Κυριακή 25 Ιούλη 2004
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Το θέατρο στην Κύπρο

Την «προαγωγή της θεατρικής τέχνης εν Κύπρω και της καλλιέργειας του θεατρικού καλλιτεχνικού συναισθήματος του λαού και των καλλιτεχνικών σχέσεων μεταξύ του κυπριακού θεατρικού κόσμου και του θεατρικού κόσμου της Ελλάδος και άλλων χωρών», έχει ως στόχους ο Θεατρικός Οργανισμός Κύπρου (ΘΟΚ), με βάση τον Ιδρυτικό του Νόμο (Αρ. 71) του 1970.

Ως ημικρατικός Οργανισμός, ο ΘΟΚ έχει καθ' ύλην αρμόδιο υπουργό τον υπουργό Παιδείας και Πολιτισμού. Ο ΘΟΚ διοικείται από 9μελές Διοικητικό Συμβούλιο, διοριζόμενο από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για θητεία 3 χρόνων και διευθύνεται από διευθυντή που διορίζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο και του οποίου ο διορισμός επικυρώνεται από το Υπουργικό Συμβούλιο. Υπάρχει, επίσης, Καλλιτεχνική Επιτροπή, σώμα συμβουλευτικό για θέματα καλλιτεχνικά.

Θεατρική παράδοση

Θεατρική επαγγελματική παράδοση στην Κύπρο, άρχισε να δημιουργείται από τα χρόνια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου (1940-'45), όταν, με τη δημιουργία θιάσων, όπως το «Λυρικό», το «Νέο Λυρικό», η «Ενωση Καλλιτεχνών Λευκωσίας», ο «Ορφέας» κ.ά., αναπτύχθηκε η ντόπια επιθεώρηση και καλλιεργήθηκε η ελληνική και βιεννέζικη οπερέτα.

Πριν τελειώσει ο πόλεμος, δημιουργήθηκε από την Αριστερά, με την ιδιαίτερη φροντίδα του Τεύκρου Ανθία, ο θίασος πρόζας «Προμηθέας», που έδωσε από τις αρχές του 1945 έως το καλοκαίρι του 1946, μια σειρά από ελληνικές ηθογραφίες, π.χ., «Καινούργια Ζωή», «Φουσκοθαλασσιές» και τα δύο του Δημήτρη Μπόγρη, «Φυντανάκι» και «Ντολμανοπούλα» του Παντελή Χορν, δράματα ελληνικά και ξένα, π.χ. «Ο γιος του Ισκιου» του Σπύρου Μελά, «Εισβολή» του Λ. Λέονωφ, «Ανδρειωμένοι» του Μελή Νικολαΐδη και κωμωδίες, όπως το «Αν δουλέψεις θα φας» του Νίκου Τσεκούρα, στην αρχή με σκηνοθέτη τον Αγγελο Βάζα, έναν Ελλαδίτη ηθοποιό που ζούσε μόνιμα στην Κύπρο και αργότερα τον επίσης Ελλαδίτη ηθοποιό Αδαμάντιο Λεμό, που ήρθε από τον Αίγυπτο.


Η προσπάθεια του «Προμηθέα» ανέδειξε μια άλλη ομάδα νέων ηθοποιών και πιο παλιών, που είχαν δουλέψει για το συντεχνιακό θέατρο, ενώ ταυτόχρονα υποχρέωσε το «Νέο Λυρικό» να στραφεί, για λόγους ανταγωνισμού, και αυτό προς την πρόζα με σκηνοθέτη τον γνωστό Κωστή Μιχαηλίδη και να δώσει έργα, όπως «Βαβυλωνία» του Δημήτρη Βυζάντιου, «Ποπολάρος» του Γρηγόρη Ξενόπουλου, «Ρήγας Βελεστινλής» του Βασίλη Ρώτα.

Ομως, μόλις ο «Προμηθέας» διαλύθηκε, το «Νέο Λυρικό» επανήλθε στα προσφιλή του, την οπερέτα, την επιθεώρηση και τη φαρσοκωμωδία έως το 1949, που ανέστειλε τις δραστηριότητές του.

