Στο πρώτο τρίμηνο του 2000 η αξία των ακάλυπτων επιταγών και διαμαρτυρημένων συναλλαγματικών, ξεπέρασε τα 105 δισ. δραχμές, ενώ πτώχευσαν ή κατέθεσαν αίτηση πτώχευσης 619 επιχειρήσεις
Με ρυθμό 35 δισεκατομμύρια δραχμές το μήνα αυξάνονταν το πρώτο τρίμηνο του 2000 τα «φέσια» στην αγορά το 2000, ενώ στο ίδιο τρίμηνο οι χρεοκοπίες (αιτήσεις πτώχευσης ή κηρυχθείσες πτωχεύσεις) επιχειρήσεων (κυρίως μικρομεσαίων), άγγιξαν τις 250. Αυτό προκύπτει από τα επίσημα στοιχεία της Ενωσης Ελληνικών Τραπεζών (ΕΕΤ), που καταγράφει τους δείκτες ασφυξίας της αγοράς. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΕΤ, που δόθηκαν χτες στη δημοσιότητα, τα «φέσια» στην αγορά - δηλαδή η συνολική αξία των ακάλυπτων επιταγών και των διαμαρτυρημένων συναλλαγματικών που εντοπίστηκαν από τις τράπεζες- ξεπέρασαν το πρώτο τρίμηνο του 2000 τα 105 δισεκατομμύρια δραχμές. Παρουσίασαν δηλαδή αύξηση κατά 17,53% σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 1999.
Αν και ο συνολικός αριθμός (τα τεμάχια) των ακάλυπτων επιταγών και των απλήρωτων συναλλαγματικών του πρώτου τριμήνου του 2000, εμφανίζει μείωση κατά 12,80% σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα, εντούτοις, όταν αυτό μεταφράζεται σε ποσά, παρατηρείται αύξηση κατά 11,25%. Πιο συγκεκριμένα, το συνολικό ποσό των ακάλυπτων επιταγών και των απλήρωτων συναλλαγματικών, από 94,5 δισεκατομμύρια που ήταν το 1999, το 2000 ανήλθαν στο ποσό των 105,1 δισεκατομμυρίων δραχμών.
Καλύτερη εμφανίζεται η εικόνα με τις χρεοκοπίες (αιτήσεις πτώχευσης ή οριστικές, με απόφαση δικαστηρίου, πτωχεύσεις) επιχειρήσεων, αφού παρατηρείται μείωση κατά 31,2%. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΕΤ, στο πρώτο τρίμηνο (Γενάρη - Μάρτη) του 2000 πτώχευσαν ή κατέθεσαν αίτηση πτώχευσης 619 επιχειρήσεις, έναντι 900 επιχειρήσεων που πτώχευσαν ή κατέθεσαν αίτηση το 1999.
Αναλυτικά, η ΕΕΤ μας πληροφορεί ότι στο πρώτο τρίμηνο του 2000:
Η μείωση του αριθμού των επιχειρήσεων που πτωχεύουν ή καταθέτουν αίτηση πτώχευσης, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί «βελτίωση», αλλά έχει να κάνει με τη λαϊκή ρήση ότι «κάπου υπάρχει και πάτος»...