Ποια πρέπει να είναι τα μεροκάματα και οι μισθοί για τους εργάτες και τις εργάτριες του ιδιωτικού τομέα το 2004; Πού τελικά πρέπει να τεθεί ο πήχης; Και τα ερωτήματα αυτά δεν είναι καθόλου ρητορικά, καθώς έγιναν κεντρικό σημείο αντιπαράθεσης, ανάμεσα στις συνδικαλιστικές παρατάξεις, στη συνεδρίαση της Ολομέλειας της Διοίκησης της ΓΣΕΕ όπου συζητήθηκε η καταγγελία της Εθνικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας.
Μέσα στη ΓΣΕΕ, στις πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις, στον Τύπο, διαμορφώνονται δύο στρατηγικές, δύο αντιλήψεις. Από τη μια έχουμε όλους αυτούς που με διάφορα τεχνάσματα και αντεργατικά ιδεολογήματα επιχειρούν να κρατήσουν τους εργαζόμενους στη φτώχεια και στην εξαθλίωση. Να δέσουν την εργατιά με τις αλυσίδες των 560 ευρώ, ως βασικό μισθό για το 2004. Να την αιχμαλωτίσουν, σαν σύγχρονο Προμηθέα, στο βράχο της εκμετάλλευσης. Να διαιωνίσουν το επαίσχυντο καθεστώς, που φέρνει στους πολλούς δυστυχία και στους λίγους τα κέρδη και τα υπερκέρδη.
Χρειάζεται μάλιστα μεγάλη δόση κυνισμού, όταν οι επιχειρήσεις εκτοξεύουν τα κέρδη τους, όταν γύρω μας μια ολιγάριθμη συμμορία χορεύει μέσα σε πακτωλούς κερδών, οι «φίλοι του λαού» να ρωτάνε: «Μα αντέχει η οικονομία;».
Οι ταξικές δυνάμεις σε τέτοιες παγίδες δεν πέφτουν. Οι εργαζόμενοι δεν πρέπει να πατήσουν την πεπονόφλουδα. Το πραγματικό ερώτημα που τίθεται είναι τελείως αντίστροφο: Αντέχει η λαϊκή, η εργατική οικογένεια άλλη φτώχεια; Αντέχει σήμερα ο εργάτης να παίρνει 22 ευρώ καθαρό μεροκάματο και αυτό να μην το 'χει κάθε μέρα; Αντέχουν 350 χιλιάδες άνεργοι, δίχως ούτε αυτό το επίδομα ανεργίας; Αντέχουν άλλοι 150 χιλιάδες με επιδόματα ανεργίας περί τα 300 ευρώ;
Αλλά και με τη δική τους λογική αν σκεφτεί κάποιος: Πώς γίνεται ο πλούτος που παράγουν οι εργαζόμενοι συνεχώς να αυξάνει και οι μισθοί να πέφτουν; Αυτοί δε μιλάνε για την «ισχυρή Ελλάδα», όπου αυξάνεται το ΑΕΠ με ετήσιους ρυθμούς 4%, αυξάνεται η παραγωγικότητα; Πού πάει επιτέλους όλο αυτό το ΑΕΠ; Πώς γίνεται το κατά κεφαλήν εισόδημα σε κάθε κάτοικο αυτής της χώρας να ανέρχεται σε 13.500 ευρώ περίπου, αλλά τα 2 εκατομμύρια μισθωτοί του ΙΚΑ (στοιχεία 2002) να έχουν κατά μέσο όρο μόλις 6.726 ευρώ ετήσιο εισόδημα. Ποιος καρπώνεται τα υπόλοιπα, ποιος ενθυλακώνει το κατά κεφαλήν ακαθάριστο εγχώριο προϊόν που αναλογεί στα υπόλοιπα μη παραγωγικά μέλη της κοινωνίας;
Η απάντηση είναι προφανής. Ο πλούτος υπάρχει. Το ερώτημα λοιπόν που προκύπτει, είναι αν οι εργαζόμενοι θα αφήσουν να λυμαίνεται αυτόν τον πλούτο μια μικρή ομάδα ή αν θα διεκδικήσουν τελικά αυτά που τους ανήκουν. Και σίγουρα οι διεκδικήσεις τους δεν μπορούν να περιοριστούν εκεί που βάζει τον πήχη ο κύριος Πολυζωγόπουλος. Δεν μπορεί σήμερα το αίτημα να είναι αύξηση 7,5%-8%. Δηλαδή τα 22 ευρώ καθαρό μεροκάματο να γίνουν 23 ευρώ..! Οπως σωστά υπογραμμίζει το ΠΑΜΕ, «το όριο των διεκδικήσεών μας δεν είναι το όριο της φτώχειας που κατασκευάζουν οι δυνάμεις του κεφαλαίου, μαζί με τους πολιτικούς και συνδικαλιστικούς τους υπηρέτες».
Αυτόν όμως τον πλούτο, το μεγάλο κεφάλαιο, η εργοδοσία δε θα το μοιράσουν ως καλοί Σαμαρείτες. Δε θα τον αναδιανέμει ούτε η κυβέρνηση, ούτε η ΝΔ. Αυτοί μπορούν να μοιράζουν επιδοτήσεις στις επιχειρήσεις, να μειώνουν τη φορολογία των κερδών, δεν έχουν όμως περίσσευμα για τους εργάτες. Σε κάθε περίπτωση, το ζήτημα δε θα λυθεί στους «κοινωνικούς διαλόγους» της πλειοψηφίας της ΓΣΕΕ. Γιατί είναι και η δική της στρατηγική που έχει καταδικάσει την εργατική τάξη στη σημερινή δυσβάστακτη πραγματικότητα.