Η συνέχεια του «Νέου Λυρικού» θα εμφανιστεί στις αρχές της ιδιαίτερα δύσκολης για την Κύπρο δεκαετίας του 1950 και συγκεκριμένα το 1952 με το όνομα «Κυπριακό Θέατρο» με βασικό συντελεστή και πάλι τον Νίκο Παντελίδη και θα τα καταφέρει να επιβιώσει έως το τέλος της δεκαετίας, αρκούμενος, συνήθως, στη φτηνή φαρσοκωμωδία, ελληνική και ξένη.

Στα 1952 θα επιχειρηθεί από μερικά από τα στελέχη του «Προμηθέα», ένα καινούριο θεατρικό σχήμα, η «Κυπριακή Σκηνή», που όμως δε θα καταφέρει ποτέ να αποκτήσει το κύρος εκείνης της προσπάθειας του 1945 και 1946. Τέλος, στα 1957, ένα νέο σχήμα, με νέες ελπιδοφόρες δυνάμεις, οι «Ενωμένοι Καλλιτέχνες», θα δώσουν κυπριακές ηθογραφίες, επιθεωρήσεις, αλλά κάποτε και πιο απαιτητικά έργα. Γενικά, θα μπορούσε να λεχθεί ότι η δεκαετία του 1950 είναι εποχή θεατρικής παρακμής, που συντήρησε όμως πολλές θεατρικές μονάδες.

Δεκαετία του 1960


Ο σημαντικότερος σταθμός στην ιστορία του Κυπριακού Θεάτρου ήταν πρώτα η εγκαθίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και ευθύς αμέσως η δημιουργία του Οργανισμού Θεατρικής Ανάπτυξης Κύπρου (ΟΘΑΚ), το 1961, ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού, που κατάφερε να συγκεντρώσει όλες τις θεατρικές δυνάμεις που υπήρχαν και δρούσαν στον τόπο, για μια προσπάθεια ποιοτικής θεατρικής δραστηριότητας.

Ο ΟΘΑΚ κατάφερε για πρώτη φορά να επιχορηγηθεί από την ελληνική κυβέρνηση, αλλά και την κυπριακή και έτσι μπόρεσε στα πρώτα δύο - τρία χρόνια της ζωής του να λειτουργήσει ευπρόσωπα - αργότερα ξέπεσε στο εύκολο ρεπερτόριο - ξεκινώντας από τον «Δαντόν» του Μπούχνερ και συνεχίζοντας με «Πλούτο» του Αριστοφάνη, «Οθέλλο» του Σαίξπηρ, «Η ηδονή της τιμιότητας» του Πιραντέλο, «Ψηλά από τη γέφυρα» του Μίλερ, «Ταξιδιώτης χωρίς αποσκευές» του Ανουίγ και άλλα, με σκηνοθέτη αρχικά τον Κωστή Μιχαηλίδη και ύστερα τους Εύη Γαβριηλίδη, Νίκο Σιαφκάλλη, Μόνικα Βασιλείου.

Σχεδόν ταυτόχρονα με τον ΟΘΑΚ, δημιουργήθηκε το «Θέατρο Τέχνης», ως αποτέλεσμα μιας Δραματικής Σχολής, που από το 1959 άρχισε να λειτουργεί και που τελικά δεν ευδοκίμησε. Σκηνοθέτης τους ο δάσκαλός τους στη σχολή Θάνος Σακέτας, όμως η προσπάθεια έληξε άδοξα, γιατί όλοι οι ηθοποιοί μετακόμισαν για σπουδές στην Ελλάδα.

Συγχρόνως, το μουσικό θέατρο αυτά τα χρόνια θα το αντιπροσωπεύσει ευπρόσωπα, αλλά όχι με τη λάμψη, π.χ., του «Νέου Λυρικού» ο Θίασος Παπαδημήτρη. Ομως, οι δικοινοτικές ταραχές του Δεκεμβρίου του 1963 θα ανακόψουν προς στιγμή την πορεία του θεάτρου στην Κύπρο.

