Κυριακή 5 Μάρτη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 22
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Η «δανεική ευημερία» είναι και ακριβή και επικίνδυνη

Η αύξηση των στεγαστικών και καταναλωτικών δανείων κατά 235,3%  την περίοδο 1994 - 99, δείχνει ότι πολλοί εργαζόμενοι προσπάθησαν ν' αντισταθμίσουν τις συνέπειες της λιτότητας με δάνεια απ΄ τις τράπεζες

Εκρηκτικές διαστάσεις παίρνει τον τελευταίο χρόνο ο υπερδανεισμός των λαϊκών νοικοκυριών, δεδομένου ότι χρόνο με το χρόνο πληθαίνει ο αριθμός εκείνων που προσπαθούν να αντισταθμίσουν τις καταστροφικές συνέπειες της αντιλαϊκής πολιτικής μονόπλευρης λιτότητας, με δανεικά από τις τράπεζες. Ενδεικτικά από αυτή την άποψη - και ταυτόχρονα αποκαλυπτικά - είναι και τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας, που επεξεργάστηκε και παρουσιάζει σήμερα ο «Ρ».

Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, το ανεξόφλητο υπόλοιπο των στεγαστικών και καταναλωτικών δανείων (πρόκειται κυρίως για δανεισμό στον οποίο αναγκάζονται να προσφεύγουν στις τράπεζες οι εργαζόμενοι και γενικότερα τα οικονομικά αδύνατα νοικοκυριά για να καλύψουν στοιχειώδεις ανάγκες τους) αυξήθηκε την τελευταία πενταετία (1994- 1999) κατά 235,3%.

Από μόνο του το στοιχείο αυτό - δηλαδή το γεγονός ότι το ανεξόφλητο υπόλοιπο των καταναλωτικών και στεγαστικών δανείων στις τράπεζες, αυξήθηκε κατά 3,5 φορές ή κατά 2.259,9 δισ. δραχμές - δε λέει τίποτε. Λέει όμως πολλά, αν συγκριθεί, με το πόσο αυξήθηκαν την ίδια περίοδο ο πληθωρισμός (το επίσημο κόστος ζωής), τα εισοδήματα των εργαζομένων, των συνταξιούχων (με τις εισοδηματικές πολιτικές λιτότητας) καθώς επίσης και τα εισοδήματα των αυτοαπασχολούμενων αγροτών και επαγγελματοβιοτεχνών - εμπόρων.


Και τα επίσημα στοιχεία που παραθέτουμε στον πίνακα, μάς πληροφορούν πως στην περίοδο 1994 - 99 (που τα στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια αυξήθηκαν κατά 235,3%):

  • Ο επίσημος πληθωρισμός αυξήθηκε γύρω στο 35%. Αυτό σημαίνει, ότι ο ρυθμός αύξησης των στεγαστικών και καταναλωτικών δανείων, ήταν πολλαπλάσιος του πληθωρισμού.
  • Η ονομαστική αύξηση των μισθών και συντάξεων στο δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, κινήθηκε σε επίπεδα γύρω και κάτω από τον επίσημο πληθωρισμό. Η αύξηση αυτή περιορίστηκε σε ακόμη χαμηλότερα επίπεδα, αν συνυπολογιστεί η φορολογική αφαίμαξη των λαϊκών εισοδημάτων που προκλήθηκε από την κατάργηση διαφόρων φοροαπαλλαγών, η μη τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας κλπ.
  • Γύρω από τα επίπεδα του πληθωρισμού και της ονομαστικής αύξησης των μισθών και συντάξεων ή και σε ακόμη χαμηλότερα επίπεδα, ήταν η ονομαστική αύξηση των εισοδημάτων για τη μεγάλη πλειοψηφία των αυτοαπασχολούμενων αγροτών, επαγγελματοβιοτεχνών και εμπόρων, που δέχτηκαν σοβαρά πλήγματα με την καθιέρωση των φορομπηχτικών «αντικειμενικών κριτηρίων» κλπ.

Θα είναι δε λάθος, να νομίσει κανείς - παραπλανημένος από όσους επιχειρούν να εξωραΐσουν την αντιλαϊκή πολιτική της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ - ότι ο υπερδανεισμός των λαϊκών νοικοκυριών οφείλεται στη μεγάλη μείωση των επιτοκίων. Και θα είναι λάθος, γιατί στην εξεταζόμενη περίοδο, η μείωση των επιτοκίων στα στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια, ήταν πολύ μικρότερη τόσο σε σχέση με τη μείωση του πληθωρισμού όσο και σε σχέση με την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων.

