μετά από αυτό αναμάσησε το γνωστό παραμύθι ότι τάχα η κυβέρνηση «τήρησε φέτος στο ακέραιο αυτά τα οποία είχε πει προεκλογικά, αλλά και στο κυβερνητικό της πρόγραμμα, τόσο για τις αυξήσεις στους μισθωτούς, όσο και για τις αυξήσεις στους συνταξιούχους». Παρ' όλα αυτά, θεώρησε αναγκαίο να επαναλάβει ότι «όλες οι δεσμεύσεις θα υλοποιηθούν μέχρι το τέλος της τετραετίας, σε βάθος χρόνου».
Η αποτελεσματικότερη στήριξη των επιλογών της κυβέρνησης ήταν το ζητούμενο των κατ' ιδία συναντήσεων με βουλευτές του κόμματός του που ξεκίνησε χτες ο Κ. Καραμανλής.
Ενόψει της επιτάχυνσης της αντιλαϊκής πολιτικής της κυβέρνησης ο πρωθυπουργός επιδιώκει «πιο ενεργό» στήριξη εκ μέρους των βουλευτών της ΝΔ. Προκειμένου να διευκολύνει αυτή τη στήριξη πασχίζει να λύσει προβλήματα που υπάρχουν στις σχέσεις των βουλευτών με τους υπουργούς και την ικανοποίηση ορισμένων «αιτημάτων» τους.
Στις δηλώσεις που έκαναν εξερχόμενοι από τις συναντήσεις οι βουλευτές της ΝΔ επισήμαναν ότι θα επιταχυνθούν οι ρυθμοί του κυβερνητικού έργου, ενώ εξέφραζαν την πεποίθηση ότι ο πρωθυπουργός γνωρίζει τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι βουλευτές και είναι αποφασισμένος να δώσει λύσεις. Οι συναντήσεις θα συνεχιστούν και σήμερα.