Ο Γιάννης Κορδάτος, μας ιστοράει πως κόνεψαν εδώ ψηλά για σιγουριά, ότι οι Τούρκοι δεν πατούσαν στην περιοχή αυτή. Από τότε, συναγμένοι στ' Αμπελάκια και ησυχασμένοι από την αχορτασιά των Τούρκων πασάδων, οι κάτοικοι του χωριού ρίχτηκαν στη δουλιά της βαφικής. Οι γυναίκες γνέθαν ολημερίς, βάφαν οι άντρες, στέλναν την πραμάτεια τους στην Αυστρία, στη Γερμανία και γίναν τ' Αμπελάκια ξακουστά σ' Ανατολή και Δύση. Κι αποφάσισαν να φτιάξουν μια «κοινή συντροφιά» γύρω στα 1778 με 24 εργαστήρια και 6.000 μέλη, και προστάτη τον Σβαρτς, τον Δρόσο και τον Χίβαν. Απ' όσα έχουν γραφτεί γι' αυτόν τον πρώτο Συνεταιρισμό, για τον πλούτο και την πολυτέλεια των Αμπελακίων, το μόνο απομεινάρι είναι το σπίτι του Σβαρτς.
Το αρχοντικό αυτό είναι ένα καλόγουστο οικοδόμημα, που το εξωτερικό του σ' εντυπωσιάζει από την πρώτη στιγμή. Η επιγραφή που υπάρχει σε πληροφορεί πως θεμελιώθηκε το Μάη του 1787 από τον Ιωάννη Ζερμπηνό και βάφτηκε από τον ίδιο. Στο εσωτερικό, τα ταβάνια, τα ντουλάπια, τα ράφια είναι όλα σκαλισμένα, και οι τοίχοι ζωγραφισμένοι με δέντρα και λουλούδια, την Αγία Σοφία, τη Βενετία όπως βγήκαν από τη φαντασία του λαϊκού καλλιτέχνη.
Οι σημερινοί κάτοικοι των Αμπελακίων τούτο το χτίριο το επιδείχνουν με καμάρι και περηφάνια κι έχουν δίκιο. Επηρεασμένοι από την ομορφάδα τούτου του αρχοντικού του Σβαρτς, ξανοιγόμαστε με τη γυναίκα μου στην πλατεία του χωριού. Η απλωμένη ηρεμία, το απλοϊκό ήσυχο τοπίο ξεχύνει μια γλύκα που μερώνει την ψυχή μας. Κι η καλοσύνη των γλυκομίλητων και πρόσχαρων κατοίκων μαλακώνει την καρδιά μας, και μας σπρώχνει ν' ανοίξουμε κουβέντα μαζί τους. Τότε εκείνοι, με κάποια νοσταλγία και περηφάνια, μας μιλάνε για την παλιά εποχή και πασκίζουν να μας πείσουν πως και σήμερα τ' Αμπελάκια έχουν τα δικά τους καλά και τις δικές τους ομορφάδες.
Με καμάρι, μας δείχνουν το σπίτι που στεγάζει το «Συνεταιρισμό των γυναικών», που παλεύουν να ζωντανέψουν την παλιά βαφική τέχνη με το ριζάρι και μ' ευγένεια, μας παρακινούν να επισκεφθούμε το μικρό εκθεσιακό χώρο, όπου εκθέτουν τα βαμμένα νήματα με τον παραδοσιακό τρόπο. Πώς ήταν δυνατό να τους το αρνηθούμε; Χωνόμαστε μέσα, μια κοπέλα μας υποδέχεται και με χαμόγελο μας «ξεναγεί» και μας εξηγεί πώς γίνεται η βαφή, μια και τώρα αυτό δεν είναι μυστικό. Πέρα από αυτό, οι κάτοικοι, πάνω στην κουβέντα, μας κάνανε να προσέξουμε τα στημένα ξενοδοχειάκια τους, χτισμένα με την παραδοσιακή αρχιτεκτονική τους. Είναι τόσο χαριτωμένα, που καθώς τα βλέπεις νιώθεις την επιθυμία να μείνεις για λίγες μέρες και ν' απολαύσεις με την ησυχία σου το ειδυλλιακό τούτο χωριό. Χαιρόμαστε να γυροφέρνουμε τ' Αμπελάκι από το ένα σοκάκι στο άλλο και να σμίγουμε τη ματιά μας με τα όμορφα, τα πεντακάθαρα σπιτάκια με τις κεραμοστέγες τους και τις αυλές τους, τις γιομάτες λουλουδικό.
Και σαν κάποια στιγμή πήραμε το δρόμο του γυρισμού στην Αθήνα, δώσαμε την υπόσχεση πως θα ξαναρχόμαστε να μείνουμε για μέρες ως να τ' αποχορτάσουμε.