Τα ίδια στοιχεία τεκμηριώνουν την άποψη που λέει, πως με τη βίαιη μεταφορά εισοδημάτων από τις τσέπες των πλατιών λαϊκών στρωμάτων στα θησαυροφυλάκια των πολυεθνικών και των μεγαλοεπιχειρηματιών, η κυβέρνηση εξανάγκασε τους εργαζόμενους να ζουν σε καθεστώς... «δανεικής ευημερίας». Ενα καθεστώς, που υποχρέωσε τους οικονομικά αδύνατους και ανίσχυρους - κατά τον Α. Παπανδρέου «μη προνομιούχους» και κατά τον Κ. Σημίτη «μη έχοντες και μη κατέχοντες» - να προσπαθούν να καλύψουν τις «μαύρες τρύπες» που προκαλούσε η αντιλαϊκή πολιτική της μονόπλευρης λιτότητας, σε βάρος των εργαζομένων, με όλο και μεγαλύτερα δάνεια από τις τράπεζες.

Η πολιτική της μονόπλευρης λιτότητας σε συνδυασμό με την «απελευθέρωση του τραπεζικού συστήματος», αξιοποιήθηκε στο έπακρο από τους τραπεζίτες για τη μεγιστοποίηση των τραπεζικών κερδών, που χρόνο με το χρόνο αυξάνονταν - και συνεχίζουν να αυξάνονται - με ρυθμό πολλαπλάσιο (από πενταπλάσιο και πάνω) του επίσημου πληθωρισμού.

Ετσι, είδαμε τους τραπεζίτες, σε όλη τη δεκαετία του 1990, να φορούν το μανδύα του «Καλού Σαμαρίτη» που θέλει να στηρίξει οικονομικά με τραπεζικά δάνεια τα νοικοκυριά των εργαζομένων που δεν μπορούν να τα «φέρουν βόλτα».Στα πλαίσια αυτά - εκτός από τα παραδοσιακά δάνεια (στεγαστικά και καταναλωτικά, με πιστωτικές κάρτες δάνεια)- καθιερώθηκαν στη δεκαετία του 1990 μια σειρά νέα «προϊόντα», δηλαδή δάνεια, όπως:

  • Τα «εορτοδάνεια» (δάνεια που χορηγούνται από τις τράπεζες σε όσους δεν έχουν την οικονομική άνεση να στρώσουν το τραπέζι των Χριστουγέννων και του Πάσχα).
  • Τα «δάνεια για διακοπές» (για μια μεγάλη κατηγορία εργαζομένων που οι διακοπές αποτελούν για το πορτοφόλι τους «είδος πολυτελείας»).
  • Τα «προσωπικά» ή τα «ανοιχτά» δάνεια, που είναι δάνεια για... όλες τις δουλιές.

Επιχειρώντας να κάνουν πράξη την κυβερνητική πολιτική, που θέλει να μετατρέψει την Ελλάδα σε... ένα απέραντο καζίνο, οι τράπεζες έφτασαν στο σημείο να προσφέρουν μέχρι και δάνεια για την... αγορά μετοχών (!) συμβάλλοντας έτσι στην ενίσχυση του αριθμού των Ελλήνων που θα προσπαθούν να ζήσουν από τον «τζόγο». Και προκειμένου για νέα πελατεία - κυρίως να τσιμπήσουν νέα θύματα - οι τραπεζίτες ξόδεψαν αρκετές εκατοντάδες εκατομμύρια δραχμές για να διαφημίσουν τα «νέα προϊόντα» τους, μεταξύ των οποίων τα «εορτοδάνεια», τα δάνεια για «διακοπές» κλπ.

Αυτό που δε διαφημίζουν, αλλά αντίθετα προσπαθούν πάση θυσία να κρύψουν οι τραπεζίτες, που επιδιώκουν να αυξήσουν την πελατεία και τα κέρδη τους, είναι πως «η δανεική ευημερία είναι όχι μόνο ακριβή αλλά και ιδιαίτερα επικίνδυνη». Και είναι επικίνδυνη, γιατί όποιος προσπαθεί να καλύψει πραγματικές ή καταναλωτικές ανάγκες με τραπεζικά δάνεια, στην ουσία υποθηκεύει όχι μόνο το δικό του μέλλον αλλά και το μέλλον των παιδιών του.


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