Το «Θεατράκι» του ΡΙΚ (1969-'71)

Με εμπνευστή τον πρώτο διευθυντή του ΡΙΚ, Αντρέα Χριστοφίδη, το ΡΙΚ ανέπτυξε μια μεγάλη θεατρική δραστηριότητα. Οι τηλεοπτικές θεατρικές παραστάσεις του ΡΙΚ σχολιάζονται με ευνοϊκές κριτικές στην Κύπρο και στην Ελλάδα για την πρωτοπορία και την καλλιτεχνική τους αρτιότητα, με ρεπερτόριο σύγχρονου ελληνικού και ξένου δραματολογίου.

Το 1969 ιδρύεται το θέατρο του ΡΙΚ, που δίνει παραστάσεις για το κοινό σε μια μικρή αίθουσα του κτιρίου του ΡΙΚ. Με πρωτεργάτες τον Αντρέα Χριστοφίδη και τον Εύη Γαβριηλίδη, το «Θεατράκι» δημιουργεί μια παράδοση ποιότητας σε δυο θεατρικές περιόδους (1969-1971), συσπειρώνοντας τις θεατρικές δυνάμεις του χώρου, σκηνοθέτες, σκηνογράφους, ηθοποιούς και άλλους ανθρώπους του θεάτρου.

Το ρεπερτόριο συμπεριλαμβάνει έργα των: Μολιέρου «Ο Ασυλλόγιστος», Πιραντέλο «Ετσι είναι, αν έτσι νομίζετε», Ανούιγ «Ευρυδίκη», Πίντερ «Ο εραστής», Σάφφερ «Μαύρη κωμωδία», Μαξ Φρις «Ο Μπιντέρμαν και οι εμπρηστές», Λούλας Αναγνωστάκη «Διανυκτέρευση», Πάνου Ιωαννίδη «Γκρέκορυ», κατά την πρώτη περίοδο '69-'70 και: Γκολντόνι «Υπηρέτης δυο Αφεντάδων», Αρθουρ Μίλερ «Ο θάνατος του εμποράκου», Σάμουελ Μπέκετ «Περιμένοντας τον Γκοντό», Γ. Θεοτοκά «Το παιγνίδι της τρέλας και της φρονιμάδας», Τσέχωφ «Θείος Βάνιας», Ντύρενματ «Ρωμύλος ο Μέγας» κατά τη δεύτερη περίοδο 1970-'71.

Η υπόσχεση των υπευθύνων του μικρού θεάτρου του ΡΙΚ ήταν να αυτοδιαλυθεί, όταν η πολιτεία προχωρούσε στην ίδρυση ενός κρατικού θεάτρου. Αυτό έγινε, όταν το φθινόπωρο του 1971 άρχισε να λειτουργεί ο Θεατρικός Οργανισμός Κύπρου.

Σχεδόν παράλληλα με τον ΘΟΚ, δημιουργείται (1972) η «Πειραματική Σκηνή». Η ομάδα αυτή ανεβάζει πρωτοποριακά ξένα και ελληνικά έργα των Χάντκε, Σκούρτη, Βιάν, Μουρσελά σε παραστάσεις που συζητούνται από το θεατρόφιλο κοινό της Λευκωσίας.

Ιδρυση Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου

Ιδρύεται το 1971, μετά από μελέτη του Τάκη Μουζενίδη, ο οποίος καλείται στην Κύπρο ως θεατρικός εμπειρογνώμονας της ΟΥΝΕΣΚΟ και μετά τις έντονες προσπάθειες τοπικών παραγόντων προς αυτήν την κατεύθυνση, μεταξύ των οποίων και ο αείμνηστος Παναγιώτης Σέργης. Πρώτος διευθυντής διορίζεται ο εξ Ελλάδος ηθοποιός Νίκος Χατζίσκος και πρώτος πρόεδρος του ΔΣ ο φιλόλογος Φρίξος Βράχας. Αργότερα, μετακαλείται από την Ελλάδα και αναλαμβάνει ως καλλιτεχνικός σύμβουλος (καλλιτεχνικός διευθυντής) ο γνωστός δάσκαλος του Νεοελληνικού Θεάτρου Σωκράτης Καραντινός. Μόνιμοι σκηνοθέτες διορίζονται οι Βλαδίμηρος Καυκαρίδης και Νίκος Σιαφκάλλης.

Πρώτη παράσταση του ΘΟΚ είναι ο «Αγαμέμνονας» (από την «Ορέστεια» του Αισχύλου), σε σκηνοθεσία Νίκου Χατζίσκου στις 18 Νοεμβρίου 1971 στο Δημοτικό Θέατρο Λευκωσίας. Στις 20 Νοεμβρίου ανεβαίνει και η πρώτη επίσημη του ΘΟΚ στη Λεμεσό με τον «Ποπολάρο» του Γρηγορίου Ξενόπουλου σε σκηνοθεσία Βλαδίμηρου Καυκαρίδη, στο κινηματοθέατρο «Ριάλτο».

Το καλοκαίρι του 1973, ο ΘΟΚ παίρνει μέρος στις «Καλλιτεχνικές Εκδηλώσεις Σαλαμίνος», που διοργανώνονται για πρώτη φορά στο Αρχαίο Θέατρο Σαλαμίνας, με την τραγωδία του Σοφοκλή «Αίας», σε σκηνοθεσία Σωκράτη Καραντινού. Με το «Παραμύθι χωρίς όνομα» του Ιάκωβου Καμπανέλλη, σε σκηνοθεσία Βλαδίμηρου Καυκαρίδη στις αρχές του καλοκαιριού του 1974, ο ΘΟΚ, όπως και όλη η Κύπρος θα δεχτεί το πλήγμα του πραξικοπήματος της ελληνικής χούντας και της τουρκικής εισβολής.

Παρόλο τον ξεριζωμό των στελεχών του, την καταστροφή του τόπου και την προσφυγιά, ο ΘΟΚ ανασυγκροτείται και δραστηριοποιείται σε μια πρωτοφανή θεατρική εξόρμηση στην Ελλάδα με το έργο «Ομηροι» του Λουκή Ακρίτα, σε σκηνοθεσία Βλαδίμηρου Καυκαρίδη και «Το νερό του Δρόπη» του Μιχάλη Πασιαρδή, επίσης σε σκηνοθεσία Βλαδίμηρου Καυκαρίδη. Τα έσοδα των παραστάσεων, από 14.09.1974 - 04.11.1974, που ανήλθαν σε 26.000 λίρες, κατατέθηκαν στο Ταμείο Εκτοπισθέντων και Παθόντων του 1974, κρατώντας, όμως, για τον ίδιο τον οργανισμό μια πολύτιμη εμπειρία και τα θερμά σχόλια των κριτικών στην Ελλάδα.

Σήμερα, ο ΘΟΚ λειτουργεί τέσσερις σκηνές: Την Κύρια σκηνή, τη Νέα σκηνή, την Πειραματική σκηνή και την Παιδική σκηνή. Στα τριάντα τόσα χρόνια λειτουργίας του, έχει ανεβάσει πέραν των τριακοσίων έργων, τα οποία ποικίλλουν σε θεματολόγιο, δραματικό είδος, γλώσσα, προσέγγιση και φιλοσοφία.

Η στήριξη του ελεύθερου θεάτρου από τον ΘΟΚ είναι πολύπλευρη, με κύρια συμβολή την ετήσια επιχορήγηση συνολικού ύψους μισού εκατομμυρίου λιρών περίπου. Η επιχορήγηση αυτή, που στηρίζεται σε νέους, αναθεωρημένους όρους και μετρήσιμα κριτήρια, διατίθεται σε μη κερδοσκοπικούς θεατρικούς οργανισμούς, όπως, λ.χ., το Σατιρικό Θέατρο, το Θέατρο ΕΝΑ, την ΕΘΑΛ και το Θέατρο Σκάλα, επί του παρόντος, που αποδεδειγμένα ενισχύουν τη θεατρική ανάπτυξη στην Κύπρο.


Σοφία ΑΔΑΜΙΔΟΥ


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